To κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύθηκε στην ιταλόφωνη αναρχική ιστοσελίδα ilrovescio.info στις 29/10/20, τρεις μέρες μετά τις συγκρουσιακές διαδηλώσεις στη Νάπολη, οι οποίες αποτέλεσαν και τις πρώτες από τις αρκετές δυναμικές απαντήσεις που δόθηκαν (και συνεχίζουν να δίνονται) σε όλη τη χώρα, ενάντια στην αντιλαϊκή-αντεργατική αστική-κρατική διαχείριση της εξελισσόμενης πανδημίας.
Μεταφράστηκε και δημοσιεύεται με την πεποίθηση ότι περιέχει χρήσιμες διαπιστώσεις και συμπεράσματα που μπορούν να συνεισφέρουν ουσιαστικά -και στα δικά μας μέρη- στην προώθηση γόνιμων -από ταξική σκοπιά- θεωρητικών και πρακτικών απαντήσεων.
Κατά τα λοιπά, όπως έχει ήδη (ξανα)ειπωθεί από την περασμένη άνοιξη: όποιος ζήσει θα δει…
Η φράση “να εστιάσουμε στο στόχο”. Αυτή μας έρχεται στο μυαλό βλέποντας τις εικόνες από τις πορείες (και τις συγκρούσεις) το βράδυ της 23ης Οκτώβρη στη Νάπολη, όταν χιλιάδες άτομα κατέβηκαν στους δρόμους και τις πλατείες στην πρωτεύουσα της περιοχής της Καμπανίας, παραβιάζοντας έμπαρκτα την πρώτη νύχτα απαγόρευσης της κυκλοφορίας. Αυτό που εκπλήσσει, εκτός από την οργή και την αποφασιστικότητα (δεν συμβαίνει συχνά -τουλάχιστον σε αυτήν εδώ τη χώρα- να βλέπουμε αστυνομικές διμοιρίες να τρέπονται σε φυγή), είναι η νηφαλιότητα των διεκδικήσεων: ούτε συνωμοσιολογίες, ούτε παράνοιες για την “υγειονομική δικτατορία” και την ανύπαρκτη ή δημιουργημένη -περίτεχνα- επιδημία, υπό τα σχέδια και τον έλεγχο ποιος ξέρει ποιου νεφελώδους ή μη λόμπυ. Μονάχα μια απλή σκέψη, μέσα στην οποία περικλείεται η υλική αντίθεση της υπάρχουσας συνθήκης: εσύ μας κλείνεις, εσύ θα μας πληρώσεις, όπως έγραφε ένα από τα πανό (ενώ άλλα εξέφραζαν με άλλες λέξεις το ίδιο νόημα).
Ολόκληρη η κοινωνία βρίσκεται αυτή τη στιγμή με την πλάτη στον τοίχο, ανάμεσα στον φόβο να πεθάνει από το ιό και το φόβο να πεθάνει από την πείνα. Η επιδημία του ιού Covid 19 αποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο η “οικονομία”, απέχοντας πολύ από το να συνίσταται σε αφηρημένους χρηματιστηριακούς δείκτες και άυλες ροές πληροφοριών, δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς τα σώματα των ανθρώπων (που εργάζονται στα εργοστάσια, τις αποθήκες, τα γραφεία, τα εστιατόρια, στοιβαγμένοι στα μέσα μαζικής μεταφοράς κατευθυνόμενοι στους χώρους δουλειάς). Φοβούμενη τα καταστρεπτικά οικονομικά αποτελέσματα (αλλά κυρίως τις κοινωνικές συνέπειες τους), η παρούσα κυβέρνηση διστάζει να επιβάλλει ένα νέο γενικό lockdown, επιδιδόμενη σε καταχρηστικά και άχρηστα μέτρα, στρεφόμενη ιδιαίτερα ενάντια στο κομμάτι της διασκέδασης και της νυχτερινής ζωής. Όμως ανάμεσα στο κατασταλτικό ιδεώδες για μια κοινωνία απολύτως πειθαρχημένη (όλοι στα σπίτια τους μετά τις 18.00, ή τις 20.00, ή τις 23.00, μετά το τέλος μιας “φυσιολογικής” εργάσιμης ημέρας) και την εφαρμογή του ορθώνεται ένα εμπόδιο, το γεγονός ότι η ίδια η διασκέδαση αποτελεί έναν οικονομικό πόρο, και ιδιαίτερα εδώ στη χώρα “της πίτσας και των μαντολίνων”.
