Salvatore Ricciardi. Πάντα Παρών στις Καρδιές και τους Αγώνες μας!

Πολλοί νόμισαν ότι αφού χάθηκε αυτή η μάχη, είχε τελειώσει και ο αγώνας, μπερδεύοντας δυο πράγματα, γιατί η μάχη μπορεί να χαθεί, αλλά ο αγώνας δεν τελειώνει…

Salvatore Ricciardi

Xθες Πέμπτη 9 Απρίλη 2020, έφυγε από τη ζωή -έπειτα από ένα μήνα νοσηλείας- στη γενέτειρα του Ρώμη, ένας ξεχωριστός προλετάριος, ένας σεμνός κομμουνιστής, ένας παντοτινός αντάρτης: ο Σαλβατόρε Ριτσιάρντι.

Στη Μνήμη μας θα παραμείνουν βαθιά χαραγμένα το πλατύ χαμόγελο και η έμφυτη ανθρωπιά, η διαλεκτική αναλυτικότητα της σκέψης και η ανυποχώρητη αγωνιστικότητα του, γνωρίσματα που τον χαρακτήρισαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πολυκύμαντης ζωής του.

Εκφράζουμε τα ειλικρινή συλλυπητήρια μας στην οικογένεια του και τα οικεία του πρόσωπα. Ενώνουμε τη φωνή μας μ’ εκείνες των συντρόφων και συντροφισσών στη Ρώμη και σ’ όλη την Ιταλία -όπου μέσα στην υπάρχουσα δυστοπική συνθήκη της πανδημίας και της κατάστασης έκτακτης ανάγκης- υψώνουν τις γροθιές τους για να χαιρετήσουν –όπως του πρέπειέναν αγωνιστή, ο οποίος απέδειξε έμπρακτα και ακατάπαυστα ότι “η επανάσταση είναι ένα λουλούδι που δεν πεθαίνει ποτέ”

Ακολουθούν δυο αποσπάσματα από την έκδοση με τη μεταφρασμένη απομαγνητοφώνηση δυο εκπομπών (που μεταδόθηκαν από το διαδικτυακό αντιεξουσιαστικό ραδιόφωνο Radiocane του Μιλάνου τον Ιούνη του 2014), η οποία τυπώθηκε στην Αθήνα από την τυπογραφική κολεκτίβα Rotta και κυκλοφόρησε από την Προλεταριακή Πρωτοβουλία τον Μάρτη του 2015 με τίτλοΤι σήμαινε να είσαι 20 χρονών το 1960… Με το άλφα μικρό. Μια ζωή για την προλεταριακή αυτονομία”.

**

Ο Σαλβατόρε Ριτσιάρντι γεννήθηκε το 1940 στη Ρώμη. Μετά από τεχνικές σπουδές και παράλληλη δουλειά στην οικοδομή, το ’62 θ’ αρχίσει να εργάζεται ως τεχνικός στους σιδηροδρόμους. Θα δραστηριοποιηθεί συνδικαλιστικά στη Γενική Συνομοσπονδία Ιταλών Εργαζομένων [Cgil] και πολιτικά στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας [Psup]). Θα συμμετάσχει ενεργά στους φοιτητικούς και τους εργατικούς αγώνες που θα ξεσπάσουν το 1968 και το ’69. Στα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν θα πρωταγωνιστήσει στην οικοδόμηση της αυτοοργάνωσης που αρχίζει να κερδίζει έδαφος τόσο στο σιδηροδρομικό κλάδο όσο και σ’ άλλους εργοστασιακούς χώρους. Μετά την πολύχρονη δραστηριοποίησή του στο χώρο της εργατικής αυτονομίας, το 1977 θα στρατευθεί στις Κόκκινες Ταξιαρχίες, στη ρωμαϊκή Φάλαγγά τους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την “επιχείρηση Μόρο”. Θα συλληφθεί τον Μάρτη του 1980 και στα τέλη της ίδιας χρονιάς μαζί με συντρόφους του και άλλους συγκρατούμενούς του, θα οργανώσουν την εξέγερση στην ειδική φυλακή του Τράνι. Θα καταδικαστεί σε ισόβια και από το 1996 θα τεθεί σε καθεστώς “ημι-ελευθερίας”. Μετά από τριάντα χρόνια εγκλεισμού και ομηρίας, από τα τέλη του 2011 ζει ελεύθερος χωρίς περιοριστικούς όρους. Παραμένει ενεργός στο αντικαπιταλιστικό-ανταγωνιστικό κίνημα και εδώ και πολλά χρόνια συμμετέχει στο ιστορικό κινηματικό ραδιόφωνο της Ρώμης Radio Onda Rossa [Ράδιο Κόκκινο Κύμα].

**

Φώτο: Νυόρο (Σαρδηνία) 1981, στην ειδική φυλακή της οδού Badu ‘e Carros (μια από τις σκληρότερες, όμως ο συσχετισμός δυνάμεων επέτρεψε αυτή την εσωτερική φωτογράφηση στο προαύλιο. Όμως δεν κράτησε πολύ).

Πηγή: το blog Contromaelstrom που είχε δημιουργήσει και διατηρούσε ο Salvatore.

**

Το 2012 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Derive Approdi το βιβλίο του Maelstrom. Στιγμιότυπα ταξικής εξέγερσης και αυτοοργάνωσης στην Ιταλία (1960-1980), από το οποίο και ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα:

Το κίνημα στο οποίο συμμετείχα και για το οποίο μιλάμε τώρα ήταν ένα φουσκωμένο ποτάμι αρκετά συμπαγές, αν και κολυμπούσαν μέσα του πάρα πολλά ψάρια με διαφορετικά χρώματα, διαφορετικές ιδέες και πρακτικές, συχνά εναντιωματικά μεταξύ τους. Η διαδρομή αυτού του ποταμιού στόχευε στη ριζική αλλαγή του υπάρχοντος, στην αποκαθήλωση του καπιταλιστικού συστήματος και του Κράτους του, στην οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας που έπρεπε να εφευρεθεί, βασισμένη όμως στην άμεση δημοκρατία του προλεταριάτου. Ονομάζαμε αυτή τη διαδρομή “κομμουνισμό”. Μια επαρκής προοπτική για να συνεχίσουμε να κολυμπάμε όλοι και όλες μέσα στο ίδιο ποτάμι και προς την ίδια κατεύθυνση. Και οι ένοπλες οργανώσεις δεν ήταν άλλο από χώροι αυτού του ίδιου του ποταμιού. Δεν υπήρξε, ούτε θα μπορούσε να υπάρξει, ούτε “κεντρική δομή” ούτε “ένας και μοναδικός εγκέφαλος”. Ήμασταν όλοι σκεπτόμενα μυαλά, γι’ αυτό και παράγαμε πάρα πολλά όμορφα και ανατρεπτικά πράγματα […]. Το κίνημά μας διέρρηξε κάθε δεσμό με τον εθνικισμό, ο οποίος είχε μολύνει το εργατικό κίνημα τον εικοστό αιώνα. Το βλέμμα μας αποστρεφόταν κάθε σύνορο, σηκωνόμασταν στις μύτες των ποδιών μας για να κοιτάξουμε όλο και πιο μακρυά. Την προσοχή μας τραβούσε κάθε ρήξη στο διεθνές επίπεδο, το οποίο βλέπαμε μ’ αντίστοιχο ενδιαφέρον μ’ εκείνο για την κάθε ρήξη της καπιταλιστικής τάξης στο εσωτερικό. Ήμασταν πεπεισμένοι ότι το σφιχταγκάλιασμα ανάμεσα στον κομμουνισμό και τον εθνικισμό ήταν ένα είδος εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας, όπως και κάθε άλλη βασισμένη στην ταυτότητα παλινόρθωση. Αυτό το έγκλημα εμπόδισε κάθε πραγματική σχέση ανάμεσα στο κλασικό εργατικό κίνημα και το δικό μας κίνημα. Ήμασταν πιο κοντά στον “αρχικό” κομμουνισμό, τον ανταγωνιστικό και διεθνιστικό, και όχι στον εθνικό-πατριωτικό του εικοστού αιώνα. Δίναμε περισσότερη σημασία στο διεθνές πλαίσιο και τις μεταβολές του απ’ ό,τι στις εσωτερικές πολιτικές αλχημείες του “παλατιού”. Θεωρούσαμε τους εαυτούς μας κομμάτι μιας διεθνούς σύγκρουσης, αν και όντας στενά δεμένοι με τις πραγματικότητες, τις εδαφικοποιημένες κι εκείνες στους χώρους δουλειάς […]. Οι μνήμες φυσικό είναι να βαραίνουν το φορτίο του παρελθόντος, να αφήνονται πίσω, να μη σου ανήκουν πια. Όχι. Τα γεγονότα αυτών των σελίδων, οι επιλογές εκείνου του κομματιού της γενιάς μου, τουλάχιστον όσο μ’ αφορά προσωπικά, δεν είναι βαλμένες στο σακούλι του παρελθόντος. Ζω μαζί τους. Είναι το παρόν, για εμένα. Δεν κάνω τα πράγματα που έκανα τότε, αλλά δεν τα πέταξα και μακριά μου με απέχθεια, απογοήτευση και τύψεις. Με συντροφεύουν, με βοηθάνε στη δύσκολη φουσκοθαλασσιά των καιρών που ζούμε. Λένε μερικοί: να κλείσεις πίσω σου για να πας παραπέρα. Θα μπορούσε να γίνει και αυτό, αλλά θα ήταν απαραίτητη πρώτα μια ανοιχτή και ευρεία συζήτηση, χωρίς διαστρεβλώσεις και προκαταλήψεις, που αποτελούν και το καθημερινό ψωμί αυτής της χώρας […].

