ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
Mια συνοπτική ιστορική αναδρομή του παλαιστινιακού ζητήματος από την ίδρυση του ισραηλινού κράτους μέχρι σήμερα
«Οι Παλαιστίνιοι απλά δεν υπάρχουν»
Γκόλντα Μέιρ, ισραηλινή πρωθυπουργός
«Υποκλίνομαι λοιπόν μπρος στην παράδοση και την ιστορία των λαών, γιατί είναι το αίμα και η σάρκα, η σκέψη και η θέληση κάθε λαού. Γι αυτό, ειλικρινά, είμαι ο πατριώτης όλων των καταπιεσμένων πατρίδων. Είμαι πατριώτης και διεθνιστής ταυτόχρονα»
Μιχαήλ Μπακούνιν, 1869
14 Μαΐου 1948. Μια μέρα πριν λήξει η βρετανική κατοχή στην περιοχή της Παλαιστίνης- Γαλιλαίας, το Ανώτατο Εβραϊκό Συμβούλιο ανακήρυξε την ανεξαρτησία του Ισραήλ και ο μετέπειτα πρωθυπουργός του Ισραήλ Νταβίντ Μπεν Γκουριόν έγραψε στο ημερολόγιό του: «Στις τέσσερις το απόγευμα ανακηρύχθηκε η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Η μοίρα του βρίσκεται πλέον στα χέρια των Ενόπλων Δυνάμεων». Την επομένη ξεσπά ο πρώτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος με συμμετοχή πλήθους χωρών: Αίγυπτος, Ιορδανία, Συρία, Λίβανος, Ιράκ, Υεμένη, Σαουδική Αραβία. Οι ισραηλινοί τον αποκαλούν “πόλεμο της ανεξαρτησίας”, ενώ οι παλαιστίνοι Νάκμπα (Καταστροφή). 750.000 χιλιάδες άνθρωποι (πάνω από το μισό πληθυσμό των παλαιστίνιων τότε) έγιναν πρόσφυγες, διωγμένοι από 531 πόλεις και χωριά. Η Νάκμπα συνδέθηκε στη συλλογική μνήμη του παλαιστινιακού λαού με τον ξεριζωμό, την προσφυγιά και τις μαζικές εκτοπίσεις. Ως τις 20 Ιουλίου του 1949 ο πρώτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος λήγει, με το Ισραήλ να επεκτείνεται εδαφικά πέρα από τα σύνορα που χαράχθηκαν με απόφαση του ΟΗΕ το 1947 ενώ το παλαιστινιακό κράτος που πρόβλεπε η ίδια απόφαση έμεινε στα χαρτιά. Το εν λόγω ετεροβαρές ψήφισμα του ΟΗΕ (που εν τέλει ακόμα κι έτσι έμεινε ανενεργό), παραχωρούσε το 56.47% (που μετατράπηκε σε 77,4% μετά το πέρας του πολέμου) της Παλαιστίνης στους 608 χιλιάδες εβραίους κατοίκους της περιοχής και το 42.88% στους 1,4 εκ παλαιστίνιους. Έτσι, τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας μετατράπηκαν πολύ σύντομα σε θύτες της μακρόχρονης εθνοκάθαρσης του παλαιστινιακού λαού, δημιουργώντας ένα κράτος απαρτχάιντ, αποκλείοντας τους άραβες από κάθε πολιτικό δικαίωμα και αλλοιώνοντας την πληθυσμιακή κατανομή της περιοχής με διαρκείς εποικισμούς.
Ο δεύτερος αραβοϊσραηλινός πόλεμος ξεκίνησε μετά την αγγλογαλλική επέμβαση για την αποτροπή της εθνικοποίησης της διώρυγας του Σουέζ από την κυβέρνηση Νάσερ της Αιγύπτου τον Ιούλη του 1956. Ο Αμπντελ Νασερ, ο οποίος είχε την υποστήριξη των σοβιετικών, απαγόρευσε τη διέλευση των ισραηλινών πλοίων από τη διώρυγα, οι οποίοι απάντησαν με τη στρατιωτική κατάληψη της Χερσονήσου του Σινά. Οι ισραηλινοί τελικά αποχώρησαν μετά την επέμβαση της ΕΣΣΔ (Χρουστσόφ) και των ΗΠΑ (Αϊζενχάουερ).
