Ανταπόκριση ενός αναρχικού συντρόφου για τα γεγονότα των τελευταίων ημερών στο Τορίνο.

Τορίνο, 23 Απρίλη 2020: Το κράτος μας ρίχνει στην πείνα, ν’ αγωνιστούμε.

Χθες Σάββατο 25η Απρίλη 2020, 75 χρόνια μετά την αντιφασιστική Εξέγερση που σήμανε την Απελευθέρωση της Ιταλίας από το φασιστικό καθεστώς και τη ναζιστική κατοχή, λάβαμε από έναν αναρχικό σύντροφο, καταληψία στέγης στην προλεταριακή-πολυεθνική συνοικία Aurora του Τορίνο, την ακόλουθη ηχητική ανταπόκριση που μεταφράσαμε και δημοσιεύουμε:

Θα ξεκινήσω από όσα συνέβησαν την περασμένη Κυριακή (19/4): αστυνομικοί σταμάτησαν δυο παιδιά της γειτονιάς, που εμείς δεν γνωρίζουμε, κάτω από το σπίτι μας, κάτω από την κατάληψη της λεωφόρου Giulio Cesare 45. Τους σταμάτησαν αρκετά βίαια: τον έναν τον γράπωσαν και τον έχωσαν στο περιπολικό, τον άλλον τον έριξαν κάτω και τον ξυλοκόπησαν. Όσο τον χτυπούσαν κι ενώ είχαν ήδη καλέσει ενισχύσεις, μαζεύτηκαν καμιά δεκαριά αμάξια κάτω από το σπίτι μας, περιπολικά και ασφαλίτικα. Εκείνη τη στιγμή συνέβη κάτι που ούτε εγώ ούτε κάποιος άλλος σύντροφος ή συντρόφισσα περίμενε: ο κόσμος βγήκε στα μπαλκόνια και άρχισε να κράζει την αστυνομία. Έτσι, βγήκαμε κι εμείς στο μπαλκόνι του σπιτιού μας, και αρχίσαμε να φωνάζουμε με το μεγάφωνο. Μέσα σε μια στιγμή η κατάσταση οξύνεται και ο κόσμος αρχίζει να κατεβαίνει στο δρόμο, κάτι που επίσης κανένας μας δεν περίμενε ότι θα συμβεί.

Τις προηγούμενες μέρες στα κοινωνικά μέσα είχα δει κάποιες εκφράσεις δυσαρέσκειας προς την αστυνομία, στην Ιταλία αλλά κυρίως στην Ισπανία, στη χώρα των Βάσκων. Εκφράσεις όμως που περιορίζονταν στα μπαλκόνια, με ενέργειες σε κάθε περίπτωση σωστές: σφυρίγματα ενάντια στην αστυνομία, συνθήματα κλπ, αλλά ως εκεί. Εδώ όμως έγινε το βήμα παραπάνω. Με την έννοια ότι ο κόσμος βρήκε το θάρρος να κατέβει στο δρόμο. Έτσι, κατεβήκαμε κι εμείς.

Αφότου έχωσαν και το δεύτερο παιδί που χτυπούσαν σ’ ένα περιπολικό, γύρισαν και στόχευσαν εμάς τους συντρόφους και τις συντρόφισσες που βρεθήκαμε εκεί. Ήμασταν λίγοι, μονάχα κάτοικοι της κατάληψης. Για να μην πολυλογώ, επικράτησε ένταση. Προσπάθησαν να πάρουν μια συντρόφισσα για εξακρίβωση, αντισταθήκαμε και τελικά συνέλαβαν τέσσερις, δυο συντρόφους και δύο συντρόφισσες *. Τους ρίξανε κάτω, τους περάσανε χειροπέδες, τους φορτώσανε στα περιπολικά και κυριολεκτικά έφυγαν κυνηγημένοι, αφού ο οργισμένος κόσμος τους έβριζε πλησιάζοντας τους απειλητικά. Αυτοί δεν είχαν τίποτα άλλο να κάνουν από τα ανάψουν τις σειρήνες και να την κοπανήσουν όπως όπως.

Από εκείνο το σημείο κι έπειτα και αφότου έφυγαν, εγώ περίμενα ότι ο κόσμος θα σπάσει. Κι όμως όχι. Ο κόσμος παρέμεινε στο δρόμο μπλοκάροντας την κυκλοφορία. Ήτανε οι προλετάριοι και οι προλετάριες αυτής της συνοικίας. Αδιαμφησβήτα, ο δικός μας ρόλος, εμάς των συντρόφων-συντροφισσών, υπήρξε καθοριστικός. Κατά κάποιο τρόπο, κινήθηκαμε βάσει ενός μικρού εγχειριδίου εξέγερσης, αφού έτσι δημιουργήθηκε εκείνος ο χώρος όπου μια σειρά εντάσεων μπόρεσαν να εκδηλωθούν. Εντάσεις που προφανώς προϋπήρχαν. Τελικά ο κόσμος παρέμεινε στο δρόμο, κλείνοντας την κυκλοφορία για τρεις ολόκληρες ώρες.

Κατά τη γνώμη μας, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αυτό συνέβη σ’ αυτά εδώ τα μέρη. Ήταν κάτι που -κατά κάποιο τρόπο- περιμέναμε, που υποθέταμε και για το οποίο επεξεργαζόμασταν ένα πλάνο: με εστίες έντασης διάσπαρτες στην πόλη, με απόπειρες ώστε να οικοδομηθεί κάτι προς αυτήν την κατεύθυνση.

Αυτή εδώ είναι μια φτωχή συνοικία. Μια από τις πιο φτωχές του Τορίνο. Τα περισσότερα από τα κουπόνια (για αγορά τροφίμων αξίας 300 ευρώ) που πέταξε σαν ψίχουλα η κυβέρνηση, εδώ στο Τορίνο δόθηκαν σ’ αυτές τις γειτονιές όπου ζούμε κι εμείς. Εδώ, ένα σωρό κόσμος δουλεύει μαύρα ή άτυπα. Επομένως, στη συνθήκη του lockdown βρίσκεται εγκλωβισμένος σπίτι χωρίς λεφτά.

Επίσης, θα ήταν ενδιαφέρον αν γινόταν μια έρευνα σχετικά με τον μέσο όρο των τετραγωνικών μέτρων των σπιτιών σε αυτή τη συνοικία. Κατά τη γνώμη μου, το αποτέλεσμα θα ήταν ανατριχιαστικό. Το λέω αυτό γιατί είναι σημαντικός και ο ψυχολογικός παράγοντας. Μιλάμε για ανθρώπους κλεισμένους και κυριολεκτικά στοιβαγμένους σε μικρά και ανθυγιεινά σπίτια. Για να δώσω μια εικόνα: όπως αναφέρθηκε πρόσφατα και στον Τύπο, εδώ στη συνοικία μέσα σε ένα μήνα λεηλατήθηκε τέσσερις φορές μια αποθήκη τροφίμων. Πρόκειται για μια αποθήκη, την οποία διαχειρίζεται μια οργάνωση -σε συνεργασία με το Δήμο- για την παροχή βοήθειας σε άπορους. Είναι ένα γεγονός αρκετά χαρακτηριστικό για την καταγραφή της έντασης που επικρατεί εδώ.

Νομίζω επίσης ότι είναι σημαντικό ν’ αναφερθεί η έντονη και πολύχρονη παρουσία συντρόφων-συντροφισσών στη συνοικία. Έχουν δοθεί πολλοί αγώνες και κατά κάποιο τρόπο χαίρουμε μιας κάποιας αναγνώρισης από τους άλλους κατοίκους. Επομένως, η φυσιογνωμία και τα χαρακτηριστικά της συνοικίας υπήρξαν καθοριστικά για τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν.

Είναι δεδομένο το γεγονός ότι πλησιάζουμε στην περιβόητη “δεύτερη φάση”, η οποία δεν γνωρίζουμε ακόμα πως ακριβώς θα είναι, αλλά είναι δεδομένο ότι τα προβλήματα -κυρίως τα λεγόμενα οικονομικά- θα παραμείνουν και -πιθανότατα- θα οξυνθούν, προκαλώντας κοινωνικές εκρήξεις. Παράλληλα, θα παραμείνουν -πιθανότατα- σε ισχύ οι απαγορεύσεις όλων των συναθροίσεων καθώς και τα λεγόμενα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης.

Έτσι, μετά και από τα προαναφερθέντα γεγονότα συζητήσαμε και αποφασίσαμε ότι έχει έρθει η ώρα για να στείλουμε ένα μήνυμα, να προσπαθήσουμε να βρούμε τους τρόπους για να κατέβουμε και πάλι στο δρόμο, αφού εδώ πραγματικά σκοπεύουν να μας τσακίσουν για τα καλά…

Έτσι, αποφασίσαμε να κάνουμε αυτή την προχθεσινή (23/4) πορεία: οργανωμένη στόμα με στόμα, χωρίς ανακοινώσεις και μηνύματα στα τηλέφωνα, μιας και εδώ η αστυνομία είναι αρκετά παρανοϊκή με κάτι τέτοια… Στις 11 το πρωί μαζευτήκαμε μια ογδονταριά και η πορεία ξεκίνησε από την κατάληψη της λεωφόρου Giulio Cesare 45. Ήταν μια πολύ ωραία πορεία, γεμάτη παρεμβάσεις και προτάγματα, τα οποία δεν αφορούσαν το “δικαίωμα να πηγαίνουμε για ψώνια αντί για βόλτα” -κάτι που εσχάτως έχει γίνει η αιχμή του δόρατος όλης της λαϊκίστικης δεξιάς- αλλά αντίθετα, υπογράμμιζαν τον άθλιο τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκαν εδώ την υγειονομική κρίση, τις εγκληματικές επιλογές τους, όπως εκείνη να βάλουν τους διεγνωσμένους ασθενείς του Covid 19 σε οίκους ευγηρίας, προκαλώντας έτσι έναν τεράστιο αριθμό θανάτων. Ζητήματα όπως εκείνα για τα επιδόματα και τα ταμεία ενίσχυσης που ανακοίνωσαν, χωρίς όμως ως τώρα να τα εφαρμόζουν, τα οποία δεν επαρκούν και -έτσι κι αλλιώς- δεν προβλέπεται να δοθούν σε όλους/ες όσους/ες τα έχουν πραγματικά ανάγκη.

Η ανταπόκριση της γειτονιάς υπήρξε πραγματικά πολύ καλή. Εγώ προσωπικά -αν και συμμετέχω εδώ και πάρα πολλά χρόνια σε πορείες εδώ στο Τορίνο- δεν είχα ξαναδεί ποτέ κάτι τέτοιο. Κάποια στιγμή κι ενώ η πορεία βρισκόταν σε εξέλιξη, κατέφθασαν οι αστυνομικές διμοιρίες και μας περικύκλωσαν στη μέση μιας πολύ μεγάλης λεωφόρου. Στην αρχή ήταν πολύ νευρικοί. Όταν μας περικύκλωσαν, καταδίωξαν κι ένα κομμάτι του κόσμου που -για άγνωστους λόγους- αποσπάστηκε από την πορεία. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης τους, προσήγαγαν κι ένα παιδί. Από εμάς που είχαν περικυκλώσει προσπάθησαν να μας πάρουν το ηχοσύστημα, επικράτησε ένταση και εκεί κατάφεραν να προσάγουν κι ένα από τα παιδιά που ήταν μαζί μας. Μετά και από αυτό, έδειξαν να ηρεμούν και δεν στόχευαν πλέον στην αφαίρεση του ηχοσυστήματος. Είχανε δει κι εκείνοι όλο τον κόσμο που ήταν στα μπαλκόνια και είχε αρχίσει να κατεβαίνει στο δρόμο. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα, η συμπεριφορά τους άλλαξε. Ήταν άπειροι, έξι εφτά κλούβες μαζί με μπόλικους ασφαλίτες. Ήταν πολλοί περισσότεροι από εμάς αλλά -κατά τη γνώμη μου- κατάλαβαν ότι το κλίμα δεν τους σήκωνε Έτσι άλλαξαν ύφος κι ηρέμησαν. Απόδειξη ότι ενώ αρχικά ήταν πολύ προκλητικοί τελικά κατέληξαν να μας λένε παρακαλετά να φύγουμε γιατί δεν μπορούμε να βρισκόμαστε όλοι μαζί στο δρόμο. Εμείς τους ανακοινώσαμε ότι θα φεύγαμε μονάχα αν άφηναν τους δυο συντρόφους που κρατούσαν. Έτσι κι έγινε. Αυτό είναι κάτι που αλλού ίσως να φαντάζει φυσιολογικό. Εδώ όμως πρόκειται για κάτι -τουλάχιστον για μένα- πρωτόγνωρο. Είναι ξεκάθαρο ότι κι εκείνοι αντιλαμβάνονται το κλίμα που επικρατεί.

Ήταν πολύ όμορφες στιγμές. Για παράδειγμα, ενώ βρισκόμασταν περικυκλωμένοι από τις διμοιρίες, κάτοικοι της γειτονιάς -χωρίς καν να μας γνωρίζουν- μας πλησίασαν, μας έδωσαν νερό και κολατσιό πετώντας τα πάνω από τα κεφάλια των μπάτσων. Ήταν κάτι πολύ διασκεδαστικό.

Κατά τη γνώμη μου, ο άνεμος φυσάει καλά, παρά το γεγονός ότι οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες δεν ήμαστε και τόσο προετοιμασμένοι και προετοιμασμένες για να σταθούμε στο ύψος των γεγονότων που έρχονται. Οι αντιδράσεις του αστυνομικού διευθυντή και των πολιτικών το αποδεικνύουν. Με την έννοια ότι μετά από αυτά τα γεγονότα επαναλαμβάνανε συνέχεια πως όλα αυτά συνέβησαν αποκλειστικά από τους αναρχικούς που παρέμειναν απομονωμένοι αφού οι κάτοικοι δεν τους ακολούθησαν” κλπ. Στην πραγματικότητα όμως κι αυτοί οι ίδιοι ξέρουν ότι δεν είναι αυτή η αλήθεια.

Καταλήγοντας, ας ειπωθεί και πάλι ότι ο άνεμος φυσάει καλά. Περάσαμε από ένα απογοητευτικό κλίμα που επικρατούσε μέχρι πολύ πρόσφατα, σε μια συνθήκη που φαίνεται γόνιμη. Νοιώθω την ανάγκη να πω ότι οι επιλογές που κάναμε (η διανομή ενός εντύπου, οι παρεμβάσεις στους δρόμους με τήρηση των μέτρων προστασίας κλπ) αν και αρχικά δεν έδειχναν να αποδίδουνε καρπούς εν τέλει αποδείχτηκαν ορθές…

* Οι δύο συντρόφισσες και οι δύο σύντροφοι μετά από τετραήμερη κράτηση αφέθηκαν με περιοριστικούς όρους. Στη Marifra επιβλήθηκε απαγόρευση διαμονής στην πόλη ενώ στους Daniele, Samu και Giordana η υποχρέωση εμφάνισής τους σε ΑΤ, τρείς φορές την εβδομάδα.

Περισσότερες πληροφορίες και στοιχεία σχετικά με την κατάσταση στο Τορίνο και όχι μόνο:

Σημειώσεις για την εξελισσόμενη πανδημία από συντάκτες του macerie.org και άλλους συντρόφους στο Τορίνο (Μάρτιος 2020).

https://prolprot.espivblogs.net/2020/03/18/simeioseis-apo-ti-voreia-italia-gia-tin-exelissomeni-pandimia/

Συζήτηση με τρεις αναρχικούς συντρόφους από το Τορίνο (Απρίλης 2020).

https://taksiki-antepithesi.espivblogs.net/archives/2222

.

Σκέψεις και θέσεις με αφορμή ένα επικίνδυνα α-νόητο αυτοκόλλητο και το κείμενο “Αντίο Αυτονομία!”

