Στις πύλες της φωτιάς και της αξιοπρέπειας: μια συνέντευξη με το Χάρη Μανώλη απολυμένο απεργό στη Χαλυβουργία Ελλάδος.

xaris1

Άλλαξε τον κόσμο, το ‘χει ανάγκη

(Μπ. Μπρεχτ, «Η απόφαση»)                

Οι αγώνες του λαϊκού κινήματος δεν είναι ποτέ ένα στιγμιότυπο, άσχετα με την έκβασή τους εντάσσονται σε ένα συνολικότερο πλαίσιο κίνησης της ιστορίας προς τα εμπρός και αποτελούν πλούσια παρακαταθήκη και δίδαγμα για αυτούς του μέλλοντος. Υπό αυτή την έννοια όπως λέει και ένα χιλιογραμμένο σύνθημα «Χαμένοι είναι οι αγώνες που δεν έγιναν ποτέ»! Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας με την έναυση της κρίσης υπήρξε, ιδιαίτερα τη διετία 2010-2012, ένα πρωτοφανές ξέσπασμα που παρότι δεν κατόρθωσε να αλλάξει τον ρου τον πραγμάτων, έδειξε ότι στην ελληνική κοινωνία υπάρχει ακόμα ζωντανός ο καρπός της εξέγερσης. Λαμπρό τέτοιο παράδειγμα, αποτελεί η απεργία των εργατών στη Χαλυβουργία Ελλάδος, που για 9 μήνες αντιστάθηκαν ηρωικά στις μειώσεις των μισθών και τις απολύσεις που τους επιφύλασσε η διεύθυνση.

Επ’ αφορμή λοιπόν της συμπλήρωσης 3 χρόνων από την εκκίνηση της απεργίας αυτής, συναντήσαμε τον Χάρη Μανώλη, Χαλανδραίο πρώην απεργό χαλυβουργό. Ο Χάρης, είναι ένα από τα 23 μέλη του σωματείου που καταδικάστηκαν με πλαστό ουσιαστικά κατηγορητήριο μόνο και μόνο επειδή τόλμησαν να υψώσουν το ανάστημά τους στο βιομήχανο Μάνεση και να διεκδικήσουν την αξιοπρέπειά τους. Αν και λίγο μεγάλη, πιστεύουμε ότι η συνέντευξη αξίζει τον κόπο να διαβαστεί, τόσο γιατί είναι ένα πλήρες χρονικό των 9 αυτών μηνών αλλά και γιατί αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο τις αγωνίες και τις προσδοκίες ενός ανθρώπου που αγωνίζεται και ελπίζει. Όπως λέει και ο ίδιος χαμογελώντας: «Που θα πάει, υπάρχουμε και εμείς και θα τα αλλάξουμε όλα».

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΩΣ ΟΔΗΓΗΘΗΚΑΝ ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ.

xalyvourgia

Από τότε που ανέλαβε την εταιρεία ο Μάνεσης ως νέος ιδιοκτήτης, η κατάσταση όσον αφορούσε στα οικονομικά άρχισε να περιορίζεται. Με το παλιότερο ιδιοκτησιακό καθεστώς, δουλεύαμε περισσότερες υπερωρίες ακόμα και Σάββατα πράγμα το οποίο οικονομικά για εμάς ήταν ανάσα. Όταν ήρθε ο Μάνεσης παρόλο που ήταν τυπικός στην καταβολή μισθών, άλλαξε κάποιες καταστάσεις αφού προσέλαβε περισσότερο κόσμο και έκοψε τις υπερωρίες. Στις αρχές του Οκτώβρη (σ.σ. του 2011) με αφορμή την κρίση έκανε μια πρόταση για μείωση στους εργαζόμενους. Η πρόταση ήταν να δουλεύουμε 5 ώρες για 5 μέρες για κάποιο χρονικό διάστημα, χωρίς να δώσει εγγυήσεις για το ποιο θα ήταν αυτό το διάστημα, χαρακτηριστικά έλεγε: « θα πάμε σίγουρα μέχρι το Φλεβάρη και βλέπουμε».  Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί από τους συναδέλφους να χάνουν μέχρι και 50% του μηνιάτικού τους. Να σημειώσουμε ότι στην επίμονη ερώτηση του σωματείου για το λόγο που προχώρησε σε αυτή την απόφαση, δεν μας παρέθεσε κανένα στοιχείο που να δικαιολογία την αναγκαιότητα της μείωσης αυτής. Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση είχαμε συμφωνήσει να δώσουμε ένα διάστημα μέχρι τις 31 Οκτώβρη οπότε και να ξαναερχόμασταν σε επαφή για διαβούλευση. Ο ιδιοκτήτης δεν τήρησε την υπόσχεσή του και έτσι κάποια παιδιά ενώ κανόνιζαν το πρόγραμμά τους για την επόμενη βδομάδα, πήγαν στα σπίτια τους και βρήκαν την απόφαση της απόλυσής του θυροκολλημένη. Με τα δεδομένα αυτά, σταματήσαμε αμέσως την παραγωγή, κάναμε γενική συνέλευση και με ομόφωνη απόφαση (ένας μόνο συνάδελφος δήλωσε παρόν)είπαμε ότι εάν επιμείνει στις απολύσεις, κλείνουμε το εργοστάσιο επ’ αόριστο. Στη διαβούλευση που είχαμε καλέσει δεν εμφανίστηκε ποτέ και έτσι ξεκινήσαμε την απεργία διαρκείας. Ο Μάνεσης εξακολούθησε να κάνει απολύσεις, τον ένα μήνα έκανε 18, τον άλλο 17 και γενικότερα κάθε μήνα εξαντλούσε το δικαίωμα που είχε να κάνει απολύσεις της τάξης του 5% του προσωπικού. Στο τέλος έφτασε σε πάνω από 200 απολύσεις.

ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ

Στο εργοστάσιο εκείνη τη στιγμή ήμαστε 400 εργαζόμενοι μαζί με το διοικητικό προσωπικό ενώ η δύναμη του σωματείου ήταν περίπου 330 άτομα. Κατά τη διάρκεια της απεργίας κάναμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα συνελεύσεις που συμμετείχε το 90-95% των εργαζομένων και η απόφαση για συνέχιση της απεργίας ήταν συντριπτική, κανείς δεν δεχόταν τις μειώσεις και τις απολύσεις. Μετά τα Χριστούγεννα άρχισαν κάποιες μικρές διασπάσεις γιατί ο Μάνεσης κατόρθωσε να δημιουργήσει απεργοσπαστικό μηχανισμό. Ήταν μια ομάδα περίπου 15 ατόμων οι οποίοι άρχισαν να λένε ψέματα στον κόσμο με σκοπό να τον τραβήξουν από την απεργία. Εν  τέλει η ομάδα αυτή έγινε των 25 ατόμων μέσα στο Γενάρη και από τότε ξεκινήσαμε να έχουμε προβλήματα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ

Ο Μάνεσης πριν κάνει την πρόταση για τις μειώσεις στο δικό μας εργοστάσιο, την είχε κάνει ήδη στο αντίστοιχο του Βόλου και είχε πάρει το ΟΚ γιατί το σωματείο τους είναι εργοδοτικό. Οι συνελεύσεις εκεί γίνονταν στο εργατικό κέντρο, με τους προϊστάμενους από πάνω να κοιτάνε, οπότε καταλαβαίνετε ότι εκτός των άλλων ασκούταν μεγάλη ψυχολογική πίεση, τρομοκρατία στον κόσμο. Προφανώς, η τακτική του Μάνεση δεν ήταν τυχαία αφού ήξερε ότι το σωματείο το δικό μας δεν ήταν εργοδοτικό, ήθελε να μας φέρει μια ήδη ληφθείσα απόφαση από το Βόλο για να μας επηρεάσει. Αν ήμαστε σε συννενόηση με το εκεί σωματείο και κρατούσαν και αυτοί αντίστοιχη στάση, δεν θα υπήρχε αυτή η κατάσταση.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΟΛΙΚΟΤΕΡΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΞΕΣΠΑΣΕ Η ΑΠΕΡΓΙΑ.

