To κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο athens.indymedia.org λίγα εικοσιτετράωρα μετά τη διαδήλωση μνήμης και αντίστασης της 18ης Σεπτέμβρη στο Κερατσίνι. Προχωρήσαμε στην αναδημοσίευση του, χωρίς μια πλήρη ταύτιση μας με τις θέσεις και τις απόψεις του, αφού θεωρούμε ότι θέτει κριτικά μια σειρά ζητημάτων τα οποία έρχονται έρχονται και παρέρχονται, για να επανέλθουν κάθε φορά συγκυριακά και πολλές φορές με δραματικούς τόνους στο προσκήνιο, χωρίς ποτέ ν’ αναλύονται και να τίθενται στην ουσιαστικά πολιτική βάση τους. Προχωρήσαμε στην αναδημοσίευση του γιατί εν τέλει θεωρούμε ότι η κριτική και ακόμα περισσότερο η αυτοκριτική αποτελούν το οξυγόνο κάθε απελευθερωτικού προτάγματος, κάθε κινήματος και χώρου που σέβεται την ιστορία του και νοιάζεται για το μέλλον του.
Άκου συντροφάκι μου τα 6 μου λάθη…
«Όρε να ‘σαν τα νιά- ρε να ‘σαν τα- νιάτα πουλί μου δυο φορές»
Αποφάσισα να σου γράψω με αφορμή τα τελευταία, …τα Σεπτεμβριανά. Ξέρω ότι δεν είναι σωστός ο τρόπος μου, το να στα λέω δηλαδή γραπτώς, αλλά ειλικρινά δεν έχω άλλη ελπίδα από το να διαβάσεις αυτές τις λίγες πεντακάθαρες γραμμές. Είναι πολύ πιθανόν –αν δημοσιευτεί η επιστολή μου από τους ανθρώπους του ιντιμέντια που έχουν τεράστια ευθύνη για το τι δημοσιεύουν και πιθανόν να μην αναρτηθεί μιας και υπερβαίνει τα εσκαμμένα- να σου φανούν τα λόγια μου, από παράξενα έως μια κουταμάρα ενός, πλέον, συντηρητικού ανθρώπου, μεγάλου σε ηλικία και κουρασμένου, που αφού έκανε τον κύκλο του, τώρα δίνει νουθεσίες. Έχεις το δίκιο σου με βάση τα όσα εγώ σου δίδαξα για την ηλικία σου. Με τα ίδια περίπου δόγματα ανατράφηκα κι εγώ-τα ίδια σου μετέδωσα τις δεκαετίες του 70, του 80, του 90 και του 2000.
Έκανα όμως λάθος. Θα στα πω ίσως λίγο μπερδεμένα, όπως ίσως λίγο μπερδεμένα τα έχω στο μυαλό μου τα θέματα που θέλω να σου θίξω, ζητώντας σου συγγνώμη προκαταβολικά (για τα 6 λάθη μου).
Το πρώτο μου λάθος ήταν ότι εσύ, το νέο παλικάρι που βράζει το αίμα σου, είσαι το «νέο υποκείμενο». Έτσι σε ονόμασα «άγρια νεολαία» αντιγράφοντας κάποιους θεωρητικούς αστέρες της Ευρώπης. Πράγματι. Το 1968 ήταν ο καταλύτης κι εγώ είχα το μυαλό μου το Μάη, στις τεράστιες συνελεύσεις των νέων, των φοιτητών, που τις μετακένωσα κι εδώ σαν ένα τρόπο υπέρβασης του «εργατίστικου» που από αυτό έβραζε η Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Πράγματι ήταν πολύ περίεργα στην αριστερά τότε, γεμάτη γκρούπες που είχαν τις ανυπέρβλητες αλήθειες τους, ανταγωνιστικά σχήματα και ηγεμονισμοί, μιλούσε με μια στριφνή γλώσσα που δεν σε άγγιζε κι εσύ, μέσα από τα λόγια μου, είδες ότι είσαι το πρότυπο του αγώνα, το «νέο υποκείμενο». Από τότε μέχρι και σήμερα που έχω αρχίσει να σε κριτικάρω χωρίς να βλέπω τον εαυτό μου μέσα στις πράξεις σου, δεν έχω ξεπεράσει αυτό το μετεφηβικό πρόταγμα. Ρητορεύω πού και πού, τώρα που μεγάλωσα