Προλ.Πρωτ Εισαγωγικό Σημείωμα.
Στις 6 Δεκέμβρη 2023 έφυγε από τη ζωή, ο 86χρονος Σικελός σύντροφος Αλφρέντο Μπονάνο που για -πάνω από μισό αιώνα- υπήρξε ένας από τους επιδραστικότερους στοχαστές – αγωνιστές του πολιτικού ρεύματος του εξεγερσιακού αναρχισμού. Ένας ελευθεριακός στοχαστής, ένας αδάμαστος αγωνιστής που παρά τις όποιες διαφωνίες και ενστάσεις μπορούν να διατυπωθούν -με το αντίστοιχο βάθος και την ίδια ευθύτητα και αμεσότητα της δικής του…- για τις ανατρεπτικές αναλύσεις και την επαναστατική δράση του, άφησε αναμφισβήτητα το στίγμα και ανεξίτηλα τα χνάρια του, σημαδεύοντας τους καιρούς που έζησε και στοχάστηκε, έγραψε και αγωνίστηκε.
Ο σύντροφος Αλφρέντο έφυγε, άφηνοντας -αν μη τι άλλο- παρακατήθηκη ένα ευρύτατο συγγραφικό έργο, με τα πιο πολυδιαβασμένα από το πλήθος των πολιτικών κειμένων του, όπως η “Θεωρία και Πρακτική της Εξέγερσης” (που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Επαναστατική Αυτοοργάνωση), να έχουν αποτελέσει σαφή ιδεολογικά – οργανωτικά σημεία αναφοράς για την αναρχία – αντιεξουσία της άμεσης δράσης στην Ιταλία, την Ελλάδα και όλο τον κόσμο, στα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα.
Ένας διεθνιστής με την κυριολεκτική έννοια του όρου ο Μπονάνο, αφού η έμπρακτη συμβολή του στην Υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης δεν θα περιοριστεί στην ιταλική επικράτεια. Ενδεικτική ως προς αυτό, η πρόσφατη μαρτυρία που αναρτήθηκε σε προφίλ (στο fb) συντρόφου – πρώην πολιτικού κρατούμενου (και συγκρατούμενου του Αλφρέντο στις ελληνικές φυλακές), στον οποίο και είχε εκμυστηρευτεί το γεγονός πως οι πρώτες πολιτικές – αγωνιστικές σχέσεις που ανέπτυξε με την Ελλάδα χρονολογούνται από την εποχή της αμερικανοκίνητης Χούντας, οπού και είχε ταξιδέψει παράνομα, για να συνδράμει έμπρακτα σε δυναμικές ενέργειες της αντιδικτατορικής Αντίστασης.
Για πάνω από μισό αιώνα, χρόνιος “συνήθης ύποπτος” του ιταλικού Κράτους, κατ’ επανάληψη διωκόμενος και κατηγορούμενος, φυλακισμένος και με περιοριστικούς όρους, σταθερά στο στόχαστρο της κατασταλτικής, κρατικής και διακρατικής “αντι”τρομοκρατίας και των καθεστωτικών ΜΜΕ της, που για ολόκληρες δεκαετίες, δεν έπαψαν να τον σκιαγραφούν και να τον στοχοποιούν ως τον κατεξοχήν “ιδεολογικό καθοδηγητή των μαύρων μπλοκ και ηγέτη της αναρχικής – εξεγερσιακής τρομοκρατίας”.
Μετά την ανακοίνωση του θανάτου του, αναρχικοί και αναρχικές στην Ιταλία, την Ευρώπη και όλον τον κόσμο, τον αποχαιρέτησαν με κείμενα, άρθρα και ανακοινώσεις τους [*]. Μεταξύ αυτών, το ακόλουθο κείμενο των συντρόφων Simone Le Marteau & Nada Lestrigon, το οποίο και αποτελεί μια πυκνή αναδρομή στο θεωρητικό έργο, τη “παράλογη” ζωή και την εξεγερσιακή – επαναστατική δράση αυτού του ξεχωριστού στοχαστή και αγωνιστή.
Μεταφράστηκε από τα ιταλικά από τον Λ.Β και δημοσιεύεται διαδικτυακά από την Προλεταριακή Πρωτοβουλία, ως μια μικρή και πολύτιμη συμβολή στη Μνήμη του.
Ciao Alfredo.
ΥΓ: Η σύμπτωση της ημερομηνίας του θανάτου του, με τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαπενταετίας από την κρατική δολοφονία του αναρχικού μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και το ξέσπασμα της κοινωνικής – ταξικής εξέγερσης στα Εξάρχεια, και έπειτα σ’ όλο το κέντρο της αθηναϊκής μητρόπολης και όλη τη χώρα, ανακάλεσε αυθόρμητα μνήμες από την ανοιχτή εκδήλωση μ’ εκείνη την ομιλία του στo κεντρικό αμφιθέατρο στην Πάντειο, καθώς και μια αντίστοιχη, “κλειστή”, στην κατάληψη Villa Amalias, στη μεταδεκεμβριανή – προμνημονιακή Αθήνα του 2009. Λίγους μήνες μετά από εκείνη την Εξέγερση που όπως πολλά από τα γραπτά του σύντροφου Αλφρέντο, “δεν ήταν απάντηση, αλλά ερώτηση”. Ερώτηση όρων και ορίων, αγώνων και αγωνιών. Ερώτηση ακόμα αναπάντητη, προς επίρρωση ενός “παράλογου” μέλλοντος που μένει ακόμα να πραγματωθεί…
E noi saremo sempre pronti a impadronirci un’ altra volta del cielo…
[*] Μεταξύ των κειμένων που δημοσιεύθηκαν στη Μνήμη του, στα ελληνικά στο athens.indymedia.org
– Νίκος Μαζιώτης, καταδικασμένος για τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα: ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΑΛΦΡΕΝΤΟ ΜΠΟΝΑΝΝΟ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ [9/12/2023]
– Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστ(ρι)ών): Για τον αναρχικό επαναστάτη Αλφρέντο Μπονάννο [12/12/2023]
Δύο κείμενα, όπου περιέχονται χρήσιμες ιστορικές, συντροφικές αναφορές για την αγωνιστική δράση του στην Ελλάδα, μέσα και έξω από τις φυλακές και τα δικαστήρια, τους δρόμους και τ’ αμφιθέατρα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι και την αποφυλάκιση του το Νοέμβρη του 2010, μετά τη σύλληψη την 1η Οκτώβρη 2009 για την απαλλοτρίωση τράπεζας στα Τρίκαλα.
