Όχι τυχαία και τα δυο μεγάλα έργα της ωριμότητας του Μαρξ, που επιχειρούν να παρουσιάσουν την καπιταλιστική κοινωνία στο σύνολο της και να δείξουν το βαθύτερο χαρακτήρα της, αρχίζουν με την ανάλυση του εμπορεύματος. Πράγματι, δεν υπάρχει πρόβλημα σ’ αυτή τη βαθμίδα ανάπτυξης της ανθρωπότητας που να μην παραπέμπει, σε τελευταία ανάλυση, σ’ αυτό το ζήτημα και η λύση του να μην πρέπει να αναζητηθεί στη λύση του αινίγματος της δομής του εμπορεύματος.[…] πράγματι, μπορεί να ανακαλυφθεί στη δομή της εμπορευματικής σχέσης το μοντέλο όλων των μορφών αντικειμενοποίησης και όλων των αντίστοιχων σ’ αυτές μορφών της υποκειμενικότητας στην αστική κοινωνία”
Γκ. Λούκατς, Ιστορία και ταξική συνείδηση
Εκ πρώτης όψεως, κοιτώντας και τον τίτλο, είναι πιθανόν κάποιος να θεωρήσει πως το κείμενο είναι μια μεγάλη τρολλία απέναντι σε κάτι που λατρεύουμε να μισούμε. Αλλά όχι! Δεν είναι τρολλιά, είναι μια διαλεκτικο-υλιστική ανάλυση αυτού που το αναγνωρίζουμε όταν το δούμε, το αντιπαθούμε αλλά μας είναι αρκετά δύσκολο να περιγράψουμε και να συγκεκριμενοποιήσουμε τι ακριβώς είναι. Αλλά αυτή μας η αντιπάθεια δεν μπορεί να είναι αδικαιολόγητη. Είμαστε σίγουροι ότι κάτι δεν πάει καλά, κάτι είναι σάπιο, κάτι μας βρωμάει και μας προκαλεί ενστικτωδώς μια αποστροφή. Αυτό δεν έχει να κάνει με διαφορετικά αισθητικά γούστα (αντιθέτως, ενίοτε μπορεί και να συμβαδίζουν) αλλά με κάτι βαθύτερο το οποίο μας ταλανίζει. Ας προσπαθήσουμε να ξορκίσουμε λοιπόν αυτό το φάντασμα που πλανιέται γύρω μας. Τα φαντάσματα φεύγουν όταν μάθεις τι θέλουν. Τι θέλει λοιπόν το Χίπστερ; Che vuoi? Ποιο είναι το νόημα του, το περιεχόμενο του; Ο γρίφος του Χιπστερ, είναι ο γρίφος του εμπορεύματος.
Αυτό που μπορούμε εύκολα να παρατηρήσουμε είναι ότι το Χίπστερ δεν έχει δικό του περιεχόμενο. Όλη του η αισθητική καταβροχθίζει αισθητικά στοιχεία από κουλτούρες άλλου χρόνου και τόπου. Μουσική, ντύσιμο, τέχνη, αποχρώσεις φωτογραφιών, σύμβολα κινημάτων και ιδεολογίες από όλες τις δεκαετίες του 20ου αλλα και του 19ου αιώνα συνθέτουν την συνεχώς κινούμενη αισθητική αυτή εμπειρία. Μπορεί να οικιοποιηθεί, να κάνει δικό του, οτιδήποτε. Τιποτα δεν είναι ταμπού, τίποτα δεν μπορεί να ξεφύγει από το χίπστερ, τίποτα δεν υπάρχει από το οποίο να μην μπορεί να αντληθεί αισθητική απόλαυση και διασκέδαση. Μέχρι και το σύμβολο του κομμουνισμού, τον οποίο συνήθως οι χίπστερ απεχθάνονται σαν ο διάολος το λιβάνι, δεν γλίτωσε από το να γίνει ένα από τα πιο must t-shirt την δεκαετία 2000 (για να μην αναφέρθουμε και στην λατρεία του σοβιετικού agit-prop, ίσως του πιο ευρέως χρησιμοποιημένου είδους γραφικού σχεδιασμού απο τους Χίπστερ).
Ας μην εκλάβουμε εδώ τον χιπστερισμό μόνο σαν κάποια παιδιά με μεγάλα γυαλιά και instagram αλλά σαν κάτι πολύ ευρύτερο: μια κουλτούρα, μια κυρίαρχη πολιτισμική ”λογική” που στην Ελλάδα έχει σαν βασικούς φορείς, μεταξύ άλλων: την Athens voice, την lifo, την Καθημερινή, το αξιαγάπητο Protagon, το ”Βερολίνο” και την ”Βαρκελώνη” (σαν σημαίνοντα-κλειδία μέσα στο φαντασιακό του Έλληνα χίπστερ), την Δημουλά και τους Ατενίστας, τον φιλελεύθερο ή την ”υπεύθυνη αριστερά” και τον Καμίνη. Επίδοξοι αντιγραφείς αυτών στην Κύπρο είναι τα free-press όπως ”Avant-Garde”, ”City”, ”Cyprus Dossiers” (οι οργανικοί διανοούμενοι), ”Infonistas”.
Αυτή η μορφή συνείδησης μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο με βάση τις αντιφάσεις της υλικης της βάσης. Είναι η ανώτερη έκφραση της μεταμοντέρνας κουλτούρας, και ως τέτοια πηγάζει μέσα από την βαθύτερη ουσία του προτσες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και έχει την αντιστοιχία του στο ανάλογο βαθμό της ”πραγματικής υπαγωγής” των κοινωνικών σχέσεων στο κεφάλαιο. Είναι η υλοποιημένη ιδεολογία των κυρίαρχων κοινωνικών μορφών: του εμπορεύματος και του χρήματος. [1]
Το Χιπστερ, μέρος του θεάματος, ”αν γίνει κατανοητό στην ολοτητα του, ειναι το αποτέλεσμα και συναμα το σχεδιο του υπάρχοντος τρόπου παραγωγής…..ειναι η πανταχού παρούσα επιβεβαίωση της επιλογής που ήδη εγινε μες την παραγωγή, και η κατανάλωση που της αντιστοιχεί.” (Κοινωνία του θεάματος)
Δεν μπορούμε λοιπόν παρά να βασιστούμε στο εμπόρευμα. Το εμπόρευμα, όπως αναλυτικά εξήγησε ο Μαρξ, διάγει μια διπλή ζωή, έχει μια εγγενώς αντιφατική φύση. Είναι παράλληλα αξία χρήσης και αξία ανταλλαγής. Αξία χρήσης έχουν όλα τα παραγόμενα αγαθά. Είναι η ‘ουσία’ τους, ο λόγος για τον οποίο έχουν φτιαχτεί. Δεν είναι μια ποσοτική αξία (πόσο κοστίζει) αλλά ποιοτική: η αξία χρήσης ενός παπουτσιού είναι το ότι φοριέται, το μαχαίρι χρησιμεύει για να κόβεις κ.ο.κ. Αν ένα αγαθό πουλιέται τότε αποκτάει και μια αξία-ανταλλαγής. Αυτή η αξία είναι ποσοτική και είναι κάτι σαν την τιμή, πόσο κοστίζει ένα αντικέιμενο για να ανταλλαχθεί, να αγοραστεί. Π.χ. Η αξία ανταλλαγής ενός παντελονιού ισοδυναμεί με 5 ψωμιά και βασίζεται στην ποσότητα κοινωνικά αναγκαίας εργασίας που περιέχει ένα εμπόρευμα. Στον καπιταλισμό, η αξία-ανταλλαγής είναι κυρίαρχη και παραμερίζει σε δεύτερη μοίρα την αξία-χρήσης. Αυτό που ενδιαφέρει την αγορά είναι το πόσο κέρδος θα βγάλει από το αγαθό και όχι για το τι θα χρησιμεύσει και οι άνθρωποι συναντούν ο ένας τον άλλο σαν ανταλλαγείς εμπορευμάτων. Το χρήμα είναι το εμπόρευμα-μεσολαβητής (που έχει μόνο αξία-ανταλλαγής και όχι αξία-χρήσης) που εκφράζει την αξία ανάμεσα στα εμπορεύματα. Ο κύκλος του εμπορεύματος είναι Χ-Ε-Χ’. Χρήμα-εμπόρευμα-χρήμα με κέρδος. Ο καπιταλιστής βάζει χρήμα για να πάρει εμπόρευμα, πουλάει το εμπορεύμα με στόχο να πάρει πιο πολύ χρήμα από όσο έδωσε. Ο κύκλος ξεκινάει από το χρήμα και καταλήγει στο περισσότερο χρήμα. Ο καπιταλιστής θέλει να πουλήσει και να βγάλει π.χ. 1 εκατ. Ευρώ. Δεν τον ενδιαφέρει εάν αυτό θα γίνει με παπούτσια, όπλα ή μαραπέλλες (το ”συγκεκριμένο”), τον ενδιαφέρει η ”αφαίρεση”’, ο αριθμός των ευρώ.
Το χρήμα (εμπόρευμα κι αυτό) διάγει έναν ασταμάτητο κύκλο επιστρέφοντας αυξανόμενο (Χ-Χ’). Έίναι ένα εμπόρευμα που δεν έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο (ενώ π.χ. το εμπόρευμα-παπούτσι διατηρεί έστω και σαν δυνατότητα την αξία χρήσης του, το συγκεκριμένο του περιεχόμενο, το πρωταρχικό του νόημα, δηλαδή: το να φορεθεί) γιατί αντιπροσωπεύει μόνο αφηρημένη εργασία και χρησιμεύει στο να μετατρέπει τα αντικείμενα στην δική του αφαίρεση. Δηλαδή στο να ποσοτικοποιηθούν οι διαφορετικές ποιότητες των αντικειμένων, μετατρέποντας τα στον εαυτό του για να εκφραστούν σε αφηρημένους αριθμούς (π.χ. 10 ευρώ) ούτως ώστε να μπορέσουν να ανταλλαχθούν. Διάγει έναν κύκλο ξεκινώντας από τον εαυτό του σαν κάτι αφηρημένο (Χ-10 ευρώ) παίρνει κάτι συγκεκριμένο (Ε-παπούτσια) με σκοπό να έρθει ξανά πίσω και πάλι σαν χρήμα (Χ’-15 ευρώ). Το χρήμα είναι μια απόλυτη αφαίρεση που είναι αυτοσκοπός γιατί δεν έχει σκοπό άλλο από την αέναη επιστροφή στον εαυτό του μέσω μιας κυκλικής διαδικασίας που σκλαβώνει τα πάντα. ‘Είναι η αυτόνομη κίνηση του μη-ζωντανού”, της νεκρής, συσσωρευμένης δηλαδή, εργασίας.
