του Γιώργου Αλεξάτου
Ένας χρόνος και δυο μήνες είχαν συμπληρωθεί από τη νύχτα που έπεφτε το «Τείχος του Βερολίνου». Η πτώση του χαιρετίστηκε παγκοσμίως ως συμβολική λήξη του Ψυχρού Πολέμου, που ήδη είχε συντελεστεί με την πολιτική προσέγγισης των ΗΠΑ που ακολουθούσε ο ηγέτης της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Σχεδόν από παντού έφταναν μηνύματα ενθουσιασμού: η ανθρωπότητα έμπαινε σε μια περίοδο αδιατάρακτης ειρήνης, εγγυητές της οποίας ήταν οι δυτικές δυνάμεις και κυρίως οι ΗΠΑ, που έβγαιναν νικητές από την αναμέτρηση με τον κομμουνισμό.
Ενθουσιασμένοι ήταν και πολλοί -οι περισσότεροι, ίσως- αριστεροί. Το τέλος της Ιστορίας, για το οποίο τόσος θόρυβος γινόταν, θα σηματοδοτούσε το πέρασμα σε μια νέα πραγματικότητα, που δεν θα θύμιζε τίποτα από το παρελθόν των συγκρούσεων, των πολέμων και των τραγικών αποτελεσμάτων τους.
Μόνο που στις 16 Ιανουαρίου όλα αυτά αποδείχτηκαν ανόητες προσδοκίες. Η επίθεση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους κατά του Ιράκ, το οποίο είχε καταλάβει το εμιράτο του Κουβέιτ τον προηγούμενο Αύγουστο, έβαλε πολύ γρήγορα τέλος στον βιαστικό ενθουσιασμό.
Σύμμαχος των ΗΠΑ, που τον ενίσχυαν πλουσιοπάροχα στον πόλεμο κατά του Ιράν κατά τη δεκαετία του 1980, ο δικτάτορας του Ιράκ Σαντάμ Χουσεΐν θεώρησε πως θα μπορούσε να αυτονομηθεί, ενσωματώνοντας το πετρελαιοπαραγωγικό Κουβέιτ, ο εμίρης του οποίου ήταν επίσης αφοσιωμένος σύμμαχος της Δύσης. Η απάντηση ήρθε με την «Καταιγίδα της Ερήμου», μια πολεμική επιχείρηση τεραστίων διαστάσεων, της οποίας ηγούνταν οι ΗΠΑ, με τη συμβολή πολλών άλλων δυτικών χωρών, μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας. Εκτός από τη χρησιμοποίηση της αμερικανικής βάσης της Σούδας, διατέθηκε και μια φρεγάτα που έσπευσε στον Περσικό, για να συμβάλλει κι αυτή στην επανενθρόνιση του εμίρη Τζαμπίρ αλ Αμπντάλα αλ Τζαμπίρ αλ Σαμπάχ.
Στην «Καταιγίδα της Ερήμου» συμμετείχαν περίπου 1.000.000 στρατιώτες, 1.820 αεροσκάφη, 3.318 τανκς, 8 αεροπλανοφόρα και μεγάλος αριθμός πολεμικών πλοίων, κύριο έργο των οποίων ήταν ο βομβαρδισμός κατοικημένων περιοχών, με τραγικό απολογισμό: