Με αφορμή το άρθρο “Το αναρχικό έγινε το νέο ποθητό” της δημοσιογράφου Ιλειάνα Δημάδη στο περιοδικό Αθηνόραμα.
Μόδα και τηλεόραση το παίζουν εσχάτως πολύ «αναρχικές». Οικειοποιούνται τη λοξότητα και ανάγουν την ανατροπή σε lifestyle αρετή. Όταν η ρήξη γίνεται ο πασατέμπος της ποπ κουλτούρας, τι απομένει στην τέχνη του θεάτρου;
Στην Τέχνη απομένει το ότι δεν έχει καμία σχέση με μαφιόζους που ξεπλένουν χρήμα αγοράζοντας θέατρα από πολιτικούς του ΠΑΤΣΟΚ και μετά πληρώνουν το Αθηνόραμα για να τους διαφημίζει. Γιατί το ΜΜΕ στο οποίο εργάζεστε αποφεύγει να ενημερώσει τους αναγνώστες για τις πληρωμένες καταχωρήσεις που παρουσιάζονται πάντα έμμεσα ως άρθρα και όχι ως διαφημίσεις όπως είναι στην πραγματικότητα; Είναι ή δεν είναι αντιδεοντολογικό να μην ξέρει ο αναγνώστης ότι αυτό που διαβάζει έχει πληρωθεί και δεν είναι αποτέλεσμα αυθόρμητης δημοσιογραφικής έρευνας;
Της Τέχνης της απομένει ότι δεν έχει καμία επαφή με “επιχειρηματίες” που πληρώνουν τους ηθοποιούς με το περίστροφο επειδικτικά εμφανές στο κάθισμα του θηριώδους τζιπ. “Επιχειρηματίες” που μετά το Αθηνόραμα αναλαμβάνει να τους ξεπλύνει επικοινωνιακά, τουλάχιστον μια φορά τη σεζόν. Πότε δημοσίευσε το ΜΜΕ στο οποίο εργάζεστε μια δημοσιογραφική έρευνα για τους θεατρολόγους που εργάζονται σε αυτά τα θέατρα ως εθελοντές και αδήλωτοι εργαζόμενοι; Πότε ενημέρωσε το Αθηνόραμα τους θεατρόφιλους για τα θέατρα που εκμεταλλεύονται τόσους και τόσους νέους ανθρώπους; Όχι γενικά και αόριστα, συγκεκριμένα. Θα χάσετε πελάτες αν κάνετε κάτι τέτοιο; Τελικά ποιοί είναι οι πελάτες σας, οι αναγνώστες σας που αγοράζουν το περιοδικό από τα περίπτερα της Αθήνας ή οι επιχειρηματίες;
Της Τέχνης της απομένει ότι δεν εξαρτάται από βιτρίνες off shore κυκλωμάτων όπως το Ίδρυμα Ωνάση, το οποίο φροντίζει να πληρώνει όλα τα ΜΜΕ ώστε να πλασάρεται ως ο σωτήρας του ελληνικού θεάτρου. Δε μάθατε ποτέ τίποτα από αυτά που μαθαίνουμε εμείς οι εργαζόμενοι; Αδύνατο να σας περάσει από το μυαλό κάτι για ένα τέτοιο πελάτη;
Καίγεστε για την εικόνα. Στην Αθήνα που περπατάτε έχετε δει πώς σκίζουν τις αφίσες των θεατρικών ομάδων τα συνεργεία της Στέγης; Ο άγραφος κανόνας του δρόμου “δεν πατάμε τις αφίσες των άλλων” δεν έχει φτάσει στα κακομαθημένα αυτιά τους. Κι αυτό από εμάς το μαθαίνετε;
Η δημοσιογραφία σας περιορίζεται στο να αναρωτιέστε τι θα απογίνει η τέχνη στα χέρια των καλύτερων πελατών των ΜΜΕ; Μην έχετε αυταπάτες, η Τέχνη θα συνεχίσει και θα συνεχίζει με το κεφάλι ψηλά ανεξάρτητα με το τι κάνουν οι χοντρέμποροι της νύχτας και των Νήσων Κάιμαν.
Με τα διαολεμένα αντανακλαστικά της, η ποπ κουλτούρα καταφέρνει πάντα να πιάνει ακαριαία και ακολούθως να αναμεταδίδει τον παλμό της εποχής. Ξεφυλλίζοντας περιοδικά μόδας, θα διαπιστώστε πόσο δημοφιλής έχει γίνει τελευταίως η lifestyle εκδοχή του όρου «αναρχία». Δείτε, ας πούμε, τη φωτογράφηση μόδας του οίκου Moschino για τη νέα του συλλογή. Τα μοντέλα φωτογραφίζονται να κάνουν την «επανάστασή» τους πετώντας μολότοφ και σπάζοντας τα τζάμια πανάκριβων αυτοκινήτων, ενώ φορούν βεβαίως δερμάτινα τζάκετ αξίας 1.295 ευρώ. Tres chic!