Αυτή η διαδικασία οδηγεί στην κυριαρχία της αξίας ανταλλαγής επί της αξίας χρήσης, την κυριαρχία ενός αφηρημένου αριθμού (χΕυρώ) επί του συγκεκριμένου αποτελέσματος που φτιάχνει η συγκεκριμένη εργασία, την κυριαρχία της νεκρής εργασίας (κεφάλαιο) πάνω στην ζωντανή εργασία (εργάτες). Έτσι παράγει τον περίφημο ”φετιχισμό του εμπορεύματος” που συγκαλύπτει όχι μόνο τον αλλοτροιωμένο χαρακτήρα της εργασίας (το εμπόρευμα ανήκει στον καπιταλιστή ενώ είναι ο εργάτης αυτός που το παράγει) αλλά πολλές φορές και την εργασία την ίδια (τόσο χαρακτηριστικό στην χιπστεροκουλτούρα που αδυνατεί και αδιαφορεί να δει την εργασία, τον μόχθο που φτιάχνει τον κόσμο της), πραγμοποιεί το κεφάλαιο (και τον ”Επιχειρηματία”) κάνοντας το να φαίνεται σαν αντικείμενο με αυτούσιες δημιουργικές ικανότητες, μια ανεξάρτητη πηγή πλούτου υποκρύπτωντας το γεγονός ότι είναι μια κοινωνική σχέση με περιεχόμενο την εργασία αυτό που παράγει τον πλούτο.
Η εμπορευματική μορφή έχει γίνει η καθολική μορφή ανθρώπινης διάδρασης. Τα πάντα εμπορευματικοποιούνται: οι άνθρωποι, η παιδεία, οι ιδέες, η τέχνη. Ο καπιταλισμός μετατρέπει σχεδόν τα πάντα σε εμπορεύματα για να βγάλει κέρδος. Πόσα ρεύματα τέχνης ξεκίνησαν ριζοσπαστικά και ενσωματώθηκαν και αυτά στην αγορά; Το σύστημα πλέον παράγει τους ανθρώπους, την παιδεία, την τέχνη με στόχο να είναι εξαρχής ελκυστικά εμπορεύματα.
Αυτός ο υλικός και πνευματικός μεταβολισμός , η ασταμάτητα επεκτεινόμενη διαδικασία της χρηματικής-εμπορευματικής σχέσης πλέον, όχι απλώς κατακυριεύει την κουλτούρα, αλλά την παράγει.
Το Χιπστερ είναι πολιτιστικό παιδί του νεοφιλελευθερισμού (όπως και με τον νεοφιλελευθερισμό, πολύ σπάνια κάποιος παραδεχέται ότι είναι τέτοιος ή ότι υπάρχει κάν κάτι τέτοιο). Όλα τα σοβαρά counter-cultures πέρασαν από την δαιμονοποίηση τους και την σχέση τους με κάποια κοινωνικά κινήματα στην ενσωμάτωση τους και την κατάκτηση τους από τις δυνάμεις της αγοράς και μετατράπηκαν σε εμπορεύματα. Αλλά ο χιπστερισμός δεν ήταν ποτέ ενα counter-culture. Αυτή η μοναδική ικανότητα του καπιταλισμού- να υπαγάγει, να ”αγκαλιάζει” δηλαδή τα πάντα, να τα γδύνει από την αξία-χρήσης τους (το αυθεντικό τους νόημα), να τα μετατρέπει σε μια αφαίρεση και να τους προσδίδει αξία-ανταλλαγής- αυτό είναι το Χίπστερ. Είναι αυτή η ίδια η τρομερή ικανότητα αφαίρεσης και ποσοτικοποίησης που έφτασε σε τέτοιο βάθμο συσσώρευσης που έγινε κουλτούρα από μόνη της, ένα αυτούσιο life-style. Παίρνει το υλικό της από εναλλακτικές κουλτούρες διαφορετικού χρόνου και χώρου και τα γδύνει από το νόημα τους για την δική του απόλαυση-no strings attached (όπως προστάζει ο νεοφιλελευθερισμός/μεταμοντερνισμός). Είναι ένα κενό, δεν έχει κανένα νόημα εκτός από το να επιτελεί αυτή την διαδικασία: ”Ότι είναι στέρεο, λιώνει στον αέρα”. Μπορεί να πάρει τα πάντα: από παλαιστινιακά φουλάρια μέχρι σφυροδρέπανα και σοβιετικό agit-prop. Με το να αφαιρεί το νόημα, το περιεχόμενο, αφήνει σε αυτά μόνο την αισθητική. Αποπολιτικοποιεί τα πάντα με το να αισθητικοποιεί τα πάντα. Έχει την κατεξοχήν ιδιότητα που έχει το χρήμα: μετατρέπει τα πάντα στην δική του αφαίρεση. Το Χίπστερ είναι μια κουλτούρα και μια αισθητική με συγκεκριμένο περιεχόμενο το μηδέν, και επειδή είναι μηδέν μπορεί να ”πιάσει” οτιδήποτε.