Στις 28 Μαΐου του 1964 η πρώτη Παλαιστινιακή Εθνική Συνδιάσκεψη εξάγγειλε στην Ιερουσαλήμ τη δημιουργία της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), η οποία συσπείρωσε στους κόλπους της διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις και φράξιες, με βασικό στόχο τόσο τον ένοπλο όσο και τον πολιτικό αγώνα ενάντια στη σιωνιστική κατοχή. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε και ο Παλαιστινιακός Εθνικός Στρατός και από το 1965 οι μαχητές Φενταγίν ξεκινούν τον ανταρτοπόλεμο εναντίον των δυνάμεων κατοχής, χτυπώντας διάφορους ισραηλινούς στόχους.
Στις 5 Ιουνίου του 1967 ξέσπασε ο τρίτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος, γνωστός ως πόλεμος των έξι ημερών, όταν οι ισραηλινοί εξαπέλυσαν ταυτόχρονες “προληπτικές” αεροπορικές επιδρομές εναντίον της Αιγύπτου, της Συρίας και της Ιορδανίας. Η ισχυρή σιωνιστική πολεμική μηχανή απέσπασε μέσα σε έξι μόλις μέρες τη χερσόνησο του Σινά και τη λωρίδα της Γάζας από την Αίγυπτο, τα υψίπεδα του Γκολάν από τη Συρία και τη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ από την Ιορδανία. Μετά τον πόλεμο των έξι ημερών ξεκίνησε ένας Γολγοθάς για επιπλέον 410.000 παλαιστίνιους, οι οποίοι εγκατέλειψαν τη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη Ποταμού και κατέφυγαν σε προσφυγικούς καταυλισμούς στην Ιορδανία του δυτικόφιλου βασιλιά Χουσεΐν. Ο δικτάτορας της Ιορδανίας, με την ενεργητική υποστήριξη του Ισραήλ, εξαπέλυσε τον Σεπτέμβρη του 1970 ένα κατασταλτικό πογκρόμ εναντίον των προσφυγικών πληθυσμών, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 20.000 περίπου άμαχοι παλαιστίνιοι. Στη συλλογική μνήμη του παλαιστινιακού λαού, η σφαγή αυτή αποτυπώθηκε ως “Μαύρος Σεπτέμβρης”.
Ο τέταρτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος ξέσπασε όταν στις 6 Οκτώβρη του 1973 (ημέρα της εβραϊκής γιορτής του εξιλασμού “Γιομ Κιπούρ”) το Ισραήλ δέχθηκε συντονισμένη επίθεση από την Αίγυπτο και τη Συρία, με στόχο την επανάκτηση των υψιπέδων του Γκολάν και της χερσονήσου του Σινά. Παρά τον αρχικό αιφνιδιασμό, οι ισραηλινοί βγήκαν νικητές και απ’ αυτόν τον πόλεμο, με τη σύγκρουση να σταματά στις 26 Οκτωβρίου. Ο απόλυτος, όμως, στρατιωτικός και τακτικός αιφνιδιασμός και οι τεράστιες απώλειες της σιωνιστικής πολεμικής μηχανής, φόβισε το Ισραήλ και παρά τη νίκη του το ανάγκασε να προβεί σε ορισμένες παραχωρήσεις. Με τις συμφωνίες του Καμπ Ντέϊβιντ που υπέγραψαν στις 17 Σεπτεμβρίου του 1978 ο αιγύπτιος πρόεδρος Σαντάντ και ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέγκιν, μετά από αμερικάνικη διαμεσολάβηση, οι ισραηλινοί αποσύρθηκαν από τη χερσόνησο του Σινά (που μετατράπηκε σε απόστρατιωτικοποιημένη ζώνη) και η Αίγυπτος έγινε το πρώτο αραβικό κράτος που αναγνώρισε το Ισραήλ, γεγονός που κόστισε τη ζωή στον αιγύπτιο πρόεδρο, τρία χρόνια αργότερα.