Προλεταριακή Πρωτοβουλία

Αθήνα, 10 Απρίλη 2020

Νέα κυκλοφορία από τις εκδόσεις RED n’ NOIR: Γιάννης Βλάσσης: Νοέμβρης 1973. Χρονολόγιο – Ανεπίδοτη Επιστολή.

Γιάννης Βλάσσης

Νοέμβρης 1973. Χρονολόγιο – Ανεπίδοτη Επιστολή.

Εκδόσεις RED n’ NOIR. Αθήνα, 2019.

[..]Η μόνη σκέψη που έκανα ήταν να προφυλαχτώ πίσω από τα σταματημένα αυτοκίνητα. Γύριζα πάνω κάτω σαν δαιμονισμένος με όλες τις αισθήσεις σε εγρήγορση, για ν’ αποκρυσταλλώσω μια σωστή και αντικειμενική εικόνα για το τι επικρατούσε μέσα σ’ αυτό το τρελό παιχνίδι της φωτιάς και του αγωνιστικού πάθους που κυριαρχούσε στους γύρω μου. Δεν μπορώ, μα την αλήθεια, δεν μπορώ να περιγράψω αυτό ακριβώς που έζησα και δεν μπορώ να δώσω μια αντικειμενική εξήγηση των αισθημάτων που βίωσα εκείνο το βράδυ[…]

(από το οπισθόφυλλο της έκδοσης)

ΙΙΙ
Το ιερατείο σε σύσκεψη μέσα σε καπνούς και με καφέδες.
Έρευνες που οδηγούνε σε άδεια βαγόνια.
Σελίδες ανάποδα γραμμένες.
Μηχανή χαλασμένη οι μυστικές υπηρεσίες.
Στόματα ερμητικά κλειστά.
Ο άνεμος σκορπά κίτρινα φύλλα.
Το ιερατείο έδωσε την κρίση του.
Ξανά το έργο από την αρχή.
Να τον πάνε πάλι στην ταράτσα.
Αυτός ημίγυμνος με πρησμένα πόδια.
Μπροστά τους στέκει ολόσωμος.
Το αντιφέγγισμά του εικόνα που τρομάζει.
«Δεν έχω τίποτα να πω. Όλος ο κόσμος δικός μου. Ελάτε, ελάτε να μετρηθούμε πάλι.»
Σηκώνει η θάλασσα βοριά τους βράχους μαστιγώνει.
Κυνηγάνθρωποι πίνουνε το αλκοόλ
τα χέρια τους ματώνουν μες στον περίγελό τους.
Το πληγωμένο σώμα του ζυμώνεται με τη συνείδησή του.

(από το ποιητικό παράρτημα της έκδοσης).

Νέα κυκλοφορία από τις εκδόσεις RED n’ NOIR: Marco Capoccetti Boccia: Οδομαχίες. Αυτόνομοι χωρίς Αυτονομία.

Marco Capoccetti Boccia

Οδομαχίες, Αυτόνομοι χωρίς Αυτονομία.

εκδόσεις RED n’ NOIR, Αθήνα 2019.

Στους αυτόνομους του χθες, του σήμερα, του αύριο… Ξεχασμένες ιστορίες από τους δρόμους των αυτόνομων της δεκαετίας του ‘90. Ιστορίες με ξύλο και φόβους, με οργή και απραγματοποίητα όνειρα. Άβολες ιστορίες. Ιστορίες που αποφάσισα να διηγηθώ, με το βλέμμα των οργισμένων, με το βλέμμα των αυτόνομων, στους οποίους νιώθω ακόμα ότι ανήκω χωρίς ν’ απαρνηθώ τίποτα, χωρίς να μετανοήσω για τίποτα. Ιστορίες ηττημένων.

Στην αυγή της δεκαετίας του ‘90 μιλάμε ακόμα για επανάσταση.

Χωρίς να νοιώθουμε γελοίοι.

Σημείωμα του συγγραφέα για την ελληνική έκδοση.

Όταν μια φίλη, αναρχική συντρόφισσα από τη Ρώμη, μου είπε ότι ένας σύντροφος από την Ελλάδα θέλει να μεταφράσει τις “Οδομαχίες” μου, έμεινα αρκετά έκπληκτος.
Χαμογέλασα. Γιατί άραγε να μεταφραστεί ένα τέτοιο βιβλίο;

Η έκδοση δεν είχε πάει και πολύ καλά και αν και αποτέλεσε τη συνέχεια ενός άλλου βιβλίου μου, του “Μην ξεχάσεις την οργή”, δεν έτυχε της ίδιας αποδοχής. Αυτά είναι πράγματα που συμβαίνουν στα βιβλία.

Η φίλη μού είπε ότι ο σύντροφος είχε ζήσει για πολλά χρόνια στη Ρώμη, ότι εξ όψεως γνωριζόμασταν, ότι είχαμε συναντηθεί σε πάρα πολλές πορείες και συνελεύσεις και ότι θα χαιρόταν πολύ να μεταφράσει ελευθεριακά το διήγημά μου στην ελληνική γλώσσα.

Φυσικά και είπα ναι. Με μια προϋπόθεση: τα όποια ενδεχόμενα έσοδα της έκδοσης να διατεθούν για την υποστήριξη εκείνων που βρίσκονται στη φυλακή ή αντιμετωπίζουν τη δικαστική καταστολή. Στην ίδια γραμμή με την αλληλεγγύη -εκτός από την οργή- που διηγείται αυτό το βιβλίο.

Σ’ αυτόν το σύντροφο, λοιπόν, εκφράζω τις ευχαριστίες μου για όλη την υπομονή και την αφοσίωση που έδειξε.

Ένα βιβλίο ονείρων όπου κραυγάζαμε: Ερχόμαστε! Ερχόμαστε!
Ήμασταν εικοσάχρονοι ή λίγο παραπάνω.
Το ονειρευτήκαμε για χρόνια. Να φτάσουμε.

Κάποιοι, εδώ στην Ιταλία, το ονειρεύονται ακόμα. Να φτάσουν.
Ίσως το ίδιο να ισχύει και στην Ελλάδα.

Εδώ στη Ρώμη, διαβάσαμε και ακούσαμε -συχνά πυκνά με υγιή ζήλια- για τις συγκρουσιακές χειρονομίες μέχρι και για τις εξεγερσιακές απόπειρες στην Αθήνα και όλη την Ελλάδα, που εμείς εδώ δεν καταφέρναμε όχι μόνο να πραγματώσουμε, αλλά ούτε καν να φανταστούμε.

Ακόμα και σήμερα στα οδοφράγματα, στην Αθήνα, σ’ όλη την Ελλάδα, σε κάθε γωνία του κόσμου, ένα σωρό κόσμος συνεχίζει να μην περιμένει να τυλιχτεί η νύχτα από το φόβο και τον τρόμο.
Ανταπαντάει σε κάθε χτύπημα. Οργανώνεται. Αντιστέκεται. Ακόμα και άστοχα, αντιστέκεται.