Ούτε το ίδιο το βίβλιο-ανάλυση αυτής της κατάστασης μπόρεσε να ξεφύγει. Το ότι δεν μπορεί κάποιος να καταλάβει κάτι από την ”Κοινωνία του θεάματος” του Ντεμπόρ αν δεν έχει βαθιά γνώση του μαρξισμού και η ρητή μες το κείμενο προλεταριακή του στράτευση δεν φαίνεται να ενοχλεί ιδιαίτερα τους χιπστεροδιανοούμενους που έχουν ανάγει αυτόν και το βιβλίο του σε ένα χιπστερ-φετίχ.
Έιναι η νεκρή κουλτούρα που κυριεύει την ζωντανή. (Είναι σχετικό ότι η φωτογραφία, μια αφαίρεση, έχει γίνει το κατεξοχήν αισθητο, το αγαπημένο φετίχ των Χίπστερ)
Είδαμε λοιπόν ότι το Χίπστερ ειναι η θεμελιώδης οικονομική διαδικασία του καπιταλισμού που εχει αντικειμενοποιηθεί σε κουλτούρα. Ενός τρόπου παραγωγής που βασιζεται στην αφηρημένη-αλλοτριωμένη εργασία.
Η αφέλεια του Χίπστερ είναι πραγματική και όπως και το χρήμα δεν έχει νόρμα. Όντως, όταν φοράει το cccp δεν σκέφτεται την ιστορική του σημασία, όταν παίζει με το Αουσβιτς δεν είναι τόσο συνειδητά ναζιστικό. Το νόημα που φέρουν αυτά τα σύμβολα, το σημασιολογικό τους βάρος, η ιστοριά που κουβαλούν, το αυθεντικό τους είναι, η ”αξία χρήσης” τους δηλαδή, έχει αφαιρεθεί. Το Χίπστερ είναι η γλώσσα-έκφραση της πλήρης κυριαρχίας της αξίας ανταλλαγής, μια αφαίρεση που είναι αυτοσκοπός γιατί δεν έχει σκοπό άλλο από την αέναη επιστροφή και την αέναη αναφορά στον εαυτό της. Αφού έχουν αποστερηθεί το περιεχόμενο τους, αυτό που μένει σε αυτά τα πολιτισμικά προιόντα είναι το φαίνεσθαι τους, μια ”καθαρή” αισθητική αξία που μπορεί πλέον άφοβα να καταναλωθεί χωρίς τύψεις. Η ουσία που θα βάρυνε την ανάλαφρη, την απαθή και ”χαρούμενη συνείδηση” του Χίπστερ, έχει πλεόν αφαιρεθεί. Χωρίς τύψεις μπορεί πλεόν και να στηρίξει τις πιο άγριες και απάνθρωπες πολιτικές εναντίον της εργατικής τάξης (βλ. Athens voice, Protagon), τους πολέμους των πιο απροκάλυπτα ιμπεριαλιστικών συμφερόντων (βλ. Συρία, Ιράκ κτλ).
To Tanz macht frei δεν είναι καθόλου ένα αντίθετο του ναζιστικού arbeit macht frei. Αν οι χιπστερομπουρζουάδες αναλάμβαναν μεταμοντέρνα στρατόπεδα εξολόθρευσης θα επέβαλλαν στα θύματα να χορεύουν μέχρι θανάτου στους ήχους του Yann Tiersen. Το παλιό εξέφραζε μια περίοδο του καπιταλισμού όπου επιβαλλότανε στους εργαζόμενους μια πιο ”προτεσταντική ηθική”, της ταπεινότητας και της σκληρής δουλειάς. Στην σημερινή όμως νεοφιλελεύθερη ηθική του καπιταλισμού η προσταγή είναι ”απόλαυσε”. Ουσιαστικά για αυτό παραπονιούνται οι αστοί ιδεολογοί π.χ. του Protagon: ”μα γιατί δεν απολαμβάνετε; γιατί δεν αποδέχεστε με θετική ενέργεια την αθωότητα του γίγνεσθαι; (Νίτσε κανείς; δικαίως ο αγαπημένος φιλόσοφος του Χίπστερ) γιατί τόση κατσούφια, τόση μιζέρια; πολύ νταουνίλα οι απεργίες”κ.ο.κ. Και όσο η κρίση στην Ελλάδα σκλήραινε, μαζί της και η εξουσία, τόσο ο ”ευγενής” χίπστερ προσαρμοζόταν στις ανάγκες των καιρών: Οι χιπστεροφασίστες είναι πλέον καθημερινότητα στις στήλες του Προταγκον και της Athens Voice, και κάποιων ανερχόμενων αρθρογράφων στο Cyprusnews.