Προλεταριακή Πρωτοβουλία
Αθήνα. Δεκέμβρης 2023
Μια παράλογη ζωή.
“Ο μόνος τρόπος για να γνωρίσεις το θάνατο είναι ν’ αγαπήσεις τη ζωή”
A. M. Bonanno
“Η χαρά δεν χρειάζεται αιτιολόγηση”
E. M. Cioran
Στις 6 Δεκέμβρη 2023 πέθανε στο σπίτι του στην Τεργέστη ο Αλφρέντο Μαρία Μπονάνο. Γεννημένος στην Κατάνια, στην Σικελία, κλάση του 1937. Ήταν ένας αναρχικός σύντροφος, φιλόσοφος και ληστής, θεωρητικός και αγκιτάτορας, εκδότης, συγγραφέας και ακούραστος μεταφραστής. Μεταξύ των μελετών του, εκτός από τους κλασσικούς του αναρχισμού, Χέγκελ, Νίτσε, Στίρνερ, αλλά και Μπωντλαίρ, Πωλ-Ανρί Τιρύ του Χόλμπαχ και Μακιαβέλι.
Με όλα τα όρια μας, θα προσπαθήσουμε μ’ αυτό το άρθρο να κάνουμε ένα πέρασμα [en passant], μια μερική απόπειρα να εξηγήσουμε τη μορφή του, την ιστορία του.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όπως όλος ο κόσμος, έτσι κι η Ιταλία σαρώνεται από μια ελευθεριακή ταραχή που θα ταρακουνήσει όλους τους κοινωνικούς αρμούς. Εν τω μεταξύ, το “μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα της δύσης” αρχίζει να μετατρέπεται στο “κόμμα του Κράτους μέσα στην εργατική τάξη” και ν’ αποπειράται -μέσω του συνδικάτου- την εκτόνωση των μορφών αυτόνομης οργάνωσης των εργατικών αγώνων. Ξεκινάει η στρατηγική του “ιστορικού συμβιβασμού’ με τη Χριστιανοδημοκρατία, με το μαφιόζικο και διεφθαρμένο κόμμα εξουσίας τριάντα χρόνων, επομένως η “πολιτική των θυσιών και της λιτότητας”, δηλαδή ο συστηματικός συγκεντρωτισμός υποταγής στην εργοδοσία. Όποιος δεν ευθυγραμμιζόταν μέσα στο θεσμικό παράδειγμα έχριζε περιθωριοποίησης, εγκληματοποίησης και καταστολής. Για να δώσουμε μερικά στοιχεία: οι διωκόμενοι και οι καταδικασμένοι για “ένοπλη συμμορία”, “ανατρεπτική οργάνωση” ή “γεγονότα σχετικά με απόπειρες ανατροπής της συνταγματικής τάξης” θα είναι περίπου τέσσερις χιλιάδες. Πάνω από είκοσι χιλιάδες άτομα θα καταγγελθούν. Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών, τα μέλη του “ανατρεπτικού κοινωνικού χώρου” ανέρχονταν σε πάνω από εκατό χιλιάδες.
Ο Αλφρέντο ξεκινάει τη στράτευση του ήδη από τα χρόνια του ’60 του 1900. Μέσα από τις γραμμές του σικελικού αναρχικού κινήματος και αφού πρώτα είχε εργαστεί σε διευθυντική θέση μιας βιομηχανίας και για μια δεκαριά χρόνια ως τραπεζικός υπάλληλος, συμμετέχει στους αγώνες εκείνων των χρόνων. Σ’ εκείνη τη ιστορική στιγμή, μέσα σε μια κοινωνική συνθήκη ισχυρών μισθολογικών διεκδικήσεων, εργατικών, κοινωνικών και δικαιωματικών αγώνων, θ’ αναπτυχθεί ένας εξαιρετικός προλεταριακός αναβρασμός, μια διάχυτη ανυποταγή, δίνοντας ζωή σε μια εξέγερση, της οποίας η διάσταση, το κοινωνικό βάθος, η χρονική και γεωγραφική έκταση, θα την καταστήσουν στο σημαδιακότερο επαναστατικό κύμα στη δυτική Ευρώπη, από το 1945 ως σήμερα.
H απάντηση της Εξουσίας δεν θ’ αργήσει να δοθεί. Αρχικά, με τις απόπειρες φασιστικού πραξικοπήματος που υποστήριχθηκαν από τις μυστικές υπηρεσίες και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις, όπως η Gladio. Έπειτα, με τη συστηματική χρήση της κρατικής τρομοκρατίας, με τη δολοφονία του αναρχικού Πινέλι που πετάχτηκε από το παράθυρο ενός αστυνομικού τμήματος, με τις βόμβες στην πλατεία Φοντάνα του Μιλάνου κι εκείνες στην Μπρέσια και τον σιδηροδρομικό σταθμό στην Μπολόνια. Στη κηδεία του Πινέλι θα συμμετάσχουν εκατοντάδες άνθρωποι, μεταξύ των οποίων προσωπικότητες μ’ ένα κάποιο διανοητικό κύρος, όπως οι Βιτόριο Σερένι, Φράνκο Φορτίνι, Μάρκο Φόρτι, Τζοβάνι Ραμπόνι, όπως και λέκτορες του πανεπιστημίου Cattolica του Μιλάνου, καθώς και πολλοί αναρχικοί, όπως και ο ίδιος ο Μπονάνο που το 1998 θα δημοσιεύσει ένα γραπτό με τίτλο “Εγώ ξέρω ποιος σκότωσε τον επιθεωρητή Λουίτζι Καλαμπρέζι” [1], αναφορικά με τη θανάτωση το 1972 του αστυνομικού επιθεωρητή, τον οποίο μεγάλο μέρος του αναρχικού και του ευρύτερου επαναστατικού κινήματος είχε καταδείξει ως αυτουργό της εκπαραθύρωσης του Πινέλι. Σ’ αυτό το γραπτό του, υποστηρίζει ότι στην κηδεία του Πινέλι βγήκε στην επιφάνεια μια ιδέα περί της δικαιοσύνης που πριν δεν υπήρχε, μια κοινή επιθυμία για εκδίκηση. Επιπλέον, η έλλειψη ανάληψης ευθύνης και η απουσία υπογραφής για αυτήν την ενέργεια, κατέστησε σε όλους κατανοητή και εντελώς ξεκάθαρη, αυτήν την ανώνυμη δράση εκδίκησης.