[…] Πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί έτσι ώστε να μην καταλήγουμε ούτε στον τυπικό μηχανισμό του χυδαίου υλισμού, που θέλει να εξηγεί τα πάντα μ’ έναν ντετερμινιστικό και μοιρολατρικό τρόπο, ούτε στον υποκειμενιστικό ιδεαλισμό που θέλει να εξηγεί τα πάντα με βάση αυθαίρετες επιλογές των διάφορων μορφών της υποκειμενικότητας. Εξηγήσεις που -εκτός των άλλων- δε χρησιμεύουν σε τίποτα, που είναι απολύτως άχρηστες. Αν τα πάντα είναι μοιρολατρικά προκαθορισμένα, δεν αξίζει τον κόπο ν’ αναζητούμε τα γιατί και τα προς τα που και αρκεί να κάτσουμε να παρατηρούμε τα μοιραία αποτελέσματα κάθε διαδικασίας, ενώ αν τα πάντα είναι ο καρπός αυθαίρετων επιλογών, δεν υπάρχει προς αναζήτηση κανένα γιατί ή κανένα πώς, ούτε υπάρχει τίποτα το οποίο είναι δυνατό να προβλεφθεί.

 

Sergio Spazzali, Μέθοδος (Μάρτης 1992).

από το Chi vivrà vedrà (Scritti 1975-1992)
[ Όποιος ζήσει θα δει (Κείμενα 1975-1992) ]. Μιλάνο, 1995.

I.

Αφορμή για τη συγγραφή των σκέψεων και των θέσεων που ακολουθούν αποτέλεσε το κείμενο “Αντίο Αυτονομία!” [https://athens.indymedia.org/post/1604537/], το οποίο λειτούργησε και ως τροφή για σκέψη και εκτιμήσεις για μια σειρά καίριων πολιτικών-ιδεολογικών και εντέλει ηθικών ζητημάτων. Ζητήματα τα οποία δεν έχουν -αποκλειστικά- μια ιστορική και “εγκυκλοπαιδική” αξία, αφού μέσα στην υπάρχουσα δυστοπική συνθήκη παραμένουν -δυστυχώς- όλο και πιο έντονα, διαχρονικά και επίκαιρα.

Εν μέσω πανδημίας και καραντίνας, μέσα σε μια συγκυρία όπου η αποδεκατισμένη (έπειτα από δέκα χρόνια μνημονιακών πολιτικών) δημόσια Υγεία “νοσηλεύεται” σε σοβαρή κατάσταση και χιλιάδες εργαζόμενοι-εργαζόμενες στα ετοιμόρροπα νοσοκομεία υπερβάλλουν εαυτό. Μέσα σε μια συγκυρία όπου εκατοντάδες ασθενείς δίνουν μάχη στις λειψές ΜΕΘ και το μέλλον (για τη χειμαζόμενη κοινωνική πλειοψηφία, την πολυεθνική εργατική Τάξη, τη νέα εργαζόμενη βάρδια και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα) δεν προδιαγράφεται διόλου ευοίωνο, είναι αλήθεια ότι χρειάζεται μπόλικη ιδεολογική θολούρα και -εντέλει- ελιτίστικη απανθρωπιά για να βγαίνεις -παριστάνοντας μάλιστα τον ταξικό αντιφασίστα- και να προτάσσεις «όχι άλλους γιατρούς» ή ακόμα χειρότερα το νεοφιλελεύθερο «κλωτσιές στους γιατρούς» (φυσικά τους πρόλαβε το κράτος και οι μπάτσοι του που έχουν ρίξει ουκ ολίγες κλωτσιές στους αγωνιζόμενους γιατρούς και νοσηλευτές που παλεύουν για δημόσια δωρεάν υγεία). Και επιπλέον χρειάζεται απίστευτος βαθμός «πολιτικής» πώρωσης και χυδαιότητας, ώστε να ταυτίζεις τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες στη δημόσια Υγεία με τους μπάτσους, τους ρουφιάνους και τους ακροδεξιούς.

Με λίγα λόγια, πρέπει να είσαι μικροαστός μέχρι κτηνωδίας για να προσπερνάς σα να μη συμβαίνει τίποτα το θάνατο 130 εργαζομένων στη δημόσια Υγεία στην Ιταλία.

Δοσμένων των συνθηκών, μέσα στο κυνήγι της «ανοσίας αγέλης» και της «επανεκκίνησης της οικονομίας», η συγκεκριμένη επικίνδυνη α-νοησία θα μπορούσε να γίνει νοητή ως η αναμενόμενη κατηφορική κατάληξη μιας (τουλάχιστον) εικοσαετούς πορείας ιδεολογικής σύγχυσης, στυλιζαρισμένου εξυπνακισμού και «εργατίστικου» αντιμικροαστισμού-αντικοινωνισμού, που στην τελική δεν είναι τίποτε άλλο παρά μικροαστική κριτική του μικροαστισμού. [1]

Αν μη τι άλλο, ο ιός Covid 19 και η εγχώρια και διεθνής αστική διαχείριση της πανδημίας (κομμάτι της οποίας είναι και η στρατιωτικοποίηση της δημόσιας ζωής και η διαχείριση της πανδημίας και της επερχόμενης καπιταλιστικής κρίσης με «πολεμικούς» όρους), μας κατέστησαν μάρτυρες μιας ιδιότυπης σύγκλισης θέσεων ανάμεσα σε παράταιρους πολέμιους της καραντίνας και των περιοριστικών μέτρων: ενάντια στη «χούντα», το «πείραμα πειθάρχησης» και τον «πόλεμο της ασφάλειας ενάντια στην ελευθερία», «στην ίδια πλευρά του λόφου» βρέθηκαν φονταμενταλιστές χριστιανοί ορθόδοξοι, ψεκασμένοι αντιεμβολιαστές, νεοσυντηρητικοί οπαδοί της επανεκκίνησης της καπιταλιστικής οικονομίας, «αυτόνομοι που τα εξηγούν όλα», «νέοι φιλόσοφοι» και παγανιστές εθνικοσοσιαλιστές. Και μάλιστα άντλησαν επιχειρήματα από την ίδια φαρέτρα για να μας πείσουν πως η πραγματικότητα δεν υπάρχει…

Και για να μην παρεξηγηθούμε. Δεν θεωρούμε άστοχη την κριτική της επιστήμης και της ιατρικής μέσα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των εξουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων. Ουκ ολίγα εγκλήματα έχουν διαπραχθεί με τη συνέργεια της επιστήμης ή στο όνομα αυτής.

Ο κομμουνιστής ποιητής Κώστας Βάρναλης έγραφε σε κάποιους στίχους: «Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη, της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα».

Ωστόσο, η θεμιτή κριτική του ρόλου της επιστήμης σε έναν ανελεύθερο κόσμο δεν μπορεί με κανέναν τρόπο ούτε να οδηγεί σε μεταφυσικές αντιεπιστημονικές και αντιιατρικές αρλουμπολογίες πασπαλισμένες με λίγη επιλεκτική στατιστική ούτε, φυσικά, να μοιράζει (φανταστικές πάντα) κλωτσιές στους εργαζόμενους-εργαζόμενες της δημόσιας Υγείας.

Αυτοί που, μέσα στο ντελίριο μεγαλομανίας, μας διαφημίζουν πως «τα εξηγούν όλα» και επικαλούνται την εργατική Τάξη -ως μικροαστοί διανοούμενοι- σαν φετίχ που έχουν μέσα στα κεφάλια και τα αποστειρωμένα ιδεολογικά εργαστήριά τους και όχι ως δρων και ζωντανό υποκείμενο. Τι μας λένε, λοιπόν, με τη θεωρία της «απλής γριπούλας»;

Πως τζάμπα απεργούν και αγωνίζονται εκατομμύρια εργαζόμενοι-εργαζόμενες ζητώντας κλείσιμο παραγωγικών δραστηριοτήτων και μέτρα προστασίας από την «ανύπαρκτη» πανδημία. Τζάμπα εξεγείρονται οι κρατούμενες-κρατούμενοι στις φυλακές. Τζάμπα διαμαρτύρονται οι φυλακισμένοι-φυλακισμένες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών. Τζάμπα αγωνίζονται οι εργαζόμενοι-εργαζόμενες στη δημόσια Υγεία, αφού “είναι για κλωτσιές”. Γι’ αυτό και οι πραγματικοί προλεταριακοί αγώνες (αυτοί δηλαδή που εμφανίζονται στην πραγματική ζωή και όχι στις ασκήσεις ύφους των μικροαστών διανοούμενων που παριστάνουν τους αυτόνομους) δεν βρίσκουν ούτε ίχνος συμπάθειας από αυτούς που μας “τα εξηγούν όλα”, μετατρεπόμενοι σε βαστάζους τους κράτους και του κεφαλαίου.

Προσπαθώντας ν’ ανιχνεύσουμε και να εξηγήσουμε τα αίτια αυτής της κυριολεκτικής κατρακύλας, θεωρούμε ότι τα ριζώματα και οι διακλαδώσεις αυτών των πρωτοκοσμικών ιδεολογημάτων (μερικά εκ των οποίων αποσπασματικά αναφέρονται στο προαναφερθέν κείμενο) πάνε πολύ πιο πίσω στο χρόνο και επεκτείνονται σε πολιτικούς χώρους, αντιλήψεις και ομαδοποιήσεις που κινούνται (και) αρκετά πέραν όσων αυτοπροσδιορίζονται ως αυτόνομες. Το γεγονός αυτό μπορεί να τεκμηριωθεί ιστορικά αλλά και να δώσει αρκετές -δυστυχώς- δυσάρεστες απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με τα χαρακτηριστικά, τα πολιτικά περιεχόμενα και τη χειροπιαστή -κατώτερη των ασφυκτικών περιστάσεων- κατάσταση στην οποία βρίσκεται (εδώ και χρόνια) όχι μόνο ο αυτόνομος αλλά και ο αναρχικός-αντιεξουσιαστικός χώρος, η κομμουνιστική αριστερά και συνολικά το ευρύτερο (“ανταγωνιστικό”-“επαναστατικό”) κίνημα. Ως προς αυτό, θα αποπειραθούμε να διατυπώσουμε μερικές (θέλουμε να ελπίζουμε) χρήσιμες παρατηρήσεις και υπενθυμίσεις.

[…] Πολλοί από εμάς έχουν χαρακτηριστεί από τους κομμουνιστές αναρχικοί και από τους αναρχικούς κομμουνιστές. Αυτό που τονίζεται είναι οι διαφορετικές ιστορίες που είναι συνδεδεμένες με την αναρχική και την κομμουνιστική παράδοση. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει ένας διαχωρισμός που να κινείται πέρα από συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους, έτσι ώστε να καθιστά αντιθετικές αυτές τις δύο εμπειρίες […] Η μοναδική διαχωριστική γραμμή που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να προσδιορίσουμε τα πολιτικά ρεύματα και την ιστορική σημασία τους είναι εκείνη της δράσης τους σε σχέση με την προλεταριακή αυτονομία, στην ενίσχυση που έδωσαν στη διαδικασία απελευθέρωσης του προλεταριάτου […] Κρατάμε λοιπόν την προσβολή-φιλοφρόνηση του να είμαστε αναρχικοί και κομμουνιστές, θεωρώντας ενδιαφέρουσα την ικανότητα ωρίμανσης μιας ριζοσπαστικής κριτικής του υπάρχοντος, όχι υπερασπιζόμενοι το παρελθόν αλλά μετασχηματίζοντας το […]

Οι συνήθεις ταραξίες, οι συνήθεις προβοκάτορες: σκέψεις για τον αναρχισμό και τον κομμουνισμό. Proletari 56, Ιταλία 2002.

ένθετο στο 3ο τεύχος του περιοδικού Βίδα για την όξυνση του ταξικού ανταγωνισμού (Αθήνα, 2007).

Κατ’ αρχήν, ας ξεκαθαρίσουμε ότι είμαστε ανάμεσα σ’ εκείνους και εκείνες που θεωρούν ότι αυτές καθαυτές οι (ιταλικές, γαλλικές ή γερμανικές) αυτόνομες ιδέες, πρακτικές και οργανωτικές μορφές και εμπειρίες αγώνα της δεκαετίας του 1970 δεν είχαν σημαντική προσφορά μονάχα στην υπόλοιπη Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα. Αν μη τι άλλο, θεωρούμε ότι ο μεταπολιτευτικός ριζοσπαστισμός θα είχε υπάρξει αισθητά φτωχότερος χωρίς τη συνεισφορά αυτού του αιρετικού κομμουνιστικού πολιτικού ρεύματος και των οριζόντιων-αδιαμεσολάβητων μορφών αυτο-οργάνωσής του.

Αναζητώντας, λοιπόν, τα χνάρια της Αυτονομίας στην Ελλάδα, νομίζουμε ότι πρέπει να πάμε αρκετά πιο πίσω από τα χρόνια της πλαστής “ευμάρειας” και των πρωτο-μεταμοντέρνων ιδεολογημάτων (1990-2000), από τα χρόνια των Απόγονων των Βανδάλων και των Μητροπολιτικών Συμβουλίων, και να φτάσουμε στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, στους ακηδεμόνευτους και αυτοοργανωμένους κοινωνικούς-ταξικούς αγώνες, στις εργοστασιακές επιτροπές και τις νικηφόρες απεργίες και καταλήψεις, τις οδομαχίες και τις υπόλοιπες μορφές πολιτικής άμεσης δράσης κατά τη διάρκεια της δεύτερης επταετίας (1974-81). Γύρω από αυτές τις τελευταίες, δεν πρέπει σίγουρα να θεωρηθεί τυχαίο -ως προς τον πολιτικό αυτοπροσδιορισμό των δρώντων υποκειμένων- το γεγονός ότι ανατρέχοντας κάποιος στο πλούσιο χρονολόγιο βίαιων αντικαθεστωτικών ενεργειών, οδομαχιών και αντιλήψεων εκείνων των χρόνων, εύκολα διαπιστώνει ότι πολλές είναι εκείνες των οποίων οι υπογραφές εμπεριείχαν τους επιθετικούς προσδιορισμούς “αυτόνομοι”, “αυτόνομη”, “αυτόνομος”.

Ενδεικτικά παραθέτουμε το παρακάτω απόσπασμα από προκήρυξη της Αυτόνομης Επαναστατικής Ομάδας που μοιράστηκε το 1975 σε πανεπιστήμια της Αθήνας ύστερα από συγκρούσεις σε απεργία:

[…] Ας μη ξεγελιόμαστε λοιπόν από τη “δημοκρατικοποίηση του συστήματος” και τα κούφια και παραπλανητικά συνθήματα του τύπου “θέλουμε στρατό δημοκρατικό”, ο στρατός και η αστυνομία δεν είναι τίποτα άλλο από μέσα διαιώνισης της ταξικής διάρθρωσης της εμπορευματικής κοινωνίας. Καιρός είναι να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας από τις επιθέσεις των ρομπότ του κράτους. Αρκετά τους ανεχτήκαμε στο Πολυτεχνείο και αλλού να μας δέρνουν και να μας πυροβολούν χωρίς να παίρνουν την απάντηση που τους αξίζει. Ας οργανώσουμε την αυτοάμυνα μας. Σε κάθε φασιστική επίθεση ας απαντήσουμε με επιθετική άμυνα. Μαζί με τα πανώ και τα τραγούδια ας έχουμε μαζί μας ένα κομμάτι αλυσίδα. Ας πάψουμε να είμαστε μαζοχιστές. Ας απαντήσουμε στη βία του κράτους με βία. […]

Αν υπάρχει κάποιο πολιτικό κείμενο το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ιδεολογικά αλλά και οργανωτικά ως ένα συγκροτητικό αυτόνομο “μανιφέστο” εκείνης της δεύτερης επταετίας (1974-81) αυτό δεν είναι άλλο από τα περιβόητα “Χημικά Λιπάσματα” (“για τη δημιουργία, το στέριωμα και το δυνάμωμα του επαναστατικού και λαϊκού κινήματος στην Ελλάδα”) του Επαναστατικού Λαϊκού Αγώνα (ΕΛΑ), του οποίου η αρχική μορφή κυκλοφόρησε (σε εκατοντάδες αντίτυπα) το Δεκέμβρη του 1975 και η τελική το καλοκαίρι του 1978.

Χωρίς να θέλουμε να επεκταθούμε, αναφέρουμε μονάχα πως οι διάχυτες αυτόνομες αντιλήψεις και πρακτικές εκείνης της περιόδου αποτυπώνονται ανάγλυφα στην υπόμνηση που περιλαμβανόταν στο τέλος αυτού του ντοκουμέντου, αντιγράφοντάς την από την επανέκδοση του 2014, τα έσοδα της οποίας είχαν ενισχύσει οικονομικά το Ταμείο Αλληλεγγύης φυλακισμένων και διωκόμενων αγωνιστών:

Όποιοι σύντροφοι νομίζουν πως είναι ένα χρήσιμο κείμενο και μπορούν να το ανατυπώσουν-μοιράσουν, έστω και σε λίγα αντίτυπα, ας πάρουν την πρωτοβουλία να το κάνουν. Μόνο που σε τέτοια περίπτωση θα πρέπει να είναι ολόκληρου του κειμένου. (ΕΛΑ)”

Αντίστοιχα, το περιοδικό Αντιπληροφόρηση με τα 44 τεύχη του (από τον Μάη του 1975 ως τον Φλεβάρη του 1982) μπορεί να θεωρηθεί ως η κατεξοχήν αυτόνομη πολιτική φωνή εγχώριας και διεθνούς ανάλυσης, έκφρασης και αντιπληροφόρησης εκείνων των χρόνων. Βασικός συντελεστής του “κόκκινου περιοδικού της Μεταπολίτευσης” (το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί μια από τις πολυτιμότερες κινηματικές “πρωτογενείς πηγές” για τη συγκεκριμένη κομβική ιστορική περίοδο) υπήρξε (μέχρι και τη συμπλοκή στην AEG στις 21/10/1977) ο πρώτος νεκρός αντάρτης πόλης της νεοσύστατης Γ’ Ελληνικής “Δημοκρατίας”, ο αντιδικτατορικός αγωνιστής και μέλος του ΕΛΑ Χρήστος Κασσίμης.

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι παραπάνω αναφορές πιθανότατα να δημιουργούν μια ασυναίσθητη αμηχανία, αφού αντιπαρέρχονται τις ιδεολογικά βολικές ερμηνείες και τις χρονολογικά αποσπασματικές αναφορές. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η αλήθεια είναι επαναστατική και όπως έχει γραφτεί και αλλού:

[…] τουλάχιστον όσον αφορά το δικό μας κίνημα εδώ στην Ελλάδα, και ανεξάρτητα από το πώς μπορεί να αυτοπροσδιορίζεται ο καθένας -αναρχικός, αντιεξουσιαστής, αυτόνομος, κομμουνιστής κ.λπ.- νομίζω ότι πολλές από τις πρακτικές μας, πολλοί από τους τρόπους που λαμβάνουμε τις αποφάσεις μας, φτιάχνουμε τις -κατειλημμένες και μη- υποδομές μας κ.λπ., είναι κατά κάποιον τρόπο γέννημα εκείνης της περιόδου κι εκείνου του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου που έμεινε στην Ιστορία ως Εργατική Αυτονομία […] [2]

ΙΙ.

Ας μην το κρύψουμε. Είμαστε ανάμεσα σ’ εκείνους και εκείνες, τους αναρχικούς και τις αναρχικές, τους κομμουνιστές και τις κομμουνίστριες που εξακολουθούν να θεωρούν δεδομένο το γεγονός “πως τα κινήματα και οι θεωρίες διαπλέκονται προοδευτικά, παράγοντας ιδέες και πρακτικές, απαλλαγμένες από “σινικά τείχη” που συντηρούν τη διάσπαση και τον ανταγωνισμό”.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θεωρούμε δόκιμη και εποικοδομητική -πολιτικά και ταξικά- τη διατύπωση κάποιων καίριων γεγονότων, σκέψεων, θέσεων και ερωτημάτων. Για να μαθαίνουν οι νεότεροι/ες, να θυμούνται οι παλιότεροι/ες, καθώς και όσοι/ες παριστάνουν ότι δεν θυμούνται…

Προφανώς, οι αναφορές -στα πλαίσια ενός κειμένου σαν κι αυτό- δεν μπορούν παρά να είναι συνοπτικές:

Για διάφορους πολιτικούς-κοινωνικούς λόγους και αιτίες, σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ευρώπης (αλλά και των υπόλοιπων Βαλκανίων), είτε μας αρέσει είτε όχι, η ιστορία των σύγχρονων αναρχικών στην Ελλάδα μετράει “μόλις” πέντε δεκαετίες ζωής και δράσης, δεν διαθέτει μια παράδοση απτού ιστορικού βάθους (αντίστοιχη π.χ της ισπανικής CNT ή της ιταλικής FAI), ενώ τα πιο πρόσφατα χαμένα ίχνη των ιδεολογικών προγόνων τους εντοπίζονται στις προπολεμικές αρχές του εικοστού αιώνα. Αυτό -δίχως άλλο- αποτελεί ένα ιστορικό δεδομένο το οποίο ίπταται πάνω από κάθε βιογραφική ή υποκειμενική ανάγνωση της σύγχρονης κοινωνικής-πολιτικής ιστορίας αυτού του τόπου, δηλαδή πάνω από τις ιστορίες μας.

Εμφανιζόμενοι κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της χούντας, με ενεργή παρουσία στις εξεγέρσεις της Νομικής και του Πολυτεχνείου το 1973, οι αναρχικοί και οι αναρχικές της Μεταπολίτευσης θα συγκροτηθούν σε μειοψηφικό και διακριτό (κυρίως πολιτισμικό και δευτερευόντως πολιτικό) χώρο, έχοντας τα αυτιά και τα μάτια τους στραμμένα περισσότερο στις ιδέες και τις πρακτικές του “’68”, της “Νέας Αριστεράς”, των καταστασιακών, των “νεών υποκειμένων” κ.λπ. παρά σ’ εκείνες των κλασσικών του ιστορικού Αναρχισμού. Η επιρροή των ιδεών και κυρίως των πρακτικών του αυτόνομου κινήματος που -εκείνη την περίοδο- “μεσουρανούσε” στη γειτονική Ιταλία, θα υπάρξει καταστατική και καταλυτική. Χαρακτηριστικότερη οικειοποίηση αυτών των πρακτικών, μπορούν να θεωρηθούν οι καταλήψεις άδειων κτιρίων για την κάλυψη στεγαστικών, πολιτικών και πολιτισμικών αναγκών. Μια ριζοσπαστικοποίηση που γινόταν ορατή περισσότερο με όρους αντικουλτούρας και αντιπαράθεσης με την παραδοσιακή (κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική) αριστερά, παρά μ’ εκείνους μιας συγκροτημένης επαναστατικής ιδεολογίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ένας από τους ελάχιστους πολιτικούς χαρακτηρισμούς που έχουν δοθεί στους “γνωστούς άγνωστους”, “κουκουλοφόρους”, “μπαχαλάκηδες” από τα καθεστωτικά ΜΜΕ (καθ’ όλη τη διάρκεια των τεσσερισήμισι δεκαετιών κοινοβουλευτικής “δημοκρατίας”) ήταν εκείνος των αναρχοαυτόνομων. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για έναν κοινωνικό-πολιτικό χώρο κατά βάση νεολαιίστικο ο οποίος -όπως και οι αντίστοιχοι της εξωκοινοβουλευτικής άκρας αριστεράς- δεν θα αποφύγει τους ύφαλους της κινηματικής “παιδικής ασθένειας” του “Σορβονισμού”, για έναν κοινωνικο-πολιτικό χώρο που σε κρίσιμες συγκυρίες έπαιξε (με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία) το ρόλο του καταλύτη και του πυροκροτητή σε πλήθος κοινωνικών-ταξικών αντιστάσεων και εξεγερτικών γεγονότων, με αποκορύφωμα εκείνα κατά τη διάρκεια του Δεκέμβρη του 2008.

Από τα μέσα της τελευταίας δεκαετίας του 20ού αιώνα κι έπειτα, λίγα χρόνια μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και το τέλος του “ψυχρού πολέμου”, τον “ιστορικό συμβιβασμό” αλά ελληνικά μέσω των οικουμενικών και των συγκυβερνήσεων, λίγα χρόνια μετά τη νικηφόρα εξέγερση της μαθητικής-φοιτητικής και “άγριας” νεολαίας το 1990-91 αλλά, κυρίως, μετά από την κατάληψη του Πολυτεχνείου στις 17/11/1995, την άρση του ασύλου, την αστυνομική εισβολή και τη σύλληψη 504 καταληψιών και μέσα από το σχηματισμό των προαναφερθέντων πολιτικών ομάδων (αρχικά των Απόγονων των Βανδάλων και έπειτα των Μητροπολιτικών Συμβουλίων) θα μορφοποιηθεί (σε ρήξη με τον αποδυναμωμένο α/α χώρο) ο χώρος που εδώ και (τουλάχιστον) μια εικοσαετία αυτοαποκαλείται αυτάρεσκα ως “οργανωμένη Αυτονομία”. Ένας διαχωρισμός που πραγματώθηκε με όρους “εισοδισμού”. Με βασικό πεδίο αντιπαράθεσης τα αφορμαλιστικά-αυθορμητίστικα χαρακτηριστικά και τις αναρχικές hit and run πρακτικές στις ουρές και τις πλάτες αριστερών διαδηλώσεων. Για την ακρίβεια επρόκειτο για τον πρώτο διαχωρισμό, αφού μέσα στα χρόνια θα ακολουθήσουν οι αντίστοιχοι διαχωρισμοί από τον α/α χώρο της Καστοριαδικής “αντιεξουσίας” (ΑΚ) και η βραχύβια απόπειρα δημιουργίας μιας “νέας αναρχίας”, διαχωρισμένης από τους “κοινωνιστές”.

Ένας διαχωρισμός ο οποίος όμως -αν και ήταν υλικός και απτός- σε καμία περίπτωση δεν κράτησε στεγανές τις αντιλήψεις, τις θέσεις και τα προτάγματα που ευδοκίμησαν στα χέρσα εδάφη των πολιτικών χώρων των αρχών του 21ου αιώνα. Θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μερικά απτά παραδείγματα αυτής της ιδεολογικής “όσμωσης” μέσα από τα ακόλουθα ερωτήματα.

– Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες εκείνοι/ες που κατά τη διάρκεια της ΝΑΤΟϊκής επέμβασης στην πρώην Γιουγκοσλαβία κρατούσαν “ίσες αποστάσεις”, μιλώντας μέσα στην παραζάλη της “ισχυρής Ελλάδας” και της “εκσυγχρονιστικής” απάτης του χρηματιστηρίου, για την “Ελλάδα την Αμερική των Βαλκανίων”, προτάσσοντας το μεσοβέζικο “Μιλόσεβιτς και ΝΑΤΟ φασίστες δολοφόνοι”;

– Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες εκείνοι/ες που τον Νοέμβρη του 1999 μιλούσαν για “πατριωτικές μολότοφ” μετά τη νύχτα ταραχών στο αθηναϊκό κέντρο, ενάντια στην επίσκεψη του “πλανητάρχη” Κλίντον;

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες εκείνοι/ες που ήδη από το 2001 προπαγάνδιζαν και τήρησαν το “μακριά από τη Γένοβα, τη Θεσσαλονίκη και τα χάπενινγκς της αντιπαγκοσμιοποίησης”;

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες εκείνοι/ες που ανακήρυξαν σε κύριο εχθρό τον αντιιμπεριαλισμό και πιο συγκεκριμένα τον αντιαμερικανισμό μιλώντας για το «αντιαμερικάνικο ελληνικό κράτος»;

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες εκείνοι/ες που έλεγαν ασυναρτησίες πως «ο αντιιμπεριαλισμός αθωώνει την ντόπια αστική τάξη και μεταθέτει την ταξική πάλη μακριά»; Και κάπου εδώ να θυμίσουμε πως η ιταλική Αυτονομία (όπως και ο ΕΛΑ κι άλλες αυτόνομες κομμουνιστικές ομάδες στην Ελλάδα) συμμετείχαν ενεργά στην αντιιμπεριαλιστική πάλη, χωρίς να διαχωρίζουν τεχνητά τον αντιιμπεριαλισμό από τον αντικαπιταλισμό. Άλλωστε, κομμουνιστικό αντιιμπεριαλιστικο είναι το σύνθημα «Ο εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα», που είναι της μόδας να διαστρεβλώνεται -με τόσο βάναυσο τρόπο- από μικροαστούς διανοούμενους, αποκομμένο από το ευρύτερο πλαίσιο της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό [3].

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες εκείνοι/ες που (από τα μέσα του 90 κι έπειτα) μετέτρεψαν σε “ακλόνητο δόγμα” τις αντιεμπορευματικές πρακτικές έκφρασης και δημιουργίας;

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες εκείνοι/ες που θεώρησαν ως μη-απελευθερωτικό κάθε πολιτικό λόγο που δεν περιστρέφεται γύρω από το πέρασμα της ατζέντας από την “πολιτική των αναγκών” σ’ εκείνη “των επιθυμιών και των ταυτοτήτων”, της “κοινωνικής αναπαραγωγής των σχέσεων εξουσίας” και των “νησίδων ελευθερίας”;

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες όσοι/ες μετά το τρομοκαλοκαίρι του 2002 απαξίωναν τους πολιτικούς κρατούμενους της 17Ν και του ΕΛΑ, χαρακτηρίζοντας περιπαικτικά “κύριους” όσους ανάμεσα τους είχαν αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής τους στις εν λόγω οργανώσεις;

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες όσοι/ες χαρακτήριζαν “μεθυσμένους” τους αναρχικούς/ες-αντιεξουσιαστές/τριες που στις 24/12/2004 είχαν επιτεθεί στο ΑΤ του Αγίου Παντελεήμονα;

-Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες όσοι/ες το χειμώνα του 2006 είχαν χαρακτηρίσει “οπλισμένους αστακούς” τον πολυτραυματία συλληφθέντα Γιάννη Δημητράκη και τους άλλους 3 αναρχικούς που κυνηγήθηκαν για χρόνια ανηλεώς και βαφτίστηκαν από τα αστυνομικά παπαγαλάκια ως “ληστές με τα μαύρα”;

– Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες όσοι/ες (ήδη από τα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα) απαξίωναν και στηλίτευαν ως “γραφειοκρατικές-σωματεμπορικές” τις πρώτες απόπειρες αναρχικών για ένα συνδικαλισμό βάσης, με τη συγκρότηση πρωτοβάθμιων σωματείων σε εργασιακούς κλάδους (όπως π.χ. σ’ εκείνον των εργαζόμενων οδηγών δικύκλου);

– Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες όσοι/ες από τον Όλυμπο της καθαρής “εργατικής ανάλυσής τους, απαξίωναν τις ταραχές των πρωτομνημονιακών καιρών (2010-12), έσπαγαν πλάκα με τους “αγανακτισμένους αντιμερκελιστές” και συμβούλευαν “μακριά από τις αντιμνημονιακές πάνω-κάτω “πλατείες” του Συντάγματος και των διαταξικών-λαϊκιστικών συνελεύσεων”;

– Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες όσοι/ες από τον antifa άμβωνά τους, κινδυνολόγησαν, προβοκατορολόγησαν και καταδίκασαν την εκτέλεση των δύο χρυσαυγιτών τον Νοέμβρη του 2013 στο Ν. Ηράκλειο, σε αντίποινα για τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα;

– Άραγε ήταν μονάχα αυτόνομοι και αυτόνομες όσοι/ες ασπαζόμενοι/ες τα μεταμοντέρνα θέσφατα εφάρμοσαν την εξουσιαστική αρχή της συλλογικής ευθύνης χαρακτηρίζοντας συλλήβδην τους έλληνες “ρατσιστές, βιαστές μικροαστούς, νοικοκυραίους, εθελόδουλους κ.λπ.”, πιθηκίζοντας τα εισηγμένα (από το βερολινέζικο cafe Morgeland) ιδεολογήματα του φιλοσιωνιστικού “αντιγερμανισμού”, αυτοχαρακτηριζόμενοι/ες ως “ανθέλληνες” και λερώνοντας τους τοίχους με το κατάπτυστα αντιπρολεταριακό “σκατά στον έλληνα εργάτη”;

Αν και μπόλικα, τα (διόλου ρητορικά) ερωτήματα που θα μπορούσαν να προστεθούν είναι ακόμα αρκετά. Παρ’ όλα αυτά θεωρούμε ότι είναι αρκούντως ενδεικτικά για την κατάδειξη των στρεβλώσεων και των μερικοτήτων της ψευδούς συνείδησης που έχουν σαρώσει τις κοινωνίες, τα κινήματα και τους “ανατρεπτικούς” φιλελευθεριακούς κύκλους των ζοφερών καιρών μας.