Το θέμα για όποιον αγαπάει τη νύχτα αλλά και για εκείνον που τη φοβάται ή ακόμα και τη μισεί, δεν είναι ν’ αντισταθεί στη νύχτα. Το θέμα είναι να ζήσει τη νύχτα.

Καλή τύχη σε όποιον και όποια αντιστέκεται.
Καλή τύχη σε όποιον και όποια θα αντισταθεί.

 

                                                                                                        Marco Capoccetti Boccia
Ρώμη, Πρωτομαγιά 2019

Σημείωμα του μεταφραστή

Ήταν Νοέμβρης του 2016, κατά τη διάρκεια ενός ολιγοήμερου ταξιδιού -έπειτα από αρκετά χρόνια- στην αιώνια ανοχύρωτη πόλη. Ένα βράδυ, μαζί με την συντρόφισσά μου Δ., σε μια συλλογική κουζίνα αλληλεγγύης στο κατειλημμένο αυτοδιαχειριζόμενο κοινωνικό κέντρο Ex Snia στην οδό Prenestina, στην ανατολική Ρώμη.

Εκεί, έτυχε να πέσει στα χέρια μου το βιβλίο με τις διηγήσεις από τις Οδομαχίες του Marco. To διάβασα σχεδόν μονορούφι, ξενυχτώντας για να το ολοκληρώσω. Όταν το τέλειωσα, ήμουν σίγουρος ότι για χάρη του, αργά ή γρήγορα, άξιζε να μπω στο γλυκό κόπο της μετάφρασης. Έτσι κι έγινε. Οι λόγοι πολλοί και διάφοροι, οι περισσότεροι δεν είναι της παρούσης.

Αν κάτι αξίζει να ειπωθεί, αυτή είναι η επιβεβαίωση του γεγονότος πως οι σελίδες που ιστορούν τόπους και χρόνους , καταστάσεις και γεγονότα άγρια και οικεία, είναι αυτές που συχνά πυκνά παρακινούν, εμπλέκουν και κινητοποιούν, αν μη τι άλλο σε συναισθηματικά δημιουργικό επίπεδο. Κάπως έτσι προέκυψε η μετάφραση γι’ αυτές τις 11 ιστορίες σύγκρουσης και αγώνα.

11 ιστορίες, μέσα στις οποίες μπορούν να γίνουν διακριτές και αναγνωρίσιμες οι όποιες θετικές ή αρνητικές, ορατές ή παρακινδυνευμένες αναλογίες, συγκρίσεις και διαφορές με την αθηναϊκή (και ευρύτερα ελλαδική) κινηματική -αλλά εντέλει και την ευρύτερη ταξική και κοινωνική- πραγματικότητα του χθες, αλλά και του σήμερα.

Η μπερλουσκονική και η κεντροαριστερή εποχή που περιγράφει με βιωμένη φόρτιση ο σύντροφος, μια εποχή βαθιά σημαδεμένη -σε πολιτικό και κινηματικό, υποκειμενικό και συλλογικό επίπεδο- από την ήττα του “ιταλικού Μάη που κράτησε για πάνω από δέκα χρόνια”, μαζί με τις μορφές πάλης, τις επιλογές και τα προτάγματα εκείνων των λίγων “βίαιων, βρώμικων και κακών” που μέσα σε συνθήκες κοινωνικής συναίνεσης και κινηματικής εξημέρωσης, συνέχισαν να “ονομάζονται αυτόνομοι και να μιλάνε για επανάσταση χωρίς να νιώθουν γελοίοι”, αφήνονται ανοιχτά για τις εκτιμήσεις και τις κρίσεις του αναγνώστη και της αναγνώστριας. Ελπίζοντας ότι οι όποιες ενστάσεις και αντιρρήσεις θα είναι και στοιχειωδώς καλοπροαίρετες….

Η παρούσα μετάφραση δεν θα μπορούσε παρά να αφιερωθεί στη συντροφιά της οδού dei Mille στο Termini (ξέρουν αυτοί…), αλλά και σ’ εκείνες από San Lorenzo, Garbatella, Ostia, Torre Maura, Pigneto, Marranella-Torpignattara.., σε όλους τους συνταξιδιώτες και τις συνταξιδιώτισσες μέσα σ’ εκείνο το κατειλημμένο τραίνο “εκείνη τη φορά που γυρνούσαμε από τη Φλωρεντία. Όταν βρήκαμε άπειρους μπάτσους να μας περιμένουν στο σταθμό Roma Tiburtina”, σε όλους τους συντρόφους και τις συντρόφισσες στη ρωμαϊκή μητρόπολη που είχαμε την τύχη να μοιραστούμε “νιότη και φιλία, χαρά και οργή, δρόμο και αγώνα που είναι ο μόνος δρόμος για μια ζωή που αξίζει να βιωθεί”.

Σ’ εκείνους κι εκείνες που ήταν, είναι και θα είναι.

Σ’ εκείνους κι εκείνες που παρ’ όλα αυτά θα έρθουν…

Καλή ανάγνωση.

Λ.Β.
Αθήνα, Μάης 2019

 

 

Νέα κυκλοφορία από τις εκδόσεις Διάδοση: Massimo Recchioni. Τελευταίες φλόγες της Αντίστασης. Η ιστορία ενός μαχητή της Volante Rossa.

Νέα κυκλοφορία από τις εκδόσεις Διάδοση.

Massimo Recchioni. Τελευταίες φλόγες της Αντίστασης.

Η ιστορία ενός μαχητή της Volante Rossa

Βιβλιοπαρουσίαση την Τρίτη 18/12 στη Νομική στις 18.00, στα πλαίσια της συνάντησης εκδόσεων ανατρεπτικού περιεχομένου Μαύρες Κόκκινες Σελίδες 2018.

η παρούσα έκδοση αφιερώνεται στη Μνήμη του φίλου, συντρόφου και ιδρυτικού μέλους του κινηματικού εκδοτικού εγχειρήματος Los Solidarios, Χρήστου Πολίτη.

***

Σημείωμα του μεταφραστή

Η ιστορία δεν κάνει τίποτα, δεν κατέχει κάποιον πλούτο, δε διεξάγει μάχες. Ο άνθρωπος είναι αυτός, ο υπαρκτός ζων άνθρωπος, που πράττει, που κατέχει και μάχεται. Η ιστορία δεν αποτελεί ξεχωριστή ύπαρξη, η οποία χρησιμοποιεί τον άνθρωπο σαν μέσο για να επιτύχει τους δικούς της σκοπούς. Η ιστορία δεν αποτελεί παρά τη δράση του ανθρώπου που επιδιώκει τους σκοπούς του.

Καρλ Μαρξ -Φρίντριχ Ένγκελς, Η Αγία Οικογένεια

Οι σελίδες που ακολουθούν αποτελούν τη βιογραφική διήγηση ενός ιταλού κομμουνιστή, του Paolo Finardi και περιλαμβάνουν τους σημαντικότερους σταθμούς μιας αγωνιστικής διαδρομής, μιας ζωής που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί -χωρίς υπερβολή- μυθιστορηματική.

Αναμνήσεις μιας πορείας που σημάδεψαν και σημαδεύτηκαν από τους αγώνες και τις αγωνίες, τα όνειρα και τις διαψεύσεις μιας εποχής που εν πολλοίς καθόρισαν ολόκληρη τη μεταπολεμική περίοδο. Ο πρωταγωνιστής αυτών των σελίδων είναι μια χαρακτηριστική -αλλά συνάμα και ιδιαίτερη- μορφή των χιλιάδων, των εκατομμυρίων ανδρών και γυναικών που στην Ιταλία, στην Ευρώπη και σ’ όλον τον κόσμο έγιναν κομμουνιστές από ένστικτο, δίχως να έχουν αποστηθίσει προηγουμένως το “Κεφάλαιο” και το “Κομμουνιστικό Μανιφέστο”. Άνδρες και γυναίκες που ρίχτηκαν με ανιδιοτέλεια στη μάχη για την οικοδόμηση ενός ελεύθερου κόσμου, ενός κόσμου δίχως εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και πλήρωσαν το τίμημα αυτής της αξιοπρεπούς επιλογής τους, στιγματισμένοι σαν “συμμορίτες και δολοφόνοι”, με διώξεις, βασανιστήρια, φυλακίσεις, εκτελέσεις, εξορίες και πολιτική προσφυγιά.