Όταν κάναμε την απεργία η κρίση υπήρχε, η ανεργία είχε εκτιναχθεί, οι μισθοί έπεφταν, σ εμάς αν συνυπολογίσουμε και τις υπερωρίες οι μισθοί ήταν αξιοπρεπείς. Και λέω αξιοπρεπείς γιατί σε σύγκριση με τα 400 και 500 ευρώ που έπαιρναν άλλοι εργαζόμενοι, ο δικός μας μισθός ήταν 800-900 ευρώ. Δουλεύαμε βέβαια μέσα στη φωτιά και τη λάβα, είχαμε εργατικά ατυχήματα. Η πλάκα είναι ότι στα κανάλια έλεγαν ότι ήμαστε υψηλόμισθοι, ότι παίρναμε 3 και 4 χιλιάρικα, αστεία πράγματα. Η κατάσταση άρχισε να δυσκολεύει σταδιακά, αρχικά εντατικοποιήθηκε η δουλεία, κόπηκαν τα Σάββατα είχε δημιουργηθεί ένα κλίμα απογοήτευσης και μίσους απέναντι στο αφεντικό. Οπότε χρειαζόταν απλώς μια σπίθα για να γίνει κάτι.

Η αλήθεια είναι ότι κανένας δεν περίμενε ότι θα πάει έτσι η απεργία. Όταν είχαμε πάει βέβαια τον πρώτο μήνα σε διαβούλευση με τον εργοδότη του είχαμε πει ότι η κατάσταση θα αρχίσει να ξεφεύγει, όχι σαν απειλή αλλά ξέραμε ότι θα μεγαλώσει η αλληλεγγύη του κόσμου. Εμείς είχαμε όντως λύσεις για να περάσουμε σε μια συμφωνία, προφανώς χωρίς απολύσεις και μειώσεις μισθών, τις οποίες βέβαια δεν δέχτηκε ποτέ.

ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΗΤΑΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΝΕΣΗ

Ο Μάνεσης την περίοδο εκείνη δεν είχε ζημιές. Βέβαια στην Ελλάδα η κατανάλωση δεν ήταν αυτή που ήταν παλιότερα γιατί η οικοδομή είχε πέσει πολύ, παρόλα αυτά έκανε εξαγωγές. Το ξέραμε από πρώτο χέρι γιατί δουλεύαμε μερόνυκτα για να φτιάξουμε τις παραγγελίες για το εξωτερικό, παίρναμε τη σαβούρα και την κάναμε σίδερο, οπότε δεν μπορούσε να μας αποδείξει ότι δεν έβγαζε κέρδη. Δεν γίνεται όταν πας σε έναν μανάβη και του πεις δεν πούλησες ντομάτες, όταν εγώ ο ίδιος έχω βάλει 50 κιβώτια. Άρα οι λόγοι ήταν άλλοι. Για εμάς ο Μάνεσης ήταν ο λαγός της κυβέρνησης, όπως τον λέγαμε, ούτως ή άλλως είχε μαζί της προσωπικές και επαγγελματικές σχέσεις. Βοήθησε να περάσουν όλα τα αντεργατικά μέτρα, αν παρατηρήσετε μέχρι την απεργία δεν είχε πειραχθεί τίποτα στο εργατικό δίκαιο μετά ήρθε η καταιγίδα και τα διέλυσαν όλα.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα, που αποδεικνύει τη στήριξη που είχε από την κυβέρνηση, είναι το γεγονός ότι ενώ από τη μια μεριά απέλυε εργαζόμενους, από την άλλη μέσα στην απεργία, κάπου στο Φλεβάρη, του δόθηκε άδεια από την κυβέρνηση να φτιάξει λιμάνι! Είχε ένα χώρο ελεύθερο απέναντι από το εργοστάσιο, οπού υπήρχε ένα παλιό λιμάνι, και έπεσαν υπογραφές κρυφά να πάρει την άδεια να φτιάξει νέο, τόσο μεγάλο όσο της Ελευσίνας και του Ασπρόπυργου μαζί και το αστείο της υπόθεσης είναι ότι είχε εξαγγείλει ότι θα απασχολεί 400 ανθρώπους. Δηλαδή από τη μια έχτιζε και προσλάμβανε και από την άλλη έκανε απολύσεις γιατί δεν έβγαινε οικονομικά.

ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΟΠΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΠΕΡΓΩΝ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΤΩΝ 9 ΜΗΝΩΝ

xaris2

Οικονομικά είχαμε φτιάξει απεργιακό ταμείο και ήταν μεγάλη η βοήθεια που ερχόταν από τον κόσμο, απλοί εργαζόμενοι, πολίτες που μας άφηναν ότι είχαν από το υστέρημά τους. Μετά το πρώτο δίμηνο η αλληλεγγύη φούντωσε κι άλλο, τόσο που δεν το πιστεύαμε, το γεγονός πήρε παγκόσμια έκταση. Μας ήρθαν λεφτά από την Ινδία, από τη Γερμανία 5 τόνους τρόφιμα, από τη Γαλλία επίσης. Τα διυλιστήρια ΠΕΤΡΟΛΑ έφερναν πολλά λεφτά επίσης, ακόμα και η Χαλυβουργική που είχε εργοδοτικό σωματείο μας ενίσχυσε. Πάντως, τη μεγαλύτερη στήριξη και σε τρόφιμα και οικονομικά την έδωσε το ΠΑΜΕ, ακόμα κι αν διαφωνεί κανείς σε κάποια πράγματα μαζί του, πρέπει να το πούμε αυτό.

ΓΙΑ ΓΣΕΕΑΔΕΔΥ

ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ ήταν ανύπαρκτες, δεν ασχολήθηκαν καθόλου. Αλλά και από ένα κομμάτι της Αριστεράς έχουμε παράπονα γιατί δεν μας βοήθησε όσο έπρεπε. Είχε βγει για παράδειγμα ο Μητρόπουλος και είχε πει ότι «ο νόμος είναι νόμος και πρέπει να εφαρμοστεί» ενώ ακόμα τελεσιδικούσε η έφεση που είχαμε κάνει στην απόφαση ότι η απεργία είναι παράνομη. Γενικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ είχε έρθει ελάχιστες φορές. Οι άλλες οργανώσεις, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τα μ-λ, βοήθησαν πιο πολύ.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΛΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ

Αυτή τη στιγμή το εργοστάσιο δεν είναι σε λειτουργία, έχει μετατραπεί ουσιαστικά σε αποθήκες. Δουλεύουν 25 άτομα, είναι αυτοί που είχαν συγκροτήσει τον απεργοσπαστικό μηχανισμό. Οι ίδιοι είναι που μας έκαναν τις μηνύσεις και φάγαμε 21 μήνες ο καθένας με την αναστολή την οποία έχουμε. Τώρα, από τα 300 άτομα που είναι απολυμένοι κάποιοι έχουν βρει δουλειά, οι υπόλοιποι είναι στο δρόμο γι αυτό κάνουμε και εκδηλώσεις σαν της Παρασκευής (http://stasi.gr/index.php/2012-03-07-02-56-35/republish/item/562-xalivourgia301014) γιατί από αυτούς, υπάρχουν 10-15 οικογένειες που είναι με μηδέν, με τίποτα, ούτε ρεύμα. Ένας είναι άστεγος, υπάρχουν αυτά στην απεργία, καταστάσεις περίεργες. Χωρισμοί με τις οικογένειες, φασαρίες, άλλοι πήγαν σε ψυχιατρείο, 3-4 συνάδελφοι δεν άντεξαν την πίεση τους βγήκαν τα προβλήματα υγείας και πέθαναν και κάποιοι άλλοι όπως και εγώ έφυγαν στο εξωτερικό μπας και βρούμε την τύχη μας εκεί.

ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ

Κατηγορίες αντιμετωπίζουμε 23 άτομα νομίζω. Στοχοποιηθήκαμε εμείς από το σωματείο γιατί ήμαστε αυτοί που μπαίναμε μπροστά όσον αφορά στην προπαγάνδιση της απεργίας, την περιφρούρηση, την επαφή μας με τον έξω κόσμο. Οι κατηγορίες αυτές είναι για εξύβριση και για προπηλακισμό, σε ένα δικαστήριο το οποίο ήταν για γέλια, εξευτελισμός της δικαιοσύνης, κράτησε 2 βδομάδες και στο τέλος οι καταθέσεις μας δεν πάρθηκαν καθόλου υπόψη. Το πιο συγκλονιστικό είναι ότι τιμωρηθήκαμε ακόμα και για τις κατηγορίες που μας φόρτωσε μια γυναίκα που ήταν αποδεδειγμένα ψευδομάρτυρας.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

Κάθε μέρα έβγαιναν οι απεργιακές βάρδιες, ήσουν αναλόγως ή το πρωί ή το βράδυ, πολλές φορές όλη τη μέρα. Έρχονταν κόσμος, σχολεία, άλλοι εργαζόμενοι, κάναμε εκδηλώσεις, λέγαμε και τα τραγούδια μας. Να σας πω την αλήθεια μου λείπουν αυτές οι μέρες, είχαν ένα ωραίο κλίμα, αισιοδοξία. Νιώθαμε και τον κόσμο δίπλα μας, μας βοηθούσε αφάνταστα. Βέβαια μετά τους 3 πρώτους μήνες παρακαλούσαμε ο κόσμος να μην μας φέρνει λεφτά αλλά να απεργήσει και αυτός στο χώρο του, τελικά δεν εισακουστήκαμε. Πάντως ήταν μεγάλο σχολείο αυτοί οι 9 μήνες, βέβαια όσο περνούσε ο καιρός, η αλληλεγγύη δεν ήταν τόσο μεγάλη, άρχισε να σπάει και ο κόσμος. Οι απεργοσπάστες έκαναν το εξής αισχρό, έπαιρναν τηλέφωνο τις γυναίκες των χαλυβουργών και τους έβαζαν λόγια ή έλεγαν πως αν πάψουν να συμμετέχουν στην απεργία το αφεντικό θα τους κρατήσει. Δημιουργούσαν ένα κλίμα τέτοιο στην οικογένεια που ήταν αφόρητο, καταλαβαίνετε τώρα να βλέπει το παιδί τη μάνα και τον πατέρα να τσακώνονται και να μην έχει να φάει και από πάνω  ήταν δύσκολο. Όσο κι αν ήθελε να αντέξει κάποιος έσπαγε και υπέγραφε να λήξει η απεργία. Είχε ζητήσει ο Άδωνις Γεωργιάδης 100 υπογραφές για να απευθυνθεί στον εισαγγελέα και αυτές εν τέλει μαζεύτηκαν. Την επόμενη μέρα με εισαγγελική παρέμβαση ήρθαν τα ΜΑΤ.

Η απεργία γι αυτούς έπρεπε να σπάσει οπωσδήποτε γιατί ο αγώνας μας δυνάμωνε και τους υπόλοιπους εργαζόμενους. Μετά από εμάς ήταν και το ΑΛΤΕΡ, το ΜΕΤΡΟ, η ΕΡΤ, η ΜΕΒΓΑΛ, η ΚΟΚΑ ΚΟΛΑ, η ΔΩΔΩΝΗ, ένα εργοστάσιο στο Περιστέρι που έκανε και αυτό την δική του αντίσταση, αυτός ο τσαμπουκάς των εργαζομένων πρέπει να σπάει γιατί δημιουργεί προβλήματα. Έχει γίνει πλέον κανόνας όταν κάποιος αγωνίζεται, η κυβέρνηση στέλνει τα ΜΑΤ. Αυτό που λέμε φασισμός και χούντα, ε τη ζούμε.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΠΟΥ ΑΠΟΚΟΜΙΣΕ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΒΛΕΠΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

Εγώ πάντα αυτό που λέω είναι όλοι πρέπει να δουν σε έναν αγώνα πέρα από τα καλά, την αλληλεγγύη ας πούμε, και τα κακά, τις μαυρίλες. Να δεις τις οικογένειες που τσακώνονταν, τους χωρισμούς, είναι και αυτά τα τραγικά μέσα. Ένας αγώνας δεν είναι όλο πανηγύρια, εκδηλώσεις, μπάλες, τα κάναμε όλα αυτά αλλά υπήρχαν και πολύ δύσκολές στιγμές.

Από εκεί και πέρα, δυστυχώς αυτή τη στιγμή είναι πολύ δύσκολο να αντιδράσει κάποιος και όποιος προσπαθεί υπάρχει τόση τρομοκρατία… Δεν ξέρω τι άλλο πρέπει να γίνει, έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που δε ζούμε. Παραδείγματα αγώνα υπάρχουν βέβαια, ο δρόμος έχει δειχθεί, το θέμα είναι πως θα γίνει πιο μαζικό όλο αυτό, πως θα αντιδράσουμε όλοι μαζί. ΝΑ γίνει αυτό που λέγαμε τότε, όλη η Ελλάδα μια χαλυβουργία. Ο μόνος τρόπος νομίζω για να αντιδράσουμε είναι να πετάξουμε τις τηλεοράσεις, τότε το εργατικό κίνημα μπορεί να αλλάξει γιατί αυτή τη στιγμή είναι σε καθίζηση. Ίσως τα βλέπω λίγο στραβά, ίσως είμαι λίγο απογοητευμένος αλλά κανονικά έπρεπε να καίγεται το σύμπαν και έχουμε πέσει όλοι σε κατάθλιψη. Αυτό που λέω σε όλους είναι προσπάθησε. Άμα μου ξαναδοθεί η ευκαιρία θα προσπαθήσω κι εγώ πάλι.

Αυτό που στεναχωριέμαι πιο πολύ απ όλα είναι με τους δικούς μου συναδέλφους, τους πρώην συναδέλφους. Διότι έκαναν όλο αυτό τον αγώνα, προσπάθησαν. Και σήμερα είναι πουθενά, δε βγαίνουν στο δρόμο, δε διαμαρτύρονται, δεν κάνουν τίποτα. Θεωρώ ότι κατά το ήμισυ το πέτυχαν αυτό που ήθελαν, έκαναν τον κόσμο να φοβηθεί και αυτό είναι κρίμα. Αλλά που θα πάει, υπάρχουμε και εμείς και θα τα αλλάξουμε όλα.

αναδημοσίευση από Στάση στο Χαλάνδρι

«Μας έριξαν στα μπουντρούμια»

Ομάδα πολιτικών εξόριστων στον Άη Στράτη

79 χρόνια πριν, από τους τόπους εξορίας και βασανισμού, που η αστική τάξη «τιμωρούσε» τους πολιτικούς αντιπάλους της σε μια απέλπιδα προσπάθεια να «καταλαγιάσει» την αγωνιστικότητα και ελευθερία των αγωνιζόμενων.

Παραθέτουμε ένα κείμενο καταγγελίας των Κώστα Βάρναλη και Δημήτρη Γληνού για την αρπαγή τους από το καθεστώς (στις 17 Οκτώβρη του 1935) και την βίαιη εγκατάστασή τους στον τόπο εξορίας του Άη Στράτη, όπου χιλιάδες κομμουνιστές και αγωνιστές έζησαν στο πετσί τους τον απάνθρωπο χαρακτήρα της καθεστηκυίας τάξης.

