Κείμενο συντρόφου από το Τορίνο σε μετάφραση Προλ.Πρωτ που δημοσιεύθηκε στο 13ο τεύχος της εφημερίδας Ζερμινάλ
Τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο διανύουμε την 110η ημέρα από την έναρξη της απεργίας πείνας του Αλφρέντο Κόσπιτο. Οι λόγοι αυτής της διαμαρτυρίας του εδράζουν σε δυο μισητά θεμέλια του ιταλικού δικαστικού συστήματος: το ειδικό καθεστώς κράτησης 41 bis και την ισόβια κάθειρξη χωρίς διακοπή ποινής. Η απόφαση στο Εφετείο της δίκης για την υπόθεση Scripta Manent -όπου ο Αλφρέντο είναι ένας από τους κατηγορούμενους- η οποία εκδόθηκε την περασμένη άνοιξη, άνοιξε το δρόμο για μια καταδίκη του σε ισόβια κάθειρξη χωρίς διακοπή ποινής (ισόβια φυλάκιση χωρίς δυνατότητα μείωσης ποινών και πρόσβασης σε ευεργετήματα), αναβαθμίζοντας την κατηγορία εναντίον του από «απλή σφαγή» σε «πολιτική σφαγή», ένα αδίκημα που τού προσάπτεται για μια επίθεση με εκρηκτικά περιορισμένης ισχύος από την οποία δεν υπήρξε κανένας τραυματίας.
Αξίζει να υπογραμμιστεί το γεγονός πως η πιθανότητα για ισόβια κάθειρξη χωρίς διακοπή ποινής απομακρύνθηκε για τον Αλφρέντο, αφού η έδρα του δικαστηρίου επανυπολογισμού ποινών έστειλε τα πρακτικά στο Συνταγματικό Δικαστήριο (ανώτατη δικαστική αρχή που εξετάζει ζητήματα δικαστικής και συνταγματικής ερμηνείας), ώστε να εξεταστεί αν υπάρχει η πιθανότητα εφαρμογής των γενικών ελαφρυντικών, κάτι που θα επέτρεπε μια καταδίκη του Αλφρέντο σε «μονάχα» 30 χρόνια κάθειρξης.
Αυτή η αναβάθμιση της κατηγορίας ήταν εκείνη που άνοιξε την πόρτα του 41 bis για τον Αλφρέντο. Πρόκειται για ένα σκληρό, σκληρότατο καθεστώς κράτησης: λίγες ώρες προαυλισμού την ημέρα, πολύ περιορισμένες δυνατότητες επισκεπτηρίων και επαφών με τον έξω κόσμο, απαγόρευση κατοχής πάνω από 4 βιβλίων στο κελί, λογοκρισία της αλληλογραφίας, προαυλισμός με μόνο άλλους τρεις κρατούμενους που τελούν κι εκείνοι σε καθεστώς 41 bis κλπ. Πολλοί δημοκρατικοί παρατηρητές το παρομοίασαν με μια μορφή βασανιστηρίου.
Στην Ιταλία, αυτό το καθεστώς κράτησης αιτιολογείται ως ένα μέσο του αγώνα ενάντια στη Μαφία, με τη διαδεδομένη άποψη που λέει ότι «στο 41 bis βρίσκονται οι boss μαφιόζοι». Για να αποδομηθούν αυτού τους είδους οι λογικές, αρκεί ν’ ανατρέξουμε σ’ εκείνες που είναι οι ιστορικές ρίζες του άρθρου 41 bis. Πράγματι, η εισαγωγή αυτού του καθεστώτος κράτησης έγινε με το Νόμο Gozzini του 1985, εκείνον τον ίδιο που εισήγαγε σημαντικά ευεργετήματα στους συλληφθέντες για ένοπλη πάλη που συνεργάζονταν με τους ανακριτές ή διαχωρίζονταν, και δεν αφορούσε μαφιόζους αλλά εκείνα ακριβώς τα υποκείμενα που είχαν πρωταγωνιστήσει στις εξεγέρσεις μέσα στις φυλακές. Ένα πολιτικό μέτρο που εφαρμόστηκε εξαρχής και δεν συνδεόταν διόλου με τον αγώνα ενάντια στις μαφίες. Μ’ αφορμή αυτό το γεγονός, θεωρούμε σκόπιμο ν’ ανοίξουμε μια μικρή παρένθεση -στην οποία και δεν μπορούμε για λόγους έκτασης να εμβαθύνουμε εδώ- αφού πιστεύουμε ότι ένα σημαντικό ζήτημα που τα κινήματα θα έπρεπε να θέτουν αρχικά στον εαυτό τους και έπειτα και προς τα έξω, έγκειται στον κοινωνικό ρόλο της Μαφίας στην Ιταλία: ποιοι είναι οι λεγόμενοι «μαφιόζοι»; Σε ποιες κοινωνικές ανάγκες απαντούν οι μαφιόζικες οργανώσεις; Γιατί στον καταθλιπτικό ιταλικό Νότο υπάρχουν οι ισχυρότεροι από αυτούς τους σχηματισμούς; Ποια ήταν η ιστορική πορεία της σχέσης μεταξύ Κράτους και Μαφίας, μιας σχέσης διόλου ευθύγραμμης, με περιόδους άλλοτε συμφιλιωτικές και άλλοτε συγκρουσιακές;
Όπως όλες οι απεργίες πείνας που διεξάγονται από συντρόφους και συντρόφισσες, έτσι και αυτή δεν έχει ως ορίζοντα την ικανοποίηση ατομικών αιτημάτων. Ο Αλφρέντο υπογράμμισε επανειλημμένα ότι ο αγώνας που δίνει είναι για όλους τους κρατούμενους και τις κρατούμενες σε καθεστώς 41 bis και ισόβια χωρίς διακοπή ποινής.