Γεννημένος από φτωχή αντιφασιστική οικογένεια κατά τη διάρκεια της φασιστικής δικτατορίας του Μουσολίνι, μεγαλωμένος μέσα σ’ αυτό το ανελεύθερο και καταπιεστικό καθεστώς, ο Finardi θα περάσει την εφηβεία του μέσα στη φρίκη του Πολέμου και από πολύ νεαρή ηλικία θα λάβει μέρος στην Αντίσταση και τον παρτιζάνικο Αγώνα. Η ενηλικίωση του συμπίπτει χρονικά με την πτώση του Φασισμού και το τέλος του Πολέμου, ένα τέλος πολυπόθητο, το οποίο όμως δεν έφερε την Επανάσταση που ποθούσαν οι χιλιάδες Παρτιζάνοι, τα εκατομμύρια της εργατικής Τάξης και των υπόλοιπων λαϊκών στρωμάτων.

Ο νεαρός Finardi μέσα από την ένταξη του στο PCI, στο Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα θα περάσει στις γραμμές της παράλληλης δομής του, της Οργάνωσης περιφρούρησης και αυτοάμυνας Volante Rossa – Martiri Partigiani (Κόκκινη Περίπολος – Παρτιζάνοι Μάρτυρες). Μιας Οργάνωσης που ήδη λίγο πριν το τέλος του Πολέμου και για τέσσερα περίπου χρόνια μετά την Απελευθέρωση της 25ης Απρίλη 1945 θα λειτουργήσει ως το “τιμωρό χέρι του λαού”, χτυπώντας φασίστες που η νεοσύστατη Ιταλική Δημοκρατία -με τις ευλογίες των “συμμάχων” και “προστατών” ΗΠΑ- είχε φροντίσει ν’ αφήσει ατιμώρητους για τα εγκλήματα τους.

Μιας Οργάνωσης, η δράση της οποίας θ’ αποτελέσει -μέσα στις δεκαετίες που θ’ ακολουθήσουν- αντικείμενο λασπολογίας και διαστρέβλωσης, κυρίως μέσα από το ρεύμα του αναθεωρητισμού, με ιδιαίτερη ένταση από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα και ως τις μέρες μας, τόσο από την αντιδρ-αστική όσο και από ένα κομμάτι της “προοδευτικής” ιστοριογραφίας της γειτονικής χώρας.

Το όνομα της Οργάνωσης Volante Rossa προερχόταν ως συνέχεια του ομώνυμου παρτιζάνικου σχηματισμού που έδρασε στην περιοχή της Οssola μέσα από τις γραμμές των Ταξιαρχίων Garibaldi, κατά τη διάρκεια της αντιφασιστικής-αντιναζιστικής Αντίστασης. Ως συνέχεια του Αγώνα που έπρεπε να προχωρήσει μπροστά, μέσα στις νέες πολιτικές συνθήκες. Η συγκεκριμένη ένταξη του και η δράση που θ’ αναπτύξει στην πόλη του Μιλάνου μέσα από τις γραμμές της Οργάνωσης, θα έχει ως συνέπεια τη δίωξη του από το μεταπολεμικό χριστιανοδημοκρατικό καθεστώς, τη φυγή του -με τη βοήθεια του Κόμματος- από την Ιταλία, την ερήμην καταδίκη του σε ισόβια και την πολιτική προσφυγιά. Συνθήκες και γεγονότα που θα σημαδέψουν ανεξίτηλα την πολυτάραχη ζωή του.

Ο πρόλογος του ιστορικού Cesare Bermani -ενός από τους πλέον οξυδερκείς μελετητές της ιστορίας της Ιταλικής Αντίστασης κι ενός από τους πρώτους που ανέδειξαν μέσα από το έργο τους την αξία της προφορικής ιστορίας- που περιλαμβάνεται στην έκδοση, φαντάζει ως ιδιαίτερα διαφωτιστικός και χρήσιμος, ιδιαίτερα για τον αναγνώστη που δεν διαθέτει πολλές γνώσεις για τη σύγχρονη ιστορία της Ιταλίας: φωτίζει γεγονότα, αναδεικνύει τις πολιτικές-κοινωνικές συνθήκες της εποχής, παρουσιάζει με νηφαλιότητα το πυρακτωμένο περιβάλλον μέσα στο οποίο έδρασε η Volante Rossa, γκρεμίζει πολλές από τις κοινοτοπίες και τους μύθους που ευδοκίμησαν στις δεκαετίες που ακολούθησαν, τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά.

Με λίγα λόγια καθιστά πιο κατανοητή τη βιογραφία του Finardi. Μεταξύ άλλων γράφει: “αυτές οι αναμνήσεις του Finardi, σε σύγκριση μ’ εκείνες των υπολοίπων που αναφέρονται μόνο στα μεταπολεμικά χρόνια, έχει το πλεονέκτημα ότι θέτει τη στράτευση του στη Volante Rossa, μόνο σαν μια στιγμή στη μακρά ζωή του ως στρατευμένος κομμουνιστής, ως μια αποφασιστική στιγμή, αφού καθόρισε τη συνολική διαδρομή του”.

Πράγματι. Ολόκληρη η διήγηση του Finardi διατρέχεται απ’ αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Πρόκειται για την εξιστόρηση μιας ολόκληρης ζωής, από τα πρώτα εφηβικά χρόνια της Αντίστασης, σ’ εκείνα της Volante Rossa κι έπειτα η πολιτική προσφυγιά και τα δύσκολα χρόνια στην Τσεχοσλοβακία, η αποστολή στην Κούβα “για τη διεθνιστική βοήθεια στην οικοδόμηση του Σοσιαλισμού”, η “Άνοιξη της Πράγας” με τα αίτια της και όσα ακολούθησαν, η απονομή χάριτος μετά από σχεδόν 30 χρόνια και η συνειδητή επιλογή του να μην επιστρέψει μόνιμα στη γενέτειρα του, το αργοπορημένο ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση και η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ με τους λόγους και τις συνέπειες της. Πρόκειται για την εξιστόρηση της ζωής ενός Ιταλού κομμουνιστή, ενός μέλους του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, του Κόμματος που απομακρυνόμενο σταδιακά από τον “τριτοδιεθνισμό της Μόσχας”, θα εξελιχθεί μεταπολεμικά στον βασικό εκφραστή του πολιτικού-ιδεολογικού ρεύματος που έμεινε ιστορικά γνωστό ως “ευρωκομμουνισμός”.

Ενός κομμουνιστή που μένει “πιστός στη γραμμή” του Κόμματος του ακόμα κι όταν αμφιβάλει, ακόμα και με τα συμπεράσματα για τα οποία -λόγω της πολιτικής προσφυγιάς, στην οποία αναγκάστηκε να ζει- δεν είχε και δεν θα μπορούσε να έχει μια πλήρη υποκειμενική άποψη και θέση, όπως πχ για την “υπόθεση Μόρο” και συνολικότερα για το προλεταριακό κύμα ένοπλης αμφισβήτησης που σηκώθηκε στη γειτονική χώρα κατά τη διάρκεια της ταραγμένης δεκαετίας του ‘70. Με μια και μοναδική κομματική απόφαση φαίνεται να διαφώνησε ανοιχτά ο Finardi, κάπου εκεί όταν ο βιολογικός κύκλος της ζωής του είχε αρχίσει να δύει, και αυτή δεν είναι άλλη από τη αυτοδιάλυση του PCI, του πάλαι ποτέ “μεγαλύτερου ΚΚ της Δύσης”.

Διαβάζοντας αυτές τις σελίδες, μπορεί κάποιος να εντοπίσει αναλύσεις, συμπεράσματα και θέσεις με τις οποίες να διαφωνήσει οριζοντίως και καθέτως, δεν μπορεί όμως ν’ αμφισβητήσει την ειλικρίνεια και την ανυστεροβουλία από τις οποίες προκύπτει η πολιτική-ιδεολογική συγκρότηση του συγκεκριμένου αγωνιστή.