Το αποτέλεσμα είναι το νιοστό βραχυκύκλωμα, και η απαίτηση από το Κράτος για μια αδύνατη αξιοπιστία ανάμεσα σε αυτό που πραγματικά είναι και σε αυτό που παριστάνει ότι είναι. Πράγματι, στις συζητήσεις που κάνει για τον εαυτό του, το Κράτος παρουσιάζεται σαν ο προστάτης του κοινού “καλού”, όπου η βασική του λειτουργία είναι η προφύλαξη των “ακοινώνητων ατόμων” από τους ίδιους τους εαυτούς τους, αν και όποτε η ατομική ιδιοτροπία θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια ευημερία (στην προκειμένη συνθήκη, μεταδίδοντας τον ιό). Ποια αξία όμως μπορεί να έχει αυτή η απαίτηση όταν ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού δεν δύναται να αυτοσυντηρηθεί “κερδίζοντας” την επιβίωση του, δηλαδή δουλεύοντας; Το Κράτος θα μπορούσε να διατηρήσει την ελάχιστη αξιοπιστία μονάχα συντηρώντας ένας μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού μέχρι το τέλος της επιδημίας (και ακόμα είμαστε πολύ μακριά από το τέλος). Όμως κάτι τέτοιο, εκτός από το ότι θέτει σε σκληρή δοκιμασία τα “δημόσια ταμεία”, ουσιαστικά είναι ασύμβατο με τον καπιταλισμό, ο οποίος εδράζεται ακριβώς σε αυτήν τη στέρηση των μέσων συντήρησης, τα οποία το Κράτος διατηρεί και αναπαράγει. Κι έπειτα; Τι θα απογίνει η ανταγωνιστικότητα;
Κοιτώντας καλύτερα, αυτή η αντίθεση δεν είναι παρά μόνο η “κορυφή του παγόβουνου” ενός συστήματος που περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του. Αν στρέψουμε το βλέμμα μας σε όλα αυτά που η ανθρωπότητα έχει υποφέρει κατά τη διάρκεια της ιστορίας της, το επίπεδο της ταραχής που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός φαντάζει απλούστατα τεράστιο. Πως είναι δυνατόν ένα παγκόσμιο σύστημα να βαράει μπιέλα εξαιτίας μιας ασθένειας την οποίας η θνησιμότητα κυμαίνεται ανάμεσα στο 0,2 και το 0,6% των ασθενών (δηλαδή όσων έχουν προσβληθεί από τον ιό και παρουσιάζουν συμπτώματα); Δεν θέλουμε να απαξιώσουμε τίποτα, πόσο μάλλον τον πόνο (που άλλωστε έχει μια ξεκάθαρη ταξική κατανομή), εν τούτοις πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ένα εκατομμύριο νεκροί σ’ ένα κόσμο με επτάμισι δισεκατομμύρια ανθρώπινα όντα είναι τίποτα σε σύγκριση με ανάλογες τραγωδίες στην ιστορία της ανθρωπότητας (η λεγόμενη “ισπανική γρίπη” σκότωσε τουλάχιστον πενήντα) ή με την υπάρχουσα θνησιμότητα από τον καρκίνο και τις καρδιοαγγειακές ασθένειες. Γιατί λοιπόν όλος αυτός ο συναγερμός που προκαλεί “θεραπείες” χειρότερες από την ίδια την ασθενεία; Η απάντηση πιθανώς να είναι ανθρωπολογική, να συνδέεται δηλαδή με την πολιτισμική και κοινωνική μεταβολή των ανθρώπων του τελευταίου αιώνα. Οι πρόοδοι της ιατρικής και γενικότερα της τεχνικής κατάφεραν αξιοσημείωτες επιτυχίες ενάντια στις μεταδοτικές ασθένειες, μειώνοντας δραστικά τη θνησιμότητα τους, τουλάχιστον στα πιο “προηγμένα” μέρη του πλανήτη. Ο Covid 19 δεν αποτελεί εξαίρεση: αν και δεν πρόκειται για “μια απλή γρίπη”, οι ίδιες οι στατιστικές μας λένε ότι μπορεί να θεραπευτεί. Αυτό που λείπει, περισσότερο από τις αφηρημένες τεχνικές, είναι η χειροπιαστή διαθεσιμότητα τους. Για να δώσουμε μια εικόνα, κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριάντα χρόνων οι διαθέσιμες κλίνες στα ιταλικά νοσοκομεία μειώθηκαν από 8 σε 3,2 ανά χίλιους κάτοικους, με την έννοια “κλίνες” να μην περιλαμβάνει μόνο τα στρώματα και τα κρεβάτια, αλλά και τον σχετικό εξοπλισμό (όπως τα συστήματα εξαερισμού) και το νοσοκομειακό προσωπικό.