Από την πλευρά μας, εξακολουθούμε να είμαστε ανάμεσα σ’ εκείνους και εκείνες που θεωρούν αναντίρρητο το γεγονός πως “για να μπορέσουμε να φτάσουμε κάποτε να ζήσουμε σε έναν κόσμο ελεύθερων και ίσων πρέπει πρώτα -και εντελώς κοινότυπα- να μπορούμε να ζήσουμε” [4]. Αν κάτι θεωρούμε βέβαιο, είναι το γεγονός ότι (εδώ που έχουμε φτάσει…) τα πάντα χρήζουν εξήγησης. Ακόμαι και τα στοιχειωδώς αυτονόητα. Εν μέσω πανδημίας και καραντίνας αλλά και στην “επόμενη μέρα”, οι χειροπιαστές απαντήσεις στα δυσάρεστα ερωτήματα της πραγματικότητας (που δυστυχώς συνεχίζει να υπάρχει…), δίνονταν, δίνονται και θα εξακολουθήσουν να δίνονται εκεί έξω…

Όποιος ζήσει θα δεί…

Προλετάριοι-Προλετάριες “χωρίς Αυτονομία” και με Μνήμη

Αθήνα, Απρίλης 2020

ΥΓ: Όπως έλεγε και μια παλιά παροιμία των μητροπολιτικών ινδιάνων: Ακόμα και ο πιο νηφάλιος μαλάκας μπορεί να ζει σε bad trip…

Σημειώσεις-Παραπομπές

[1] Στον αντίποδα της συγκεκριμένης αλλά και παρεμφερών επικίνδυνων α-νοησιών με τις οποίες “κάψαμε” τα μάτια μας κατά τη διάρκεια της εξελισσόμενης πανδημίας και καραντίνας, θεωρούμε σημαντικό να επισημάνουμε το κείμενο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις κινήσεις για την Ταξική Αυτονομία με τίτλο “Να σταθούμε όρθιοι και όρθιες σ’ έναν κόσμο που γυρίζει ανάποδα” [https://athens.indymedia.org/post/1604236/ ] καθώς και το κείμενο “Η πανδημία ως σύμπτωμα της κατάστασης έκτακτης ανάγκης του συστήματος” της Ταξικής Αντεπίθεσης (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών) [ https://taksikiantepithesi.espivblogs.net/archives/2148 ]

[2] από την εισήγηση της Προλεταριακής Πρωτοβουλίας (μέλος του κινηματικού εκδοτικού εγχειρήματος Los Solidarios) στην εκδήλωση “Το ιταλικό μωσαϊκό της Αυτονομίας τη δεκαετία του ‘70” στα πλαίσια του 1ου Παγκρήτιου Ελευθεριακού Φεστιβάλ Βιβλίου, Ρέθυμνο, Μάης 2018. Συνδιοργάνωση:Laboratorio Influenza, συλλογικότητα Azadi και Αναρχική συλλογικότητα Οκτάνα. Πηγή: prolprot.espivblogs.net

[3] Άραγε πόσο φτωχότερες θα ήταν οι ιδέες και οι πρακτικές της διεθνούς επαναστατικής ιστορίας, δίχως τους αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες και τα απελευθερωτικά κινήματα στις καπιταλιστικές μητροπόλεις και περιφέρειες; Χωρίς τα “10-100-1000 Βιετνάμ” (τότε που οι αυτόνομοι στην Ιταλία, με αφορμή την επίθεση στο Τετ την έπεφταν σε αμερικάνικους στόχους και προσπάθησαν να εισβάλλουν στην πρεσβεία των ΗΠΑ στη Ρώμη), χωρίς τους Τουπαμάρος, τους Μαύρους Πάνθηρες, τις ένοπλες οργανώσεις στην καρδιά της ιμπεριαλιστικής μητρόπολης σε Ευρώπη και ΗΠΑ; Πόσο φτωχότερη θα ήταν η κινηματική μας εμπειρία χωρίς τους αντιαποικιακούς αγώνες, χωρίς τα ιθαγενικά “ινδιάνικα” κινήματα, χωρίς το κίνημα της Μαύρης Χειραφέτησης στις ΗΠΑ, χωρίς το κίνημα ενάντια στο απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, χωρίς το κίνημα ενάντια στην κατοχή της Παλαιστίνης;

Κινήματα που μπήκαν στο μικροσκόπιο του πρωτοκοσμικού μικροαστικού διανοουμενισμού για να κριθούν ως “αποτυχημένα”, επειδή υπήρξαν στην πραγματική ζωή με τις αντιφάσεις της και όχι στα “καθαρά” πειραματικά ιδεοληπτικά εργαστήρια. Αυτά τα κινήματα, με τα σωστά και τα στραβά τους, αποτέλεσαν σάρκα από τη σάρκα της ανθρώπινης ανταρσίας ενάντια στην καταπίεση και αλληλοδιαπλέκονται με τον διαρκή αγώνα για την αταξική κοινωνία. Όπως γράφει και η Assata Shakur στην αυτοβιογραφία της: «Κάθε κοινότητα που σοβαρά ενδιαφέρεται για την ελευθερία της πρέπει να ενδιαφέρεται εξίσου και για την ελευθερία όλων των λαών. Η νίκη των καταπιεσμένων παντού στον κόσμο είναι μια νίκη για τον Μαύρο λαό. Κάθε φορά που κόβεται ένα πλοκάμι του ιμπεριαλισμού, ερχόμαστε πιο κοντά στην απελευθέρωση (…) Ο ιμπεριαλισμός είναι ένα διεθνές σύστημα εκμετάλλευσης και εμείς, ως επαναστάτες, πρέπει να είμαστε διεθνιστές για να τον νικήσουμε».

(εκδόσεις antifa sisterhood, Αθήνα, Οκτώβρης 2016).

[4] από τις “Σημειώσεις από τη βόρεια Ιταλία για την εξελισσόμενη πανδημία” από συντάκτες του macerie.org και άλλους συντρόφους στο Τορίνο. Πηγή στα ελληνικά: prolprot.espivblogs.net

Radio Onda Rossa [Ρώμη] | Μερικές διευκρινήσεις για το Σάββατο 11 Απρίλη 2020

φώτο: Σαν Λορέντζο, Ρώμη, Απρίλης 2020: Γεια σου Σάλβο. Το Ράδιο σου σε χεραιτάει.

Σχετικά με κάποιες ειδήσεις που κυκλοφόρησαν σε μέσα ενημέρωσης, αναφορικά με όσα συνέβησαν το προηγούμενο Σάββατο 11 Απρίλη στη συνοικία Σαν Λορέντζο της Ρώμης διευκρινίζουμε τα ακόλουθα.Η σορός του Σαλβατόρε Ριτσιάρντι αφού έφυγε από το νεκροτομείο της Πολυκλινικής Umberto I°, έκανε στάση κάτω από την έδρα του ραδιοφωνικού σταθμού μας για έναν τελευταίο χαιρετισμό σ’ ένα σύντροφο που για σχεδόν 20 χρόνια υπήρξε ένας από τους συντελεστές του.Κατά τη διάρκεια της σύντομης τελετής, οι πολυάριθμοι/ες σύντροφοι/ισσες που ήταν παρόντες και παρούσες, έχοντας συνείδηση των περιορισμών που έχουν επιβληθεί από την εξελισσόμενη υγειονομική κρίση και παρά τον πόνο για το θάνατο αυτού του αγαπημένου συντρόφου, διατήρησαν τις απαραίτητες αποστάσεις ο ένας από την άλλη και διαλύθηκαν μετά την αναχώρηση του φέρετρου.Καμία πορεία δεν συνόδευσε τον Σαλβατόρε στο τελευταίο του ταξίδι, ούτε από το νεκροθάλαμο ούτε στο Σαν Λορέντζο. Καμία πρόκληση ενάντια στις απαγορεύσεις δεν έλαβε χώρα στο όνομα του.

Η συντακτική επιτροπή του Radio Onda Rossa

Ρώμη, 13/4/2020

 

πηγή: ondarossa.info

μετάφραση: κινηματικό εκδοτικό εγχείρημα Los Solidarios

Αθήνα, 15/4/2020

 

Μια συζήτηση με τους συντρόφους/ισσες από την κατάληψη Panetteria του Μιλάνου (μέρος Β)

φώτο: εργαζόμενοι και εργαζόμενες σε εργοστάσιο της βόρειας Ιταλίας σε αυθόρμητη απεργία με κεντρικό πρόταγμα “δεν είμαστε κρέας προς σφαγή!”

Επιδημία και Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης, Εδαφική Στρατιωτικοποίηση και Οικονομία Πολέμου, Ταξικές Αντιστάσεις και Κοινωνική Αλληλεγγύη στην Ιταλία της Κρίσης.

Νοσοκομεία σε εμπόλεμη κατάσταση, κατάμεστα νεκροτομεία και φέρετρα σε στρατιωτικά καμιόνια. Άδειοι δρόμοι και στρατιωτικοποιημένες πλατείες, βαγόνια του μετρό γεμάτα εργαζόμενους και εργοστάσια σε πλήρη λειτουργία παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας. Εξεγέρσεις στις φυλακές όλης της χώρας, αυθόρμητες και αυτοοργανωμένες απεργίες στους χώρους δουλειάς (κυρίως) στο Βορρά, απόπειρες μαζικών απαλλοτριώσεων προϊόντων από σούπερ μάρκετ (ιδιαίτερα) στο Νότο. Αυτές είναι μερικές από τις εικόνες που φτάνουν από την Ιταλία σε καραντίνα, εν μέσω επιδημίας και κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Μέσα σε αυτή την κρίσιμη ιστορική συγκυρία, στα πλαίσια της ταξικής αντιπληροφόρησης και της διεθνιστικής αλληλεγγύης, θεωρήσαμε πολιτικά χρήσιμη μια διαδικτυακή συζήτηση με τους συντρόφους και τις συντρόφισσες της κατάληψης Panetteria του Μιλάνου.

Ακολουθεί, το δεύτερο μέρος αυτής της συζήτησης το οποίο έχει δημοσιευτεί (και) στα ιταλικά στο panetteriaoccupata.noblogs.org

Το πρώτο μέρος ΕΔΩ

Αυτή η πανδημία, η οποία ξέσπασε μετά από περισσότερα από δέκα χρόνια διαρκούς καπιταλιστικής κρίσης και πολιτικών κοινωνικού-ταξικού σφαγιασμού, έφερε στην επιφάνεια όλες τις καταστρεπτικές συνέπειες του “ιδιωτικού καπιταλισμού” των τελευταίων 40 χρόνων ηγεμονίας της αμερικανοκίνητης νεοφιλελεύθερης “παγκοσμιοποίησης” και των δογμάτων των διεθνοποιημένων “ελεύθερων” αγορών. Τώρα, με ολόκληρο τον πλανήτη υπό κατάσταση πολιορκίας, με κλειστά αεροδρόμια και σφραγισμένα σύνορα, με την παραγωγή σχεδόν μπλοκαρισμένη και τα εμπορικά κέντρα εκκενωμένα, πρόεδροι κρατών και πρωθυπουργοί, τραπεζίτες και διευθύνοντες σύμβουλοι, χρηματιστές και επενδυτές “μοιάζουν σαν να ξαναδιαβάζουν Κέυνς ανακαλύπτοντας την “χαμένη αθωότητα” του έθνους-κράτους-επιχειρηματία”. Μέχρι στιγμής, όλες οι αντιφάσεις, όλα τα διαφοροποιημένα συμφέροντα και στρατηγικές των κρατών-μελών της ΕΕ έκαναν ξεκάθαρο το γεγονός ότι η Ευρώπη -πράγματι- δεν είναι το σπίτι των λαών. Παράλληλα, οι εικόνες της άφιξης της βοήθειας από την Κίνα με τις ταυτόχρονες κατασχέσεις υγειονομικού υλικού από τη Γερμανία δημιούργησαν μια κάποια αμηχανία σε όλους εκείνους/ες που ανέμιζαν εδώ και χρόνια τη σημαία του ευρωπαϊσμού “tης δημοκρατίας, της αλληλεγγύης και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”. Από την άλλη πλευρά, όλο και πιο συχνά, καθεστωτικοί αναλυτές και προπαγανδιστές μας προειδοποιούν ότι ζούμε σε μια φάση οικονομίας πολέμου όπου η μοναδική βεβαιότητα είναι ότι “τίποτα δεν θα είναι όπως πριν”. Εσείς τι λέτε;

Οποιαδήποτε και αν είναι η προέλευση του Covid 19, το συνταρακτικότερο στοιχείο είναι αναμφίβολα η πολεμική ορολογία που τον συνόδευσε και έκανε αμέσως θραύση στα καθεστωτικά μμε. Εκφράσεις στρατοπέδου όπως “είμαστε στην πρώτη γραμμή του μετώπου” ή “τιμή στους ήρωες του πολέμου” επαναλήφθηκαν ασταμάτητα, συνοδευόμενες από την επιστροφή μιας αναχρονιστικής πατριδοκαπηλίας και με τον εθνικό ύμνο από τα μπαλκόνια, κάτι που -με την επιδείνωση της υγειονομικής κατάστασης- δεν κράτησε για πολύ. Οι έρημοι δρόμοι έδιναν την εικόνα μιας κηρυγμένης απαγόρευσης κυκλοφορίας, η οποία -σε ένα βαθμό- κατέληξε να επισκιάσει τους επιστημονικούς όρους εξάπλωσης της πανδημίας και των εφικτών λύσεων πρόληψης και θεραπείας. Αυτό που τίθεται σε αμφισβήτηση δεν είναι μερικά απαραίτητα μέτρα που τέθηκαν σε εφαρμογή -όπως η χρήση μασκών, η καραντίνα, η τήρηση αποστάσεων μεταξύ των ανθρώπων, το κλείσιμο δημόσιων χώρων και ο περιορισμός των κοινωνικών σχέσεων- όσο η ένταξη αυτών των μέτρων μέσα σ’ ένα πλαίσιο που προσομοιάζει σε μια εμπόλεμη συνθήκη.

Τελικά όμως, αυτά που επικράτησαν ήταν τα υπαρκτά δεδομένα για την πανδημία, για την κυκλική εξέλιξή της (με μια αυξητική, μια ευθεία και μια πτωτική φάση συνολικής διάρκειας σχεδόν τριών μηνών) και τα προληπτικά μέτρα μέσω γενικευμένης χρήσης των τεστ, για τις πιθανές θεραπείες και το εμβόλιο, για την ενίσχυση της Υγείας σε τοπικό επίπεδο και την αναγκαιότητα επαρκούς χρηματοδότησης των δημόσιων νοσοκομείων και των ιατρικών ερευνών.

Περνώντας τώρα στις οικονομικές πτυχές της υπόθεσης των κορωνοϊού, μερικά φαινόμενα φέρνουν στο νου καταστάσεις που είναι χαρακτηριστικές μιας οικονομίας πολέμου. Για παράδειγμα, η βιομηχανική μετατροπή σε μερικά εργοστάσια για την παραγωγή προϊόντων που έλειπαν από την εθνική αγορά (όπως οι μάσκες και οι αναπνευστήρες). Όμως, πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις. Την ίδια ώρα, η παραγωγή των πραγματικών όπλων συνεχίζει ανενόχλητη και εν μέσω της κατάστασης έκτακτης ανάγκης (πχ εκείνη των F35 από την Leonardo στο Cameri). Φυσικά δεν τίθεται ζήτημα σύγκρισης με τον αυταρχικότητα των πολεμικών καιρών. Αν κάτι τίθεται ως ζήτημα αυτή είναι μια διακοπή εργασιών των πολυεθνικών παραγωγικών μονάδων. Πρόκειται για το αποτέλεσμα του διεθνούς καπιταλιστικού καταμερισμού εργασίας που επικράτησε κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών και άστοχα ονομάστηκε “παγκοσμιοποίηση”, από τον οποίο είναι δύσκολη αν όχι απίθανη η επιστροφή σε μια εθνικά επικεντρωμένη οικονομία.