Οπως και το χρήμα δεν έχει δικές του απόψεις για το τίποτα, ακολουθεί τον μεγαλύτερο πλειοδότη. Οπως και ο καπιταλισμός που θέλει να πουλαέι τα εμπορεύματα παντού, δεν του αρέσουν οι ”ιδεολογικές αγκυλώσεις”, ”παρωπίδες”. Αποδέχεται θετικά την ”αθωότητα του γίγνεσθαι” αδιαφορώντας για το βάσανο και τους από κάτω. Έχει μια ευδιαθεσία απέναντι σε ότι συμβεί (Troika macht frei), θέλει μόνο μια θετικότητα, θετική ενέργεια. Το θετικό είναι κατάφαση, αποδοχή. Το αντίθετο είναι αυτοί που θέλουν την αλλαγή, που ψάχνουν το αρνητικό μέσα στον κόσμο.
Αυτή ιδεολογία ”ανήκει σε ένα τύπο κοινωνικής οργάνωσης όπου η διαδικασία της παραγωγής είναι ο κύριος της ανθρωπότητας, και στην οποία η ανθρωπότητα δεν έχει ακόμη γίνει ο κύριος της παραγωγής” (Κεφάλαιο)
Δεν είναι ότι το χίπστερ υποτάσσει τα πάντα στην κερδοφορία (μάλιστα πολλές φορές μπορεί και να αδιαφορεί για το κέρδος), ούτε ότι μετατρέπει τα πάντα σε εμπόρευμα. Είναι αυτή η ίδια η λογική της διαδικασίας του κύκλου του εμπορεύματος και του χρήματος, που αντικειμενοποιήθηκε σε κουλτούρα. Μια κουλτουρα που, όπως και το χρήμα, η ζωή της είναι ναρκισσιστική και αδιαφορεί για ό,τι άλλο πέρα από τον εαυτό της: το χρήμα για το χρήμα, η αισθητική για την αισθητική, η τέχνη για την τέχνη.
Τι κι αν η κοινωνία τα τελευταία χρόνια βιώνει μια τεράστια καταστροφή; ”Η αλλοτροίωση της έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που την κάνει να βιώνει την καταστροφή της σαν αισθητική απόλαυση πρώτου μεγέθους. Έτσι έχουν τα πράματα με την αισθητικοποίηση της πολιτικής που καλλιεργεί ο φασισμός. Ο κομμουνισμός του απαντά με την πολιτικοποίηση της τέχνης”. W. Benjamin
[1] ”Στην ουσιωδη αυτη κινηση του θεάματος, στο ότι ξαναπαίρνει μέσα του όλα όσα υπήρχαν στην ανθρώπινη δραστηριότητα σε ρευστή κατάσταση προκειμένου να τα κατέχει σε κατάσταση πήγματος, σαν πράγματα που έγιναν η αποκλειστική αξία διαμέσου της διαμόρφωσης τους σε αρνητικό της βιωμένης αξίας, αναγνωρίζουμε τον παλιό μας εχθρό, που ξέρει τόσο καλά να παρουσιάζεται σε πρώτη ματιά σαν κάτι κοινότοπο κι αυτονόητο, ενώ απεναντίας είναι τόσο πολύπλοκο και τόσο γεμάτο από μεταφυσικές λεπτομέρειες: το εμπόρευμα” (Κοινωνία του Θεάματος).
αναδημοσίευση από Αγκάρρα
Είναι ένα πολύ καλό κείμενο!
Πρόσφατα είχα διατυπώσει κάποιες σκέψεις και εντελώς συμπληρωματικά τις καταθέτω ( κυρίως για την αισθητικοποίηση της πολιτικής)
Υπάρχουν λέξεις, τόσον πολύ επικίνδυνες στην Τέχνη.
Η χαρά, η διασκέδαση/ψυχαγωγία, ο εξωραισμός…φαντάζεται κάποιος πως όλα αυτά είναι θέματα χρήσης, αλλά ας κοιτάξουμε τη μεταφυσική απολυτότητα των λέξεων, της στάσης ζωής μέσα απ αυτές.
Χαρά-όχι ευτυχία, αυτή είναι υποκειμενική και εξαρτάται από το ”περιβάλλον”
Εξωραισμός-όχι αλλαγή, επέμβαση, ανατροπή
Διασκέδαση/ψυχαγωγία-όχι ποιότητα ζωής στο σύνολό της
Μέσα απ΄αυτά, το κύριο…
Αρμονία-όχι ισορροπία, διατήρηση της μεταφυσικής δήθεν ακινησίας, αποτροπή του μετασχηματισμού, της αλλαγής,του γκρεμίσματος, του άλματος.