Ένα σημαντικό στοιχείο που πρέπει να ειπωθεί αφορά το γεγονός ότι στην Ιταλία δεν υπάρχει μια παράδοση και μια αντίστοιχη συζήτηση γύρω από τη χρήση του μέσου της απεργίας πείνας, όπως αντίθετα συμβαίνει σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Και οι λόγοι είναι και πάλι ιστορικοί, αφού οι σχηματισμοί της ένοπλης πάλης των δεκαετιών του 1960-70 και οι αυτόνομες ομάδες έτειναν διαχρονικά στην άρνηση χρήσης του μέσου της απεργίας πείνας. Έτσι λοιπόν, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα χρόνων, ήταν ελάχιστοι οι σύντροφοι και συντρόφισσες που πραγματοποίησαν απεργία πείνας, λίγες περισσότερες ήταν εκείνες από τους κοινωνικούς κρατούμενους.
Από την πρώτη στιγμή της έναρξης της απεργίας πείνας του Αλφρέντο ενεργοποιήθηκαν συνελεύσεις αλληλεγγύης σε πολλές ιταλικές πόλεις. Συνελεύσεις απαρτιζόμενες σχεδόν αποκλειστικά από αναρχικούς και αναρχικές. Αναπάντεχα, τουλάχιστον για τον συντάκτη αυτού του κειμένου, η είδηση της απεργίας πείνας απέκτησε αξιοσημείωτη ορατότητα στα ΜΜΕ, πρωτόγνωρη για την Ιταλία των τελευταίων 20 χρόνων, αφού ποτέ άλλοτε δεν είχε υπάρξει τόση μιντιακή συζήτηση για έναν πολιτικό κρατούμενο. Δύσκολο να προσδιοριστούν οι λόγοι αυτής της τόσο ευρείας συζήτησης, σε μια χώρα όπου η κοινή γνώμη και τα ΜΜΕ είναι απολύτως εναρμονισμένα με τους κυβερνητικούς μηχανισμούς. Ακούμε να ειπώνεται πως αυτό το «κατόρθωμα» δύσκολα μπορούν να το καρπωθούν οι γενναιόδωρες δράσεις και οι πρωτοβουλίες που αναπτύχθηκαν -επί του πεδίου- από τους συντρόφους και τις συντρόφισσες.
Όπως και να έχει, γεγονός αποτελεί ότι εδώ και εβδομάδες ο Αλφρέντο Κόσπιτο βρίσκεται στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και -έμμεσα- προκάλεσε μια κυβερνητική κρίση, όταν ο αναπληρωτής γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης, κατά τη διάρκεια μιας επερώτησης εκείνης της αριστεράς που υποτίθεται ότι «υποστηρίζει» την απεργία πείνας, δημοσιοποίησε διαβαθμισμένα έγγραφα σχετικά με μια από τις έρευνες ενάντια στον ίδιο τον Κόσπιτο.
Η εκτελεστική εξουσία της οποίας ηγείται η Τζιόρτζια Μελόνι αρχικά κόμπιασε ενώπιον των αιτημάτων του Κόσπιτο, προσπαθώντας να πετάξει άγαρμπα τις ευθύνες στην δικαστική εξουσία, ενώ στη συνέχεια σπεκουλάροντας σχετικά με μερικές άμεσες δράσεις που δημιούργησαν δυνατό θόρυβο στην Ιταλία (αρχής γενομένης με τον εμπρησμό του οχήματος του αρχισύμβουλου της ιταλικής πρεσβείας στην Αθήνα), οχυρώθηκε πίσω από μια αναμενόμενη κρατική αδιαλλαξία κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Έγινε ανοιχτά λόγος για «τρομοκρατική απειλή», για το «κράτος που δεν πρέπει να συνδιαλέγεται με τρομοκράτες», για μια «επίθεση στην καρδιά του κράτους». Για μερικές ημέρες έμοιαζε λες και είχαμε επιστρέψει στις πομπώδεις κυβερνητικές δηλώσεις κατά τη διάρκεια της απαγωγής του Μόρο. Είναι ξεκάθαρο πως όλα αυτά μοιάζουν αλλόκοτα, δεδομένης τόσο της περιορισμένης ποσότητας υλοποιημένων δράσεων, όσο και του βαθμού διασύνδεσης τους με την κοινωνία των υπαρχόντων κινημάτων.