Λίγα χρόνια πριν φύγει από τη ζωή πλήρης ημερών, στο Brno της Σλοβακίας στις 15 Ιούλη 2014, φρόντισε ν’ αφήσει παρακαταθήκη τη προφορική μαρτυρία που δημοσιεύουμε στα ελληνικά στην παρούσα έκδοση καθώς και μια βιντεοσκοπημένη συνέντευξη του. Ανάμεσα στ’ άλλα που ανέφερε σ’ εκείνο το οπτικοακουστικό υλικό, με πλήρη πολιτική διαύγεια και ήσυχη συνείδηση έλεγε με βουρκωμένα μάτια πως “κάναμε αυτό που έπρεπε”.

Στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, εν μέσω της ιμπεριαλιστικής επιδρομής της Νέας Παγκόσμιας Τάξης της Pax Americana, στο κατώφλι του “τέλους της Ιστορίας” όπως κανοναρχούσαν οι νεοφιλελεύθεροι θεωρητικοί του ευρωατλαντικού “Ελεύθερου Κόσμου” και πάνω στα συντρίμμια του τείχους του Βερολίνου, ο Παναγιώτης Κονδύλης στο έργο του Πλανητική πολιτική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, προσπαθώντας ν’ απαντήσει στο ερώτημα Τι ήταν ο κομμουνισμός; κατέληγε:

“Κάθε φορά πεθαίνει μια μεμονωμένη ουτοπία, όχι η Ουτοπία. Και σβήνουν μέσα στον χρόνο μεμονωμένες αγριότητες και εγκλήματα, όχι η αγριότητα και το έγκλημα.
Οι κομμουνιστές ήσαν οι τελευταίοι που ενσάρκωσαν και τις δύο αυτές πλευρές του ανθρώπινου παράδοξου σε στενότατη συνάφεια μεταξύ τους. Ως υπέρμαχοι μιας ανθρωπιστικής ουτοπίας και ως εκτελεστές στυγνής τρομοκρατίας σφράγισαν όσο κανένα άλλο κίνημα το μεγαλείο και την τραγικότητα της εποχής τους. Υπήρξαν ταυτόχρονα ονειροπόλοι και πολιτικοί διψασμένοι για ισχύ, desperados και στρατηγικά πνεύματα, δημεγέρτες και μυστικοί πράκτορες, σταυροφόροι και τεχνοκράτες, αιρετικοί και ιεροεξεταστές, θύματα και δήμιοι. Η παγκόσμια ιστορία δεν θα λησμονήσει εύκολα τους ασυνήθιστους αυτούς ανθρώπους, που τόσο βίαια εισέβαλαν στον 20ο αιώνα”.

Κλείνοντας αυτό το σύντομο εισαγωγικό σημείωμα δεν μπορούμε παρά να συνηγορήσουμε ότι ο Paolo Finardi ήταν ένας από “τους ασυνήθιστους αυτούς ανθρώπους”, ένας κομμουνιστής του 20ου αιώνα. Ελπίζουμε οι σελίδες που ακολουθούν να φανούν διδακτικές και χρήσιμες, για όσους και όσες, σε κάθε καιρό και κάθε τόπο, συνεχίζουν ν’ αντιστέκονται και ν’ αγωνίζονται για να γίνει και πάλι η Ουτοπία, ο κινητής της ιστορίας.

Λ.Β

Αθήνα, Αύγουστος 2018.

 

Ενημέρωση-Hχητικό-Εισήγηση της Εκδήλωσης για την επαναστατική προοπτική (1/2) με τον σύντροφο Μ.Φερράρι

Με τη παρουσία εκατοντάδων συντρόφων και συντροφισσών πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 1 Φλεβάρη, στο κτίριο Γκίνη του Πολυτεχνείου, η εκδήλωση “Καπιταλιστική Κρίση-Πόλεμος-Καθεστώς Έκτακτης Ανάγκης. Πολιτική Συγκρότηση-Ταξική Οργάνωση-Επαναστατική Προοπτική. Aπό το Χθες στο Σήμερα”, με τη συμμετοχή του συντρόφου Μαουρίτσιο Φερράρι, μέλος του “ιδρυτικού πυρήνα” των Ερυθρών Ταξιαρχιών και πρώην πολιτικoύ κρατούμενου για 30 χρόνια στις ιταλικές φυλακές. Η εκδήλωση συνδιοργανώθηκε από την Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών) και τις εκδόσεις ΜΟΛΟΤ με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου Η Επανάσταση δεν είναι ένα επίσημο γεύμα. Μια συζήτηση με τον Μαουρίτσιο Φερράρι”.

Για σχεδόν 3 ώρες, ο σύντροφος όρθιος, με αστείρευτη ενέργεια και πολιτική διαύγεια αναφέρθηκε αναλυτικά σε μια αγωνιστική διαδρομή μισού αιώνα και ανέτρεξε εμπεριστατωμένα στις ρίζες της κοινωνικής πόλωσης και της προλεταριακής ριζοσπαστικοποίησης, στις διάφορες μορφές της πολιτικής συγκρότησης και της εργατικής οργάνωσης, στην επιρροή που ασκήθηκε από το διεθνές πλαίσιο των αντιαποικιακών-αντιιμπεραλιστικών αγώνων, στην όσμωση και τους κοινούς αγώνες μέσα στις φυλακές πολιτικών και κοινωνικών κρατούμενων, στο πέρασμα από τη σύγκρουση στο πεδίο Εργασίας-Κεφαλαίου στο συνολικότερο πεδίο της επίθεσης στην καρδιά του Κράτους. Χωρίς να υπαναχωρεί ούτε στιγμή από την αξία του ένοπλου αγώνα και της μαχητικής δράσης, την διαλεκτική σχέση τους με τον διαχρονικά εξελισσόμενο ταξικό πόλεμο και την ευρύτερη αντικαπιταλιστική-αντιιμπεριαλιστική πάλη, εντόπισε το 1980 ως το σημείο καμπής και δεν φοβήθηκε να αρθρώσει την λέξη “ήττα” σημειώνοντας ότι “η ήττα δεν αφορούσε μόνο τις Ερυθρές Ταξιαρχίες αλλά ολόκληρη την εργατική Τάξη”, και ήρθε μέσα από την καπιταλιστική αναδιάρθρωση, τους νόμους “περί διαχωρισμού και μετάνοιας” και το μόνιμο καθεστώτος έκτακτης ανάγκης που φτάνει ως τις μέρες μας. Όντας ακόμα ενεργός στο κίνημα, αναφέρθηκε αναλυτικά σε αγώνες που εξελίσσονται στην Ιταλία τα τελευταία χρόνια (αγώνες μεταναστών εργατών στον κλάδο του logistics, για το δικαίωμα στη στέγη, ενάντια στον πόλεμο κα).

Με τα λόγια του αλλά και συνολικά με την ολιγοήμερη αγωνιστική παρουσία του εδώ στην Αθήνα, -με τη συμμετοχή του στην συγκέντρωση στο Εφετείο ενάντια στην έκδοση του αγωνιστή από την Τουρκία Mehmet Dogan και την μοτοπορεία Αλληλεγγύης στον αναρχικό σύντροφο Γρηγόρη Τσιρώνη στις 2/2 καθώς και στη διεθνιστική-αντιφασιστική πορεία στο κέντρο της Αθήνας στις 3/2- με τη σεμνότητα του –το χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε ατόφιου αγωνιστή- και την αλύγιστη πίστη του στην επαναστατική προοπτική, ο σύντροφος Μαουρίτσιο μας πρόσφερε πολύτιμα πολιτικά διδάγματα και μαθήματα ζωής. Και όπως έγραψε κι ένας σύντροφος: Τέτοιοι άνθρωποι μόνο δύναμη κ ελπίδα μπορούν να δώσουν σε μας…

Σ’ ευχαριστούμε Σύντροφε!