Εκείνη την εποχή, η Ιταλία ζει από τη μια πλευρά ένα λεγόμενο “οικονομικό μπουμ” για μερικούς τομείς των μεσοστρωμάτων και της αστικής τάξης, από την άλλη, οικονομικές “κρίσεις” και ισχυρές κοινωνικές δονήσεις. Μέσα σ’ αυτό το ιστορικό θραύσμα, ο Αλφρέντο θα φτιάξει τις εκδόσεις “Anarchismo” [“Αναρχισμός”] και θα συμμετάσχει στη ζύμωση, γράφοντας σε εφημερίδες όπως η “Sinistra Libertaria” [“Ελευθεριακή Αριστερά”] και δημιουργώντας το περιοδικό “Anarchismo” (1975-1994).
Κατά τη διάρκεια όλης της δεκαετίας του Εβδομήντα του προηγούμενου αιώνα, η συζήτηση στο εσωτερικό των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς δεν επικεντρωνόταν στην χρήση ή μη της επαναστατικής βίας, αλλά στους τρόπους και τους χρόνους της υλοποίησής της. Από τις άγριες απεργίες και τις συνελεύσεις στα εργοστάσια και τις συνοικίες, από τις μαζικές διαδηλώσεις στην αυτομείωση των λογαριασμών, από τις προλεταριακές απαλλοτριώσεις στις εφόδους ενάντια σε στρατόπεδα, εκτυλίχθηκε ένα πολυσύνθετο πανόραμα, αποτελούμενο από φοιτητές κι εργάτες, άνεργους και “περιθωριοποιήμενους”. Ανάμεσα τους ένα ετερογενές κίνημα, αποτελούμενο από αιρετικούς κομμουνιστές και μητροπολιτικούς ινδιάνους, κοινοτιστές [comonitisti] και συμβουλιακούς, καταστασιακούς και αυτόνομους. Εκτός από τις “Κόκκινες Ταξιαρχίες” [“Βrigate Rosse”] που προωθούσαν την κατάκτηση της εξουσίας και την “επίθεση στην καρδιά του Κράτους”, υπήρχε ένα αρχιπέλαγος από υπογραφές (περισσότερες από εξακόσιες αυτές που χρησιμοποιήθηκαν) που πραγμάτωναν μορφές του μητροπολιτικού αντάρτικου. Αν ο ρόλος των αναρχικών μέσα σ’ αυτήν την ιστορική φάση, εκτός από κάποιες σπάνιες εξαιρέσεις, αποδεικνυόταν εντελώς περιορισμένος, μέσα από ένα πεπαλαιωμένο αναρχικό κίνημα σύνθεσης, άρχισε ολοένα και περισσότερο να βγαίνει στο προσκήνιο ένας αναρχισμός της άμεσης δράσης, δηλαδή η εμπειρία των ομάδων συνάφειας [gruppi d’affinità] και των αυτόνομων πυρήνων. Παρόμοιες εμπειρίες εμφανίζονταν και στην Ισπανία, την Αγγλία και τη Γαλλία. Έξω και ενάντια στη γραφειοκρατία κάθε απόχρωσης, εξεγερμένοι νεολαίοι προσπαθούσαν να συνδυάσουν την κριτική της καθημερινής ζωής με την ανατροπή των επιβεβλημένων κοινωνικών ρόλων.
Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό προλεταριακής αυτονομίας, με “βόμβες, αίμα και κεφάλαιο”, για να χρησιμοποιήσουμε μια φράση από ένα κείμενο εκείνων των χρόνων, ο αναρχισμός του Μπονάνο θα μπει σε πολεμική τόσο με τις νεο-λενινιστικές, σταλινικές και εξουσιαστικές Οργανώσεις, όσο και με την παραδοσιακή και απολιθωμένη πλέον [ιταλική] αναρχική Ομοσπονδία (FAI). Με το ίδιο τρόπο, από την ίδια πένα θα σκιαγραφηθεί μια κριτική στην εξειδίκευση και τις ιδεολογίες της πρωτοπορίας και του μιλιταρισμού. Ανάμεσα στις “διενέξεις” εκείνης της περιόδου, σημαδιακή είναι εκείνη μεταξύ της εφημερίδας “Εξέγερση [“Insurrezione”], του περιοδικού “Anarchismo” και της ένοπλης ομάδας “Επαναστατική Δράση” [“Azione Rivoluzionaria”] [2]. Πράγματι, αυτή η τελευταία ήταν μια εμπειρία ελευθεριακής ένοπλης πάλης, στην οποία χρεωνόταν μια σειρά αντιφάσεων, μια εκ των οποίων εκείνη […] “για την λειτουργία της ένοπλης οργάνωσης που συμπυκνώνεται στην αντίληψη της ως λειτουργία – “οδηγός”, ως “πρωταρχική” λειτουργία, συγκριτικά με τη μαζική δουλειά και την πραγματικότητα της παραγωγής και της εκμετάλλευσης, όταν θα ήταν πολύ πιο ακριβές να μιλάμε για την αναγκαιότητα της ειδικής ένοπλης οργάνωσης και την ταυτόχρονη σημασία της επέκτασης της μαζικής δουλειάς, χωρίς το ένα πράγμα να υποβάλλεται στο άλλο ή αντίστροφα”. (Από “Συμβολές στην ελευθεριακή ένοπλη κριτική”. Εκδόσεις Anarchismo)
Το 1977, η ριζοσπαστικοποίηση και η γενίκευση της ταξικής σύγκρουσης οξύνεται περαιτέρω και ο Αλφρέντο στέλνει προς έκδοση την “Ένοπλη χαρά”, κείμενο γραμμένο γιατί “[…] φάνταζε πλέον αναγκαίο ν’ αποφευχθεί ο μεγάλος αριθμός δράσεων που πραγματοποιούνταν καθημερινά στα εδάφη από τους συντρόφους, επιθετικές δράσεις ενάντια σε άτομα και δομές της κυριαρχίας και του κεφαλαίου, να διοχετεύεται μέσα από τη διευθυντική λογική ενός ένοπλου κόμματος, όπως οι Brigate Rosse στην Ιταλία, για ν’ αναφέρω μονάχα ένα παράδειγμα.