κι ίσως έχω και παιδιά, λίγο με το «εργατικό», λίγο με το «ασφαλιστικό», λίγο με το «εκπαιδευτικό» -περνάν τα χρόνια. Έτσι, σε εκθείασα τις δεκαετίες του 70 όταν ξεκίνησαν δειλά-δειλά οι πρώτες σου αντιδράσεις, έτσι και το 80 όταν με ήχους πανκ μου τραγουδούσες «βία, χάος, εγώ δεν είμαι πράος». Έτσι, και το 90 όταν σε τύλιξαν σε μια κόλλα χαρτί για την Πρυτανεία, όταν σε στρίμωξαν με άλλους 500, όταν ξεκίνησαν οι αλήτες των ΜΜΕ και των κομμάτων να μιλούν για «προβοκάτορες», για «γνωστούς-αγνώστους». Εγώ σου έμαθα να λαμβάνεις ως θετικό πρόσημο την αρνητική ταμπέλα. Αλλά εγώ σε εκθείαζα, μαζί με όλα τα «φιλικά» ΜΜ Εξημέρωσης και την αριστερά της προόδου. Έτσι, αντί να συνθέσω, με νέα υποκείμενα αγώνα δίπλα στα παλιά, αποδόμησα το κοινωνικό ζήτημα, με αποτέλεσμα να τα βλέπεις όλα χωριστά. Στο μεταξύ επειδή ο «χώρος» μας απετέλεσε κυρίως ένας χώρος ανεπτυγμένος από νεολαίους, σε έμαθα να βλέπεις αυτόν, ως κορυφαίο ζήτημα ή «διακύβευμα». Σε έμαθα στην αυτοαναφορικότητα. Στο μεταξύ το μισητό μας κράτος έπαιρνε μέτρα έναντι μέτρων σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα κι εγώ σε ωθούσα στο να βλέπεις μόνο αυτά που αφορούν την καταστολή, το θεσμό της δικαιοσύνης και της αστυνομίας. Ειδικά το Δεκέμβρη του 08, σε εκτίναξα στα ύψη. Κι ας έβλεπα ότι πηγαίνεις προς ένα διαρκή αρνητισμό. Κι όταν είδα τα αποτελέσματά μου, το 2010, το Μάιο… Ξαφνικά σου λέω ότι κάνεις εσύ το λάθος.
Το δεύτερο λάθος μου ήταν ότι σε έπεισα πως η καταστολή είναι το «κομβικό σημείο» όπου περνάει το κοινωνικό ζήτημα. Δηλαδή, όχι ότι αυτή έρχεται ως συνέπεια των κοινωνικών αγώνων –στο σύνολό τους, αφού λοιδορούσα το «εργατικό» ή τους αγώνες γειτονιάς που υποτυπωδώς αναπτύσσονταν- αλλά ότι επιδιώκοντας την «όξυνση της καταστολής» θα υπάρξει η πολυπόθητη «εκτροπή». Το πού θα πάει αυτή, όμως, το άφησα να αιωρείται. Έτσι από το 70 με τα λόγια μου, μάς βρίσκω μέχρι το 2014 να πίνουμε φραπέδες στα δικαστήρια, να ξελαρυγγιαζόμαστε για μένα και για σένα που τους-μας έχουν πιάσει, να μαζεύουμε χρήματα για δικηγόρους, να φτιάχνουμε δεκάδες αφίσες για το ίδιο ζήτημα με διαφορετικό ποίημα η καθεμιά, να ‘μαστε στις φυλακές απ’ έξω για κουράγιο ή από μέσα με τους αναπτήρες αναμμένους έτοιμοι, να… να… (τα ξέρεις). Έτσι τη δεκαετία του 70 που μαζί φωνάζαμε «φυλακές-στρατός-ψυχιατρεία, αυτή είναι η εξουσία», ότι «το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του» καταφέραμε να διασπάσουμε το κοινωνικό ζήτημα σε κομμάτια. Αργότερα τη δεκαετία του 80 και του 90 με τα «μαθητικά-φοιτητικά» αναπτύξαμε τη μεγαλοσύνη της νεολαίας και μαζί ήμασταν όταν διαδηλώναμε ότι «είμαστε ο ανθός της ελληνικής νεολαίας» και πως «είμαστε αυτοί που οι γονείς μας πάντα συνιστούσαν να αποφεύγουμε». Τότε γινόντουσαν μεταρρυθμίσεις υπό το βλέμμα μιας καθυστερημένης σοσιαλδημοκρατίας κι αργότερα