ΥΓ: Τον Γενάρη του 2012, μετά την αποφυλάκιση του το 2004 έπειτα από 30 χρόνια εγκλεισμού, ο Μαουρίτσιο διώχθηκε -μαζί με άλλους 45 αγωνιστές και αγωνίστριες του κινήματος ΝΟ ΤAV- και προφυλακίστηκε, ενώ το Γενάρη του 2015 καταδικάστηκε -πρωτόδικα- από την ιταλική αστική δικαιοσύνη σε ποινή κάθειρξης 4 1/2 χρόνων, για τη συμμετοχή του -μαζί με χιλιάδες διαδηλωτές- στις μαζικές πολύωρες συγκρούσεις στις 27/6/11 και τις 3/7/11 με τις δυνάμεις καταστολής που φρουρούσαν το εργοτάξιο του Chiomonte στη Val di Susa της βόρειας Ιταλίας. Προσεχώς αναμένεται η εκδίκαση της υπόθεσης στο Εφετείο, όπου μια πιθανή επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης ενδέχεται να οδηγήσει και πάλι τον 73χρονο σύντροφο, πίσω στα κελιά των ιταλικών φυλακών.

Ακολουθεί το link του ηχητικού αρχείου και η εισήγηση της εκδήλωσης.

https://soundcloud.com/taksiki-antepithesi/mferrari

**

Η Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών) και οι εκδόσεις ΜΟΛΟΤ έχουν την χαρά να συνδιοργανώνουν την εκδήλωση “Καπιταλιστική Κρίση-Πόλεμος-Καθεστώς Έκτακτης Ανάγκης. Πολιτική Συγκρότηση-Ταξική Οργάνωση-Επαναστατική Προοπτική. Aπό το Χθες στο Σήμερα” φιλοξενώντας στην Αθήνα τον σύντροφο Μαουρίτσιο Φερράρι, μέλος του “ιδρυτικού πυρήνα” των Ερυθρών Ταξιαρχιών και πρώην πολιτικoύ κρατούμενου για 30 χρόνια στις ιταλικές φυλακές.

Η αποψινή εκδήλωση πραγματοποιείται με αφορμή την κυκλοφορία από τις εκδόσεις ΜΟΛΟΤ του βιβλίου Η Επανάσταση δεν είναι ένα επίσημο γεύμα”. Μια συζήτηση με τον Μαουρίτσιο Φερράρι και εντάσσεται στη συνολικότερη στόχευση μας για πολιτική αυτομόρφωση, ιδεολογική συγκρότηση, υπεράσπιση της επαναστατικής μνήμης.

Αποτελεί κατά κάποιο τρόπο τη συνέχεια του διημέρου εκδηλώσεων Χθες, Σήμερα, Αύριο… Η Επανάσταση λέει: Ήμουν, είμαι και θα είμαι! που είχε διοργανώσει τον περασμένο Ιούνη στην Αθήνα -στα πλαίσια ανάπτυξης των διεθνιστικών πολιτικών επαφών και σχέσεων- η Ταξική Αντεπίθεση, με τη συμμετοχή του συντρόφου Αntonio P. (πρώην πολιτικού κρατούμενου για τη δράση των Ερυθρών Ταξιαρχιών). Οι εισηγήσεις εκείνου του διημέρου είναι δημοσιευμένες στο espivblog της ΤΑ ενώ στο τελευταίο τεύχος της πολιτικής επιθεώρησης ΜΟΛΟΤ υπάρχει, εκτός από την εισήγηση της πρώτης ημέρας και μια συζήτηση με τον Αντόνιο και άλλους συντρόφους από την κατάληψη Panetteria του Μιλάνου, που είχαν βρεθεί τον προηγούμενο Ιούνη στην Αθήνα.

Έχουμε την χαρά λοιπόν να βρισκόμαστε απόψε εδώ φιλοξενώντας τον Μαουρίτσιο, έναν σύντροφο, η πολιτική ζωή και η αγωνιστική διαδρομή του οποίου, αποτελούν -χωρίς ίχνος υπερβολής- ένα ζωντανό κομμάτι επαναστατικής προλεταριακής ιστορίας, ή όπως με την σεμνότητα που διακρίνει κάθε ατόφιο αγωνιστή λέει ο ίδιος “μια ακόμα ιστορία από αυτή των πολλών χιλιάδων προλετάριων, που έκαναν εκείνη την περίοδο αυτές τις επιλογές”. Έναν σύντροφο που έμελλε να είναι από το 1974 ο πρώτος πολιτικός κρατούμενος των Ερυθρών Ταξιαρχιών και να μείνει στην ιστορία του διεθνούς επαναστατικού κινήματος ως ο ερυθροταξιαρχίτης που διάβασε την προκήρυξη στην πρώτη δίκη στο Τορίνο, την άνοιξη του 76.

Όσον αφορά αυτή καθαυτή την έκδοση, στο βιβλίο περιλαμβάνεται η απομαγνητοφωνημένη μετάφραση ηχογραφημένων συζητήσεων που έγιναν στην κατάληψη Panetteria από το καλοκαίρι ως το φθινόπωρο του 2016. 40 χρόνια μετά, απ’ όταν ο Μαουρίτσιο στο δικαστήριο του Τορίνου γινόταν η συλλογική φωνή των ΕΤ προς το προλεταριάτο και το επαναστατικό κίνημα.

Μια πλούσια διήγηση που πιάνει το νήμα από τα τέλη του ’60 και μετά, κι ιδιαίτερα από τον Μάη του ’68 κι έπειτα, απ’ όταν σηκώθηκε στη Δύση ο επαναστατικός ανεμοστρόβιλος που στην Ιταλία κράτησε για πάνω από 10 χρόνιακαι ειδικά μετά από το εργατικό “θερμό” φθινόπωρο του ’69, σημάδεψε ανεξίτηλα όλα τα πεδία της ταξικά διαιρεμένης κοινωνίας, αγγίζοντας και επηρεάζοντας το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων. Μια διήγηση που διατρέχει την ιδεολογική και υλική συνέχεια, την κόκκινη κλωστή που δένει τις ΕΤ με τους παρτιζάνους της προδομένης αντιφασιστικής Αντίστασης της δεκαετίας του ’40 και τους πρώτους αντάρτικους σχηματισμούς της δεκαετίας του 60, με τους GAP και τον Φελτρινέλι, με τη νέα εργαζόμενη βάρδια και την προλεταριακή νεολαία, αρχικά στα εργοστασιακά κάτεργα και τις λαϊκές συνοικίες του Μιλάνου και στη συνέχεια στον υπόλοιπο βορρά και τις άλλες ιταλικές μητροπόλεις. Αλλά και την έντονη επιρροή που θ’ ασκηθεί από το διεθνές πλαίσιο, από τους αντιαποικιακούς αγώνες, από τα “10, 100, 1000 Βιετνάμ”, από την ανάλυση και την δραστηριοποίηση της RAF που έφερνε, όπως και οι Weathermen στις ΗΠΑ, τον πόλεμο πίσω στις καπιταλιστικές-ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις καθώς και την καθοριστική επιρροή από τα γραπτά των Τουπαμάρος, του Μαριγκέλα, του Τσε, του Μάο.

Παράλληλα, το πείραμα “ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμόθα πνιγεί στο αίμα του λαού της Χιλής από την αμερικανοκίνητη στρατιωτική δικτατορία του Πινοσέτ, την πρώτη νεοφιλελεύθερη χούντα με τα εγχειρίδια της σχολής του Σικάγου, από τις πολλές που θα επιβάλει από τότε κι έπειτα ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός –μέσω και των “προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής” του ΔΝΤ- σε χώρες της καπιταλιστικής περιφέρειας, αποδεικνύοντας -για άλλη μια φορά στην πράξη- ότι η αστική Τάξη δεν πρόκειται ποτέ να παραδώσει αναίμακτα την Εξουσία της. Μέσα σ’ αυτή τη συνθήκη, τα πολιτικά συμπεράσματα γίνονταν υλικά και συμπυκνώνονταν στο πρόταγμα μάχης:

η πολιτική εξουσία έρχεται από την κάννη ενός τουφεκιού. Ποτέ ξανά χωρίς τουφέκι!

Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης μια συζήτηση μαζί του εστιασμένη στο σήμερα, καθώς και μια συνέντευξή του στον μακροβιότερο πολιτικό κρατούμενο των ελληνικών φυλακών Δημήτρη Κουφοντίνα, το καλοκαίρι του 2014, όταν ο Μαουρίτσιο είχε βρεθεί και πάλι εδώ στην Αθήνα, καλεσμένος-ομιλητής στην εκδήλωση αλληλεγγύης με θέμα «οι μάχες του χθες, οι προκλήσεις του σήμερα» ενώ ολοκληρώνεται με την μετάφραση ιστορικών κειμένων από την περίοδο 1974-81, των Ερυθρών Ταξιαρχιών και όχι μόνο, από μέσα κι έξω από τις φυλακές.