Το πνεύμα του βιβλίου βρίσκεται όλο εδώ. Δείχνει το πως μέσα από μια καθημερινή πρακτική απελευθέρωσης και καταστροφής, μπορεί να βγεί προς τα έξω μια χαρούμενη λογική αγώνα και όχι μια θανατηφόρα και σχηματική μέθοδος σκλήρυνσης μέσα από τους κανόνες που προκαθορίζονται από μια διευθυντική ομάδα”. Υπενθυμίζουμε ότι γι’ αυτό το βιβλίο [… ] “διατάχθηκε στην Ιταλία η καταστροφή του. Μια ετυμηγορία του ιταλικού ανώτατου δικαστηρίου το έριξε στην πυρά […] Για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου καταδικάστηκα σε ενάμιση χρόνο κάθειρξης”.
Όμως το 1978 θα ξεσπάσει ένα πραγματικό σκάνδαλο στον κόσμο της διανόησης: κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Anarchismo “Η πολιτική διαθήκη μου”, με υπογραφή του Ζαν Πωλ Σατρ, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα κείμενο 40 σελίδων του Ζοζέφ Ντεζάκ, αναρχικού που είχε πεθάνει στο Παρίσι το 1864. Μια εκτροπή [detournement] που θα κοστίσει στον Μπονάνο μια καταγγελία από πλευράς του παρισινού φιλόσοφου.
Με την άνοδο της τηλεματικής στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αρχίζει μια σημαντική φάση αναδιάρθρωσης του Κράτους και του Κεφαλαίου, εν μέσω περιόδου πλήρους “έκτακτης ανάγκης”, η αντεπανάσταση θα παρατάξει όλες τις δυνάμεις της σε μια στιγμή έντονης οπισθοχώρησης του επαναστατικού και ανταγωνιστικού κινήματος. Η θεσμοθέτηση των ειδικών φυλακών και οι νόμοι περί διαχωρισμού και μετάνοιας, ανοίγουν μια συζήτηση γύρω από την πολιτική φυλάκιση στην Ιταλία. Ο Αλφρέντο δημοσιεύει το 1984 το “Κι εμείς θα είμαστε πάντα έτοιμοι να κατακτήσουμε στον ουρανό” , ενάντια στην αμνηστία και τη “συνθηκολόγηση” που ανέμιζαν μερικοί στρατευμένοι κομμουνιστές. Αρχίζει πλέον να διακρίνεται το τέλος της εργατικής κεντρικότητας και του Κόμματος και να προκύπτει μια επανεκκίνηση της πρακτικής των διάχυτων σαμποτάζ, της ανώνυμης και εδαφικά διασκορπισμένης επίθεσης, της ένοπλης υπόθεσης.
Από το Λονδίνο, ο Αλφρέντο γράφει την “Παράλογη επανάσταση”, όπου τονίζεται η πόλωση της πραγματικότητας, η σημασία της παρέμβασης στους ενδιάμεσους αγώνες, της άτυπης οργάνωσης και του εξεγερσιακού σχεδίου. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, πάντοτε στην Αγγλία, θα είναι παρών στην εξέγερση του Μπρίξτον. Αποκτάει όλο και περισσότερη υπόσταση η αναποτελεσματικότητα μιας κάποιας οπτικής της αναρχικής εξέγερσης, ίδιας μ’ εκείνη του δέκατου ένατου αιώνα, με το φαντασιακό των κόκκινων και μαύρων σημαιών πάνω στα οδοφράγματα: παρατηρούνται οι παράλογες ταραχές που χαρακτηρίζουν τις κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες. Εν τω μεταξύ, θέτονται σε πειραματισμό οι “αυτόνομοι πυρήνες βάσης” στο εσωτερικό των διεκδικητικών και ιδιαίτερων αγώνων, γίνεται λόγος για “γέφυρες” μεταξύ του ιδιαίτερου κινήματος (οι σύντροφοι) και του υπαρκτού κινήματος (η πραγματικότητα των αγωνιζόμενων αποκλεισμένων). Επομένως, η συμμετοχή στους αγώνες των σιδηροδρομικών εργατών του παραρτήματος του Τορίνου. Τίθεται σε κίνηση το Συντονιστικό των αυτοδιαχειριζόμενων Λεγκών [Coordinamento delle Leghe autogestite] ενάντια στην πυραυλική βάση του Κoμίζο [στη Σικελία] το 1987, παίρνουν μέρος στους αγώνες ενάντια στα πυρηνικά και τις αντιμιλιταριστικές διαδηλώσεις, έχοντας συγκεκριμένους στόχους επίθεσης.
Γεννιέται το περιοδικό “Προβοκάτσια” [“Provocazione”] (1987-1991) και ο Μπονάνο συλλαμβάνεται μαζί μ’ έναν σύντροφο για μια ληστεία σε κοσμηματοπωλείο του Μπέργκαμο το 1989. Σε σχέση με τις διάχυτες και αποκεντρωμένες δράσεις στην Ιταλία, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι από τα τέλη του 1977 μέχρι το 1989, γκρεμίστηκαν 1200 ηλεκτρικοί πυλώνες υψηλής τάσης.
Πρόκειται επίσης για τα χρόνια που ο Σικελός αναρχικός περιγράφει τη συνθήκη των “νέων σε μια μεταβιομηχανική κοινωνία” και το διαχωρισμό μεταξύ των εντός και των εκτός:
[…] Πριν από καιρό, πρότεινα ένα διαχωρισμό που βασιζόταν σε αυτές τις δυο κατηγορίες. Από τη μια οι εντός, κλεισμένοι στον τευτονικό τους πύργο, κάτοχοι της νέας τεχνολογίας και μόνο γι’ αυτό, κυρίαρχοι. Απ’ την άλλη, οι εκτός, προορισμένοι σε μια παθητική χρήση της τεχνολογίας, αποστερημένοι από κάτι που δεν θα είναι ποτέ το “εργασιακό” τους όπλο, και γι’ αυτό κυριαρχούμενοι.