Τώρα έχει εμφανιστεί πλέον κι ένα άλλο φαινόμενο που είναι τυπικό της οικονομίας πολέμου: η αισχροκέρδεια στα είδη πρώτης ανάγκης. H τιμή του αλευριού σκληρού σίτου (εκείνου για την παρασκευή ζυμαρικών) διπλασιάστηκε ενώ η τιμή του ίδιου του σκληρού σίτου αυξήθηκε κατά ένα μόλις ευρώ, περνώντας από τα 25 στα 26 ευρώ τα εκατό κιλά (μια αύξηση χαμηλότερη του 4%). Άραγε, πότε θ’ αρχίσει η μαύρη αγορά;

Ένα άλλο φαινόμενο που προσομοιάζει σε μια οικονομία πολέμου είναι ο -σίγουρα αξιοσημείωτος αν και χρονικά προσδιορισμένος- περιορισμός της εσωτερικής κατανάλωσης, με μοναδικές εξαιρέσεις στον διατροφικό και το φαρμακευτικό κλάδο. Φυσικά, όλο αυτό επιφέρει μια αύξηση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων, οι οποίες και μετατρέπονται στον προνομιακό στόχο για τα επενδυτικά ταμεία και τις εκδόσεις κρατικών ομολόγων. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα στα αναγκαστικά πολεμικά δάνεια ή στη συλλογή χρυσού για την πατρίδα. Άλλωστε η χρηματοπιστωτική αγορά έχει γίνει τόσο αυτόματη, γρήγορη και διακλαδωμένη, που καθιστά σε εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση τη ρύθμισή της από πλευράς οποιασδήποτε εθνικής αρχής. Κάποιες μεγαλύτερες πιθανότητες θα είχανε τα ευρω-ομόλογα, σε περίπτωση που αυτή η πρόσκαιρη οντότητα ονόματι Ευρωπαϊκή Ένωση ή ορθότερα η Κεντρική Τράπεζα της κατάφερνε να επιτύχει μια εύλογη διαμεσολάβηση ανάμεσα στις διάφορες εθνικές επιδιώξεις. Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά θα μεταφραστούν σε μια εκθετική αύξηση τόσο του δημόσιου όσο και του ιδωτικού χρέους. Τα χρέη όμως τελικά, σε κάθε περίπτωση πληρώνονται.

Μέσα από την ιστορία της κατάστασης έκτακτης ανάγκης του Covid 19, απέκτησαν και πάλι ορατότητα μερικές ποικίλες τάσεις που αυτοπροσδιορίζονται ως “αριστερές”, οι οποίες αναμασάνε τις κεϋνσιανές θεωρίες για την έξοδο από την καπιταλιστική κρίση: μια επιστροφή του νεο-κεϋνσιανισμού. Οι κεϋνσιανές πολιτικές εφαρμόστηκαν στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της ύφεσης της δεκαετίας του 1930, μέσα από τις μεταρρυθμίσεις που εισήγαγε ο Ρούσβελτ καθώς και άλλες -ευρωπαϊκές- χώρες με άλλες μορφές και τρόπους. Αυτές συμπυκνώνονται ουσιαστικά σε μια μαζική παρέμβαση του κράτους στην οικονομία, με σκοπό τη δημιουργία πρόσθετης ζήτησης -μέσα από τεράστια δημόσια έργα- για την απορρόφηση μιας σαρωτικής ανεργίας. Φυσικά αυτά τα μέτρα ασκούν μια κοινωνική επιρροή ως προς τις συνέπειες της κρίσης, με την προοπτική μιας επανεκκίνησης των καπιταλιστικών κερδών, η οποία και μπορεί να επέλθει μέσω της συγκεντροποίησης των κεφαλαίων και της μείωσης των εργατικών μισθών. Όπως και να έχει, η αποτελεσματικότητα αυτών των πολιτικών δεν είναι βέβαιη, αφού -μετά από μια σύντομη περίοδο περιορισμένης ανάκαμψης– αυτές εξελίχτηκαν σε έναν “πολεμικό κεϋνσιανισμό”, όταν κατά τη διάρκεια του 2ου παγκόσμιου πόλεμου σχεδόν το σύνολο της παραγωγής –από τα άρματα μάχης μέχρι τα κουμπιά των στολών- πέρασε στο κράτος.

Στη μεταπολεμική περίοδο, κατά τη διάρκεια των χρυσής καπιταλιστικής τριακονταετίας –όπου το δημόσιο χρέος είχε μειωθεί σε ιστορικά χαμηλά ποσοστά- οι κεϋνσιανές πολιτικές σε μερικές χώρες της δυτικής Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η Ιταλία, μεταφράστηκαν σε ένα σύστημα κρατικής-ιδιωτικής “μεικτής οικονομίας” και ενός κοινωνικού κράτους (walfare state), δηλαδή στην κρατική διαχείριση ενός σημαντικού μέρους του –έμμεσου ή κοινωνικού- εργατικού μισθού, μέσα από την κατάθεση στα κρατικά ταμεία σημαντικών κοινωνικών εισφορών από πλευράς των μισθωτών εργαζομένων ή -για λογαριασμό τους- από τους εργοδότες τους. Όπως και να έχει, αυτό το σύστημα ελαχιστοποιήθηκε ή σχεδόν αποδεκατίστηκε από τις συνέπειες της κρίσης που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970, με ιδιωτικοποιήσεις και βιομηχανικές αποτοπικοποιήσεις σε χώρες χαμηλού εργατικού κόστους. Επομένως οι νεο-κεϋνσιανές τάσεις, οι οποίες παρουσιάζουν μια επικίνδυνη σύγκλιση με τις αντίστοιχες “κυριαρχικές της δεξιάς”, μοιράζονται με αυτές κι ένα χαμηλό ποσοστό υλοποίησης, δεδομένης της επικυκυριαρχίας -κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών- των μεγάλων πολυεθνικών “χωρίς πατρίδα” και του διεθνούς χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού επί των εθνικών κρατών.

Επιπρόσθετα, απ’ ότι φαίνεται και όπως υποστήριζε και ο Paul Mattick σ’ ένα άρθρο του 1940, ακόμα και ο πόλεμος έχει χάσει την ικανότητα του για το ξεπέρασμα της καπιταλιστικής κρίσης. Έγραφε ο Mattick: “Μέσα στην κυκλική πορεία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, μια γρήγορη συσσώρευση κεφαλαίων έχει ως συνέπεια την ύφεση και την κρίση, ενώ ο ίδιος μηχανισμός επίλυσης της κρίσης οδηγεί σε μια νέα φάση συσσώρευσης και ανάπτυξης. Ως άμεση συνέπεια, μια περίοδος καπιταλιστικής ειρήνης οδηγεί στον πόλεμο και ο πόλεμος σε μια νέα ειρηνική περίοδο. Όμως τι συμβαίνει όταν η οικονομική ύφεση γίνεται διαρκής; Ακόμα και ο πόλεμος ακολουθεί την ίδια πορεία κι επομένως ο διαρκής πόλεμος είναι τέκνο της διαρκούς οικονομικής ύφεσης”. Έπειτα, ο Mattick έφτανε την ανάλυσή του στις ακραίες συνέπειες της, δηλώνοντας: “Σήμερα το ζήτημα -στο βαθμό που η ύφεση δεν μπορεί ν’ αποτελέσει πλέον τη βάση για μια νέα ευημερία- είναι να δούμε αν ο ίδιος ο πόλεμος έχει χάσει την κλασική λειτουργία της απαραίτητης καταστροφής-ανοικοδόμησης που πυροδοτεί μια διαδικασία ταχείας καπιταλιστικής συσσώρευσης και μεταπολεμικής ειρηνικής ευημερίας”. Σήμερα, ο διαρκής πόλεμος εξελίσσεται μέχρι στιγμής σε περιοχές της καπιταλιστικής ημιπεριφέρειας, όπως στη Μέση Ανατολή, την Αφρική και το Αφγανιστάν, με εξαίρεση τη σύγκρουση στις πύλες της Ευρώπης, σε Ντονμπάς/Ουκρανία. Επομένως, δημιουργείται η αίσθηση πως η πανδημία του κορωνοϊού μπορεί ν’ αποτελέσει ένα υποκατάστατο του διαρκούς πολέμου, στο οποίο όμως εμπλέκονται άμεσα οι καπιταλιστικά ανεπτυγμένες χώρες. Ένα υποκατάστατο που είναι ταυτόχρονα τεράστιο και ελάχιστο: τεράστιο ως προς τις κοινωνικές θυσίες που επιφέρει, ελάχιστο για το ξεπέρασμα της καπιταλιστικής κρίσης. Στο τέλος αυτής της ιστορίας, δεν θα υπάρξει κάποια οικονομική ανάκαμψη, ούτε όμως και μια κατάρρευση του καπιταλισμού αλλά -πιθανότατα- μια επιτάχυνση των διαδικασιών της εξελισσόμενης κρίσης.

Κατάληψη Panetteria

Μιλάνο, 11 Aπρίλη 2020

Μια συζήτηση με τους συντρόφους/ισσες από την Κατάληψη Panetteria του Μιλάνου (μέρος Α)

φώτο: συνοικία Giambellino, Μιλάνο: “να υπερασπιστούμε τους εργαζόμενους όχι τα κέρδη των αφεντικών. Λιγότερες στρατιωτικές επενδύσεις περισσότερες για την Υγεία. Στοπ στα ενοίκια και τους λογαριασμούς”.

Επιδημία και Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης, Εδαφική Στρατιωτικοποίηση και Οικονομία Πολέμου, Ταξικές Αντιστάσεις και Κοινωνική Αλληλεγγύη στην Ιταλία της Κρίσης.

Νοσοκομεία σε εμπόλεμη κατάσταση, κατάμεστα νεκροτομεία και φέρετρα σε στρατιωτικά καμιόνια. Άδειοι δρόμοι και στρατιωτικοποιημένες πλατείες, βαγόνια του μετρό γεμάτα εργαζόμενους και εργοστάσια σε πλήρη λειτουργία παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας. Εξεγέρσεις στις φυλακές όλης της χώρας, αυθόρμητες και αυτοοργανωμένες απεργίες στους χώρους δουλειάς (κυρίως) στο Βορρά, απόπειρες μαζικών απαλλοτριώσεων προϊόντων από σούπερ μάρκετ (ιδιαίτερα) στο Νότο. Αυτές είναι μερικές από τις εικόνες που φτάνουν από την Ιταλία σε καραντίνα, εν μέσω επιδημίας και κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Μέσα σε αυτή την κρίσιμη ιστορική συγκυρία, στα πλαίσια της ταξικής αντιπληροφόρησης και της διεθνιστικής αλληλεγγύης, θεωρήσαμε πολιτικά χρήσιμη μια διαδικτυακή συζήτηση με τους συντρόφους και τις συντρόφισσες της Κατάληψης Panetteria του Μιλάνου. Ακολουθεί, το πρώτο μέρος αυτής της συζήτησης το οποίο έχει δημοσιευτεί (και) στα ιταλικά στο  panetteriaoccupata.noblogs.org

Την στιγμή που όλος ο κόσμος βρίσκεται μπροστά σε μια υγειονομική κρίση και με περιοριστικά μέτρα πρωτοφανή για καιρούς “ειρήνης”, η Ιταλία -ειδικά η Λομβαρδία- αποτελούν μια από τις χώρες -και τις περιοχές- που έχουν χτυπηθεί πιο άγρια από τον ιό Covid-19. Κατά τη γνώμη σας, υπάρχουν ιδιαίτεροι λόγοι για το γεγονός ότι η Ιταλία και ειδικά η Λομβαρδία διατηρεί [τουλάχιστον ως τώρα] τη θλιβερή πρωτιά στην Ευρώπη σε αριθμούς επιβεβαιωμένων κρουσμάτων και νεκρών από αυτήν την πανδημία; Μπορείτε ν’ αναφερθείτε στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, τα περιοριστικά μέτρα και τις αντανακλάσεις τους στην καθημερινή κοινωνική πραγματικότητα της χώρας και της πόλης σας, κατά τη διάρκεια αυτού του τελευταίου μήνα;

Γύρω στις 20/02 ανακαλύφθηκε το πρώτο κρούσμα κορωνοϊού στο Κοντόνιο (δήμος της επαρχίας του Λόντι). Στις 22/02 στη Λομβαρδία τα κρούσματα ήταν ήδη 220 κι ενώ ήδη προσδιοριζόταν και αποκλειόταν η πρώτη κόκκινη ζώνη στην περιοχή του Λόντι, πολιτικοί και κυβερνήτες δήλωναν ότι οι πόλεις δεν θα σταματήσουν. Χαρακτηριστικό, το απεριτίφ στην περιοχή Navigli του δημάρχου Σάλα και του γραμματέα του [κεντροαριστερού] Δημοκρατικού Κόμματος Ζινγκαρέττι, υπό το σλόγκαν: “Το Μιλάνο δεν σταματάει”. Λίγες μέρες αργότερα, αναγκάστηκαν να καταπιούν τα λόγια τους.

Σήμερα [6 Απρίλη] τα κρούσματα στην Ιταλία ανέρχονται σε 132.547, εκ των οποίων το 40% στη Λομβαρδία, και οι θάνατοι σε 16.523 εκ των οποίων το 50% στη Λομβαρδία. Δεδομένα που δημοσιοποιούνται καθημερινά από την υπηρεσία πολιτικής προστασίας, αριθμοί που εντυπωσιάζουν και μέρα με τη μέρα έφεραν μια σειρά περιοριστικών μέτρων, τα οποία -εξαρχής- κατέστησαν σε απροσπέλαστο κάθε χώρο κοινωνικότητας και διαμόρφωσης, κάθε δημιουργική ή πολιτισμική δομή. Μέτρα που ανέστειλαν την ελευθερία κυκλοφορίας των ανθρώπων, απαγόρευσαν της δημόσιες συγκεντρώσεις, τις συναθροίσεις και τις απεργίες, διαχέοντας μια σχολαστική στρατιωτικοποίηση των εδαφών.

Αυτά τα μέτρα συνοδεύτηκαν από κυριολεκτικούς μιντιακούς βομβαρδισμούς διασποράς του πανικού, εγκληματοποίηση όσων βγαίνουν από το σπίτι “χωρίς βάσιμη αιτία, αυστηροποίηση των ποινών για όσους δεν ακολουθούνε τις ντιρεκτίβες της κυβέρνησης. Όλα αυτά συνοδευόμενα από μια πατριωτική ρητορική, με την οποία θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι είμαστε όλοι ενωμένοι και υπεύθυνοι για την καταπολέμηση αυτής της επιδημίας.

Μπροστά στις εικόνες των νοσοκομειακών ΜΕΘ, ξέχειλων από τις καθημερινές εισαγωγές βαριά ασθενών και σχετικά με τις ελλείψεις σε προσωπικό και δομές, δεν υπήρξε καμία ανάληψη ευθύνης από πλευράς της κυβέρνησης και όλων των κυβερνήσεων που προώθησαν τις υγειονομικές πολιτικές αυτών των τελευταίων δεκαετιών, προς όφελος της ιδιωτικής και με σημαντικές περικοπές των κονδυλίων (37 δισ. από το 2010) της δημόσιας υγείας. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας έκλεισαν 759 νοσοκομειακά τμήματα και καταργήθηκαν 40.000 κλίνες. Από το 2010 ως το 2017 έκλεισαν 115 νοσοκομεία. Επομένως, η επιδημία βρήκε το δημόσιο σύστημα υγείας ήδη ετοιμοθάνατο μετά από πολλά χρόνια κρίσιμης κατάστασης. Η δημόσια υγεία πέρασε στα χέρια των Περιφερειών, με τη διαχείριση παχυλών χρηματοδοτήσεων που ευνόησαν τη διαφθορά και την ιδιωτική υγεία, η οποία στη Λομβαρδία έφτασε να απορροφάει το 40% των κονδυλίων και αποδείχτηκε εντελώς απούσα σε αυτήν την έκτακτη ανάγκη, αφού όπως κάθε άλλη ιδιωτική επιχείρηση επενδύει για να έχει κέρδη και προτιμάει να μη διαθέτει τμήματα πρώτων βοηθειών, επειγόντων περιστατικών και ανάνηψης αφού αυτά δεν είναι πολύ κερδοφόρα.

Στη Λομβαρδία, από τη δεκαετία του 1990 ως σήμερα οι κλίνες του δημόσιου συστήματος υγείας έχουν μειωθεί κατά σχεδόν 50%. Έτσι, μ’ ένα δημόσιο σύστημα υγείας υποχρηματοδοτημένο, μια έκτακτη συνθήκη όπως η τωρινή έθεσε σε κρίση ολόκληρο το σύστημα.