σοσιαλφιλελευθερισμού, σοβαρές μεταρρυθμίσεις που από αυτές ασχολήθηκα, μαζί σου, μόνο με το ζήτημα της καταστολής. Αργότερα στα τέλη του 90 όταν σκούρυναν κάπως τα πράγματα πάλι δεν έπαψα να σου το τονίζω, ότι η καταστολή είναι «ο κόμβος του κοινωνικού ζητήματος». Αυτοί που μας κυβερνούσαν και μας κυβερνούν που μοιάζουν σαν σταγόνες νερού, πότε μας έπαιζαν σαν το ηλεκτρονικό πάκμαν από την Ασφάλεια στην Αλεξάνδρας και πότε συλλάμβαναν πολλές χιλιάδες στα 40 χρόνια μεταπολίτευσης για να μας παίξουν στο πολιτικό τους παιχνίδι. Εγώ τότε σου έλεγα ότι «βρισκόμαστε στο επίκεντρο της καταστολής» και έτσι ήταν και φαινόταν, αλλά δεν σου είπα ότι αυτό δεν έχει καμιά προοπτική ή το γιατί «είμαστε στο επίκεντρό της». Τώρα που μεγάλωσα, είμαι σε λαϊκές συνελεύσεις γειτονιάς, ξαναγύρισα από το κέντρο στη γειτονιά, σου μιλάω όψιμα για κοινωνικούς μαζικούς αγώνες. Και ξαφνικά σου λέω ότι κάνεις εσύ λάθος.
Το τρίτο μου λάθος ήταν ότι δεν σε ενέπνευσα με το όνειρο μιας άλλης κοινωνίας που θα έχει «με» κι όχι «χωρίς». Που θα είναι «για» κι όχι «από». Που θα έχει τέλος πάντων ένα περιεχόμενο και δεν θα καθορίζεται από τις αρνήσεις –που δεν συνιστούν κατάφαση. Απ’ το 70 σου έλεγα ότι αυτά είναι τερτίπια των σταλινικών, των εξουσιαστών, των κρατιστών, της αριστεράντζας. Εμείς έχουμε ένα όραμα που δεν μπορεί να περιγραφεί. Αν περιγράψουμε το «τι θέλουμε» κι όχι «τι δεν θέλουμε», θα γίνουμε «εξουσιαστές». Έτσι μ’ αυτά και μ’ αυτά, σου έδωσα την εντύπωση ότι η «δημοκρατία» ανήκει σε αυτούς που κυβερνάνε. Από το 80 φωνάζαμε «ούτε φασισμός-ούτε δημοκρατία» λες και αυτό που ζούμε είναι δημοκρατία. Άρχισες να βγάζεις αφίσες για «τα κελιά της δημοκρατίας» και αρνιόσουν ακόμα και το «άμεση» διότι κι αυτή είναι «εξουσιαστική». Σε έμαθα να ταλαιπωριέσαι στο πεδίο των συναινετικών αποφάσεων σε συσσωματώσεις χωρίς δομή, αφού «η ψήφος δεν είναι για μας». Έτσι σε κάθε ευκαιρία που μπορούσε να αρθρωθεί ένας λόγος προταγματικός εγώ σε απέτρεπα και σου έλεγα ότι «αυτά δεν είναι για μας». Όταν ξεκίνησα να συμμετέχω μαζί με «άλλους» σε αγώνες γειτονιάς άλλαξα λιγάκι. Αλλά παρέμεινα πιστός τα δόγματα του «από» και του «χωρίς». Για αυτό και παραμένουμε κομμάτι εσώκλειστο, με πολιτικές προκαταλήψεις και προλήψεις. Βλέπουμε το τι γίνεται γύρω μας, το οσμιζόμαστε αλλά δεν λέμε να ξεπεράσουμε τη μοναχικότητα που κρατάμε ως κόρην οφθαλμού. Διότι η αλλαγή προϋποθέτει ευθύνη. Αυτό δεν περιέχεται και στη λέξη αυτοδι-εύθυνση που σου έμαθα; Ευθύνη. Και η ευθύνη για την οργάνωση αυτού του κόσμου είναι πολύ βαριά (γι’ αυτό και την αφήνουμε στο κράτος). Έτσι, εσύ με τα «χωρίς» και τα «από» που σου έμαθα, πορεύεσαι χωρίς ευθύνες για αυτόν τον κόσμο. Κι όταν λίγο παρεκτρέπεσαι όπως …πρόσφατα, εγώ σε λέω «αμφιβόλου προέλευσης» διαδηλωτή και σου λέω ότι κάνεις λάθος. Εγώ, που σε έμαθα, αυτό να κάνεις.