Εξήγησα, σ’ εμένα μου φαίνεται με τρόπο επαρκή, ότι αυτός ο διαχωρισμός προσαρμόζεται αρκετά (παρότι παραμένει ως μοντέλο σκέψης) στην μεταβιομηχανική κοινωνία. Η τεχνολογία είναι ο πλούτος, πέρα από το απλό “οικονομικό κεφάλαιο”, το οποίο θα μειώνεται ολοένα και περισσότερο. Αυτή η τεχνολογία δεν μπορεί ν’ ανήκει σε όλους. Οι περισσότεροι θα είναι ικανοί να την χειρίζονται παθητικά και δεν θα καταλαβαίνουνε ποτέ τίποτα περισσότερο από το πάτημα ενός κουμπιού. Οι λιγότεροι (οι εντός) θα κατευθύνουν τις έρευνες και θα διαχειρίζονται την εξουσία μέσω της αποκλειστικής κατοχής της τεχνολογικής γνώσης […] Από “Οι νέοι σε μια μεταβιομηχανική κοινωνία”. Περιοδικό “Anarchismo”, 61ο τεύχος. 1988 [3]
Φτάνουν τα χρόνια του ’90 και συνεχίζεται η αποκέντρωση των παραγωγικών δομών, η ελαστικοποίηση και η επισφαλειοποίηση. Ο αναρχισμός θεωρείται όλο και περισσότερο ως μια ατομική ηθική ένταση που πρέπει να λογαριαστεί με μια μεταβαλόμενη πραγματικότητα και μια κρατική Κυριαρχία, διάχυτη και εδαφικά αποκεντρωμένη. Ο Αλφρέντο δοκιμάζει να εξηγήσει αυτήν την μεταβολή της “νέας” δημοκρατίας, το πέρασμα από την πρώτη στη δεύτερη Repubblica, μέσα από το “Η αναρχική ένταση”, ένα έντυπο βγαλμένο από μια ομιλία σ’ ένα λύκειο του Κούνεο το 1995. Εκδηλώσεις οργανώνονται και σε ελληνικά πανεπιστήμια, όπου μιλάει για “Κυριαρχία και Εξέγερση” [4]. Είναι τα χρόνια του εβδομαδιαίου εντύπου “Μαυρόσκυλο” [“Canenero”], μια εφημερίδα που συντασσόταν από τον Αλφρέντο και άλλες ατομικότητες στη Φλωρεντία, αλλά και τα χρόνια της λεγόμενης “Δίωξης Μαρίνι” το 1996, από το όνομα του δικαστή που ερευνά για μια “ένοπλη ομάδα”, βαφτισμένη ως ORAI [Οργάνωση Επαναστατική Αναρχική Εξεγερσιακή – Οrganizzazione Rivoluzionaria Anarchica Insurezionalista], επινοημένη από τους διωκτικούς μηχανισμούς, της οποίας υποτίθεται ότι ηγείται ο Μπονάνο.
68 θα είναι οι αναρχικοί που θα κατηγορηθούν για ληστείες, απαγωγές, δολοφονίες, οπλοκατοχές, καθώς και για διάφορες επιθέσεις σε υποδομές της εξουσίας. Ο Αλφρέντο θα κάνει μια αυτο-υπεράσπιση στη δίκη στη Ρώμη, οι αναρχικοί θα μιλήσουν για “σκευωρία” και θα πραγματώσουν μια καμπάνια για την απελευθέρωση των διωκόμενων. Το “Canenero” θα γράψει: “η εξέγερση έχει επιθυμίες και αιτίες που καμία στρατιωτική λογική δεν θα μπορέσει ποτέ ν’ αντιληφθεί” (CaneNero, αναρχικό εβδομαδιαίο έντυπο. 20/12/1996. Τεύχος 43). Σε κάθε περίπτωση, μέσω βαριών καταδικών και πολλών αθωώσεων, το θεώρημα (η ύπαρξη μια “ένοπλης συμμορίας’ με αρχηγούς και ακόλουθους, γιάφκες κλπ…) δεν θα περάσει, παρά την καταδίκη μερικών συντρόφων και συντροφισσών για “ένοπλη συμμορία” (η λεγόμενη ρωμαϊκή ομάδα). Αυτή η δίκη και τ’ αποτελέσματα της, θ’ αποτελέσουν το πρελούδιο μιας μακράς σειράς από απόπειρες, από την πλευρά της δικαστικής εξουσίας, για χρήση των αδικημάτων περί οργάνωσης, ώστε να χτυπηθεί το αναρχικό κίνημα [5].
Σε μια συνάντηση στο Βελέτρι, το Δεκέμβρη του 2000, παίρνει μορφή η ιδέα “να σκεφτούμε μια σειρά σταθερών επαφών μεταξύ των συντρόφων, από το χώρο της λεκάνης της Μεσογείου […]”, απ’ όπου θα προκύψει η απόπειρα να στηθεί “μια άτυπη οργάνωση που να συμπεριλαμβάνει συντρόφους και αντιεξουσιαστικές ομάδες”: η ΙΑΙ [Εξεγερσιακή Αντιεξουσιαστική Διεθνής – Internazionale Antiautoritaria Insurrezionalista]. Αν και αυτή καθαυτή η διαδικασία δεν θα προχωρήσει, εν τούτοις σηματοδοτεί σε κάθε περίπτωση ένα σημαντικό σταθμό στην ιστορία του αναρχισμού της άμεσης δράσης, ο οποίος νιώθει κομμάτι ενός πλαισίου, μια έντασης και ενός κύκλου διεθνών αγώνων.
Η εικοσαετία που ακολούθησε κατά τη διάρκεια του νέου αιώνα, θα βρεί τον Αλφρέντο ακόμα ενεργό και προπαγανδιστή, πάντα σε ετομότητα, να δημοσιεύει τα κείμενα του, διαρκώς να γυρίζει την Ιταλία και το εξωτερικό. Τυπώνεται η “πραγματεία της αχρηστίας” [“Il trattato dell’inutilità“], για τη συγγραφή της οποίας διέθεσε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του. Το περιοδικό “Senza Titolo” [“Άτιτλο”] είναι του 2009 ενώ το Negazine του 2017.
Συλληφθέντας το 2009 στα Τρίκαλα, μαζί μ’ έναν Έλληνα σύντροφο, για μια ληστεία τράπεζας, θα λάβει μια μεγάλη διεθνή αλληλεγγύη [6].