Ενώ οι υγειονομικοί λειτουργοί τώρα δοξάζονται, χειροκροτούνται και θεωρούνται οι νέοι ήρωες ενός Κράτους που όντας πιστό στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο φόρτωσε πάντα τα κοινωνικά κόστη στη συλλογικότητα, τα ποσοστά κρουσμάτων μεταξύ τους ανεβαίνουν και σήμερα κυμαίνονται γύρω στο 10/11%. Σε μερικούς οίκους ευγηρίας τα ποσοστά [μεταξύ των εργαζόμενων] ανέρχονται σε 20%. Την ίδια ώρα, οι θάνατοι των υγειονομικών λειτουργών, 87 μέχρι σήμερα, συνεχώς αυξάνονται ενώ παράλληλα κατασκευάζονται νοσοκομεία έκτακτης ανάγκης. Το υγειονομικό προσωπικό, ακόμα και ως τώρα, στερείται ατομικά μέσα προστασίας, μάσκες, γάντια και προστατευτικές στολές. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι την ίδια ώρα δεν υπόκειται σε τεστ, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την υγεία τους καθώς κι εκείνη των ατόμων που ζούνε μαζί τους.

Ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Λομβαρδίας και γενικότερα της Ιταλίας είναι το υψηλό ποσοστών του πληθυσμού άνω των 65 χρόνων και ο χαμηλός δείκτης γεννητικότητας. Μ’ ένα ολοένα και πιο συγκεντροποιημένο σύστημα υγείας, πολλοί ηλικιωμένοι πέθαναν στα σπίτια τους ή σε γηροκομεία, συχνά στερούμενοι κάθε είδους βοήθειας και θεραπείας, εξ’ αιτίας και πάλι των περικοπών στις τοπικές υγειονομικές μονάδες. Επίσης, άνθρωποι από ευπαθείς ομάδες με υποκείμενα νοσήματα μολύνθηκαν από τον ιό και έχασαν τη ζωή τους μέσα στα νοσοκομεία, τα οποία μετατράπηκαν σε κυριολεκτικές εστίες μετάδοσης του Covid 19. Τα νοσήματα που είναι πιο διαδεδομένα στην περιοχή μας είναι ακριβώς τα αναπνευστικά, επιστημονικά τεκμηριωμένα και αναλυμένα ως συνέπειες των υψηλών ποσοστών μόλυνσης, μπροστά στα οποία όμως δεν συγκινείται η λογική του κέρδους.

Ενώ οξυνόταν το κλίμα συναγερμού και επιβολής, πολλές επιχειρήσεις παρέμεναν -παρ’ όλα αυτά- ανοιχτές ενώ πολλές από αυτές βρίσκονται συγκεντρωμένες ακριβώς στις λεγόμενες “κόκκινες” περιοχές, στη Μπρέσια και το Μπέργκαμο, στο επίκεντρο της επιδημίας, εκεί όπου έχουν καταγραφεί τα μισά από το σύνολο των κρουσμάτων στη Λομβαρδία. Η μετακίνηση χιλιάδων εργαζόμενων και η έλλειψη μέσων ασφαλείας για την προστασία τους, συνεισέφεραν σημαντικά στη γρήγορη μετάδοση του ιού σε αυτές τις περιοχές. Αυτό δεν ισχύει μονάχα για τη Λομβαρδία, αφού και στις –εξίσου υψηλά παραγωγικές περιοχέςτου Πεδεμόντιου και της Εμίλια Ρομάνια, η μετάδοση του ιού δεν μειώνεται. Μια προληπτική καραντίνα που ισχύει για όλους, αλλά όχι για τα εκατομμύρια των μισθωτών εργαζόμενων που υποχρεώνονται από τα αφεντικά τους να βρίσκονται για 8, 10, 12 ώρες στοιβαγμένοι σε εκατοντάδες εργοστάσια, αποθήκες, εργοτάξια και καταστήματα, χωρίς καμία προστασία και χωρίς να έχουν τη δυνατότητα εγγύησης για την τήρηση -έστω και των ελάχιστων- μέτρων προφύλαξης τους από τη μετάδοση του ιού.

Το τελευταίο διάταγμα του πρωθυπουργού Κόντε, με το οποίο υποτίθεται ότι θα επιβαλόταν το κλείσιμο όλων των μη αναγκαίων παραγωγικών δραστηριοτήτων, έπειτα από πίεση της Confindustria [του ιταλικού ΣΕΒ], έδωσε πολλά περιθώρια ελιγμών σε επιχειρήσεις του χημικού, κλωστοϋφαντουργικού και μεταποιητικού τομέα ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν τις δραστηριότητες τους -ακόμα κι αν δεν κρίνονται σε αυτή τη φάση αναγκαίες- μέσω υπεύθυνων δηλώσεων που δεν θα ελεγχθούν ποτέ, όπως επίσης και καμία ποινή δεν θα επιβληθεί στις επιχειρήσεις που δεν σέβονται τους κανόνες ασφαλείας για τους εργαζόμενους. Μονάχα στο Μπέργκαμο 1800 επιχειρήσεις ζήτησαν να κάνουν χρήση του διατάγματος ενώ στη Μπρέσια ΄ήταν αντίστοιχα 2980.

Ούτε η πολεμική βιομηχανία σταματάτησε. Στο Cameri, στην επαρχία της Νοβάρα, συνεχίζει η συναρμολόγηση και η παραγωγή των καταδιωκτικών-βομβαρδιστικών F35, για την εξασφάλιση της οποίας εκατοντάδες εργαζόμενοι κινδυνεύουν ν’ αρρωστήσουν. Το ίδιο και στη RWM στο Domusnovas της Σαρδηνίας όπου -σαν να μη συμβαίνει τίποτα- συνεχίζονται οι εργασίες επέκτασης των εγκαταστάσεων ώστε να διπλασιαστεί η παραγωγή πολεμικού υλικού (αεροπορικών βομβών τύπου ΜΚ και εκρηκτικών ΡΒΧ).

Μέσα σε μια συνθήκη βαθιάς οικονομικής κρίσης, οι αντανακλάσεις στην κοινωνική ζωή αρχίζουν να γίνονται βαριές και βιώνονται μέσα σ’ ένα είδος σιωπηλής απομόνωσης. Οι οικογένειες βρίσκονται επιβαρυμένες αφού είτε δουλεύουν είτε δεν μπορούν να δουλέψουν για να παράξουν εισόδημα, πρέπει να απασχολούνται με τα παιδιά τους, να παρακολουθούν τη διδασκαλία τους, να στέκονται σε ατέλειωτες ουρές για να ψωνίσουν, να φροντίζουν οι ίδιες τους ηλικιωμένους, χωρίς οικιακές βοηθούς, να βιώνουν εντάσεις οι οποίες αν πριν λειαίνονταν με τις ώρες που περνούσαν έξω από το σπίτι, τώρα στριμώχνοται μέσα στις πυκνοκατοικημένες και στενάχωρες κατοικίες. Επίσης, υπάρχουν και οι μοναχικοί άνθρωποι, εκείνοι που έχουν αποκοπεί από κάθε συναισθηματική σχέση και ανθρώπινη επαφή και βρίσκονται ακόμα πιο εκτεθειμένοι μέσα σ’ ένα κλίμα φόβου και μοναξιάς. Έπειτα, υπάρχουν και τα παιδιά για τα οποία δεν γίνεται πολύς λόγος, οι συνέπειες αυτής της συνθήκης στα οποία θα γίνουν -πιθανότατα- αντιληπτές αργότερα. Η διάχυτη αίσθηση είναι εκείνη μιας ζωής υπό μια ανασταλτική διάσταση, όπου βρίσκει χώρο η αλληλεγγύη αλλά και ο φόβος για τον άλλον, η ελπίδα ότι όλο αυτό θα τελειώσει και η συνειδητοποίηση του γεγονότος πως η οικονομική κρίση θα είναι σαρωτική. Ιδιαίτερα στις περιοχές του Νότου, όπου η φτωχοποίηση ήδη αγγίζει εκατομμύρια γυναίκες και άντρες που δουλεύουν μαύρα και πληρώνονται με μεροκάματα, εκεί όπου η ανεργία κινείται ήδη γύρω στο 40%.

Το ταξικό αποτύπωμα των διακρίσεων είναι ξεκάθαρο σε κάθε επιλογή που προωθεί η κυβέρνηση επιβάλλοντας συνθήκες που δεν μπορούν να εφαρμοστούν από ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού: στη διδασκαλία εξ’ αποστάσεως, όπου ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών και φοιτητών στερείται των τεχνικών μέσων για να παρακολουθήσουν τα ηλεκτρονικά μαθήματα, ενώ σε μερικές περιοχές δεν υπάρχει καν το δίκτυο που να μπορεί να τα υποστηρίξει. Στο “μένουμε σπίτι” για οικογένειες που δεν έχουν σπίτι ή κινδυνεύουν σύντομα να το χάσουν. Σε πολλούς κλάδους εργαζομένων, οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στα μέτρα κοινωνικής απόσβεσης και αυτά είναι μονάχα μερικά παραδείγματα.

Παρ’ όλο το κλίμα της επικρατούσας φαινομενικής παράλυσης, στην πραγματικότητα καθημερινά αυξάνονται οι μορφές αντίστασης σε πολιτισμικό, κοινωνικό, πολιτικό επίπεδο. Με τις συνελεύσεις των εργαζομένων που δεν είναι διατεθειμένοι να θυσιαστούν στο όνομα του κέρδους. Με τα καλέσματα για το δικαίωμα στη στέγη και τη διοργάνωση της απεργίας ενοικίου. Με τις διεκδικήσεις του -ακόμα πιο εξαντλημένου από αυτήν την έκτακτη κατάσταση- υγειονομικού προσωπικού. Με τις απόπειρες σε κλάδους και από υποκείμενα που πριν ήταν αόρατα, να κινητοποιηθούν, να αυτοοργανωθούν και να διεκδικήσουν καλύτερες εργασιακές συνθήκες. Μορφές αντίστασης που εκφράστηκαν και μέσα στις φυλακές, με διάφορες μορφές εξέγερσης που ολοκληρώθηκαν και με αρκετούς θανάτους κρατουμένων, οι οποίοι διεκδικούσαν την αξιοπρέπεια, το δικαίωμα στην προστασία της υγείας τους και την αναγκαιότητα της λήψης μέτρων αποσυμφόρησης και αμνηστίας.

Γεννιούνται οι εθελοντικές ταξιαρχίες για την έκτακτη ανάγκη, διάσπαρτες σε όλες τις περιοχές του Μιλάνου που στηρίζουν του μοναχικούς ανθρώπους και εκείνους με προβλήματα καθημερινής διαχείρισης των αναγκών τους. Αυξάνονται οι συγκεντρώσεις και οι διανομές τροφίμων, οι συλλογικές και οι ατομικές χειρονομίες αλληλεγγύης. Παρά τις υπαρκτές και ξεκάθαρες δυσκολίες στη μετακινήσεις και τις συναντήσεις, γίνεται απόπειρα για τη συνέχεια αυτής της δουλειάς, με διαφορετικούς τρόπους συνάντησης, συζήτησης, επεξεργασίας και κοινωνικοποίησης των υλικών αγαθών και των προτάσεων.

Κατάληψη Panetteria

Μιλάνο, 8 Aπρίλη 2020

 

 

Μνήμη Περικλή Κοροβέση (Αργοστόλι 20/7/1941 – Αθήνα 11/4/2020)

Ι.

Θυμάμαι από πολύ μικρή ηλικία, το όνομά του να ακούγεται συχνά πυκνά μέσα στο σπίτι μας. Να ειπώνεται με ανεπιτήδευτη οικειότητα και αυθόρμητο δέος από τα στόματα των γονιών μου. Μαζί με άλλα ονοματεπώνυμα-βράχους (Αλέκος Παναγούλης, Παναγιώτης Ελλής, Σπύρος Μουστακλής, Σάκης Καράγιωργας, Χρόνης Μίσσιος …). Ήταν αυτοί οι άνθρωποι με τους οποίους γέμιζαν οι σελίδες του δικού μου παιδικού “βιβλίου των ηρώων του δρόμου”.

Όμως με τον συγκεκριμένο αντιδικτατορικό αγωνιστή και πολιτικό κρατούμενο της χούντας, η βαλίτσα πήγαινε παρακάτω. Πιθανότατα εξαιτίας της νεανικής φιλίας του με τους γονείς μου. Έτσι, οι διηγήσεις για το βίο και την πολιτεία του δεν περιορίζονταν στα όσα υπέστη έπειτα από τη σύλληψή του από τους γδάρτες του. Θυμάμαι τον πατέρα μου να αναφέρεται -με τρυφερότητα- στην αγάπη του Περικλή για το θέατρο, συμπληρώνοντας χαμογελαστά: “αν και για να πούμε την αλήθεια δεν ήταν -ή μάλλον δεν πρόλαβε να γίνει- μεγάλος θεατρίνος. Με τη γραφή τα πήγε καλύτερα…”. Θυμάμαι τη μητέρα μου να διηγείται με κάθε λεπτομέρεια την επίσκεψή τους και τα σούρτα φέρτα “ύποπτων στοιχείων” σ’ ένα διαμέρισμα, κάπου στην Πατησίων, λίγες μόλις ώρες πριν τη σύλληψή του από τους βασανιστές του. Μια διήγηση που έκλεινε πάντοτε με το ίδιο μητρικό ερώτημα: “Ακόμα απορώ γιατί δεν μπουκάρανε αποβραδίς”… Έπειτα, η φωνή της συνήθως έσπαγε και τα μάτια της βούρκωναν σαν άρχιζε να αναφέρεται σε όσα διέπραξαν αυτά τα ανδρείκελα πάνω στο σώμα της συντρόφισσάς του. “Και να σκεφτείς, όλα αυτά τα τράβηξε από αυτά τα καθάρματα μπροστά στα μάτια του, για να τον λυγίσουν”. Μετά και από αυτή τη φράση, συνήθως επικρατούσε μια αμήχανη σιωπή.