Στις 7 Ιουνίου του 1982 το Ισραήλ εισέβαλε στο Νότιο Λίβανο, δίνοντας στη στρατιωτική επιχείρηση την οργουελική ονομασία: “Ειρήνη για τη Γαλιλαία”. Οι ισραηλινοί επικαλέστηκαν ως πρόσχημα για την επίθεση την απόπειρα εκτέλεσης του ισραηλινού πρέσβη στο Λονδίνο από την ομάδα του Αμπού Νιντάλ. Πραγματικός στόχος, όμως, υπήρξε η εκκαθάριση και εκδίωξη των ανταρτών της PLO και των υποδομών της, παρ’ ότι η οργάνωση είχε κηρύξει ανακωχή. Η εισβολή συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση στους προσφυγικούς καταυλισμούς, όπως αναφέρει και έκθεση για λογαριασμό της αμερικάνικης κυβέρνησης: «Ο παλαιστινιακός πληθυσμός των καταυλισμών ήταν συνηθισμένος στους βομβαρδισμούς και ήξερε τι μπορεί να καταφέρει και τι όχι, καθώς ήταν το θύμα των ισραηλινών βομβαρδισμών για σειρά ετών πριν από αυτό τον πόλεμο. Αυτό δεν ήταν το ιδανικό κοινό για μια τέτοια επίδειξη» (McLaurin, R. D (1987) The Battle of Tyre Abbott Associates INC Springfield VA). Η ισραηλινή εισβολή άφησε πίσω της 17.500 παλαιστίνιους και λιβανέζους νεκρούς, κατά κύριο λόγο άμαχους.
Λίγους μήνες αργότερα, λιβανέζοι παραστρατιωτικοί με τη συνεργασία των ισραηλινών προχώρησαν σε σφαγές στους παλαιστινιακούς προσφυγικούς καταυλισμούς στη Σάμπρα και της Σατίλα. 1700 άνθρωποι, κατά κύριο λόγο γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι, σφαγιάστηκαν από τους χριστιανούς Φαλαγγίτες, υπό τις διαταγές του Αριέλ Σαρόν. Αυτόπτης μάρτυρας των αποτελεσμάτων της σφαγής ήταν και ο γάλλος θεατρικός συγγραφέας Ζαν Ζενέ, που περιέγραψε την συνενοχή των σιωνιστών: «Οι σφαγές δεν έγιναν μέσα στη σιωπή και στο σκοτάδι. Τις φώτιζαν άπλετα οι φωτοβολίδες των Ισραηλινών, ενώ τα αυτιά των Ισραηλινών, ήδη από την Πέμπτη το βράδυ, άκουγαν πάρα πολύ καθαρά τι γίνεται στη Σατίλα. Τι γλέντια, τι κραιπάλες έγιναν εκεί όπου ο Χάρος συμμετείχε στο ξεφάντωμα των μεθυσμένων στρατιωτών- μεθυσμένων από κρασί, από μίσος και αναμφίβολα από χαρά πως ευχαριστούν τον ισραηλινό στρατό, που άκουγε, που παρακολουθούσε, που ενεθάρρυνε, που νουθετούσε! Δεν τον είδα εγώ αυτό τον ισραηλινό στρατό που έβλεπε και άκουγε. Είδα μόνο όσα έκανε».