Αν το life & style που τόσο παίρνετε σα σημείο αναφοράς είχε διαολεμένα αντανακλαστικά δε θα στήριζε τον Κασιδιάρη και τη συμμορία του επικοινωνιακά, αλλά μάλλον όταν πριν μπει η Χρυσή Αυγή τση βουλή και γίνονταν καθημερινά δημοσιεύματα-πλασαρίσματα των στελεχών αυτής της συμμορίας εσείς και οι συνάδερφοι σας ξεφυλλίζατε περιοδικά μόδας προσπερνώντας τα επίμαχα δημοσιεύματα στο σαλόνι. Και καλά, το κόλπο με την προώθηση της Χρυσής Αυγής δεν το μάθατε ποτέ, το ότι στο Εθνικό Θέατρο ήταν για χρόνια και χρόνια φύλακες άτομα της Χρυσής Αυγής και οι εργαζόμενοι διαμαρτύρονταν μάταια στις διευθύνσεις, ούτε αυτό το πήρε το αυτί σας; Μήπως τελικά εσείς οι δημοσιογράφοι μαθαίνετε ότι θέλετε να μάθετε; Γι’αυτό νομίζετε ότι παλμός της εποχής είναι δύο φωτομοντέλα που κρατάνε μπουκάλια;
Το unglamorous, το ανορθόδοξο, το «άσχημο» έχουν αναγορευτεί πανηγυρικά σε νέα διεθνή τάση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η φίρμα Vetements του Γεωργιανού σχεδιαστή Ντέμνα Γκβασάλια, που προασπίζεται τη στιλιστική αναρχία, αιφνιδιάζοντας έτσι τους «ηγεμονικούς» οίκους μόδας. Αντίστοιχα φαινόμενα λαμβάνουν χώρα στην τηλεόραση, με τη μικρή οθόνη να ενδίδει όσο ποτέ στον… αναρχικό υπαρξισμό και στην κουλτούρα της αμφισβήτησης του κατεστημένου. Πιο χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα η σειρά «Mr Robot», ένα cyber thriller με ήρωα έναν αντικοινωνικό και αντισυστημικό χάκερ που αναλαμβάνει να καταστρέψει το σύστημα εκ των έσω. Πού «κολλάνε» όλα αυτά με το θέατρο; Στερεότυπο ή όχι, ο καλλιτέχνης (και όχι οι οίκοι μόδας ή οι τηλεοπτικές σειρές του USA Network ) είθισται να έχουν μια λοξή ματιά στα πράγματα και να επιδιώκουν να αφυπνίσουν τον θεατή, να τον βγάλουν από την υποδούλωσή του στην αγέλη και την υποταγή στους ηγεμονικούς λόγους του καπιταλισμού, του κεφαλαίου και της νεοφιλελεύθερης ρητορικής. Τίθεται, λοιπόν, το εξής ζήτημα τόσο για το θέατρο όσο και για κάθε άλλη μορφή επιδραστικής τέχνης: τι απομένει στον καλλιτέχνη για να οδηγήσει τον θεατή προς τη χειραφέτηση όταν η βιομηχανία της μόδας και της τηλεόρασης υφαρπάζει και οικειοποιείται τα εργαλεία του; Τι μπορεί να κάνει μπροστά στη μαζική αναγόρευση του «ανατρεπτικού» σε άκρως ενδιαφέρον, του ρηξικέλευθου σε μοδάτο και της αυτοδιάλυσης σε lifestyle αίτημα;
Μπορεί να μην πληρώνει για καταχωρίσεις και στημένες κριτικές, νομίζοντας ότι έτσι θα προχωρήσει στη δουλειά του. Μπορεί επίσης να γνωρίζει ότι άτομα που δηλώνουν πολύ ενθουσιώδεις αριστεροί, όπως διευθυντές φεστιβάλ, έχουν εκμεταλλευτεί εργαζόμενους χειρότερα και από δηλωμένους δεξιούς. Τόσο πολιτικοποιημένοι είναι οι πελάτες σας. Ξανά: πότε δημοσίευσε το ΜΜΕ στο οποίο εργάζεστε, λίστα με τα θέατρα της Αθήνας που εκμεταλλεύονται θεατρολόγους ως ταμίες και ηθοποιούς ως σκλάβους για κάθε δουλειά, με τα ρολλά της εισόδου κατεβασμένα μέχρι κάτω μήπως και έρθει κατά λάθος το ΙΚΑ για έλεγχο; Πότε κάνατε ρεπορτάζ για κτίρια στο κέντρο της Αθήνας που άλλαξαν χέρια μέσα σε μια νύχτα, με το συμβόλαιο να γράφει τιμή πώλησης όσο