«Μας έριξαν στα μπουντρούμια»

Στις 17 του περασμένου Οκτώβρη όργανα της ειδικής ασφάλειας μας άρπαξαν ξαφνικά από τα σπίτια μας. Χωρίς να μας διατυπώσουν καμιά κατηγορία, χωρίς να δώσουνε το δικαίωμα να απολογηθούμε, χωρίς να μας ανακρίνουνε για να διαλύσουνε κάθε υπόνοια που μπορεί να είχανε για μας, μας έριξαν στα μπουντρούμια των μεταγωγών της Αθήνας και  του Πειραιά, μας έσυραν σιδηροδεμένους και ανάμεσα σε κουστωδίες από ένοπλους χωροφύλακες μέσα στους δρόμους του Πειραιά και της Μυτιλήνης και μας έφεραν στο ξερόνησο του Άη Στράτη , όπου βρισκόμαστε τώρα με 160 άλλους, γιατρούς, δικηγόρους, δημοσιογράφους, επαγγελματίες, προέδρους κοινοτήτων, ηγέτες εργατικών σωματείων, που το μόνο τους έγκλημα είναι πως αγωνίστηκαν με νόμιμα μέσα για την υπεράσπιση των ελευθεριών του ελληνικού λαού και των συμφερόντων του.

Ζούμε και όλοι οι άλλοι εξόριστοι κάτω από όρους πρωτογόνους μέσα σε βαρύ χειμώνα και σε καθημερινό κίνδυνο της ζωής μας από πείνα και αρρώστια […]

Κάτω από αυτές τις συνθήκες που τίποτα δεν τις δικαιολογεί, διαμαρτυρόμαστε έντονα και στην κυβέρνηση και στην ελληνική κοινωνία και στη διεθνή κοινή γνώμη για όλους τους άλλους εξόριστους και για τον εαυτό μας και ζητάμε από την κυβέρνηση ή να δικαιολογήσει στον ελληνικό λαό τα άγρια και βάρβαρα αυτά μέτρα, που πήρε απέναντί μας, χτυπώντας την λευτεριά της σκέψης, τη λογοτεχνική και επιστημονική δράση μας και τα δικαιώματά μας σαν πολιτών, ή να μας αφήσει ελεύθερους και εμάς και όλους τους άλλους πολιτικούς κατάδικους και εξόριστους, αφού αμνηστεύει εκείνους που με το όπλο στο χέρι επιχείρησαν να κατακτήσουνε την εξουσία.

Αη Στράτης, 30.11.1935

Κ. ΒΑΡΝΑΛΗΣ – Δ. ΓΛΗΝΟΣ

«Η ώρα φτάνει» (Στίχοι του Κώστα Βάρναλη, γραμμένοι στην εξορία του Άη Στράτη)

Αφού μας εσκοτώναν με το ζόρι

στα μακελειά τους χρόνια οι μπαζαδόροι

κι αφού μας εσκοτώνανε πιο φίνα

στα χρόνια της ειρήνης με την πείνα.

Αφού μας τυραννούσαν έτσι αιώνες

οι Μασκαράδες και οι Απατεώνες,

του γδικιωμού, σύντροφοι, η ώρα φτάνει.

Αρπάχτε το σφυρί και το δρεπάνι!

Τελειώσανε τα λόγια και τ’ αστεία.

Ολούθε τρίζει η σάπια πολιτεία.

Κάνει νερά και γέρνει το καράβι,

Δεν το σώζουν του φασισμού οι μπράβοι.

Όλοι μαζί με τα γερά μας μπράτσα

των ληστών να σαρώσωμε τη ράτσα!

Απ’ τα μπουντρούμια κι απ’ την εξορία

νέα του κόσμου ξεκινά η Ιστορία.

Κ. ΒΑΡΝΑΛΗΣ

 

αναδημοσίευση από Prolet Connect

16 Οκτώβρη 1968: Δυο μαυροφορεμένες γροθιές σχίζουν τον ουρανό της πόλης του Μεξικό

Ένιωθα ότι εκπροσωπώ την εργατική τάξη, τους αποκλεισμένους και τα αουτσάιντερ αυτής της κοινωνίας. Για όλους αυτούς που η συνεισφορά τους είναι σημαντική αλλά δεν αναγνωρίζεται ποτέ.

John Carlos

Στις 16 Οκτώβρη 1968, κατά τη διάρκεια των αιματοβαμμένων ολυμπιακών αγώνων στην πόλη του Μεξικό οι ολυμπιονίκες Tommie Smith και John Carlos ,ανεβασμένοι στο βάθρο για την απομονομή των μεταλλείων, υψώνουν τις μαυροφορεμένες γροθιές τους στον ουρανό και περνούν για πάντα στην Ιστορία.

Έχει προηγηθεί η εξέγερση φοιτητών & εργατών με κεντρικό σύνθημα “Δε θέλουμε ολυμπιάδα, θέλουμε Επανάσταση” η οποία, στις 2 Οκτώβρη στο Τλάτελολκο, θα πνιγεί στο αίμα από τα πυρά των αιώνιων & απανταχού φρουρών της καπιταλιστικής τάξης.

3 Οκτώβρη 1993: φεύγει από τη ζωή η Κατερίνα Γώγου.

[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=Euu3lewbz7c[/youtube]

Α, ρε σύντροφε…

[youtube]http://www.youtube.com/watch?v=zeL39hntE74[/youtube]

…με το χαρακτηρισμό -μην τους πιστέψεις- Προβοκάτορας.

Υπερασπίζομαι την Αναρχία

Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι.
Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.
Τώρα μη. Μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι ελευθερία.
Μέσα απ’ του καθένα
την πανέμορφη ιδιαιτερότητα
ν’ αποκαταστήσουμε
του Σύμπαντος την Αρμονία.
Ας παίξουμε. Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση απ’ τα σχολεία
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
συμβάλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.
Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ.
Οι τράπεζες γεννάνε τους «ληστές».
Οι φυλακές τους «τρομοκράτες»
Η μοναξιά τους «απροσάρμοστους».
Το προϊόν την «ανάγκη»
Τα σύνορα τους στρατούς
Όλα η ιδιοχτησία.
Βία γεννάει η Βία.
Μη ρωτάς. Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν’ αποκαταστήσουμε
του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη.
Να κάνουμε ποίημα τη Ζωή.
Και τη Ζωή πράξη.
Είναι ένα όνειρο που μπορώ μπορώ μπορώ
Σ’ ΑΓΑΠΩ
και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι. Ζω.
Απλώνω τα χέρια
στον Ερωτά στην αλληλεγγύη
στην Ελευθερία.
Όσες φορές χρειαστεί κι απ’ την αρχή.
Υπερασπίζομαι την ΑΝΑΡΧΙΑ.

Άκου συντροφάκι μου, τα έξι μου λάθη

provok

To κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο athens.indymedia.org λίγα εικοσιτετράωρα μετά τη διαδήλωση μνήμης και αντίστασης της 18ης Σεπτέμβρη στο Κερατσίνι. Προχωρήσαμε στην αναδημοσίευση του, χωρίς μια πλήρη ταύτιση μας με τις θέσεις και τις απόψεις του, αφού θεωρούμε ότι θέτει κριτικά μια σειρά ζητημάτων τα οποία έρχονται έρχονται και παρέρχονται, για να επανέλθουν κάθε φορά συγκυριακά και πολλές φορές με δραματικούς τόνους στο προσκήνιο, χωρίς ποτέ ν’ αναλύονται και να τίθενται στην ουσιαστικά πολιτική βάση τους. Προχωρήσαμε στην αναδημοσίευση του γιατί εν τέλει θεωρούμε ότι η κριτική και ακόμα περισσότερο η αυτοκριτική αποτελούν το οξυγόνο κάθε απελευθερωτικού προτάγματος, κάθε κινήματος και χώρου που σέβεται την ιστορία του και νοιάζεται για το μέλλον του.