Στις 9 Δεκέμβρη του 1987 ξέσπασε η πρώτη Ιντιφάντα (Εξέγερση) των παλαιστινίων εναντίον της ισραηλινής κατοχής, περιλαμβάνοντας μια ευρεία γκάμα από δράσεις: από απεργίες, άρνηση καταβολής φόρων και μποϊκοτάζ μέχρι οδομαχίες και συγκρούσεις με πέτρες και μολότοφ. Αφορμή για το ξέσπασμα της νεολαιίστικης εξέγερσης της Ιντιφάντα στάθηκε η δολοφονία τεσσάρων Παλαιστινίων σε σημείο ελέγχου στην Λωρίδα της Γάζας και ο θάνατος του δεκαεπτάχρονου Hatem Abu Sisi από ισραηλινό αξιωματούχο. Βαθύτερες αιτίες, όμως, ήταν η αδιάκοπη καταπίεση, οι συνεχείς κατασχέσεις γης και η εγκατάσταση εποίκων στα κατεχόμενα εδάφη. Ο ισραηλινός στρατός απάντησε στην εξέγερση με ιδιαίτερη σκληρότητα, με αποκορύφωμα την απόφαση να σπάζονται τα κόκκαλα των χεριών των συλληφθέντων εφήβων παλαιστίνιων, για να μην μπορούν να ξαναπετάξουν πέτρες. Η πρώτη Ιντιφάντα τερματίστηκε στις 20 Αυγούστου του 1993, έπειτα από τη συμφωνία του Όσλο, αφήνοντας πίσω της πάνω από χίλιους νεκρούς.
Η συμφωνία στο Όσλο ανάμεσα στην PLO και το Ισραήλ, προέβλεπε την παραχώρηση αυτονομίας σε παλαιστινιακά εδάφη στη λωρίδας της Γάζας και τη Δυτικής Όχθης, τη σταδιακή αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής και την ίδρυση της Προσωρινής Παλαιστινιακής Αρχής. Τα ζητήματα του εποικισμού και της επιστροφής των προσφύγων παραπέμφθηκαν στις ελληνικές καλένδες… Το Γενάρη του 1996 εκλέχθηκε ένα εθνικό νομοθετικό σώμα 88 αντιπροσώπων με επικεφαλής της Παλαιστινιακής Αρχής το Γιάσερ Αραφάτ. Παρά τη συμφωνία, όμως, οι ισραηλινές δυνάμεις κατοχής συνέχισαν τη βάρβαρη πολιτική τους, με αποτέλεσμα το ξέσπασμα της δεύτερης Ιντιφάντα το 2000.
Οι ισραηλινοί απάντησαν με ευρείες στρατιωτικές επιχειρήσεις από τις 29 Μαρτίου του 2002, με αφορμή επιθέσεις αυτοκτονίας μαχητών της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν, ηγέτες και μαχητές παλαιστινιακών οργανώσεων συνελήφθησαν και βασανίστηκαν, υποδομές καταστράφηκαν και το αρχηγείο του Αραφάτ στη Ραμάλα πολιορκήθηκε από τις κατοχικές δυνάμεις. Στις 2 Απριλίου, σε μια “επιχείρηση για την καταστροφή της υποδομής της τρομοκρατίας” στη Δυτική Όχθη, οι κατοχικές δυνάμεις εισέβαλαν στον προσφυγικό καταυλισμό της Τζενίν, όπου συνάντησαν σθεναρή αντίσταση. Όταν στις 8 Απριλίου κατά τη διάρκεια των μαχών σκοτώθηκαν 23 σιωνιστές στρατιώτες, οι ισραηλινοί απάντησαν με την ισοπέδωση του καταυλισμού και το σφαγιασμό εκατοντάδων άμαχων, μεταξύ των οποίων και παιδιών.