Εκκινώντας από μια “θεωρία του ατόμου”, ο Μπονάνο αποπειράθηκε να υπερβεί, μέσα από το νιτσεϊκό όρο τους “ξεπεράσματος”, το “ψευδές πρόβλημα του ατομικισμού και του κομμουνισμού”. Σύμφωνα με δική του παραδοχή, δεν υπήρξε ποτέ μηδενιστής αλλά αντίθετα αναρχικός κομμουνιστής, σε πλήρη συνέχεια της παράδοσης των Μπακούνιν, Κροπότκιν και Μαλατέστα [7]. Ξεπερνώντας κάθε εξειδικευμένο και ακαδημαϊκό διανοουμενισμό, παρά τη γραφή του που δεν ήταν πάντοτε απλή και ενώπιον μιας θεωρητικής σκέψης, βαθιάς, πυκνής και διαρθρωμένης, πολλές από τις νηφάλιες κριτικές και τις οξείες θεωρήσεις του, έδωσαν μια τεράστια συνεισφορά στο αναρχικό κίνημα σε διεθνές επίπεδο.
Δεν είναι τυχαίο ότι τις αναλύσεις που ανέπτυξε μέσα στα χρόνια, σχετικά με τις “νέες μεταβολές του καπιταλισμού”, τις “μεταμορφώσεις του κόσμου της εργασίας και του σχολείου”, την “απώλεια της γλώσσας”, την “εξαθλίωση της κουλτούρας”, την “καταστολή και τον κοινωνικό έλεγχο”, τις βλέπουμε να συμπυκνώνονται μέσα στα τρέχοντα κοινωνικά δρώμενα.
Θεωρούμε ότι μια παρένθεση οφείλει να γίνει για τη διεθνιστική διάσταση του είναι του. Σχετικά με την τρέχουσα διεθνή συνθήκη του ιμπεριαλιστικού πολέμου που ζούμε σήμερα, ή γενικότερα μ’ αυτήν τη φάση των εθνικισμών (που σήμερα έχουν βερνικωθεί με την κυριαρχική [sovranista] μπογιά), των θρησκευτικών ολοκληρωτισμών και του κρατικού ρατσισμού, παραθέτουμε ακριβώς μια θέση που δημοσιεύθηκε στο “Provocazione”, τεύχος 19 του 1989, σχετικά με το “παλαιστινιακό ζήτημα”:
“[…] Χρειάζεται επομένως να είμαστε ενάντια τόσο στο ισραηλινό Κράτος όσο και στο παλαιστινιακό Κράτος, στο βαθμό που ο αγώνας ενάντια στο πρώτο -που υπάρχει και είναι επιχειρησιακό- τίθεται με πρακτικούς όρους, ενώ εκείνος ενάντια στο δεύτερο -που βρίσκεται μονάχα στα σπάργανα [1989]- τίθεται με πολιτικούς όρους.
Χρειάζεται να υποστηρίξουμε τη συγκρότηση μιας ομοσπονδίας κοινοτήτων εργαζομένων, παλαιστίνιων και ισραηλινών, ελεύθερων να ομοσπονδιοποιηθούν σύμφωνα με τη θέληση τους, να θέτουν τα δικά τους προγράμματα, να κάνουν τις δικές τους οργανωτικές και παραγωγικές επιλογές, έξω από τις ωμές παρεμβάσεις των μεγάλων Κρατών και ιδιαίτερα εκείνου των ΗΠΑ.
Είναι αναγκαία μια συνεργασία πρακτική και ιδεατή, παραγωγική και πολιτισμική, μεταξύ του παλαιστινιακού και του ισραηλινού λαού, ώστε να δοθεί τέλος σε μια εθνική και φυλετική σύγκρουση που δεν υπάρχει λόγος να υφίσταται, αφού σ’ αυτά τα εδάφη υπάρχει χώρος και για τους δύο λαούς, διατηρώντας και ξεπερνώντας τις φυλετικές, πολιτισμικές, θρησκευτικές διαφορές και παραδόσεις τους.
Χρειάζεται να σταθούμε στο πλευρό του παλαιστινιακού λαού, αλλά και στο πλευρό του ισραηλινού λαού, ιδιαίτερα στα πιο απόκληρα και εξαθλιωμένα στρώματα των δύο λαών, τα οποία μια διεθνής πολιτική μεγάλων συμφερόντων και εκμετάλλευσης ωθεί στην αλληλοσφαγή […]”
Σχετικά μ’ αυτό, ο Αλφρέντο είχε πολύ μέσα στην καρδιά του την υπόθεση της παλαιστινιακής απελευθέρωσης και έχοντας λάβει μέρος άμεσα επί του πεδίου, είχε υποστεί ένα βασανιστήριο από τη Mossad.
Και πράγματι μ’ αυτήν την έννοια, είχε πολύ κουράγιο (με την ετυμολογική έννοια του όρου: cor, agis = δράση με καρδιά) ο Αλφρέντο, βάζοντας στο παιχνίδι ολόκληρη τη ζωή του, καταναλώνοντας την με πάθος -αργά αλλά ασταμάτητα, ακριβώς όπως καίει το καντήλι του Στίρνερ-, ενάντια στην αδικία και την ταπεινωμένη αξιοπρέπεια, ενάντια στην ιδεολογική εξαπάτηση και το σύνολο της επιστημονικής οργάνωσης αυτής της θανατηφόρας τάξης.
Η παράλογη ζωή του Αλφρέντο βρίσκεται ολόκληρη εδώ: στη δημιουργία μιας ρωγμής μέσα στη ορθή λογική και τον αστόκοσμο, στην ανατροπή της ημερήσιας διάταξης της συζήτησης: “Ολόκληρη η μηχανή της πολιτισμικής παράδοσης της Δύσης είναι μια μηχανή θανάτου, μια άρνηση της πραγματικότητας, ένα βασίλειο του ψεύτικου που έχει συσσωρεύσει κάθε είδος φρικαλεότητων και αδικιών, εκμεταλλεύσεων και γενοκτονιών. Αν η άρνηση αυτής της λογικής της παραγωγής είναι καταδικασμένη ως τρέλα, χρειάζεται να εξηγήσουμε τη διαφορά μεταξύ τρέλας και τρέλας”.