Άκου συντροφάκι μου τα 6 μου λάθη…

«Όρε να ‘σαν τα νιά- ρε να ‘σαν τα- νιάτα πουλί μου δυο φορές»

Αποφάσισα να σου γράψω με αφορμή τα τελευταία, …τα Σεπτεμβριανά. Ξέρω ότι δεν είναι σωστός ο τρόπος μου, το να στα λέω δηλαδή γραπτώς, αλλά ειλικρινά δεν έχω άλλη ελπίδα από το να διαβάσεις αυτές τις λίγες πεντακάθαρες γραμμές. Είναι πολύ πιθανόν –αν δημοσιευτεί η επιστολή μου από τους ανθρώπους του ιντιμέντια που έχουν τεράστια ευθύνη για το τι δημοσιεύουν και πιθανόν να μην αναρτηθεί μιας και υπερβαίνει τα εσκαμμένα- να σου φανούν τα λόγια μου, από παράξενα έως μια κουταμάρα ενός, πλέον, συντηρητικού ανθρώπου, μεγάλου σε ηλικία και κουρασμένου, που αφού έκανε τον κύκλο του, τώρα δίνει νουθεσίες. Έχεις το δίκιο σου με βάση τα όσα εγώ σου δίδαξα για την ηλικία σου. Με τα ίδια περίπου δόγματα ανατράφηκα κι εγώ-τα ίδια σου μετέδωσα τις δεκαετίες του 70, του 80, του 90 και του 2000.

Έκανα όμως λάθος. Θα στα πω ίσως λίγο μπερδεμένα, όπως ίσως λίγο μπερδεμένα τα έχω στο μυαλό μου τα θέματα που θέλω να σου θίξω, ζητώντας σου συγγνώμη προκαταβολικά (για τα 6 λάθη μου).

Το πρώτο μου λάθος ήταν ότι εσύ, το νέο παλικάρι που βράζει το αίμα σου, είσαι το «νέο υποκείμενο». Έτσι σε ονόμασα «άγρια νεολαία» αντιγράφοντας κάποιους θεωρητικούς αστέρες της Ευρώπης. Πράγματι. Το 1968 ήταν ο καταλύτης κι εγώ είχα το μυαλό μου το Μάη, στις τεράστιες συνελεύσεις των νέων, των φοιτητών, που τις μετακένωσα κι εδώ σαν ένα τρόπο υπέρβασης του «εργατίστικου» που από αυτό έβραζε η Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Πράγματι ήταν πολύ περίεργα στην αριστερά τότε, γεμάτη γκρούπες που είχαν τις ανυπέρβλητες αλήθειες τους, ανταγωνιστικά σχήματα και ηγεμονισμοί, μιλούσε με μια στριφνή γλώσσα που δεν σε άγγιζε κι εσύ, μέσα από τα λόγια μου, είδες ότι είσαι το πρότυπο του αγώνα, το «νέο υποκείμενο». Από τότε μέχρι και σήμερα που έχω αρχίσει να σε κριτικάρω χωρίς να βλέπω τον εαυτό μου μέσα στις πράξεις σου, δεν έχω ξεπεράσει αυτό το μετεφηβικό πρόταγμα. Ρητορεύω πού και πού, τώρα που μεγάλωσα κι ίσως έχω και παιδιά, λίγο με το «εργατικό», λίγο με το «ασφαλιστικό», λίγο με το «εκπαιδευτικό» -περνάν τα χρόνια. Έτσι, σε εκθείασα τις δεκαετίες του 70 όταν ξεκίνησαν δειλά-δειλά οι πρώτες σου αντιδράσεις, έτσι και το 80 όταν με ήχους πανκ μου τραγουδούσες «βία, χάος, εγώ δεν είμαι πράος». Έτσι, και το 90 όταν σε τύλιξαν σε μια κόλλα χαρτί για την Πρυτανεία, όταν σε στρίμωξαν με άλλους 500, όταν ξεκίνησαν οι αλήτες των ΜΜΕ και των κομμάτων να μιλούν για «προβοκάτορες», για «γνωστούς-αγνώστους». Εγώ σου έμαθα να λαμβάνεις ως θετικό πρόσημο την αρνητική ταμπέλα. Αλλά εγώ σε εκθείαζα, μαζί με όλα τα «φιλικά» ΜΜ Εξημέρωσης και την αριστερά της προόδου. Έτσι, αντί να συνθέσω, με νέα υποκείμενα αγώνα δίπλα στα παλιά, αποδόμησα το κοινωνικό ζήτημα, με αποτέλεσμα να τα βλέπεις όλα χωριστά. Στο μεταξύ επειδή ο «χώρος» μας απετέλεσε κυρίως ένας χώρος ανεπτυγμένος από νεολαίους, σε έμαθα να βλέπεις αυτόν, ως κορυφαίο ζήτημα ή «διακύβευμα». Σε έμαθα στην αυτοαναφορικότητα. Στο μεταξύ το μισητό μας κράτος έπαιρνε μέτρα έναντι μέτρων σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα κι εγώ σε ωθούσα στο να βλέπεις μόνο αυτά που αφορούν την καταστολή, το θεσμό της δικαιοσύνης και της αστυνομίας. Ειδικά το Δεκέμβρη του 08, σε εκτίναξα στα ύψη. Κι ας έβλεπα ότι πηγαίνεις προς ένα διαρκή αρνητισμό. Κι όταν είδα τα αποτελέσματά μου, το 2010, το Μάιο… Ξαφνικά σου λέω ότι κάνεις εσύ το λάθος.

Το δεύτερο λάθος μου ήταν ότι σε έπεισα πως η καταστολή είναι το «κομβικό σημείο» όπου περνάει το κοινωνικό ζήτημα. Δηλαδή, όχι ότι αυτή έρχεται ως συνέπεια των κοινωνικών αγώνων –στο σύνολό τους, αφού λοιδορούσα το «εργατικό» ή τους αγώνες γειτονιάς που υποτυπωδώς αναπτύσσονταν- αλλά ότι επιδιώκοντας την «όξυνση της καταστολής» θα υπάρξει η πολυπόθητη «εκτροπή». Το πού θα πάει αυτή, όμως, το άφησα να αιωρείται. Έτσι από το 70 με τα λόγια μου, μάς βρίσκω μέχρι το 2014 να πίνουμε φραπέδες στα δικαστήρια, να ξελαρυγγιαζόμαστε για μένα και για σένα που τους-μας έχουν πιάσει, να μαζεύουμε χρήματα για δικηγόρους, να φτιάχνουμε δεκάδες αφίσες για το ίδιο ζήτημα με διαφορετικό ποίημα η καθεμιά, να ‘μαστε στις φυλακές απ’ έξω για κουράγιο ή από μέσα με τους αναπτήρες αναμμένους έτοιμοι, να… να… (τα ξέρεις). Έτσι τη δεκαετία του 70 που μαζί φωνάζαμε «φυλακές-στρατός-ψυχιατρεία, αυτή είναι η εξουσία», ότι «το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του» καταφέραμε να διασπάσουμε το κοινωνικό ζήτημα σε κομμάτια. Αργότερα τη δεκαετία του 80 και του 90 με τα «μαθητικά-φοιτητικά» αναπτύξαμε τη μεγαλοσύνη της νεολαίας και μαζί ήμασταν όταν διαδηλώναμε ότι «είμαστε ο ανθός της ελληνικής νεολαίας» και πως «είμαστε αυτοί που οι γονείς μας πάντα συνιστούσαν να αποφεύγουμε». Τότε γινόντουσαν μεταρρυθμίσεις υπό το βλέμμα μιας καθυστερημένης σοσιαλδημοκρατίας κι αργότερα σοσιαλφιλελευθερισμού, σοβαρές μεταρρυθμίσεις που από αυτές ασχολήθηκα, μαζί σου, μόνο με το ζήτημα της καταστολής. Αργότερα στα τέλη του 90 όταν σκούρυναν κάπως τα πράγματα πάλι δεν έπαψα να σου το τονίζω, ότι η καταστολή είναι «ο κόμβος του κοινωνικού ζητήματος». Αυτοί που μας κυβερνούσαν και μας κυβερνούν που μοιάζουν σαν σταγόνες νερού, πότε μας έπαιζαν σαν το ηλεκτρονικό πάκμαν από την Ασφάλεια στην Αλεξάνδρας και πότε συλλάμβαναν πολλές χιλιάδες στα 40 χρόνια μεταπολίτευσης για να μας παίξουν στο πολιτικό τους παιχνίδι. Εγώ τότε σου έλεγα ότι «βρισκόμαστε στο επίκεντρο της καταστολής» και έτσι ήταν και φαινόταν, αλλά δεν σου είπα ότι αυτό δεν έχει καμιά προοπτική ή το γιατί «είμαστε στο επίκεντρό της». Τώρα που μεγάλωσα, είμαι σε λαϊκές συνελεύσεις γειτονιάς, ξαναγύρισα από το κέντρο στη γειτονιά, σου μιλάω όψιμα για κοινωνικούς μαζικούς αγώνες. Και ξαφνικά σου λέω ότι κάνεις εσύ λάθος.