Κάποιοι θα πουν : ”Πόσο απόλυτα είναι αυτά! Πρόκειται για ουδέτερες λέξεις, κοινές….” Όταν προσδιορίζουν όμως την Τέχνη, όταν ευρύτερα σφραγίζουν τον Πολιτισμό σαν αυτό που είναι: Η αντίληψή μας σε συγκεκριμένες συνθήκες και χρόνο για το νόημα, την ουσία της ζωής…τότε έχουν απόλυτα καθαρό περιεχόμενο.
Το απέδειξε ο ιταλικός φασισμός και ο ναζισμός όχι απλά υιοθετώντας τα σαν στάση της Τέχνης στη ζωή, σαν κυρίαρχο συστατικό του Πολιτισμού, αλλά και θεσμοθετώντας κρατικά, μηχανισμούς επιβολής τους κύρια στην εργατική τάξη ( κάποια απ αυτά θα θυμηθούμε πιο κάτω)
Από το βιβλίο του Lionel Rithard: Ναζισμός και κουλτούρα που πλέον κυκλοφορεί σε πλήρη κι επιμελημένη έκδοση από τις εκδόσεις ΑΣΤΑΡΤΗ, εδώ από μια πρώτη εκδοτική του παρουσία με πολλά λάθη στην ορθογραφία, τηνεπιμέλεια, πολλά χρόνια πριν.
……..
”ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΔΙΑΜΕΣΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΑΓΩΓΙΑΣ
Η κατήχηση καί ή ύποβολή μέ κάθε είδους έποικοδομητικό βιβλίο, έφαρμοζόταν σ’ δλες τίς έκδηλώσεις τής συλλογικής ζωής ‘ Ακόμα καί οί ένήλικες ύφίσταντο τήν πίεση τής πολιτιστικής προπαγάνδας διαμέ¬σου τής όργάνωοης « ‘ Η Δύναμη διά τής Χαράς», πού ήδη ά να φέραμε. ‘ Η ψυχαγώγηση τών γερμανών γινόταν βάσει σχεδίου ‘ Ιδρυμένη στις 17 Νοεμβρίου τού 1933, ή Δύναμη Μ τής Χαράς έπεδίωκε νά κάνει προσιτή στούς έργαζόμενους όλη τήν καλλιτεχνική καί πολιτιστική κληρονομιά τοϋ γερμανικού έθνους δπως τουλάχιστον ισχυρίζονταν οί ναζί. Έ τ ο ι συνεργαζόταν στενά μέ τό ‘ Επιμελητήριο τής κουλτούρας, όμαδικές έπισκέψεις σέ μουσεία, περιοδεύουσες έκθέσεις ζωγραφικής και γλυπτικής, διαλέξεις γνωστών συγγραφέων, έργα τέχνης γιά δλα τά βαλάντια κλπ ‘ Οπως είπε και ό Δόκτορας Λέυ σ’ ένα λόγο του στίς 28 Νοεμβρίου 1938 ή έργασία έπρεπε νά έξωραίστεί μέ τή χάρη τής τέχνης, οί πόρτες τής τέχνης έπρεπε ν’ άνοίξουν διάπλατες γιάτόνέργάτη, τόν άγρότη, γιά δλο τό λαό, έτσι πού δλος ό κόσμος νά μπορεϊ νά συμμετέχει στό ώραϊο! «Ετσι ή καλλιέργεια έγινε ένα καθήκον γιά τό σύνολο τοϋ γερμανι¬ κού λαοϋ. ‘ Ηΐδια ή μέθοδος δέν ήταν κακή, στήν έφαρμογή της δμως άποτελοϋσε ένα άποκλειστικό όργανο στήν ύπηρεσία τών ναζισΊκών ιδεών. Σέ μιά προπαγανδιστική μπροσούρα γραμμένη στά γαλλικά ιιέ τόν τίτλο Τό πνεύμα καί οί έπσεύξεις τοϋ έθνικοσοοιαλιομού, κάτω άπό μιά φωτογραφία πού δείχνει έναν έργάτη καθισμένο μπροστά σ ’ ένα τραπέζι περιτριγυρισμένο άπό ράφια φορτωμένα μέ βιβλία σ’ ένα δωμάτιο λουσμένο στό άπλετο φώς άπό ένα μεγάλο παράθυρο, δπου κυριαρχεί μιά άτμόσφαιρα περισυλλογής μπορούμε νά διαβάσουμε τά έξής «Στίς βιβλιοθήκες τών μεγάλων έπιχειρήσεων, οί έργαζόμενοι μπορούν νά βροϋν μορφωτικά καί ψυχαγωγικά βιβλία». Τί βιβλία όμως, ‘ Αμέσως μάς έρχεται στό νοϋ ένα τεράστιο παννώ πού διαφημίζει τό βιβλίο τών βιβλί¬ ων. τό έργο πού δέν πρέπει νά λείπει άπό καμιά βιβλιοθήκη. Είναι τό «Mein Kampf». «Τ ό βιβλίο – ρομφαία τοϋ πνεύματος», διαλαλεϊ ένα άλλο παννώ. Τί