Μπροστά μας έχουμε τη ψυχρή και τερατώδη πραγματικότητα αλλά και την ξεροκέφαλη και επαναστατική, αλλά απολύτως καθόλου ντετερμινιστική, πεποίθηση πως ” […] είμαστε σίγουροι ότι κάθε στιγμή της ζωής μας, ακόμα και η πιο μικρή ανάσα ελπίδας, το ξαφνικό κοκκίνισμα από μια ευχάριστη αίσθηση για την οποία δεν νιώθαμε ικανοί, είμαστε σίγουροι ότι όλο αυτό δεν μπορεί να πάει χαμένο και πως ο κόσμος του μέλλοντος θα χτιστεί ακριβώς μ’ αυτά τα υλικά, τα μη συσσωρευμένα και ποσοτικοποιημένα, που παράγουν ανοίγματα που ούτε καν έχουμε διανοηθεί”. “Χωρίς ένα λόγο” [“Senza una ragione”].
Πράγματι σήμερα, τα ηθικά και μεθοδολογικά ζητήματα του παρελθόντος παραμένουν ακόμα ανοιχτά: ενώπιον του πολέμου και της “4ης βιομηχανικής επανάστασης”, μπροστά στη βαρβαρότητα και τη βίαιη “Μετάβαση” που βρίσκεται σ’ εξέλιξη, μεταξύ των drones της τεχνητής νοημοσύνης, της αλγοριθμικής εκμετάλλευσης και της ψηφιακής κυριαρχίας, πως μπορούμε να μπλοκάρουμε την κατασκευή αυτού του ατομικοποιημένου και εκτός πραγματικότητας τέχνο-aνθρώπου [tecno-uomo] του 21ου αιώνα;
“Ένα κλίμα ισοπέδωσης και τυποποίησης, ελεεινής αποδοχής και μιας αγωνίας που περνιέται για ανάσα και χτυποκάρδι. Εμείς αρνούμαστε τη ζωτική προέλευση αυτού του ουσιαστικού θανάτου και είναι γι’ αυτό που θέλουμε να πάμε παραπέρα, γι’ αυτό και θέλουμε να επιβεβαιώσουμε τη χαρά ως οπτική της ζωής και όχι ως μια μίζερη αμυντική οχύρωση”, γράφει το περιοδικό Negazine του 2017.
Ολοκληρώνοντας, χωρίς να θέλουμε ν’ αναπαράγουμε αυτολεξεί κάποια μοντέλα, χωρίς καμία διάθεση μυθοποίησης, θέλουμε να πούμε ότι ο Αλφρέντο έζησε μια αντιφατική ζωή, παράλογη, όπως άλλωστε κι εκείνη όλων μας, τη βυθισμένη σε μια πραγματικότητα που -με τη σειρά της, ειδωμένη από κοντά- είναι κι αυτή παράλογη.
Μια ζωή γραπωμένη από τους χτύπους του θανάτου και τη θέληση για ισχύ, ταλαιπωρημένη από τις πληγές των χτυπημάτων που δέχθηκε και ρουφηγμένη από τις ορμές μιας ανιδιοτελούς αγάπης.
Ο Αλφρέντο από τη μία πλευρά, υπήρξε απλώς ένα σύντροφος όπως οι άλλοι και όπως πάρα πολλοί άλλοι, στο ρου της μακράς ιστορίας του αγώνα ενάντια στην καταπίεση. Από την άλλη πάλι, έφερε ως τις ακραίες συνέπειες τους, τα προτάγματα και τις πρακτικές τους. Ένα παράδειγμα συνέπειας, ένα αγκάθι στα πλευρά της ηθικής, ένας “τρελός Δον Κιχώτης” για πάρα πολλούς ορθά σκεπτόμενους και δειλούς, που πλήρωσε με χρόνια φυλακής και καταστολής την ένταση του. Κλείνοντας το ζήτημα: “Εγώ δεν είμαι άνθρωπος, εγώ είμαι δυναμίτης”, θα έλεγε ο Νίτσε.
Κατά βάθος, πρέπει να συνεχίσουμε να επιθυμούμε, να παίζουμε, να μισούμε τους παντοτινούς εχθρούς και ν’ αγαπάμε τη ζωή.
Γιατί από την άλλη, μονάχα η αυτοοργάνωση των κοινωνικών διαδικασιών και το επαναστατικό πάθος με όλη την εκρηκτικότητα του, παραμένουν ένα βασικό σημείο για μια πραγματική… επανάσταση παράλογη.
Simone Le Marteau & Nada Lestrigon
ΤέχνοΚόσμος [TecnoMondo], Δεκέμβριος 2023
Σημείωση των Συγγραφέων
Για τους υπογράφοντες, υπήρξε μια τύχη και μια ευχαρίστηση η προσωπική γνωριμία μαζί του, αν και σε σύντομες και φευγαλέες ευκαιρίες. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν θέλαμε να διατρέξουμε τον κίνδυνο ούτε να κάνουμε μια ψυχρή βιογραφία, ούτε μια άθλια σύνοψη της σκέψης του Αλφρέντο. Αλλά σε κάθε περίπτωση, αναλάβαμε την ευθύνη να διατρέξουμε αυτό τον κίνδυνο, ίσως χωρίς να καταφέρουμε εντελώς να τον αποφύγουμε.
Αναφερθήκαμε μονάχα στα πιό σημαδιακά -για εμάς- κείμενα του, συγκριτικά με τον όγκο των βιβλίων, σημειώσεων, κειμένων, διάλεξεων. Όπως υπενθύμιζε ο ίδιος ο Αλφρέντο “εκτός από τις δύο ή και τέσσερις πτυχιακές, όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, έγραψα για άλλους, από το 1967 ως το 1997 σχεδόν 150 εργασίες”. Γιατί αν είναι αλήθεια πως ο Αλφρέντο, αρνούμενος έδρες και πανεπιστημιακή γνώση, μας μίλησε πολλές φορές για τη σημασία της κουλτούρας, μάς έθεσε σ’ επιφυλακή λέγοντας μας πάντοτε πως “από τις βιβλιοθήκες βγαίνουν οι σφαγείς”.
Σημειώσεις του Μεταφραστή
[1] Αλφρέντο Μ. Μπονάνο. Ξέρω ποιος σκότωσε τον επιθεωρητή Λουίτζι Καλαμπρέζι. Εκδόθηκε στα ελληνικά από ανώνυμους αντεξουσιαστές, τυπώθηκε στην τυπογραφική κολλεκτίβα Rotta και “κυκλοφόρησε στην Αθήνα και αλλού, τον ζοφερό Οκτώβρη του 2013”.