Ο Μαουρίτσιο στη διήγηση του διανύει από τις απαρχές τους, τις συνθήκες της ριζοσπαστικοποίησηςστα εργοστάσια, στις συνοικίες, στις φυλακές– τις μορφές της πολιτικής συγκρότησης, τους -μαζικούς και τους συνωμοτικούς- όρους της ταξικής οργάνωσης μέσα κι έξω από τους χώρους δουλειάς, την προέλαση και την ακμή, την οπισθοχώρηση και την πτώση της τελευταίας μαζικής και πολιτικά οργανωμένης επαναστατικής απόπειρας του προλεταριάτου στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα.

Τα στοιχεία που ακολουθούν είναι χαρακτηριστικά και καταγράφουν ανάγλυφα την ένταση και την έκταση αυτής της επαναστατικής απόπειρας, της οποίας οι Ερυθρές Ταξιαρχίες -μια από τις μαζικότερες και μακροβιότερες ένοπλες κομμουνιστικές οργανώσεις του δυτικοευρωπαϊκού Αντάρτικου- αποτέλεσαν αναπόσπαστο και καθοριστικό κομμάτι.

Από το 1969 και μέχρι το 1989 διώχθηκαν και φυλακίστηκαν, κατηγορούμενοι για γεγονότα σχετιζόμενα με την ένοπλη πάλη, 4.087 άνθρωποι. Τα μέλη των κομμουνιστικών και αναρχικών ένοπλων οργανώσεων που είτε δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια ένοπλων συμπλοκών, είτε εκτελέστηκαν εν ψυχρώ από τα κρατικά κατασταλτικά σώματα, είτε πέθαναν στις φυλακές ή την πολιτική εξορία ανέρχονται σε 68. Οι νεκροί κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων –δολοφονημένοι κυρίως από τις ειδικές δυνάμεις– υπολογίζονται ανάμεσα σε 40 και 50 ενώ άλλοι τόσοι είναι οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες που έχασαν τη ζωή τους από τα φασιστικά τάγματα εφόδου. Έπειτα, οι σφαγές του Κράτους μέσω της αδιάκριτης τοποθέτησης βομβών σε πλατείες, σιδηροδρομικούς σταθμούς και αμαξοστοιχίες προκάλεσαν το θάνατο σε τουλάχιστον 140 άτομα. Για κανέναν απ’ όλους αυτούς του νεκρούς, το αστικό Κράτος δεν ανέλαβε ποτέ καμία πολιτική ευθύνη επιλέγοντας να κινηθεί με βάση τη συσκότιση, τη διαστρέβλωση, τον αποπροσανατολισμό.

Από την άλλη πλευρά αντίθετα, η ένοπλη πάλη κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου αποτέλεσε την πηγή του θανάτου –είτε μέσω εκτελέσεων είτε λόγω ατυχημάτων– για 131 άτομα και γι’ όλες αυτές τις ενέργειες υπήρξε διεκδίκηση ή ανάληψη της πολιτικής ευθύνης. Και αυτό από μόνο του είναι ένα στοιχείο το οποίο μαρτυράει πολλά για την άβυσσο που χωρίζει την αγωνιστική-επαναστατική ηθική από την αστική-κρατική ηθικολογία περί του δήθεν “σεβασμού της υπέρτατης αξίας της ανθρώπινης ζωής” .

Λέει ο Μαουρίτσιο σε κάποιο σημείο της διήγησης του: θέλω να υπενθυμίσω εδώ πως εκείνη την περίοδο σε καμία περίπτωση οι ΕΤ δεν ήταν διαχωρισμένες από τις μάζες μιας και στην ουσία η οργάνωση απαρτιζόταν από εργάτες και όχι από κάποιου είδους διανοούμενους. Στην ουσία η οργάνωση σμιλεύτηκε από τις εμπειρίες μας μέσα στα εργοστάσια -εκεί μέσα επιλέξαμε να αγωνιστούμε και να γίνουμε ερυθροταξιαρχίτες, ήμασταν θα έλεγα τα προϊόντα της Τάξης μας. Και έπειτα διαπιστώνει: “Οι ΕΤ πέθαναν όταν έχασαν την επαφή με τα εργοστάσια”.

Αυτήν την αναντίρρητη ιστορική-πολιτική αλήθεια προσπαθεί να σκεπάσει η αστική-μηντιακή βιομηχανία παραγωγής “μυστηρίου” και συνωμοσιολογικού θεάματος περί “τηλεκατευθυνόμενων Ταξιαρχιών”, μια βιομηχανία παραπληροφόρησης και λάσπηςκυρίως γύρω από την επιχείρηση Μόρο- που συντηρεί στη γειτονική χώρα ως τις μέρες μας πολιτικές, ακαδημαϊκές, εκδοτικές και δημοσιογραφικές καριέρες.

Μια αλήθεια άβολη, καταδικασμένη στη λήθη, τόσο από την “προοδευτική” διανόηση που με περίσσια αστική υπεροψία, δεν μπορεί να πιστέψει ότι “οι εργάτες μπορούν να φτάσουν σε τέτοια επίπεδα πολιτικής συγκρότησης και επιχειρησιακής οργάνωσης χωρίς να έχουν καθοδηγητές-καθηγητές”, όσο και από τους φιλελελευθεριακούς κύκλους, που ερμηνεύουν κατά το δοκούν και ξορκίζουν τις ένοπλες επιλογές εκείνης της περιόδου, και ειδικότερα την ένοπλη πολιτική των ΕΤ, το πέρασμα από τη σύγκρουση στο πεδίο Εργασίας-Κεφαλαίου στο συνολικότερο πεδίο της επίθεσης στην καρδιά του Κράτους, ως κάτι το ξεκομμένο (φορεμένο από τα έξω και από τα πάνω) και εν τέλει καταστρεπτικό, για το εργατικό και το ευρύτερο ανταγωνιστικό-επαναστατικό κίνημα.

Μια διήγηση άβολη αυτή του Μαουρίτσιο, για την αστική Εξουσία και την ιστοριογραφία της, μια αλήθεια που μαρτυρά ότι τον πόλεμο τον είχε ήδη κηρύξει το ίδιο το αστικό Κράτος –που πολιτικά συμπυκνωνόταν στο κόμμα-καθεστώς της Χριστιανοδημοκρατίας, και οι ευρωαντλαντικοί σύμμαχοι και προστάτες του: με την αστυνομική βία που ήδη είχε αρχίσει ν’ αφήνει νεκρούς στους δρόμους απεργούς εργάτες, αντιφασίστες και άλλους αγωνιστές, με τη Στρατηγική της Έντασης, ή σωστότερα με τις στρατηγικές της έντασης, με τη νατοϊκή ομπρέλα των δικτύων Gladio και Stay Behind, με τις απόπειρες πραξικοπήματος στη μοναδική –εκείνη την περίοδο–, μαζί με τη Γαλλία, αστική-κοινοβουλευτική δημοκρατία της ευρωπαϊκής Μεσογείου, με τη χρησιμοποίηση και αξιοποίηση των φασιστών ως αυτουργούς στις σφαγές του Κράτους, από την βομβιστική επίθεση στην πλατεία Φοντάνα του Μιλάνου το Δεκέμβρη του ’69 κι έπειτα, με τη συμβολή και Ελλήνων φασιστών παρακρατικών της χούντας (σε μια περίοδο όπου το ιταλικό επαναστατικό κίνημα συμπαραστεκόταν έμπρακτα στις ελληνικές αντιδικτατορικές οργανώσεις και τα μέλη τους).