Το τέταρτό μου λάθος είναι ότι δεν σε έμαθα να διεκδικείς πέρα από την αποφυλάκιση των συντρόφων μας. Κάθε τι άλλο σου έμαθα ότι είναι μια εξουσιαστική πράξη που ενσωματώνεται –και έτσι είναι αλλά τι άλλο είναι η ζωή;- κι έτσι σε έμαθα να λες «όλα ή τίποτα» ή «μη ενδιάμεσοι αγώνες» ή «άμεση εξέγερση» κλπ κλπ. Όμως η ζωή είναι αλλιώς και πέρα από τις χιλιαστικές μας σκέψεις. Δηλαδή σήμερα μένουμε σε κάποιο σπίτι, τρώμε, πίνουμε νερό, πάμε κινηματογράφο, αγοράζουμε βιβλία, εργαζόμαστε ή είμαστε άνεργοι, μετακινούμαστε, χρησιμοποιούμε τις δομές υγείας ή δεν μπορούμε κλπ κλπ. Ό,τι κάνει ένας καθημερινός άνθρωπος, κάνουμε κι εμείς. Άρα πρέπει να διεκδικήσουμε. Μαζί με όσους διεκδικούν. Να αγωνιστούμε με τους «άλλους» για καλύτερη υγεία, για καλύτερη εκπαίδευση, για καλύτερα μεροκάματα, για καλύτερη ποιότητα ζωής στη γειτονιά, ενάντια στη φιλελευθεροποίηση. Όχι έλεγα εγώ. Θα μιανθούμε από την εξουσιαστική πραγματικότητα. Κι έτσι, εσύ έκανες ότι έκανα κι εγώ. Κι έρχομαι τώρα, που σφίξανε λίγο παραπάνω τα πράγματα κι έχω αρχίσει δειλά και λίγο πιο ώριμα να συμμετέχω σχεδόν παντού, και σου λέω ότι κάνεις λάθος. Το λάθος όμως εγώ το έπραξα.
Το πέμπτο λάθος μου ήταν ότι σε έμαθα να μισείς την κοινωνία. Εγώ σου έμαθα τη διάσταση «κοινωνία» και «εμείς». Εγώ σου έμαθα ότι η κοινωνία είναι ένα σύμπλεγμα περίπου μικροαστών-φασιστών-εθνικιστών-σωβινιστών. Όταν άρχισα να ψελλίζω για «κοινωνικά κομμάτια», για «αγώνες βάσης» ήταν πολύ αργά γιατί ούτε κι εγώ το πολυπίστευα. Το 70 σε έμαθα να λοιδορείς τους εργατικούς αγώνες που γίνονται για «ένα αυτοκίνητο και μια έγχρωμη ΤΙΒΙ», το 80 και το 90 σου έλεγα για τους «μικροαστούς» και από τα μέσα του 90 όταν αρχίσαμε και ζούσαμε το μεταναστευτικό σου μίλαγα για τους «φασίστες, ρατσιστές, σωβινιστές». «Τσιμπήσαμε» όλοι μαζί γύρω από γκλομπαλίστικο, το πολυπολιτισμικό που η νέα τάξη πραγμάτων ήθελε για να ικανοποιεί τις αγορές εργασίας της με φτηνό εργατικό δυναμικό, έκαναν τη χώρα «χώρα υποδοχής» δηλαδή φυλάκισης για να μην προχωράνε οι δυστυχισμένοι αυτοί άνθρωποι από τις λεηλατημένες χώρες τους μέσα στην «πολιτισμένη» Ευρώπη, δεν διείδαμε την παρακμή των πόλεων και των χωριών, την απώλεια του κοινωνικού ιστού, τη διάλυση της παραγωγικής δυνατότητας και βλέπαμε συνεχώς εχθρούς στα μάτια της κοινωνίας. Ίσως εστιάζω πέραν του δέοντος στις ευθύνες μου, αλλά όλα τα «άλλα» τα έχω και τα έχουμε πει. Για τις ευθύνες μου πότε θα σου μιλήσω; Όλο, λάθος θα σου λέω ότι κάνεις;