σημαίνουν αύτά τά λόγια, Αύτό μάς τό έξηγεϊ ό Βίλχελμ Μπά- ουρ ό άντιπρόεδρος τοϋ λογοτεχνικού έπιμελητηρίου «Τ ό βιβλίο είναι ένα δπλο, τά δπλα βρίσκονται στά χέρια έκείνων πού μάχονται καί τό νά- ναι κανείς έθνικοσοσιαλιστής, σημαίνει πώς μάχεται γιά τή Γερμανία» -114- Στήν πραγματικότητα, ή Δύναμη διά τής Χαράς ύπήρξε πιστή άντιγραφή τής Dopolavoro τής ιταλικής φασιστικής όργάνωσης γιά τήν ψυχαγώγηση. ‘ Αλλά ή δράση της ύπήρξε πολύ πιό συστηματική άπό τήν ιταλική, έπειδή τό γερμανικό περιβάλλον ήταν πιό πρόσφορο γιά κάτι τέτοιο. ‘ Ο άντικειμενικός της σκοπός ήταν νά κατακτήσει τις έργατικές καρδιές κι δλα τά μέσα της άνταποκρίνονταν σ’ αύτόν. Στόν ταξιδιωτικό τομέα έγιναν μερικές πολύ έντυπωσιακές έκδηλώσεις Έ ν α έπιβατικό πλοίο καθελκύστηκε έπισημα, παρουσία τοΰ Φύρερ στις 5 MdTou 1937 στό ‘ Αμβούργο καί σύντομα προστέθηκαν σ ‘ αύτό, άλλα δέκα. Σύμφωνα μέ τά έπισημα στοιχεία, τό 1934, δύο έκατομμύρια Γερμανοι πήραν μέρος σέ κρουαζιέρες και τό 1937, εξι έκατομμύρια ‘ Ανάμεσα στή Γ ερμανία και τήν Ιταλία γίνονταν τακτικές άνταλλαγές χάρη στίς συμφωνίες πού είχαν συνάψει οί δυό όργανώσεις ψυχαγώγησης. στούς άδειούχους Ιταλούς έργαζόμενους προοφερόταν διαμονή μιάς έβδομάδας στή Γ ερμανία ένώ μέ τίς κρουαζιέρες κάθε χρόνο τριάντα χιλιάδες γερμανοί έργαζόμενοι ταξίδευαν στή Γένοβα, τή Νάπολη, τό Παλέρμο καί τή Βενετία. Τό Γ ραφείο ‘ ΕξωραϊσμοΟ τής ‘ Εργασίας, πού υπαγόταν στή Δύναμη διά τής Χαράς, διέθετε έπιθεωρητές πού έλεγχαν-τίς έκδηλώσεις. Τό πρόσχημα ήταν ή βελτίωση τού τόπου έργασίας καί τής ποιότητας τής ζωής. ‘ Ο Μπρέχτ σατίρισε αύτή τήν προσπάθεια σέ μιά άπό τίς εικόνες τοΟ Τρόμος και άθλιότητα τού Γ’ ΡάΙχ. Έ δ ειξε μέ ποιόν τρόπο διαμέσου αύτής τής προσπάθειας έπιχειροΟσαν νά προσαρτήσουν τήν έργατική τάξη στό σύστημα τής καπιταλιστικής έκμετάλλευσης. Δεδομένου δτι οί συμμετοχή στή Δύναμη διά τής Χαράς ήταν ύποχρεωτική, οί έργάτες χρηματοδοτούσαν τήν έντατικοποίηση τής Ιδιας τους τής έκμετάλλευ¬ σης, μιά καί οί προτεινόμενες βελτιώσεις δέν άπέβλεπαν παρά στήν αύξηση ή τήν άποτελεσματική διατήρηση τής παραγωγικότητάς τους. ‘ Η προοπτική ήταν διπλή νά τραβήξουν κοντά τους τό λαό χάρη στή βιτρίνα μιας ήθικότητας και ν ‘ άναπτύξουν όρισμένους παραγωγικούς τομείς χάρη στίς ύλικές βελτιώσεις Έ τσ ι, στίς 13 Όκτωβρίου-3 Νοεμβρίου 1937 τό Γ ραφείο ‘ Εξωραϊσμοϋ τής ‘ Εργασίας διοργάνωσε μιά έκθεση δπου έπιδείχτηκαν έσωτερικές διαρρυθμίσεις διαμερισμά¬ των καί έπιπλα πού νά ικανοποιούν τις μοντέρνες άπαιτήσεις τών έργατικών κατοικιών Τό 1939 σχεδιάστηκε ή σέ μεγάλη κλίμακα παραγωγή ένός λαϊκού αύτοκινήτου (Φόλκσβάγκεν) πού θά τό άγόραζαν -115- οι έργάτες καί οι ύπάλληλοι χάρη σ’ ένα σύστημα έβδομαδιαίων κρατήσεων έπί τοϋ μισθού τους Βέβαια ή ήμερομηνία λήξης αύτοϋ τοϋ σχεδίου ήταν πολύ μακρινή, άφοϋ ή κατασκευή τών έργοστασίων δέν θά όλοκληρωνόταν πριν άπό τό τέλος 1945 ‘ Η πρωτοβουλία αύτή γνώρισε πολύ μικρή έπιτυχία στήν άρχή. ‘ Αργότερα