Όσον αφορά την Αλληλεγγύη, αν και αρχικά κινήθηκε από αναρχικά και κοντινά προσκείμενα περιβάλλοντα, όσο αυξανόταν η μιντιακή προβολή και μαζί μ’ αυτήν άρχιζαν να εκφράζονται και διάφορες χαρακτηριστικές φιγούρες της θεσμικής αριστεράς, σχεδόν το σύνολο αυτού που έχει απομείνει ως κίνημα στην Ιταλία άρχισε να εκφράζεται αλληλέγγυα προς τον Αλφρέντο και ενάντια στο 41 bis. Σε μερικές πόλεις (Ρώμη, Τορίνο, Βενετία) οι πανεπιστημιακές συλλογικότητες ενεργοποιήθηκαν και πραγματοποίησαν κινητοποιήσεις μέσα στις σχολές. Ενώ γράφουμε αυτές τις γραμμές, το πανεπιστήμιο της Βενετίας τελεί υπό κατάληψη, ενώ για την ερχόμενη εβδομάδα έχουν προγραμματιστεί κινητοποιήσεις μέσα στις σχολές των πανεπιστημίων στο Τορίνο, τη Μπολόνια, τη Ρώμη και το Μιλάνο.
Αν και το ζήτημα διευρύνεται προσφέροντας μερικές ανάσες, παρ’ όλα αυτά δεν υπήρξαν οι σημαδιακές ενεργοποιήσεις του ευρύτερου πληθυσμού, εκείνου που δεν είναι ούτε στρατευμένος ούτε πολιτικοποιημένος. Οι πορείες και οι συγκεντρώσεις -αν και σημαδιακές για τα ιταλικά δεδομένα- δεν ήταν πολυάριθμες, με κορυφώσεις των 2000 ατόμων στη Ρώμη, και 700 σε Μιλάνο και Τορίνο. Ο διαμοιρασμός στα social και οι συνεντεύξεις δεν παίρνουν τη σάρκα και τα οστά μιας έμπρακτης παρουσίας. Για να το πούμε με μια ατάκα, δεν έχει προκύψει εκείνη η «διάσταση Κουφοντίνα».
Οι χαραμάδες ελπίδας για νίκη της απεργίας πείνας είναι στενές. Αφότου έκλεισαν οι πόρτες της πολιτικής, η μόνη δυνατότητα για τη σωτηρία της ζωής του είναι δικαστικής φύσης: στις 24 Φεβρουαρίου το Εφετείο θα λάβει απόφαση σχετικά με την προσφυγή που κατατέθηκε από τον συνήγορο υπεράσπισης του Αλφρέντο, όσον αφορά την παραμονή του στο 41 bis. Είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο το αν σ’ αυτή τη δικαστική συνεδρίαση, ο Αλφρέντο θα παραστεί νεκρός ή ζωντανός.
Αυτό που μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα είναι ότι αν πεθάνει ο Alfredo Cospito θα υπάρξει ένα πριν και ένα μετά. Το κίνημα, όλα τα ρεύματα και οι ιδεολογικοί χώροι του, αναμφίβολα θα σημαδευτούν και πιθανώς και να προκύψουν και κοινωνικές ρωγμές. Οι δυνατότητες έτσι ώστε η μάχη μέχρι την τελευταία ανάσα του Αλφρέντο να γίνει οικειοποιήσιμη απ’ όλους και όλες, ως μια μάχη για την επανοικειοποίηση χώρων δράσης και πολιτικής νομιμοποίησης σε μια χώρα που διαρκώς καταστέλλει κάθε μορφή της σύγκρουσης και της -ακόμα και συμβολικής- διαμαρτυρίας, υπάρχουν όλες. H ελπίδα έγκειται στη δυνατότητα αυτής της αναστάτωσης και αυτών των κινήσεων, ώστε να εξακολουθούν να ζουν και να δρουν, καταφέρνοντας να διασυνδεθούν μ’ εκείνα τα στρώματα της ιταλικής κοινωνίας που έχουν γονατίσει από την κρίση και τον πόλεμο.
10/2/2023
Ένας σύντροφος από το Τορίνο
Μετάφραση: Προλ.Πρωτ.
Ιταλία. Αλφρέντο Κόσπιτο. «Θα πεθάνω σύντομα, ελπίζω ότι μετά από μένα κάποιος θα συνεχίσει τον αγώνα» – Italia. Alfredo Cospito: «pronto moriré, espero que después de mí alguien continúe la lucha».
28/02/2023k
φεβρουάριος 27, 2023publicacionrefractario
Τα τσακάλια του Τύπου αναφέρουν ότι από χθες το απόγευμα ο Αλφρέντο αρνείται να πάρει κάλιο που είχε πάρει ξανά στο νοσοκομείο San Paolo, όπου νοσηλεύεται σε τμήμα 41 bis. Το κάλιο είχε ήδη γίνει απαραίτητο για τη διατήρηση της ελπίδας της αντίστασης, για τη διατήρηση της καρδιάς και του εγκεφάλου. Ο σύντροφος δήλωσε: «Σύντομα θα πεθάνω, ελπίζω ότι μετά από μένα κάποιος θα συνεχίσει τον αγώνα».