Το έκτο μου λάθος ήταν ότι δεν σε δίδαξα ιστορία. Χωρίς ιστορία πάμε αδιάβαστοι συντροφάκι μου. Τα τελευταία χρόνια σου έμαθα κάποια πράγματα για την Ισπανία αλλά ποτέ για την ίδια σου τη χώρα, για τα Βαλκάνια, για τη Μέση Ανατολή. «Οι εξουσιαστές είναι ίδιοι-παντού και πάντα» και μ’ αυτό έκλεινα το θέμα. Άρα τι να την κάνουμε την ιστορία; Όμως σε ένα κρεσέντο που με έπιανε έφτασα να απαξιώνω και κάθε ιστορικό απελευθερωτικό αγώνα που δεν ήταν στα μέτρα μου. Με βάση τα μέτρα μου, σου έφτιαξα μια εξιστόρηση «ίσων εθνικισμών» και σου ετοίμασα σιγά-σιγά την επαναστατική θεώρηση των «δυο άκρων» ή αλλιώς των «ίσων αποστάσεων». Κι όταν σε είδα να μιλάς έτσι για την Παλαιστίνη σου είπα: κάνεις λάθος. Δικό μου όμως είναι το λάθος. Θα σου το πω. Σου έμαθα ότι εξισώνεται ένας απελευθερωτικός με έναν κατακτητικό πόλεμο, ότι αυτοί που αντιστάθηκαν ήθελαν κι αυτοί ένα κράτος-άρα ήταν εξουσιαστές. Και προχώρησα ακόμα πιο πολύ. Σου είπα ότι η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν μια χαρά και ότι οι εθνικισμοί –γενικώς- χάλασαν τον κόσμο, ότι στην κατοχή αντί να ενωθούν οι έλληνες προλετάριοι με τους γερμανούς ναζί και ιταλούς φασίστες, εκείνοι τους πολεμούσαν. Δεν σου είπα ότι στην Κύπρο υπήρξε ένας αντιαποικιακός αγώνας αλλά πως ό,τι έγινε, ήταν μια εθνικιστική λαίλαπα. Σου έφτιαξα μια ιστορία με τα μέτρα μιας αντίληψης που μόνο ο ξεχασμένος Μπακούνιν, ίσως πια, θα μπορούσε να σου πει πως δεν είναι έτσι. Σε ώθησα, στο να είσαι αεθνιστής ή αντιεθνικιστής (με το βλέμμα στο «δίκιο» της άλλης χώρας) και να φωνάζεις ότι «οι προλετάριοι δεν έχουμε πατρίδα» λες κι αυτή είναι αντίθετη στο διεθνισμό, λέξη που σου έμαθα χωρίς να σου πω ότι ο διεθνισμός εμπεριέχει τη λέξη έθνος. Βέβαια ξέρω το πώς την μεταχειρίστηκαν και πως εγκληματικά μίλησαν και έπραξαν όλοι αυτοί που μας κυβέρνησαν και μας κυβερνούν που μιλάνε για «έθνος»-αλλά αυτά τα έχουμε ξαναπεί. Για τις ευθύνες μου δεν σου έχω πει ακόμα. Κι όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με προβλήματα που είναι υπαρκτά, τι άλλο θα ξεστομίσεις; «Είστε φασίστες» θα πεις. Και καθάρισες. Εγώ όμως στο έμαθα κι αυτό. Τώρα έρχομαι να σου πω ότι κάνεις λάθος, ειδικά όταν το λες αδιακρίτως. Θα σου έλεγα ότι βοηθάς στο να πάει κάποιος κόσμος σ’ αυτά τα καθάρματα. Και πηγαίνει. Αλλά εσύ θεωρείς ότι αυτό είναι δικό τους θέμα και ευθύνη του κράτους που τους προωθεί. Είναι αλλά όχι μόνο δικό τους. Το κενό που δεν καλύπτεις εσύ το καλύπτουν αυτοί. Και η ζωή δυστυχώς δεν προχωράει με κενά. Αλλά κι αυτό που λες εγώ στο έμαθα. Πώς σε μέμφομαι τώρα για τα λάθη σου;
Αυτές οι λίγες, είναι οι σκέψεις μου, για μένα που έμαθα από τα λάθη μου χωρίς να τα παραδέχομαι. Για αυτό συνεχίζω να σου λέω ότι κάνεις λάθος. Το λάθος όμως το έχω κάνει εγώ.
Με εκτίμηση, συντροφάκι μου και με σεβασμό στην ηλικία σου
ο πατέρας σου, η μάνα σου κι ίσως ο μεγάλος σου αδερφός από το «χώρο»