Αν ο θάνατος είναι ένα σκάνδαλο, οι θάνατοι που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί είναι ένα κυριολεκτικό αίσχος. Με αυτήν την έννοια, η κρίση του Covid 19 είναι αποκαλυπτική και λέει πολλά για τις τύχες αυτού του συστήματος κοινωνικής οργάνωσης. Από τη μία πλευρά, έχουμε την πρόοδο των επιστημών που αν και συχνά γνωρίζουν πως να παρεμβαίνουν επιλύοντας τα προβλήματα, εν τούτοις δεν αντιμετωπίζουν ούτε καταργούν ποτέ τις αιτίες τους. Από την άλλη, η λογική του κέρδους καθιστά τις επιστήμες πρακτικά αναποτελεσματικές. Χωρίς να θέλουμε να επαναλάβουμε και πάλι τον τρόπο σκέψης μας γύρω από τις δομικές αιτίες της επιδημίας (από την εντατικοποιημένη κτηνοτροφία και την καταστροφή του οικοσυστήματος μέχρι τις just in time μετακινήσεις του παγκόσμιου κόσμου), είναι βέβαιο ότι το ξεπάστρεμα των συνοικιακών κέντρων υγείας εκτόξευσε τη διασπορά, μην επιτρέποντας μια αποτελεσματική ιχνηλάτηση και μετατρέποντας τα κέντρα πρώτων βοηθειών σε βασικές εστίες μετάδοσης του ιού. Όντας γέννημα του κεφαλαίου, η πιο προηγμένη ιατρική καθίσταται σε ανενεργή από το ίδιο το κεφάλαιο. Η αντίφαση δεν σταματάει να περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της: η προσπάθεια για την θεραπεία του Covid 19 προκαλεί την αναβολή ιατρικών εξετάσεων και θεραπειών για εκατομμύρια ασθενείς (μεταξύ των οποίων και καρκινοπαθείς), ωθώντας πολλούς από αυτούς στο θάνατο.
Μπροστά σ’ έναν τέτοιο κυκεώνα προβλημάτων, είναι αδύνατη η επίλυση μερικών από αυτών δίχως την επιδείνωση κάποιων άλλων ενώ κάθε υποτιθέμενη “λύση” είναι αναπόφευκτα κυνική και ριψοκίνδυνη. Τη στιγμή που οι συνωμοσιολόγοι επιλύουν το πρόβλημα αρνούμενοι την ύπαρξη της επιδημίας, η κυβέρνηση το “αντιμετωπίζει” με τον μόνο τρόπο που ξέρει και εμπιστεύεται, δηλαδή με την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας και την καταπάτηση των ατομικών ελευθεριών.
Κοιτώντας προσεκτικά, πρόκειται για δυο υποθετικές και συμπληρωματικές διαδικασίες για την απώθηση ενός άλυτου ζητήματος, το οποίο συναποτελείται από διαστάσεις που απλούστατα δεν μπορούν να διασυνδεθούν. Στη Νάπολη άναψε η σπίθα που έβαλε φωτιά στις πλατείες ολόκληρης σχεδόν της Ιταλίας. Αυτό συνέβη επειδή από αυτήν την εξέγερση απεγκλωβίστηκε μια απλή και γλαφυρή ευφυϊα που ταρακούνησε τόσο την παρανοϊκή ηλιθιότητα των συνωμοσιολόγων όσο και την αστυνομική ανοησία της κυβέρνησης: ο μοναδικός τρόπος για την εκκίνηση της αντιμετώπισης αυτής της εξελισσόμενης αντίθεσης που ονομάζεται καπιταλισμός δεν βρίσκεται στην απόπειρα της επίλυσης της (μέσω της απόσπασης ή της συγκράτησης της) αλλά στην απόπειρα επιδείνωσης της: δηλώνοντας καθαρά και ξάστερα ότι δεν είμαστε όλοι μέσα στην ίδια βάρκα και πως κάποια συμφέροντα δεν μπορούν να συνυπάρξουν μαζί με κάποια άλλα. Αν αυτές τις ημέρες στις πλατείες της Νάπολης βρέθηκαν τουλάχιστον δυο κομμάτια (από τη μια πλευρά οι μαγαζάτορες που θέλανε ειρηνικές διαδηλώσεις και από την άλλη το υποπρολεταριάτο που συγκρούστηκε με την αστυνομία), η υγιής ωμότητα του εσύ μας κλείνεις, εσύ θα μας πληρώσεις αποτέλεσε το πρώτο ρήγμα που άμεσα ενεργοποίησε και άλλα. Η εύρεση λύσεων αφορά τους ανθρώπους των μεγάρων, εμείς θέλουμε να ζήσουμε. Μια επιλογή πλευράς ενάντια στη ρητορική της “συλλογικής ευθύνης” που καταδεικνύει το μοναδική διαδρομή που μπορεί να διανυθεί: εκείνη της ταξικής πάλης.