Πριν από μια τριακονταετία, θυμάμαι τον πατέρα μου να αναζητεί -μέσω γνωστών και φίλων- τον αριθμό τηλεφώνου του Περικλή για να του εκφράσει τη συμπαράστασή του. Ήταν τότε που το Έθνος” κυκλοφορούσε με πρωτοσέλιδο “ιδού ο δολοφόνος”. Η Αγγελική Νικολούλη, σύζυγος γνωστού ΚΥΠατζή, σε “αποκλειστικό ρεπορτάζ”, τον “φωτογράφιζε” ως εκτελεστή του Παύλου Μπακογιάννη. Το “Έθνος” αναγκάστηκε να κάνει γαργάρα την “αποκλειστικότητα”, ενώ η Νικολούλη ξεκινούσε την καριέρα της ως εθνική θηρεύτρια αναζήτησης χαμένων προσώπων και “απολωλότων προβάτων”, μέσα στο λαμπρό βούρκο της ιδιωτικής τηλεόρασης…

Τη λέξη “Ανθρωποφύλακες” την είχα δει για πρώτη φορά γραμμένη στη ράχη ενός λευκού βιβλίου που στεκόταν σε περίοπτη θέση της βιβλιοθήκης μας. Παρά τις πατρικές προτροπές, πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι ν’ αξιωθώ να το ξεφυλλίσω και λίγα περισσότερα μέχρι ν’ αντέξω να το διαβάσω. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που άρχισα ν’ αντιλαμβάνομαι μέχρι πού μπορεί να φτάσει η Εξουσία. Θυμάμαι ακόμα τα ρίγη που διέσχιζαν τη σπονδυλική στήλη μου, τη στιγμή που το έκλεινα διαβασμένο για να το επιστρέψω στο ράφι του. Ήταν τότε που η εφηβική παρορμητική εναντίωση είχε αρχίσει μέσα μου να παίρνει κοινωνική μορφή και σχήμα. Η αναρχική-αντιεξουσιαστική πολιτικοποίηση της δικής μας γενιάς προχώρησε μπροστά όταν ο μεταπολιτευτικός ριζοσπαστισμός είχε πλέον δύσει για τα καλά, μέσα στην εποχή της ηγεμονίας των ανιστόρητων ιδεολογημάτων περί “του τέλους της ιστορίας”. Ήταν τότε που φοριόταν πολύ η λέξη “πρώην”. Με τις λέξεις “αριστερά” και “αριστεροί” δεν τα πηγαίναμε και πολύ καλά (με τις “αριστερές” ίσως λίγο καλύτερα, αλλά και αυτό όχι πολύ…). Ασυναίσθητα, και ίσως με κάποιες δόσεις αφέλειας και αμετροέπειας (περί παρθενογένεσής μας), οι λέξεις αυτές μάς γίνονταν νοητές ως βαρίδια και όχι ως εφόδια. Έτσι, δεν χάναμε ευκαιρία να τους βγάζουμε -αυθάδικα και προβοκατόρικα- τη γλώσσα. Η ιδεολογική αντιπαράθεση και οι προκλήσεις μας εναντίον τους ήταν το ψωμοτύρι με το οποίο μεγαλώσαμε και προχωρήσαμε. Από εκείνα τα χρόνια, δυο μειοψηφικά συνθήματα που ακούγονταν στις ουρές των διαδηλώσεων (και αποτύπωναν ανάγλυφα αυτή τη ρήξη) θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στη μνήμη: “δε θέλουμε πορείες με τους αριστερούς, θέλουμε τους μπάτσους στην άσφαλτο νεκρούς”, “πορείες και ντουντούκες αυτή δεν είναι λύση, ποτάμια από το αίμα τους πρέπει να κυλήσει”

Τι κι αν κουρασμένοι αλλά ευφυείς αγωνιστές και αγωνίστριες προσπαθούσαν να μας κάνουν ν’ αντιληφθούμε (με το καλό ή και το άγριο…) ότι “οι μπάτσοι είναι απλώς εμπόδια, δεν είναι ο κύριος εχθρός”. Εμείς, με το δίκιο της νιότης, τους αντιγυρίζαμε “ν’ αφήσουν τις θεωρίες”. Τι κι αν κυκλοφόρησε κι εκείνο το τραγούδι που μας προέτρεπε υπαρξιακά να σκοτώσουμε “τον μπάτσο που έχουμε μέσα μας”…

Έτσι, αφού διάβασα τους “Ανθρωποφύλακες” και άφησα να κατακάτσει μέσα μου η σκόνη από αυτή τη ζόρικη ανάγνωση, το μόνο που βρήκα να πω στον πατέρα μου ήταν το εξής: “Το διάβασα το βιβλίο του φίλου σου του Περικλή. Πολύ δυνατό. Αλλά εντάξει, μη νομίζεις… Αυτά που γίνονταν στο ΕΑΤ-ΕΣΑ τώρα γίνονται στη ΓΑΔΑ. Αυτά που τραβήξανε γενιές και γενιές κομμουνιστών, τα τραβάνε τώρα μονάχα οι αναρχικοί”. Φαντάζομαι ότι σήμερα κάτι τέτοιο μπορεί να ακούγεται ως υπερβολικό, αν όχι “βλάσφημο”. Ας ληφθεί όμως υπ’ όψη ότι τότε, κάπου στις αρχές του 1992, ήταν νωπή ακόμα η σύλληψη, η πολυήμερη κράτηση και τα βασανιστήρια στη ΓΑΔΑ εναντίον 33 αναρχικών αφισοκολλητών-αφισοκολλητριών, κατηγορούμενων για την αποκάλυψη του κρατικού εμπρησμού της Πρυτανείας του Πολυτεχνείου και το φόρτωμα “αυτού του νέου Ράιχστανγκ” στους συλληφθέντες καταληψίες. Στο άκουσμα των λεγομένων μου για τους “Ανθρωποφύλακες”, θυμάμαι το πρόσωπο το πατέρα μου να σκοτεινιάζει, να μη βγάζει άχνα και να κουνάει υποτιμητικά το κεφάλι λέγοντας: “Τι να σου πω; Ό,τι και να σου πω είναι λίγο”… Μετά από αυτό, έκανε μέρες να μου μιλήσει. Θυμάμαι πόσο είχα νευριάσει τότε μαζί του. Λυπάμαι που δεν πρόλαβα να του πω ότι τελικά -πιθανότατα- αυτός να είχε δίκιο, αφού τώρα πλέον είμαι βέβαιος ότι ένα είναι το σίγουρο: χρειάζονται πολλά καντάρια αρετής και τόλμης για να βρεις το ανάστημα ώστε να ξαναζήσεις, να καταγράψεις και να δημοσιοποιήσεις την εξανδραποδισμένη αθλιότητα που ένιωσες στο πετσί σου, καθιστώντας την ακόμα αθλιότερη…

ΙΙ.

Έπειτα, τα χρόνια πέρασαν. Το ονοματεπώνυμο του Περικλή συνέχιζε να είναι παρών στο πατρικό σπίτι, με διάφορες αφορμές. Είτε για το σχολιασμό κάποιου άρθρου του στην “Ελευθεροτυπία” και την “Εποχή”, είτε μέσω κάποιου από τα βιβλία που συνέχισε ανελλιπώς να γράφει και των οποίων οι γονείς μου υπήρξαν τακτικοί αναγνώστες. Θυμάμαι ένα καλοκαίρι στην Αίγινα είχα ξεμείνει από αναγνώσματα. Έτσι, έπεσαν στα χέρια μου οι “Ανεπίδοτοι Έρωτες”. Το διάβασα στο πι και φι. Για να πω την αλήθεια, δεν με ενθουσίασε αν και το θεώρησα παραδόξως ως ένα απαισιόδοξα αισιόδοξο γραπτό.

Τα χρόνια συνέχισαν να περνάνε. Τον Δεκέμβρη του 2008, θυμάμαι τον Περικλή εκλεγμένο βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, να υπερασπίζεται (ή και απλώς να “ερμηνεύει”…) τους εξεγερμένους και τις εξεγερμένες από τα αντιπολιτευτικά έδρανα της βουλής της αστικής “δημοκρατίας” (εκείνης που “διαδέχτηκε ομαλά” την αστική δικτατορία που τον δίωξε, τον φυλάκισε και τον βασάνισε…) και να στέκεται ειλικρινά απέναντι στα καθεστωτικά γαβγίσματα που λάσπωναν τη μνήμη του αναρχικού μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Λίγους μήνες αργότερα (και αφού ο Τσίπρας είχε “φορέσει το δαχτυλίδι” που του είχε περάσει ο Αλαβάνος), το 2009 ο Περικλής ευτυχώς “έφυγε νωρίς”. Έφυγε νωρίς από το μαντρί της “ανανεωτικής αριστεράς”, πριν αυτό αρχίσει να επεκτείνεται, μέχρι τη διαδοχική μετατροπή του -κατά τη διάρκεια της μνημονιακής δεκαετίας- από “ελάσσονα” σε “αξιωματική” αντιπολιτευτική, κι έπειτα σε συγκυβερνητική συνιστώσα του κοινοβουλευτικού θεάτρου σκιών.

Το Δεκέμβρη του 2015, ο Περικλής έλεγε (στο 3pointmagazine.gr) :

[…] Η εξέγερση του Δεκέμβρη του ‘08 ήταν το ορατό μέρος μιας λανθάνουσας εξέγερσης που δεν είχε εμφανιστεί. Δηλαδή αυτή τη στιγμή που μιλάμε, όλες οι αδικίες που έχουν συσσωρευτεί εις βάρος αυτού του λαού, υπάρχουν σαν ξερά ξύλα έτοιμα για φωτιά. Το προσάναμμα λείπει.

[…] Στη δική μας την εποχή, όταν ήμασταν έφηβοι, ήταν ακόμα η βαριά σκιά του εμφυλίου πολέμου και παρόλο που το κίνημα είχε νικηθεί και πολιτικά και στρατιωτικά, φοβόντουσαν κάτι που θα μπορούσε να γεννηθεί όπως έγινε και με την ΕΔΑ. Οπότε η έννοια του να είσαι αριστερός, έστω κληρονομικό δίκαιο, αν δηλαδή ήταν ο πατέρας σου, την πλήρωνες κι εσύ, πήγαινε στην οικογένεια.

Στη σημερινή εποχή τα πράγματα δεν είναι έτσι, γιατί η εξουσία βλέπει ότι αν υπάρχει πολυφωνία, αν υπάρχουν κόμματα, αν υπάρχουν διάφορες κινήσεις, στην ουσία τροφοδοτούν την εξουσία. Δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως δύναμη ανατροπής, στην ουσία είναι δύναμη ανανέωσης και στήριξης του υπάρχοντος συστήματος. Τώρα δεν έχουμε διώξεις για κάτι τολμηρό που γράφουμε. Δεν έχουμε δίωξη κάποιου δημοσιογράφου ή συγγραφέα για αυτό που έγραψε, γιατί αυτά αναφέρονται σε μεγάλο κοινό. Όπου όμως υπάρχουν ομάδες δραστήριες, οι οποίες δεν είναι συμβιβασμένες, αυτές οι ομάδες διώκονται. Υπάρχει δίωξη σε εκείνες τις ομάδες οι οποίες ενοχλούν την εξουσία, όπως συμβαίνει με τους 5 φοιτητές τώρα. Αυτό που βλέπω λοιπόν τώρα είναι ότι η εξουσία μέσω Τσίπρα κυριάρχησε για ακόμα μια φορά και όλες οι υπόλοιπες ομάδες που αντιστέκονται, γιατί υπάρχουν πολλές ομάδες που αντιστέκονται στην Ελλάδα, δεν μπορούν ούτε να συντονιστούν ούτε να δημιουργήσουν κάτι πιο σοβαρό. Ας πούμε ένα ενιαίο μέτωπο. Άρα λοιπόν αυτή τη στιγμή που μιλάμε, είμαστε σε μια εξουσία, που εκφράζεται από τον Τσίπρα και σε μια μη εξουσία, που βρίσκεται στα διάφορα κινήματα-ομάδες […]

ΙΙΙ.

Οι άνθρωποι ως γνωστόν δεν είναι όντα αθάνατα, ούτε άτρωτα, ούτε αψεγάδιαστα. Με γνώμονα το αξίωμα που θέλει τους ύστατους αποχαιρετισμούς να διεκδικούν την πληρότητά τους μονάχα όταν αγγίζουν σφαιρικά και δίχως φτιασίδια το βίο που εξιστορούν, ας ειπωθούν και τα παρακάτω: πάνε χρόνια από τότε που η εντύπωση και η εικόνα που διατηρούσα μέσα μου για αυτόν τον αγωνιστή είχε λαβωθεί. Γνώριζα ότι επρόκειτο για έναν ηλικιωμένο άνθρωπο “του ποτού, του τσιγάρου και του νυχτοπερπατήματος”. Ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι ήταν ένας από αυτούς που “ήπιαν μια φορά και μέθυσαν για πάντα”. Παρ’ όλα αυτά, οι διηγήσεις από φίλες και συντρόφισσες για τον ενίοτε επιθετικό τρόπο “καρδιοκατακτητικής” συμπεριφοράς του προς το “ωραίο φύλλο”, όπως και η στενάχωρα μεθυσμένη εικόνα του, ένα βράδυ -προ δεκαετίας και βάλε– στο καφενείο του Σάκη στην πλατεία Εξαρχείων, είχαν ραγίσει (χωρίς όμως να αποκαθηλώσουν… ) το φωτεινό πορτραίτο του μέσα σ’ εκείνο το παιδικό “βιβλίο των ηρώων του δρόμου”.

ΙV.

Αλλά είπαμε. Οι άνθρωποι ως γνωστόν είναι όντα θνητά, τρωτά και ψεγαδιασμένα. Το ζήτημα είναι να παραμένουν άνθρωποι. Το ζήτημα είναι να συνεχίζουν ν’ αγωνίζονται. Όπως μπορεί ο καθένας. Αλλά να συνεχίζουν ν’ αγωνίζονται. Και ο Περικλής Κοροβέσης παρέμεινε άνθρωπος, από εκείνους που συνεχίζουν, όπως μπορούν και θέλουν ν’ αγωνίζονται. Από αυτούς που όταν φεύγουν, αφήνουν ανεξίτηλο το χνάρι τους πάνω στους “καιρούς που μέλλονται για να ‘ρθουν”. Από αυτούς που μέχρι και την τελευταία ικμάδα της ζωής την δωρίζουν για την ικανοποίηση της ύστατης επιθυμίας τους:

Εγώ δεν ξέρω αν είμαι αναρχικός ή αριστερός. Αυτό που θέλω εγώ είναι να μην πεθάνω μαλάκας”.

Αντίο Περικλή.

Λ.Β.

Αθήνα, 12 Απρίλη 2020

Ο χαιρετισμός του Σάντε Νοταρνικόλα στον Σαλβατόρε Ριτσιάρντι.

φώτο: ο Σαλβατόρε στο παράθυρο του Radio Onda Rossa,

στη συνοικία San Lorenzo της Ρώμης.

Σαλβατόρε,

Πριν από μερικές ημέρες μου είχε τηλεφωνήσει ο Πάολο. Με ενημέρωσε για την πτώση σου, για την κατάστασή σου, για τις δοκιμασίες σου. Υπέφερες πολύ, το ξέρω, το φαντάζομαι. Αυτά τα τραύματα είναι ανυπόφορα, όπως και η φυλακή με τις απομονώσεις της, την αγριότητα της, την αχρηστία της. Ακόμα είμαι συνταραγμένος από τον τρόπο που έπεσες. Δεν υπήρχαν νεότεροι σύντροφοι για να κρεμάσουν το πανό; Γνωρίζω το μηχανισμό: είναι το σχολείο που μας διαμόρφωσε, να προηγηθούμε όλων και παντού, με τίμημα το σπάσιμο μας και έτσι έγινε με εσένα…

Ο ιός με εμποδίζει σε πολλά πράγματα. Θα ήθελα να σε συνοδεύσω και στο μεταξύ να σου μιλήσω και να σου θυμίσω το παραθυράκι του κελιού σου στη φυλακή του Κούνεο, απ’ όπου φαινόταν χιονισμένο όλο το Μονβίζο. Ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους αποδεχόμουν την πρόσκληση σε δείπνο, όταν ήταν εφικτή η κοινωνικότητα. Μαζί με αυτή, οι αναμνήσεις της στράτευσης, της δικής σου και των συντρόφων σου.

Νοιώθω αρκετά φτωχός. Μου λείπει ο Πρόσπερο, μου λείπει ο Άντζελο Μπασόνε, ο Πικιούρα, ο Βικ και πολλοί άλλοι: ένας θλιβερός κατάλογος. Μένουν τα γραπτά σου που θα διαδώσουμε. Ξέρεις, εδώ και καιρό έχει πέσει πάνω μου η σιωπή, δεν είμαι πια ο γραφομανής εκείνων των καιρών ενώ και τα ποιήματα είναι σπάνια.

Παρατηρώ, ακούω, σιωπώ. Σίγουρα: είναι η ηλικία.

Καλό ταξίδι σύντροφε. Ευχαριστώ για όλα.

Μόλις ελευθερωθώ από τον ιό θέλω να φτάσω στο Μονβίζο για έναν ιδιαίτερο χαιρετισμό σε σένα και σε μένα τον ίδιο.

Σάντε Νοταρνικόλα

πηγή: Radio Onda Rossa (Ρώμη)

μετάφραση: κινηματικό εκδοτικό εγχείρημα Los Solidarios

Αθήνα, 10 Απρίλη 2020

 

Salvatore Ricciardi. Πάντα Παρών στις Καρδιές και τους Αγώνες μας!

Πολλοί νόμισαν ότι αφού χάθηκε αυτή η μάχη, είχε τελειώσει και ο αγώνας, μπερδεύοντας δυο πράγματα, γιατί η μάχη μπορεί να χαθεί, αλλά ο αγώνας δεν τελειώνει…

Salvatore Ricciardi

Xθες Πέμπτη 9 Απρίλη 2020, έφυγε από τη ζωή -έπειτα από ένα μήνα νοσηλείας- στη γενέτειρα του Ρώμη, ένας ξεχωριστός προλετάριος, ένας σεμνός κομμουνιστής, ένας παντοτινός αντάρτης: ο Σαλβατόρε Ριτσιάρντι.