[2] Σχετικά με τη δράση της Α.R, κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά: AZIONE RIVOLUZIONARIA – EΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ. Mια αναρχική ένοπλη οργάνωση στα ιταλικά “μολυβένια χρόνια”. Εκδόσεις Δαίμων του Τυπογραφείου. Αθήνα. 2022.
[3] Αλφρέντο Μ. Μπονάνο. Οι νέοι σε μια μεταβιομηχανική κοινωνία. Εκδόσεις Τζεντάι. Αθήνα. Άνοιξη 2007.
[4] Alfredo M. Bonanno. Κυριαρχία και Εξέγερση στη μεταβιομηχανική κοινωνία. Εσωκλεισμένοι και Αποκλεισμένοι. Εκδόσεις Ελευθεριακού Ινστιτούτου Κοινωνικών Μελετών Ιωαννίνων. 2008.
[5] Σχετικά με αυτήν τη δεκαετή “κρατική ιερά εξέταση”: Δίωξη Marini 1994 – 2004. Η κατασταλτική επιχείρηση του ιταλικού κράτους ενάντια στους αναρχικούς. allertA. Aθήνα. Φθινόπωρο 2005.
[6] Μετά τη σύλληψη του στα Τρίκαλα και κατά τη διάρκεια της κράτησης του στις ελληνικές φυλακές, πραγματοποιήθηκαν πολλές άμεσες δράσεις και κινήσεις Αλληλεγγύης στην Ελλάδα, την Ιταλία και αλλού (ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία, Πορτογαλία, Γαλλία, Τουρκία, Μεξικό κ.α).
Στην Αθήνα, μεταξύ άλλων, πραγματοποιήθηκε Εκδήλωση – Συζήτηση από Πρωτοβουλία Αλληλέγγυων στις 17/3/2010 στο ΕΜΠ (Γκίνη) με τα πρόταγματα: “Άς πούμε τα πράγματα με το όνομα τους… ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΕΣ ΚΑΙ ΛΗΣΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΕΣ – ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥΣ Χ. ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟ – Α. ΜΠΟΝΑΝΟ ΚΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ”.
Είχε προηγηθεί τον Φλεβάρη του 2010, η κυκλοφορία της ακόλουθης αφίσας αντιπληροφόρησης & αλληλεγγύης: ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑΣ; ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ;
«Η Ελευθερία, άρα η Αναρχία, γίνεται αντιληπτή αλλά δεν κατέχεται. Είναι το ποιοτικό σύνολο που χάνω ακριβώς τη στιγμή που αναρωτιέμαι αν μπορώ να το διατηρήσω και να το εγγυηθώ ενάντια στις απαιτήσεις του άλλου. Το χάρισμα ελέγχει χωρίς αντίτιμο την ποιότητα, το να χαρίζεσαι σημαίνει ν’ ανοίγεσαι χωρίς να ζητάς κανένα αντάλλαγμα. Χωρίς αυτό το χάρισμα δε θα φτάσουμε ποτέ την ποιότητα αλλά θα παραμένουμε πάντοτε στο αδιαπέραστο της πράξης. Η δράση που δε μ’ εμπλέκει, που δε μου αλλάζει τη ζωή βάζοντας με σε κίνδυνο, είναι μια απλή πράξη, μια ρουτίνα που τείνει να μολύνει ακόμα και την ίδια την καθημερινότητα μου»
Α. Μπονάνο
Την 1η Οκτώβρη 2009 πραγματοποιείται απαλλοτρίωση σε τράπεζα στα Τρίκαλα. Αργότερα την ίδια μέρα, συλλαμβάνονται και προφυλακίζονται οι αναρχικοί Χρήστος Στρατηγόπουλος και Αλφρέντο Μπονάνο. Ο Χρήστος αναλαμβάνει την ευθύνη της ενέργειας ενώ ο Αλφρέντο αρνείται τις κατηγορίες που του αποδίδονται. Μέχρι σήμερα οι δύο σύντροφοι παραμένουν έγκλειστοι στις άθλιες συνθήκες που επικρατούν στα κελιά της ελληνικής δημοκρατίας. Όπως πάντα έτσι και τώρα, σε καιρούς συνολικής κρίσης του συστήματος, το κράτος – το ενιαίο κόμμα των αφεντικών, αυτών των νόμιμων ληστών που συσσωρεύουν τον κοινωνικό πλούτο στα χρηματοκιβώτια τους και ονομάζουν, μέσω των μμε, ληστή όποιον πολεμάει αυτήν τη συνθήκη καταπίεσης και εκμετάλλευσης ξέρει να τιμωρεί παραδειγματικά τους δεδηλωμένους εχθρούς του.
Όσον αφορά ειδικότερα τον Α.Μπονάνο, τον 73χρονο σύντροφο με μια πολύχρονη και πολύμορφη παρουσία στις γραμμές του διεθνούς αναρχικού-ανατρεπτικού ρεύματος που έχει σοβαρά διαγνωσμένα και από το ίδιο το κράτος- προβλήματα υγείας (καρδιακή ανεπάρκεια, σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση, σοβαρά μυοσκελετικά προβλήματα), η παράταση του εγκλεισμού του αποκτά χαρακτηριστικά εκδίκησης και φυσικής εξόντωσης και θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή του.
Όμως, όπως κάθε αιχμάλωτος του κράτους, έτσι και ο Χρήστος και ο Αλφρέντο δεν είναι μόνοι τους.
ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΟΝΤΩΣΗ – ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΦΡΕΝΤΟ ΜΠΟΝΑΝΟ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟ ΧΡΗΣΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟ
[7] Η εισήγηση του Αλφρέντο Μπονάνο με τίτλο “Ο Μαλατέστα και η έννοια της επαναστατικής βίας” στην αναρχική συνάντηση που διοργανώθηκε στις 5, 6 & 7 Δεκέμβρη 2003 στη Νάπολη από ναπολιτάνικες αναρχικές ομάδες, την Αναρχική Ιταλική Ομοσπονδία (FAI) και το Κέντρο Ελευθεριακών Μελετών σε συνεργασία με το Ίδρυμα Morra, με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Ερρίκο Μαλατέστα, κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Τζεντάι, στην Αθήνα το φθινόπωρο του 2010, αφιερωμένη στη μνήμη του συντρόφου Κώστα Σειρηνίδη.