κοστίζει στο λιανικό εμπόριο μια απλή πόρτα πυρασφάλειας; Δεν τα ξέρετε εσείς που είστε δημοσιογράφος, τα ξέρουμε εμείς που εργαζόμαστε σε αυτές τις γαλέρες. Δεν είναι διεθνής τάση, είναι η καθημερινότητα. Η μόνη περίπτωση στην οποία οι δημοσιογράφοι ήσασταν συντονισμένοι και λαλίστατοι ήταν όταν ο ανεκδιήγητος αστυνόμος Καμίνης σφάγισε θέατρα με αφορμή το νόμο της πυρασφάλειας. Και ήσασταν συντονισμένοι όχι γιατί σας ένοιαζε η ασφάλεια θεατών και εργαζομένων, αλλά γιατί κινδύνευαν τα υπερκέρδη των πελατών σας. Αν σας ένοιαζε η πυρασφάλεια θα την είχατε κάνει πρώτο θέμα στο πρώτο τεύχος. Όταν θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές κάπου στην Αθήνα κάποιοι εργαζόμενοι θα κάνουν πρόβα για θεατρική παράσταση με τις πόρτες κλειδωμένες για να μη γίνει έλεγχος. Πέφτετε από τα σύννεφα…
Παρόμοιες διερωτήσεις είχε ήδη από τα ’90s ο Μάρεϊ Μπούκτσιν στο έργο του «Κοινωνικός ή lifestyle αναρχισμός», κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τον εναγκαλισμό του όρου «αναρχικός» από το σύστημα. Η θεσμική αποδοχή του αντισυστημικού από το σύστημα και του ριζοσπαστικού από τη μαζική κουλτούρα, όπως μας έχει διδάξει η ιστορία της σύγχρονης τέχνης, αποδυναμώνει, ομογενοποιεί και κανονικοποιεί την καλλιτεχνική αντιδραστικότητα. Όπως υπογραμμίζει και ο Κωνσταντίνος Βασιλείου στη μελέτη του «Προς την τεχνολογία της τέχνης» (εκδ. Πλέθρον ): «Η καθοριστική στιγμή για τη σύγχρονη τέχνη δεν ήταν τα readymade ουρητήρια του Μαρσέλ Ντυσάν, αλλά η θεσμική αποδοχή τους από τα νεοσύστατα μουσεία μοντέρνας τέχνης». Ίσως, λοιπόν, γι’ αυτό ο καλλιτέχνης να είναι σήμερα «πιο ελεύθερος από ποτέ αλλά και πιο εγκαταλειμμένος από ποτέ, παραδομένος σε όνειρα αντίδρασης και επανάστασης, σε αναχρονιστικές και προφητικές ουτοπίες, παγιδευμένος σε μια απραγματοποίητη επιθυμία να εγκαινιάσει μια νέα τάξη ή να αναστήσει μια παλαιά», για να θυμηθούμε όσα έλεγε ο Ρενάτο Ποτζιόλι ήδη από το 1968.
Οι κακοί αναρχικοί κρύβουν από τους θεατρόφιλους το πόσο πληρώνουν οι θεατρικές ομάδες για ενοίκια σάπιων χώρων που δεν έχουν ούτε πόμολα στις τουαλέτες; Οι κακοί αναρχικοί κρύβουν την πραγματικότητα των στημένων κριτικών στο internet; Οι κακοί αναρχικοί αναγκάζουν με το ζόρι διάφορους εν ενεργεία και συνταξιούχους δημοσιογράφους να παίζουν το ρόλο του καλού και κακού μπάτσου των εργοδοτών, να προσφέρουν υπηρεσίες σε όποιον έχει να πληρώσει τα περισσότερα και να σπεύδουν να φέρουν στον ίσιο δρόμο τους εργαζόμενους που τόλμησαν να έχουν διαφορετική άποψη για τα εργασιακά τους δικαιώματα από τον επιχειρηματία; Τους καλλιτέχνες θέλετε να βοηθήσετε, κρύβοντας όπως-όπως από τους αναγνώστες σας την πραγματικότητα;
Αναρχικοί και αναρχικές στις γαλέρες του ελληνικού θεάτρου
υ.γ. αν η (αντι)τρομοκρατική σας πει ότι πρέπει να πληρώσετε για προστασία γιατί τάχα σας στοχοποιεί το “ιντερμίδια” μην τους δώσετε για αντάλλαγμα προσκλήσεις της Στέγης, θα εκτιμήσουν περισσότερο ένα τραπέζι στο Σκαραβαίο στη Μαυρομιχάλη…(ξέρει ο συνάδερφος σας στη στήλη Νυχτερινή Ζωή – Εμπόριο Ανθρώπων)…