Το Νοέμβρη του 2004 ο ιστορικός ηγέτης της PLO Γιάσερ Αραφάτ πέθανε σε ηλικία 75 ετών στο Παρίσι από εγκεφαλική αιμορραγία. Την επόμενη χρονιά οι ισραηλινοί αποχώρησαν από τη λωρίδα της Γάζας, αποσύροντας και τους 8.500 εποίκους, αποκλείοντας και μετατρέποντας την περιοχή στο μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης του κόσμου. Τον Ιανουάριο του 2006 η ισλαμική οργάνωση Χαμάς (που ιδρύθηκε το 1987 από την παλαιστινιακή πτέρυγα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας) κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές, αφού οι κοσμικές δυνάμεις της Φατάχ κατέρρευσαν υπό το βάρος σκανδάλων διαφθοράς και συμβιβασμού με τις δυνάμεις κατοχής. Μετά από αιματηρές εμφύλιες συρράξεις η Χαμάς κέρδισε τον έλεγχο της λωρίδας της Γάζας και η Φατάχ, που αρνήθηκε να εγκαταλείψει την εξουσία, διατήρησε τον έλεγχο της Παλαιστινιακής Αρχής στη Δυτική Όχθη.
Στις 27 Δεκεμβρίου του 2008 οι κατοχικές δυνάμεις προχώρησαν σε μονομερή παραβίαση της εκεχειρίας, προχωρώντας σε σφοδρούς βομβαρδισμούς της πολιορκημένης Γάζας και σε χερσαία εισβολή στην περιοχή, με την “Επιχείρηση Χυτό Μολύβι”. Συνολικά 1.417 άνθρωποι σκοτώθηκαν, από τους οποίους οι 926 ήταν άμαχοι και παιδιά. Στην αντίπερα όχθη, σκοτώθηκαν μόλις 13 ισραηλινοί (οι τρεις άμαχοι). Στις αιτιάσεις των δυνάμεων κατοχής ότι ο συνεχής αποκλεισμός της Γάζας οφείλεται στη δράση “τρομοκρατών”, απαντά ακόμα και η άνευρη Διεθνής Αμνηστία, δια στόματος Μάλκολμ Σμαρτ: «Το Ισραήλ ισχυρίζεται ότι ο συνεχιζόμενος αποκλεισμός της Γάζας, που ισχύει από τον Ιούνιο του 2007, αποτελεί απάντηση στις αδιάκριτες επιθέσεις με ρουκέτες που εκτοξεύονται από τη Γάζα προς το νότιο Ισραήλ από παλαιστινιακές ένοπλες ομάδες. Η πραγματικότητα είναι ότι ο αποκλεισμός δεν στοχεύει σε ένοπλες ομάδες, αλλά αντιθέτως τιμωρεί ολόκληρο τον πληθυσμό της Γάζας, περιορίζοντας την είσοδο τροφίμων, ιατρικών προμηθειών, εκπαιδευτικού εξοπλισμού και οικοδομικών υλικών».
Στις 8 Ιουλίου του 2014 η κυβέρνηση Νεντανιάχου ξεκίνησε νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις στη λωρίδα της Γάζας, με στόχο την “εξάλειψη της Χαμάς”, σύμφωνα με τον ισραηλινό υφυπουργό “Άμυνας” Ντάνι Ντάντον. Στην πραγματικότητα, όμως, για άλλη μια φορά ο στόχος ήταν να σκύψει το κεφάλι ο αδάμαστος παλαιστινιακός λαός: 2310 νεκροί, το 70% των οποίων ήταν άμαχοι και παιδιά, βασικές υποδομές καταστράφηκαν, εκ των οποίων 18 νοσοκομεία, 120 σχολεία και σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ 200.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν αφού καταστράφηκαν τα σπίτια τους.