Σ‘ αυτήν την κήρυξη πολέμου –σ’ αντίθεση και ρήξη με τη γραμμή συναίνεσης και ενσωμάτωσης του ιταλικού ΚΚ, του μεγαλύτερου KK της δυτικής Ευρώπης και του ιστορικά συμβιβασμένου αυτοαποκαλούμενου ευρωκομμουνισμού (ιδεολογικό πρόγονο του οποίου αποτελεί και η εγχώρια μνημονιακή-νατοϊκή κυβερνώσα ευρωαριστερά του κεφαλαίου)– απ’ την άλλη πλευρά του οδοφράγματος, από το Δεκέμβρη του 69 και καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, χιλιάδες άντρες και γυναίκες του εργαζόμενου λαού και της προλεταριακής νεολαίας, απάντησαν και με τα όπλα, και αγωνίστηκαν –από τις γραμμές των ΕΤ και των υπόλοιπων ένοπλων οργανώσεων και αυτόνομων ομάδων του κινήματος- πιστεύοντας βαθιά ότι μπορούν να κάνουν στην Ιταλία, στην συνοριογραμμή της μεταπολεμικής πυρηνικής “ειρήνης”, σ’ ένα από τα ευρωατλαντικά φυλάκια της Μεσογείου, σ‘ ένα από τα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά κέντρα, εν μέσω “ψυχρού πολέμου”, την κομμουνιστική Επανάσταση. Σε μια ιστορική περίοδο που θα μπορούσε να ειπωθεί ότι οι πάνω δεν μπορούσαν να κυβερνήσουν όπως πριν και οι κάτω δεν ήθελαν πλέον να κυβερνηθούν. Σε μια περίοδο με την εργατική Τάξη, με τους αόρατους και της γης τους κολασμένους στο προσκήνιο, με το ανταγωνιστικό-επαναστατικό κίνημα σε ανάπτυξη.

Το 1980 θα χαρακτηριστεί ως η χρονιά της καμπής, η χρονιά που σηματοδοτεί την οπισθοχώρηση, την ήττα για το επαναστατικό κίνημα, αλλά και την εργατική Τάξη συνολικά. Μετά την απώλεια (απόρροια εσωτερικών διαφωνιών και διασπάσεων) της οργανωτικής-επιχειρησιακής ενότητας των ΕΤ, η οποία για χρόνια ανατρίχιαζε το καθεστώς, και με το μαζικό κίνημα σε υποχώρηση, με τον γραφειοκρατικό καθεστωτικό συνδικαλισμό του ΚΚ του Μπερλιγκουέρ να έχει ανακτήσει μερικά τον έλεγχο, καταδίδοντας και καταστέλλοντας -μέσα κι έξω από τα εργοστάσια- την αυτόνομη εργατική οργάνωση, η αστική Τάξη και το Κράτος της θα περάσουν στην αντεπίθεση: στη FIAT οι απολύσεις δεκάδων πρωτοπόρων αγωνιστών εργατών θ’ ανοίξουν το δρόμο στην αναδιάρθρωση, στις μαζικές απολύσεις, τις διαθεσιμότητες και την συνολική υποτίμηση της αξίας της εργατικής δύναμης. Στις φυλακές -παρά τους πολύχρονους αιματηρούς συλλογικούς αγώνες, παρά τις εξεγέρσεις, ακόμα και με την ολοκληρωτική καταστροφή ειδικών φυλακών, από τις Επιτροπές Αγώνα των πολιτικών και κοινωνικών κρατουμένων- το Κράτος θα καταφέρει να επιβάλει την εξοντωτική “κανονικότητα” των ειδικών φυλακών και των ειδικών συνθηκών κράτησης. Αναπόσπαστο κομμάτι του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης θ’ αποτελέσουν και οι νόμοι περί “διαχωρισμού και μετάνοιας”, οι οποίοι και θα φροντίσουν για τα υπόλοιπα. Το κλείσιμο του συγκεκριμένου κύκλου Αγώνα θα έρθει -για χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες- με τρόπο οδυνηρό, τραγικό, ενίοτε απάνθρωπο και ανθρωποφάγο.

Ένας από τους συντρόφους του Μαουρίτσιο, ο τεχνικός στη Sit Siemens του Μιλάνου Μάριο Μορέττι είχε πει: δεν ζηλεύω τη θέση των “μετανοημένων”. Δεν θα ήθελα να ζω με τους εφιάλτες τους” ενώ ένας άλλος σύντροφός τους, ένας “αγρότης στη Μητρόπολη”, ο Πρόσπερο Γκαλινάρι είχε γράψει: “τέλος μιας ιστορίας. Η Ιστορία συνεχίζεται”…

Ο εχθρός που πολέμησε ο Μαουρίτσιο, οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες του, το Ιμπεριαλιστικό Κράτος των Πολυεθνικών (SIM) –ή όπως κι αν θέλει να τον ονομάσει κάποιος είναι ακόμα εδώ: συνεχίζει να καταδυναστεύει τις ζωές και να επιδεινώνει διαρκώς τις συνθήκες επιβίωσης για τα δισεκατομμύρια των προλετάριων, των ξεριζωμένων, των απόκληρων και των απόβλητων του καπιταλιστικού κάτεργου και του ιμπεριαλιστικού σφαγείου.

Στη Δύση το καθεστώς έκτακτης ανάγκης αποτελεί ήδη μονιμοποιημένη συνθήκη, ενώ οι περιφερειακές πολεμικές συγκρούσεις -από την Ουκρανία και τη Συρία μέχρι την Υεμένη- πυκνώνουν πάνω απ όλη την ανθρωπότητα τα σύννεφα ενός ενδεχόμενου γενικευμένου πολέμου. Εδώ στην Ελλάδα, η καπιταλιστική επέλαση και το ιμπεριαλιστικό αλυσόδεμα εντείνονται, με την μνημονιακή συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ –μέσα στα πλαίσια των οξυμένων ενδοαστικών-ενδοιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο- να καθιστά τη χώρα, σε προκεχωρημένο φυλάκιο-ορμητήριο των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ και να βαθαίνει την στρατηγική συνεργασία με το κράτος-δολοφόνο του Ισραήλ. Την ίδια στιγμή, η νατοϊκή αναθέρμανση του Μακεδονικού ζητήματος βγάζει στο δρόμο όλο τον εθνικιστικό εσμό ενώ -όπως σ’ όλη την Ευρώπη και τις ΗΠΑ- ο ρατσισμός και ο πιο δόλιος καπιταλισμός, ο φασισμός σηκώνει και πάλι απειλητικά κεφάλι.

Μέσα σ’ αυτήν την συνθήκη, τα λόγια, οι ιδέες και οι απόψεις που θα μοιραστεί απόψε μαζί μας ο καλεσμένος μας, αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Και αυτό, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο Μαουρίτσιο -που δίχως ίχνος μετάνοιας μπορεί να κοιτάει τον κόσμο με το κούτελο ψηλά- μετά την αποφυλάκιση του το 2004, μετά από 30 χρόνια εγκλεισμού, συνεχίζει να συμμετέχει στο κίνημα και τους αγώνες των καιρών μας, πληρώνοντας το τίμημα αυτής της βαθύτατα πολιτικής στάσης ζωής και υπενθυμίζοντας χειροπιαστά στο σήμερα τα λόγια της κομμουνίστριας Ρόζας Λούξεμπουργκ: Η Επανάσταση λέει: ήμουν, είμαι και θα είμαι!

Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών) | Εκδόσεις ΜΟΛΟΤ

taksiki-antepithesi.espivblogs.net | molot.espivblogs.net

Αθήνα, Γενάρης 2018

σημείωση: αντλήθηκαν στοιχεία από την εισήγηση της Προλεταριακής Πρωτοβουλίας στη βιβλιοπαρουσίαση “Μάριο Μορέττι. Ερυθρές Ταξιαρχίες. Μια Ιταλική Υπόθεση” (εκδόσεις Διάδοση) (Αθήνα, Δεκέμβρης 2016).

Βιβλιοπαρουσίαση-Μ. Μορέττι: Ερυθρές Ταξιαρχίες-Μια ιταλική υπόθεση: Σάββατο 3 Δεκέμβρη, Ελεύθερο Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο Εμπρος, 19.00

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

ΜΑΡΙΟ ΜΟΡΕΤΤΙ 

ΕΡΥΘΡΕΣ ΤΑΞΙΑΡΧΙΕΣ – ΜΙΑ ΙΤΑΛΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ

Συνέντευξη στην Κάρλα Μόσκα και την Ροσσάνα Ροσσάντα

Σάββατο 3/12/16 ώρα 19.00

ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΟ ΘΕΑΤΡΟ ΕΜΠΡΟΣ

Ρήγα Παλαμήδη 2, Ψυρρή, Αθήνα

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΔΟΣΗ

(μέλος του κινηματικού εκδοτικού εγχειρήματος Los Soliadarios)