Το τρίτο μου λάθος ήταν ότι δεν σε ενέπνευσα με το όνειρο μιας άλλης κοινωνίας που θα έχει «με» κι όχι «χωρίς». Που θα είναι «για» κι όχι «από». Που θα έχει τέλος πάντων ένα περιεχόμενο και δεν θα καθορίζεται από τις αρνήσεις –που δεν συνιστούν κατάφαση. Απ’ το 70 σου έλεγα ότι αυτά είναι τερτίπια των σταλινικών, των εξουσιαστών, των κρατιστών, της αριστεράντζας. Εμείς έχουμε ένα όραμα που δεν μπορεί να περιγραφεί. Αν περιγράψουμε το «τι θέλουμε» κι όχι «τι δεν θέλουμε», θα γίνουμε «εξουσιαστές». Έτσι μ’ αυτά και μ’ αυτά, σου έδωσα την εντύπωση ότι η «δημοκρατία» ανήκει σε αυτούς που κυβερνάνε. Από το 80 φωνάζαμε «ούτε φασισμός-ούτε δημοκρατία» λες και αυτό που ζούμε είναι δημοκρατία. Άρχισες να βγάζεις αφίσες για «τα κελιά της δημοκρατίας» και αρνιόσουν ακόμα και το «άμεση» διότι κι αυτή είναι «εξουσιαστική». Σε έμαθα να ταλαιπωριέσαι στο πεδίο των συναινετικών αποφάσεων σε συσσωματώσεις χωρίς δομή, αφού «η ψήφος δεν είναι για μας». Έτσι σε κάθε ευκαιρία που μπορούσε να αρθρωθεί ένας λόγος προταγματικός εγώ σε απέτρεπα και σου έλεγα ότι «αυτά δεν είναι για μας». Όταν ξεκίνησα να συμμετέχω μαζί με «άλλους» σε αγώνες γειτονιάς άλλαξα λιγάκι. Αλλά παρέμεινα πιστός τα δόγματα του «από» και του «χωρίς». Για αυτό και παραμένουμε κομμάτι εσώκλειστο, με πολιτικές προκαταλήψεις και προλήψεις. Βλέπουμε το τι γίνεται γύρω μας, το οσμιζόμαστε αλλά δεν λέμε να ξεπεράσουμε τη μοναχικότητα που κρατάμε ως κόρην οφθαλμού. Διότι η αλλαγή προϋποθέτει ευθύνη. Αυτό δεν περιέχεται και στη λέξη αυτοδι-εύθυνση που σου έμαθα; Ευθύνη. Και η ευθύνη για την οργάνωση αυτού του κόσμου είναι πολύ βαριά (γι’ αυτό και την αφήνουμε στο κράτος). Έτσι, εσύ με τα «χωρίς» και τα «από» που σου έμαθα, πορεύεσαι χωρίς ευθύνες για αυτόν τον κόσμο. Κι όταν λίγο παρεκτρέπεσαι όπως …πρόσφατα, εγώ σε λέω «αμφιβόλου προέλευσης» διαδηλωτή και σου λέω ότι κάνεις λάθος. Εγώ, που σε έμαθα, αυτό να κάνεις.

Το τέταρτό μου λάθος είναι ότι δεν σε έμαθα να διεκδικείς πέρα από την αποφυλάκιση των συντρόφων μας. Κάθε τι άλλο σου έμαθα ότι είναι μια εξουσιαστική πράξη που ενσωματώνεται –και έτσι είναι αλλά τι άλλο είναι η ζωή;- κι έτσι σε έμαθα να λες «όλα ή τίποτα» ή «μη ενδιάμεσοι αγώνες» ή «άμεση εξέγερση» κλπ κλπ. Όμως η ζωή είναι αλλιώς και πέρα από τις χιλιαστικές μας σκέψεις. Δηλαδή σήμερα μένουμε σε κάποιο σπίτι, τρώμε, πίνουμε νερό, πάμε κινηματογράφο, αγοράζουμε βιβλία, εργαζόμαστε ή είμαστε άνεργοι, μετακινούμαστε, χρησιμοποιούμε τις δομές υγείας ή δεν μπορούμε κλπ κλπ. Ό,τι κάνει ένας καθημερινός άνθρωπος, κάνουμε κι εμείς. Άρα πρέπει να διεκδικήσουμε. Μαζί με όσους διεκδικούν. Να αγωνιστούμε με τους «άλλους» για καλύτερη υγεία, για καλύτερη εκπαίδευση, για καλύτερα μεροκάματα, για καλύτερη ποιότητα ζωής στη γειτονιά, ενάντια στη φιλελευθεροποίηση. Όχι έλεγα εγώ. Θα μιανθούμε από την εξουσιαστική πραγματικότητα. Κι έτσι, εσύ έκανες ότι έκανα κι εγώ. Κι έρχομαι τώρα, που σφίξανε λίγο παραπάνω τα πράγματα κι έχω αρχίσει δειλά και λίγο πιο ώριμα να συμμετέχω σχεδόν παντού, και σου λέω ότι κάνεις λάθος. Το λάθος όμως εγώ το έπραξα.