ό πόλεμος παρεμπόδισε τή γενίκευσή της Γιά τό 1945, ό Δόκτορας Λέυ είχε προκαθορίσει μιά έτή- σια παραγωγή πάνω από ενα έκατομμύριο αύτοκινητα ‘ Η ύγιεινή καί ή καθαριότητα ήταν ή μόνιμη φροντίδα τής Δύναμης διά τής Χαράς ‘ Ο Δόκτορας Λέυ, πού ήταν άλκοολικός, ήταν φανατικός όπαδός τής προστασίας γιά τή μόλυνση τού περιβάλλοντος. Τό Γ ραφείο ‘ ΕξωραϊσμοΟ τής ‘ Εργασίας διοργάνωνε οικολογικές έκστρατείες τοϋ τύπου, μιά ύγιεινή άτμόσφαιρα σ ’ ένα ύγιεινό περιβάλλον. ‘Εγιναν διάφορες έπιστημονικές μελέτες γιά νά ύπολογιστεϊ πόσα κυβικά μέτρα σκόνης άνέπνεαν οί κάτοικοι τοϋ Βερολίνου καί πόσα μικρόβια κατάπιναν καθημερινά οί μαθητές μέσα στίς αίθουσες διδασκαλίας «Οσο γιά τά έργοστάσια, οί μελέτες άπόδειχναν πώς τά κακοσχεδιασμένα, κακοαερι- σμένα καί κακόγουστα κτίρια έβλαπταν άνυπολόγιστα τήν ύγεία τοϋ έργάτη καί σέ τελευταία άνάλυση, τήν έθνική παραγωγή ‘ Η κοινωνική ύγιεινή τής άτμόσφαιρας, αύτοί ήταν οί χρησιμοποιούμενοι δροι, έπρεπε νά γίνει μιά άπό τίς βασικές φροντίδες τής έθνικής κοινότητας, άνήθελε νά έξασφαλίσει τή σωτηρία της. Κι έδώ άκόμα ή άπώτερη σκέψη δέν πήγαζε άπό άνθρωπιστικές άρχές άλλά ή άναφερόμενη σωτηρία συνδεό¬ ταν μέ τήν έπιβίωση τοϋ καπιταλισμού καί τήν καπιταλιστική έκμετάλλευση”
………………………….
Παλιές προσεγγίσεις, παλιά εργαλεία ; Καθόλου
Οι αναζήτηση μέσω ενσωμάτωσης αισθητικών φετίχ της ”χαράς της διασκέδασης” είναι η βάση του μεταμοντέρνου χιπστερισμού για παράδειγμα, με παρουσία και στην Τέχνη. Μπορεί να φαίνεται μια χαζοχαρούμενη αντίληψη ”κουρασμένων απ τη μάζα καθεστωτικών που ζουν για τη ζωή”, αλλά η δεξαμενή είναι ο μικροαστός, ταξικά και ιδεολογικά προσδιορισμένος. Αν σε κρισιακές εποχές αυτό απαιτεί ”χαρά και διασκέδαση” μπράβικου και ψευτοαντρικού τρόπου-βλέπε σημερινή Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη παιδιά κυρίως μικροαστών σε μεταβατική διαδικασία. Ακόμη και οι αγροίκοι μπράβοι της ΧΑ έχουν εξ αρχής φτιάξει την δική τους ”μαύρη οικολογία” , χωρίς ακόμη νάχουν αποδεχτεί άλλες υπαρκτές πτυχές όπως οι ”ναζι-γκέι” , βασική πηγή της μοντέρνας στρατολόγησης στην κεντρική Ευρώπη.
Σε ιμπεριαλιστικές χώρες ο νεοναζισμός κυριαρχώντας σαν κορύφωση του μεταμοντέρνου ισοπεδώματος, έχει ήδη δημιουργήσει τους νίπστερ, εκεί που το εναλλακτικό στυλ δεν θ’ απωθήσει τον μη δεκτικό ακόμη, για την αθλητική φόρμα και τα φουσκώματα γυμναστηρίου, αντίθετα θα είναι ομάδα εφήβων-μετεφήβων, ναζιστικών ανδρόγυνων.
Δεν τους βλέπουμε πολύ, αλλά μας καθοδηγούν αρκετά !έντυπα ”ανοιχτού μυαλού” και μεγάλης κυκλοφορίας επί πληρωμή και μη, εναλλακτικά όσο δεν παίρνει, έτσι που με editorial άρθρο γνωστής mainstream λογοτέχνιδος, να μας εξηγείται ”η απουσία νεκρών του Πολυτεχνείου” του Κασιδιάρη, να χτυπιέται καθημερινά αλύπητα η μαυρίλα και η κλάψα των ντεμοντέ ”αριστερών” στο όνομα της ”Χαράς της ζωής” …να διαμορφώνεται συν τοις άλλοις ο ρόλος του τρέντι προαγωγού της Τέχνης, δίπλα στον δοκιμασμένο ακαδημαικίζοντα.