Ο παλαιστινιακός λαός, όμως, δεν παραδίδει τα όπλα, παρά τις αντίξοες συνθήκες και την αβυσσαλέα ανισότητα των εμπλεκόμενων μερών. Τη στιγμή που το βιβλίο αυτό βρίσκεται υπό έκδοση, μια νέα “Ιντιφάντα των Μαχαιριών” βρίσκεται σε εξέλιξη, ως απεγνωσμένη απάντηση στη βάρβαρη πολιτική και τις συνεχόμενες εξωδικαστικές εκτελέσεις του σιωνιστικού στρατού κατοχής και της IDF (“Ισραηλινές Δυνάμεις Άμυνας”). Όσο κι αν ενδεχομένως μας ξενίζουν ορισμένες από τις μορφές που μπορεί να παίρνει η αντίσταση του παλαιστινιακού λαού ενάντια στην ισραηλινή κατοχή, όσο και υπάρχουν όψεις που βρίσκονται σε απόσταση με τον δικό μας αξιακό κώδικα, στεκόμαστε ανεπιφύλακτα στο πλευρό του χειμαζόμενου παλαιστινιακού λαού. Ενός λαού που μετράει 5,5 εκατομμύρια πρόσφυγες και δέχεται την καθημερινή βαρβαρότητα του ισραηλινού κράτους απαρτχάιντ. Οφείλουμε, λοιπόν, να κατανοήσουμε τις μορφές που μπορεί να πάρει η παλαιστινιακή αντίσταση και να την εντάξουμε τόσο στο ιστορικό πλαίσιο της σιωνιστικής κατοχής, όσο και στον καθημερινό πόλεμο που δέχεται ο παλαιστινιακός λαός από την κατοχική στρατιωτική μηχανή. Όπως περιγράφει και με ακρίβεια η ισραηλινή δημοσιογράφος Αμίρα Χας: «Το ότι εμείς προσέχουμε ότι γίνεται πόλεμος, μόνο όταν σκοτώνονται εβραίοι, δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι Παλαιστίνιοι σκοτώνονται συνεχώς, και ότι συνεχώς κάνουμε ότι περνάει απ’ το χέρι μας για να τους κάνουμε το βίο αβίωτο. Τον περισσότερο καιρό, είναι ένας μονομερής πόλεμος, που τον κάνουμε εμείς, για να τους κάνουμε να πούνε “ναι” στον αφέντη, σας ευχαριστούμε πάρα πολύ που μας κρατάτε ζωντανούς στα στρατόπεδά μας. Όταν κάτι στην μονομέρεια του πολέμου διαταραχθεί, και δολοφονούνται και εβραίοι, τότε δίνουμε σημασία».
Ο παλαιστινιακός λαός, λοιπόν, ακολουθεί πιστά τη συμβουλή του Hajo Meyer, ενός εβραίου που επιβίωσε από το ναζιστικό Ολοκαύτωμα: «Το μήνυμά μου στους Παλαιστίνιους είναι ότι δεν πρέπει να παρατήσουν τον αγώνα… Είναι δίκαιο να δείχνετε στους Ισραηλινούς σιωνιστές ότι είστε μια δύναμη την οποία πρέπει να υπολογίζουν. Πολεμήστε με πέτρες, πολεμήστε με όπλα. Ναι, και με όπλα. Αν δεν πολεμήσετε, θα χάσετε τον αυτοσεβασμό σας και δεν θα κερδίσετε το σεβασμό των Ισραηλινών».
Νίκη στα όπλα της Παλαιστινιακής Αντίστασης!
Λίγα λόγια για το PFLP
Το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP) ιδρύθηκε το 1967 υπό την ηγεσία του Ζωρζ Χαμπάς με βασικό κορμό το φιλονασερικό Εθνικό Αραβικό Κίνημα, και με τη συνεργασία του κομάντο “Ήρωες της Επιστροφής”, τη “Νεολαία της Εκδίκησης” και το “Απελευθερωτικό Παλαιστινιακό Μέτωπο”. Το 1969 απομακρύνθηκε από τον νασερικό παναραβισμό και υιοθέτησε τη μαρξιστική-λενινιστική ιδεολογία, εντάσσοντας τον αντικατοχικό αγώνα των παλαιστινίων σε ένα ευρύτερο αντιιμπεριαλιστικό πλαίσιο. Σκοπός του PFLP είναι η δημιουργία μιας κοσμικής και δημοκρατικής σοσιαλιστικής ομοσπονδίας, όπου άραβες και εβραίοι θα ζουν ισότιμα. Γι αυτό, άλλωστε, αποσύρθηκε το 1974 από την εκτελεστική γραμματεία της PLO, όταν η τελευταία υιοθέτησε τη λύση των δυο ξεχωριστών κρατών.
Η ένοπλη πάλη ήταν στο κέντρο της πολιτικής δραστηριότητας του PFLP, με αιχμή αρχικά τις αεροπειρατείες. Η πρακτική αυτή υπήρξε προσφιλής μέθοδος του Μετώπου για να προκαλέσει τη διέγερση και ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης για το παλαιστινιακό ζήτημα.
Στις 29 Αυγούστου 1969 η πτήση 840 της TWA με προορισμό το Τελ Αβίβ τέθηκε υπό τον έλεγχο αεροπειρατών, με επικεφαλής τη 25χρονη Λεϊλά Χαλέντ: «Κυρίες και κύριοι, παρακαλώ την προσοχή σας, παρακαλούμε δέστε τις ζώνες ασφαλείας σας. Είναι ο νέος κυβερνήτης που σας μιλά. Το κομάντο Τσε Γκεβάρα, του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης». Οι μαχητές του PFLP αφού απελευθέρωσαν τους επιβάτες στη Δαμασκό, ανατίναξαν το αεροπλάνο και κρατήθηκαν στη Συρία για δυο μήνες. Στις 6 Σεπτέμβρη 1970 καταλήφθηκαν τέσσερα αεροπλάνα και τα τρία από αυτά ανατινάχθηκαν μπροστά στα διεθνή ΜΜΕ στο “αεροδρόμιο της επανάστασης” στην έρημο της Ιορδανίας. Το γεγονός αυτό προκάλεσε και την οργή του δυτικόφιλου βασιλιά Χουσεϊν, συμμάχου των ΗΠΑ και της Βρετανίας, ο οποίος διέταξε και τη σφαγή του “Μαύρου Σεπτέμβρη”. Στις 27 Ιουνίου του 1976, το PFLP συνεργάστηκε με τη γερμανική οργάνωση “Επαναστατικοί Πυρήνες” σε πειρατεία αεροσκάφους της Air France, με αίτημα την απελευθέρωση 53 παλαιστίνιων και κομμουνιστών πολιτικών κρατουμένων. Η πειρατεία έληξε την 4η Ιουλίου, με την “Επιχείρηση Αστροπελέκι” της Μοσάντ και του ισραηλινού στρατού στο Εντέμπε της Ουγκάντας. Νεκροί από τα πυρά των ισραηλινών έπεσαν οι έξι αεροπειρατές και τρεις όμηροι. Από τα πυρά των αεροπειρατών σκοτώθηκε ο επικεφαλής των ισραηλινών Γιονατάν Νεντανιάχου, αδερφός του μετέπειτα πρωθυπουργού.
Παρ’ ότι το Μέτωπο είχε συνεπή συμμετοχή σε όλες τις εκφάνσεις της Παλαιστινιακής Αντίστασης και συμμετείχε ενεργά στον πόλεμο του Λιβάνου εναντίον των φαλαγγιτών και την απόκρουση της ισραηλινής εισβολής στον Λίβανο το 1982, σταδιακά αποδυναμώθηκε μετά την άνοδο του κινήματος του πολιτικού Ισλάμ. Το 1993 το PFLP κατήγγειλε τη συμφωνία του Όσλο και αποχώρησε εκ νέου από την PLO (στην οποία είχε επιστρέψει το 1981).
Στις 27 Αυγούστου του 2001 ισραηλινή ρουκέτα έπληξε το σπίτι του γενικού γραμματέα του Μετώπου Αμπού Αλί Μουσταφά, που διαδέχθηκε τον Χαμπάς στην ηγεσία ένα χρόνο πριν. Μετά τη δολοφονία, το ένοπλο τμήμα του PFLP ονομάστηκε “Ταξιαρχία του Αμπου Αλί Μουσταφά”. Νέος γραμματέας ορίστηκε ο Αχμάντ Σαντάατ, ο οποίος εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης για την εκτέλεση σιωνιστή υπουργού.
αναδημοσίευση από Ασύμμετρη Απειλή