Το πέμπτο λάθος μου ήταν ότι σε έμαθα να μισείς την κοινωνία. Εγώ σου έμαθα τη διάσταση «κοινωνία» και «εμείς». Εγώ σου έμαθα ότι η κοινωνία είναι ένα σύμπλεγμα περίπου μικροαστών-φασιστών-εθνικιστών-σωβινιστών. Όταν άρχισα να ψελλίζω για «κοινωνικά κομμάτια», για «αγώνες βάσης» ήταν πολύ αργά γιατί ούτε κι εγώ το πολυπίστευα. Το 70 σε έμαθα να λοιδορείς τους εργατικούς αγώνες που γίνονται για «ένα αυτοκίνητο και μια έγχρωμη ΤΙΒΙ», το 80 και το 90 σου έλεγα για τους «μικροαστούς» και από τα μέσα του 90 όταν αρχίσαμε και ζούσαμε το μεταναστευτικό σου μίλαγα για τους «φασίστες, ρατσιστές, σωβινιστές». «Τσιμπήσαμε» όλοι μαζί γύρω από γκλομπαλίστικο, το πολυπολιτισμικό που η νέα τάξη πραγμάτων ήθελε για να ικανοποιεί τις αγορές εργασίας της με φτηνό εργατικό δυναμικό, έκαναν τη χώρα «χώρα υποδοχής» δηλαδή φυλάκισης για να μην προχωράνε οι δυστυχισμένοι αυτοί άνθρωποι από τις λεηλατημένες χώρες τους μέσα στην «πολιτισμένη» Ευρώπη, δεν διείδαμε την παρακμή των πόλεων και των χωριών, την απώλεια του κοινωνικού ιστού, τη διάλυση της παραγωγικής δυνατότητας και βλέπαμε συνεχώς εχθρούς στα μάτια της κοινωνίας. Ίσως εστιάζω πέραν του δέοντος στις ευθύνες μου, αλλά όλα τα «άλλα» τα έχω και τα έχουμε πει. Για τις ευθύνες μου πότε θα σου μιλήσω; Όλο, λάθος θα σου λέω ότι κάνεις;

Το έκτο μου λάθος ήταν ότι δεν σε δίδαξα ιστορία. Χωρίς ιστορία πάμε αδιάβαστοι συντροφάκι μου. Τα τελευταία χρόνια σου έμαθα κάποια πράγματα για την Ισπανία αλλά ποτέ για την ίδια σου τη χώρα, για τα Βαλκάνια, για τη Μέση Ανατολή. «Οι εξουσιαστές είναι ίδιοι-παντού και πάντα» και μ’ αυτό έκλεινα το θέμα. Άρα τι να την κάνουμε την ιστορία; Όμως σε ένα κρεσέντο που με έπιανε έφτασα να απαξιώνω και κάθε ιστορικό απελευθερωτικό αγώνα που δεν ήταν στα μέτρα μου. Με βάση τα μέτρα μου, σου έφτιαξα μια εξιστόρηση «ίσων εθνικισμών» και σου ετοίμασα σιγά-σιγά την επαναστατική θεώρηση των «δυο άκρων» ή αλλιώς των «ίσων αποστάσεων». Κι όταν σε είδα να μιλάς έτσι για την Παλαιστίνη σου είπα: κάνεις λάθος. Δικό μου όμως είναι το λάθος. Θα σου το πω. Σου έμαθα ότι εξισώνεται ένας απελευθερωτικός με έναν κατακτητικό πόλεμο, ότι αυτοί που αντιστάθηκαν ήθελαν κι αυτοί ένα κράτος-άρα ήταν εξουσιαστές. Και προχώρησα ακόμα πιο πολύ. Σου είπα ότι η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν μια χαρά και ότι οι εθνικισμοί –γενικώς- χάλασαν τον κόσμο, ότι στην κατοχή αντί να ενωθούν οι έλληνες προλετάριοι με τους γερμανούς ναζί και ιταλούς φασίστες, εκείνοι τους πολεμούσαν. Δεν σου είπα ότι στην Κύπρο υπήρξε ένας αντιαποικιακός αγώνας αλλά πως ό,τι έγινε, ήταν μια εθνικιστική λαίλαπα. Σου έφτιαξα μια ιστορία με τα μέτρα μιας αντίληψης που μόνο ο ξεχασμένος Μπακούνιν, ίσως πια, θα μπορούσε να σου πει πως δεν είναι έτσι. Σε ώθησα, στο να είσαι αεθνιστής ή αντιεθνικιστής (με το βλέμμα στο «δίκιο» της άλλης χώρας) και να φωνάζεις ότι «οι προλετάριοι δεν έχουμε πατρίδα» λες κι αυτή είναι αντίθετη στο διεθνισμό, λέξη που σου έμαθα χωρίς να σου πω ότι ο διεθνισμός εμπεριέχει τη λέξη έθνος. Βέβαια ξέρω το πώς την μεταχειρίστηκαν και πως εγκληματικά μίλησαν και έπραξαν όλοι αυτοί που μας κυβέρνησαν και μας κυβερνούν που μιλάνε για «έθνος»-αλλά αυτά τα έχουμε ξαναπεί. Για τις ευθύνες μου δεν σου έχω πει ακόμα. Κι όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με προβλήματα που είναι υπαρκτά, τι άλλο θα ξεστομίσεις; «Είστε φασίστες» θα πεις. Και καθάρισες. Εγώ όμως στο έμαθα κι αυτό. Τώρα έρχομαι να σου πω ότι κάνεις λάθος, ειδικά όταν το λες αδιακρίτως. Θα σου έλεγα ότι βοηθάς στο να πάει κάποιος κόσμος σ’ αυτά τα καθάρματα. Και πηγαίνει. Αλλά εσύ θεωρείς ότι αυτό είναι δικό τους θέμα και ευθύνη του κράτους που τους προωθεί. Είναι αλλά όχι μόνο δικό τους. Το κενό που δεν καλύπτεις εσύ το καλύπτουν αυτοί. Και η ζωή δυστυχώς δεν προχωράει με κενά. Αλλά κι αυτό που λες εγώ στο έμαθα. Πώς σε μέμφομαι τώρα για τα λάθη σου;

Αυτές οι λίγες, είναι οι σκέψεις μου, για μένα που έμαθα από τα λάθη μου χωρίς να τα παραδέχομαι. Για αυτό συνεχίζω να σου λέω ότι κάνεις λάθος. Το λάθος όμως το έχω κάνει εγώ.

Με εκτίμηση, συντροφάκι μου και με σεβασμό στην ηλικία σου

ο πατέρας σου, η μάνα σου κι ίσως ο μεγάλος σου αδερφός από το «χώρο»

Σε όσους διστάζουν.

10351883_558339987599976_8698964181200406141_nΛες:

Το κίνημά μας είναι σε κακή κατάσταση.
Το σκοτάδι βαθαίνει.
Οι δυνάμεις μας μειώνονται.

Λοιπόν, αφού έχουμε δουλέψει όλα αυτά τα χρόνια,
είμαστε σε χειρότερη κατάσταση απ’ ότι στην αρχή.
Αλλά ο εχθρός είναι σήμερα ισχυρότερος από ποτέ!
Η ισχύς τους φαίνεται να έχει αυξηθεί.
Έχουν πάρει τη μορφή του αήττητου.
Έχουμε κάνει λάθη, αυτό είναι αναμφισβήτητο.

Οι τάξεις μας φθίνουν.
Τα λόγια μας προδίδουν σύγχυση.
Ο εχθρός έχει πάρει τα λόγια μας και τα έχει διαστρεβλώσει,
μέχρι που έγιναν αγνώριστα.

Λοιπόν, τι είναι λάθος σε αυτά που έχουμε πει;
Κάποια κομμάτια ή τα πάντα;
Για ποιους μετράμε ακόμα;
Έχουμε ξεμείνει πίσω, ξεκάθαρα αποκομμένοι από το ζωντανό ποτάμι;
Θα μείνουμε πίσω, χωρίς να καταλαβαίνουμε κανέναν
και χωρίς να μας καταλαβαίνει κανένας;
Η τύχη είναι αυτό που χρειαζόμαστε;

Αυτά ρωτάτε!
Μην περιμένετε καμία άλλη απάντηση
εκτός από τη δική σας!

Μπέρτχολντ Μπρεχτ

28 Αυγούστου 1997: φεύγει από τη ζωή η Σωτηρία Μπέλλου.

swtiria_mpellou

[youtube]https://www.youtube.com/watch?v=yRxjTyE52u8[/youtube]

” Το 1943, η Σωτηρία θα συλληφθεί από τους Γερμανούς στην Καισαριανή, καθ’ υπόδειξη ενός ντόπιου καταδότη. Την μεταφέρουν στην Μέρλιν και την βασανίζουν για τρεις μέρες. Ακολουθεί η φυλάκισή της μέχρι το 1944 όπου με την απελευθέρωση την αφήνουν ελεύθερη. Γνωρίζεται με τον Χαρίλαο Φλωράκη και στα Δεκεμβριανά λαμβάνει μέρος στις αιματηρές μάχες του ΕΛΑΣ στην Καισαριανή. Με την έναρξη του εμφυλίου, η Σωτηρία Μπέλλου συλλαμβάνεται ξανά από τους χωροφύλακες και γνωρίζει έναν νέο κύκλο ξυλοδαρμών και βίας λόγω των φρονημάτων της. Την κρατάνε με άλλους κομμουνιστές και αριστερούς στο υπόγειο της οδού Βουκουρεστίου, στο καμπαρέ «Κιτ-Κατ». Αργότερα αφήνεται ξανά ελεύθερη και πιάνει δουλειά στο μαγαζί του «Τζίμη του Χοντρού» με τον Τσιτσάνη. Στο μαγαζί θα γνωρίσει και νέες περιπέτειες το 1946. Μια βραδιά μια παρέα από χίτες μπαίνουν στο μαγαζί και της ζητάνε να πει το «Του αετού ο γιός». Η Μπέλλου που δεν ανέχεται να σκύβει κεφάλι για κανέναν του απαντά «Α πάενε ρε» και τότε οι χίτες της ορμάνε και την ξυλοφορτώνουν. «Έξι άτομα με βαράγανε στο πάλκο αλλά αυτό που με πόνεσε πιο πολύ ήταν που δεν σηκώθηκε ένας άντρας να με υπερασπιστεί» λέει η ίδια για το περιστατικό. ”

23 Αυγούστου 1927: εκτελούνται οι αναρχικοί Νικόλα Σάκκο & Μπαρτολομέο Βαντσέτι.

 

Στις 23 Αυγούστου 1927 οδηγήθηκαν από το κράτος των Η.Π.Α στην ηλεκτρική καρέκλα οι αναρχικοί ιταλοί μετανάστες Νικόλα Σάκο και Μπαρτολομέο Βαντσέτι. H πολιτική ταυτότητα τους και η ένταξη τους στο εργατικό κίνημα ήταν η αιτία που επιλέχθηκαν για να κατηγορηθούν χωρίς στοιχεία για ένοπλη ληστεία και δολοφονία που πραγματοποιήθηκε το 1920. Η εκτέλεσή τους, μετά από 7χρονη φυλάκιση και παρά το παγκόσμιο κύμα διαμαρτυριών, οδήγησε σε έκρηξη μαχητικών κινητοποιήσεων σε όλη σχεδόν την αμερικανική ήπειρο και την Ευρώπη, που πήραν και χαρακτήρα βίαιων αιματηρών συγκρούσεων των αναρχικών του Μπουένος Άιρες και των κομμουνιστών του Βερολίνου και του Παρισιού, με τις ένστολους φρουρούς του Κεφαλαίου και των Κρατών τους.

Θα μπορούσα να είχα πεθάνει, ασήμαντος, άγνωστος, μια αποτυχία. Τώρα δεν είμαστε αποτυχημένοι. Αυτή είναι η πορεία μας και αυτός ο θρίαμβός μας. Ποτέ στη ζωή μας δεν φανταστήκαμε ότι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει τόση δουλειά υπέρ της ανεκτικότητας, της δικαιοσύνης, της ανθρώπινης αλληλοκατανόησης, όπως τελικά κάνουμε τώρα κατά λάθος. Ό,τι είπαμε, ό,τι ζήσαμε, ό,τι πονέσαμε – τίποτα! Η αφαίρεση των ζωών μας, των ζωών ενός καλού παπουτσή και ενός φτωχού ιχθυοπώλη – τα πάντα! Η τελευταία στιγμή μας ανήκει, αυτή η θανάσιμη αγωνία είναι ο θρίαμβός μας.

Μπαρτολομέο Βαντζέτι.

Ο Λένιν πέθανε. Εχω πειστεί πως, χωρίς να το θέλει, κατάστρεψε τη ρωσική επανάσταση. Σκότωσε και φυλάκισε πολλούς από τους συντρόφους μου. Κι όμως υπέφερε πολύ, δούλεψε ηρωικά για κείνο που νόμιζε πως είναι η αλήθεια, και τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα σαν διάβασα τις λεπτομέρειες του θανάτου του και της κηδείας του. Οσο για τους πουλημένους κοντυλοφόρους του καπιταλισμού, που παραποιούν τα γεγονότα και την αλήθεια, που ρίχνουν τη λάσπη της άθλιας ψυχής τους πάνω στον αγνό μου αντίπαλο, δε μου μένει παρά να ουρλιάξω, όλη μου τη σιχαμάρα και την περιφρόνησή μου για δαύτους.

Νικόλα Σάκο.

 

Για τον 18χρονο Θανάση Καναούτη που δολοφονήθηκε στις 14 Αυγούστου 2013 από κεφαλοκυνηγό του ΟΑΣΑ.

[youtube]https://www.youtube.com/watch?v=wYq9vzzyb7E[/youtube]

Ένα τραγούδι του Σύντροφου Javaspa, για τον 18χρονο Θανάση Καναούτη που δολοφονήθηκε στις 14 Αυγούστου 2013 στο Περιστέρι από κεφαλοκυνηγό του ΟΑΣΑ επειδή δεν είχε εισιτήριο.

Άλλος ένας νεκρός της Τάξης μας, δολοφονημένος από το κράτος των αφεντικών και τους έμμισθα σκυλία τους.

Το αίμα δεν είναι νερό και αυτό το αίμα είναι δικό μας αίμα.

Αίμα προλετάριων.

Η Μνήμη δεν είναι σκουπίδι.

Δεν ξεχνάμε. Δεν συγχωρούμε.

14 Aυγούστου 1954: εκτελείται ο αμετανόητος κομμουνιστής Νίκος Πλουμπίδης

[youtube]https://www.youtube.com/watch?v=OHpn4h5QjZs[/youtube]

, Σε
Σε τούτη την πατρίδα τι γυρεύω,
με μισθοφόρους και πραιτωριανούς,
τη δόξα σου γονατιστός να ζητιανεύω,
και να χτυπώ την πόρτα σου στους ουρανούς,
τη δόξα σου γονατιστός να ζητιανεύω,
και να χτυπώ την πόρτα σου στους ουρανούς.
 
Σαν ψίχουλα είναι τούτα τα στιχάκια,
από συμπόσια και ξενύχτια ποιητών,
τα ψυθιρίζουν οι χαφιέδες στα σοκάκια,
εκεί που πάω σαν το ψάρι να πιαστώ,
τα ψυθιρίζουν οι χαφιέδες στα σοκάκια,
εκεί που πάω σαν το ψάρι να πιαστώ.
 
Κινήσαμε για μακρινό ταξίδι
κι η νύχτα φαρμακώνει τα φιλιά
ποιος κόσμος μας κρατάει και ποιο σανίδι
απόψε που δικάζουν τον Πλουμπίδη.
Λύκοι αγκαλιά με τα σκυλιά, λύκοι αγκαλιά με τα σκυλιά.
 
Κινήσαμε για μακρινό ταξίδι
κι η νύχτα φαρμακώνει τα φιλιά
ποιος κόσμος μας κρατάει και ποιο σανίδι
απόψε που δικάζουν τον Πλουμπίδη.
Λύκοι αγκαλιά με τα σκυλιά, λύκοι αγκαλιά με τα σκυλιά.
 
Σε τούτη την πατρίδα τι γυρεύω,
με μισθοφόρους και πραιτωριανούς.

πηγή: Ασσύμετρη Απειλή