Στη Μνήμη μας θα παραμείνουν βαθιά χαραγμένα το πλατύ χαμόγελο και η έμφυτη ανθρωπιά, η διαλεκτική αναλυτικότητα της σκέψης και η ανυποχώρητη αγωνιστικότητα του, γνωρίσματα που τον χαρακτήρισαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πολυκύμαντης ζωής του.

Εκφράζουμε τα ειλικρινή συλλυπητήρια μας στην οικογένεια του και τα οικεία του πρόσωπα. Ενώνουμε τη φωνή μας μ’ εκείνες των συντρόφων και συντροφισσών στη Ρώμη και σ’ όλη την Ιταλία -όπου μέσα στην υπάρχουσα δυστοπική συνθήκη της πανδημίας και της κατάστασης έκτακτης ανάγκης- υψώνουν τις γροθιές τους για να χαιρετήσουν –όπως του πρέπειέναν αγωνιστή, ο οποίος απέδειξε έμπρακτα και ακατάπαυστα ότι “η επανάσταση είναι ένα λουλούδι που δεν πεθαίνει ποτέ”

Ακολουθούν δυο αποσπάσματα από την έκδοση με τη μεταφρασμένη απομαγνητοφώνηση δυο εκπομπών (που μεταδόθηκαν από το διαδικτυακό αντιεξουσιαστικό ραδιόφωνο Radiocane του Μιλάνου τον Ιούνη του 2014), η οποία τυπώθηκε στην Αθήνα από την τυπογραφική κολεκτίβα Rotta και κυκλοφόρησε από την Προλεταριακή Πρωτοβουλία τον Μάρτη του 2015 με τίτλοΤι σήμαινε να είσαι 20 χρονών το 1960… Με το άλφα μικρό. Μια ζωή για την προλεταριακή αυτονομία”.

**

Ο Σαλβατόρε Ριτσιάρντι γεννήθηκε το 1940 στη Ρώμη. Μετά από τεχνικές σπουδές και παράλληλη δουλειά στην οικοδομή, το ’62 θ’ αρχίσει να εργάζεται ως τεχνικός στους σιδηροδρόμους. Θα δραστηριοποιηθεί συνδικαλιστικά στη Γενική Συνομοσπονδία Ιταλών Εργαζομένων [Cgil] και πολιτικά στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας [Psup]). Θα συμμετάσχει ενεργά στους φοιτητικούς και τους εργατικούς αγώνες που θα ξεσπάσουν το 1968 και το ’69. Στα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν θα πρωταγωνιστήσει στην οικοδόμηση της αυτοοργάνωσης που αρχίζει να κερδίζει έδαφος τόσο στο σιδηροδρομικό κλάδο όσο και σ’ άλλους εργοστασιακούς χώρους. Μετά την πολύχρονη δραστηριοποίησή του στο χώρο της εργατικής αυτονομίας, το 1977 θα στρατευθεί στις Κόκκινες Ταξιαρχίες, στη ρωμαϊκή Φάλαγγά τους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την “επιχείρηση Μόρο”. Θα συλληφθεί τον Μάρτη του 1980 και στα τέλη της ίδιας χρονιάς μαζί με συντρόφους του και άλλους συγκρατούμενούς του, θα οργανώσουν την εξέγερση στην ειδική φυλακή του Τράνι. Θα καταδικαστεί σε ισόβια και από το 1996 θα τεθεί σε καθεστώς “ημι-ελευθερίας”. Μετά από τριάντα χρόνια εγκλεισμού και ομηρίας, από τα τέλη του 2011 ζει ελεύθερος χωρίς περιοριστικούς όρους. Παραμένει ενεργός στο αντικαπιταλιστικό-ανταγωνιστικό κίνημα και εδώ και πολλά χρόνια συμμετέχει στο ιστορικό κινηματικό ραδιόφωνο της Ρώμης Radio Onda Rossa [Ράδιο Κόκκινο Κύμα].

**

Φώτο: Νυόρο (Σαρδηνία) 1981, στην ειδική φυλακή της οδού Badu ‘e Carros (μια από τις σκληρότερες, όμως ο συσχετισμός δυνάμεων επέτρεψε αυτή την εσωτερική φωτογράφηση στο προαύλιο. Όμως δεν κράτησε πολύ).

Πηγή: το blog Contromaelstrom που είχε δημιουργήσει και διατηρούσε ο Salvatore.

**

Το 2012 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Derive Approdi το βιβλίο του Maelstrom. Στιγμιότυπα ταξικής εξέγερσης και αυτοοργάνωσης στην Ιταλία (1960-1980), από το οποίο και ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα:

Το κίνημα στο οποίο συμμετείχα και για το οποίο μιλάμε τώρα ήταν ένα φουσκωμένο ποτάμι αρκετά συμπαγές, αν και κολυμπούσαν μέσα του πάρα πολλά ψάρια με διαφορετικά χρώματα, διαφορετικές ιδέες και πρακτικές, συχνά εναντιωματικά μεταξύ τους. Η διαδρομή αυτού του ποταμιού στόχευε στη ριζική αλλαγή του υπάρχοντος, στην αποκαθήλωση του καπιταλιστικού συστήματος και του Κράτους του, στην οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας που έπρεπε να εφευρεθεί, βασισμένη όμως στην άμεση δημοκρατία του προλεταριάτου. Ονομάζαμε αυτή τη διαδρομή “κομμουνισμό”. Μια επαρκής προοπτική για να συνεχίσουμε να κολυμπάμε όλοι και όλες μέσα στο ίδιο ποτάμι και προς την ίδια κατεύθυνση. Και οι ένοπλες οργανώσεις δεν ήταν άλλο από χώροι αυτού του ίδιου του ποταμιού. Δεν υπήρξε, ούτε θα μπορούσε να υπάρξει, ούτε “κεντρική δομή” ούτε “ένας και μοναδικός εγκέφαλος”. Ήμασταν όλοι σκεπτόμενα μυαλά, γι’ αυτό και παράγαμε πάρα πολλά όμορφα και ανατρεπτικά πράγματα […]. Το κίνημά μας διέρρηξε κάθε δεσμό με τον εθνικισμό, ο οποίος είχε μολύνει το εργατικό κίνημα τον εικοστό αιώνα. Το βλέμμα μας αποστρεφόταν κάθε σύνορο, σηκωνόμασταν στις μύτες των ποδιών μας για να κοιτάξουμε όλο και πιο μακρυά. Την προσοχή μας τραβούσε κάθε ρήξη στο διεθνές επίπεδο, το οποίο βλέπαμε μ’ αντίστοιχο ενδιαφέρον μ’ εκείνο για την κάθε ρήξη της καπιταλιστικής τάξης στο εσωτερικό. Ήμασταν πεπεισμένοι ότι το σφιχταγκάλιασμα ανάμεσα στον κομμουνισμό και τον εθνικισμό ήταν ένα είδος εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας, όπως και κάθε άλλη βασισμένη στην ταυτότητα παλινόρθωση. Αυτό το έγκλημα εμπόδισε κάθε πραγματική σχέση ανάμεσα στο κλασικό εργατικό κίνημα και το δικό μας κίνημα. Ήμασταν πιο κοντά στον “αρχικό” κομμουνισμό, τον ανταγωνιστικό και διεθνιστικό, και όχι στον εθνικό-πατριωτικό του εικοστού αιώνα. Δίναμε περισσότερη σημασία στο διεθνές πλαίσιο και τις μεταβολές του απ’ ό,τι στις εσωτερικές πολιτικές αλχημείες του “παλατιού”. Θεωρούσαμε τους εαυτούς μας κομμάτι μιας διεθνούς σύγκρουσης, αν και όντας στενά δεμένοι με τις πραγματικότητες, τις εδαφικοποιημένες κι εκείνες στους χώρους δουλειάς […]. Οι μνήμες φυσικό είναι να βαραίνουν το φορτίο του παρελθόντος, να αφήνονται πίσω, να μη σου ανήκουν πια. Όχι. Τα γεγονότα αυτών των σελίδων, οι επιλογές εκείνου του κομματιού της γενιάς μου, τουλάχιστον όσο μ’ αφορά προσωπικά, δεν είναι βαλμένες στο σακούλι του παρελθόντος. Ζω μαζί τους. Είναι το παρόν, για εμένα. Δεν κάνω τα πράγματα που έκανα τότε, αλλά δεν τα πέταξα και μακριά μου με απέχθεια, απογοήτευση και τύψεις. Με συντροφεύουν, με βοηθάνε στη δύσκολη φουσκοθαλασσιά των καιρών που ζούμε. Λένε μερικοί: να κλείσεις πίσω σου για να πας παραπέρα. Θα μπορούσε να γίνει και αυτό, αλλά θα ήταν απαραίτητη πρώτα μια ανοιχτή και ευρεία συζήτηση, χωρίς διαστρεβλώσεις και προκαταλήψεις, που αποτελούν και το καθημερινό ψωμί αυτής της χώρας […].

Προλεταριακή Πρωτοβουλία

Αθήνα, 10 Απρίλη 2020

Πρώτες σημειώσεις για τον κορωνοϊό από την κατάληψη Panetteria του Μιλάνου

Ιστορικές διαδρομές και αναδρομές”. Αυτός ήταν ο τίτλος ενός άρθρου στην εφημερίδα Il Giorno στις 4/3/2020, θυμίζοντας την επιδημία της γρίπης που έπληξε το Μιλάνο και την Ιταλία το Δεκέμβρη του 1969 [1]. Πιστεύω ότι λίγοι θυμούνται αυτό το μακρινό επεισόδιο αφού ήταν απασχολημένοι με τελείως διαφορετικές ιστορίες, όπως το θερμό φθινόπωρο, τη βόμβα στην πλατεία Φοντάνα, τη δολοφονία του Πινέλλι. Κι όμως, αυτός ο ιός γρίπης -που ονομάστηκε Α2 και αναβαπτίστηκε σε “Χονγκ Κονγκ 68” γιατί προερχόταν από την Κίνα και σε “Διαστημικό”, προς τιμή των ταξιδιών των άστρων- είχε προσβάλει δέκα τρία εκατομμύρια άτομα στην Ιταλία και είχε προκαλέσει πέντε χιλιάδες θανάτους. Εμβόλιο για αυτόν τον ιό υπήρχε ήδη, αλλά δεν είχε διανεμηθεί στην Ιταλία, ενώ από τα στοιχεία δεν φαίνεται να λήφθηκαν προληπτικά μέτρα ανάλογα μ’ εκείνα που παίρνονται στην παρούσα συγκυρία. Πως εξηγείται αυτή η διαφορά; Ως προς αυτό, θα επανέλθουμε.

Στους πρόσφατους καιρούς, η εμφάνιση και η διάδοση επιδημιών και πανδημιών που οφείλονται σε μεταλλάξεις ιών -από τον HIV-AIDS στις δεκαετίες 1980-90, τον SARS το 2003, τη γρίπη των πουλερικών το 2013 μέχρι την σημερινό κορωνοϊό COVID 19- προκάλεσαν διάφορες επιστημονικές υποθέσεις γύρω από την προέλευση αυτών των μεταλλάξεων, οι οποίες -σε κάθε περίπτωση- συνδέονται με τον τρόπο στρεβλής ανάπτυξης που προέκυψε από έναν άγριο καπιταλισμό που βρίσκεται σε φάση ιστορικής παρακμής.

Μερικοί αναλυτές αναφέρουν ως ευνοϊκό παράγοντα για την ανάπτυξη των ιών και των μεταλλάξεων τους, τον υπερπληθυσμό των σύγχρονων μεγαλουπόλεων με τις δεκάδες εκατομμύρια κατοίκους. Άλλοι μίλησαν για τις αλλαγές στη σχέση μεταξύ ανθρώπινου είδους και ζωικών ειδών, οι οποίες προκλήθηκαν από την εντατικοποίηση των ζωικών εκτροφών και την παρουσία στις μεγαλουπόλεις ειδών πτηνών (από τις νυχτερίδες μέχρι τους γλάρους ) όπου και δεν ζούσαν πριν. Όλες αυτές αποτελούν συνέπειες μιας μεταβλημένης σχέσης ανάμεσα στο ανθρώπινο είδος και τον φυσικό κόσμο, σε μια εποχή την οποία οι ειδικοί ονομάζουν ως “ανθρωποκεντρική”, ή μάλλον ορθότερα “κεφαλαιοκεντρική”. Όλα αυτά χωρίς να αναφερθούμε στην ατμοσφαιρική ρύπανση και την παρουσία των αιωρούμενων σωματιδιών, τα οποία και αποτελούν τον ιδανικούς διακινητές για τη εξάπλωση του ιού στο περιβάλλον. Ένα δεδομένο το οποίο θα μπορούσε να εξηγήσει την γρηγορότερη διάδοση του ιού στην κοιλάδα του Πάδου, συγκριτικά με τις περιοχές του Νότου. Πρόκειται για υποθέσεις που αξίζουν -από πλευράς μας- μεγαλύτερης προσοχής και περαιτέρω αναλυτικής εμβάθυνσης.

Παρ’ όλα αυτά -στα πλαίσια αυτού του κειμένου- δεν είναι δυνατό να μην αναδειχθεί μια σειρά συμπτώσεων των οποίων η σημασία μένει να ξεκαθαριστεί. Τον Απρίλη του 2003 το ΝΑΤΟ δημοσιοποίησε μια αναφορά 140 σελίδων με τίτλο “Urban Operations in the Year 2020” (UO 2020). Σε αυτή την αναφορά, η εκθετική αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού μέχρι το έτος 2020 και η επακόλουθη τρομακτική αύξηση της αστικοποίησης -με το 70% αυτού του πληθυσμού να ζει μέσα σε αυτές τις πόλεις- αποτέλεσε την αρχική υπόθεση. Όλα αυτά θα προκαλούσαν αυξανόμενες κοινωνικές-οικονομικές εντάσεις, οι οποίες -σύμφωνα με την αναφορά- θα μπορούσαν ν’ αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μονάχα με τη μαζική στρατιωτική παρουσία, συχνά ακόμα και κατά τη διάρκεια μακρόχρονων περιόδων. Από την άλλη πλευρά, πιθανότατα μια παραδοσιακή χρήση του στρατού με επεμβάσεις της τελευταίας στιγμής θα μπορούσε να αποδειχθεί αντιπαραγωγική. Ακριβώς αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο στην αναφορά UO 2020 προκρίνεται η έναρξη της σταδιακής χρήσης του στρατού σε καθήκοντα διασφάλισης της δημόσιας τάξης, όσο θα προσεγγίζεται χρονικά η -υποτιθέμενη για το 2020- παγκόσμια κρίση. Κι όμως , έχοντας φτάσει πλέον στο 2020, τα υποθετικά σενάρια της νατοϊκής αναφοράς αποδεικνύονται ίσως λιγάκι υπερβολικά. Όμως η συμβουλή που περιείχε στο τελευταίο μέρος της για “τον στρατό σε καθήκοντα διασφάλισης της δημόσιας τάξης”, κάτι που εδώ και χρόνια εφαρμόζεται στην Ιταλία, θα μπορούσε να υποστεί μια επιτάχυνση ακριβώς με την ευκαιρία της έκτακτης ανάγκης του κορωνοϊού, επιφέροντας μια περαιτέρω εδαφική στρατιωτικοποίηση.

Δεν τρέψαμε ποτέ κάποια ιδιαίτερη συμπάθεια για τις συνωμοσιολογικές ιδεολογίες. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει μια σειρά άλλων συμπτώσεων που οφείλουν να φωτιστούν. “Η ύπαρξη στη Γουχάν ενός βιολογικού εργαστηρίου, όπου Κινέζοι επιστήμονες, σε συνεργασία με τη Γαλλία πραγματοποιούν μελέτες για τους θανατηφόρους ιούς, με την παρουσία και μερικών απεσταλμένων του καναδέζικου Εργαστηρίου μικροβιολογίας. Τον Ιούλιο του 2015, το βρετανικό κυβερνητικό Ινστιτούτο Pirbright κατοχύρωσε στις ΗΠΑ ένα “βουβό κορωνοϊό”. Τον Οκτώβριο του 2019 το Johns Hopkins Center for Health Security πραγματοποίησε στη Νέα Υόρκη μια προσομοίωση πανδημίας κορωνοϊού κατοχυρώνοντας ένα σενάριο, το οποίο -αν επιβεβαιωνόταν- θα προκαλούσε 65 εκατομμύρια νεκρούς” [2]. Ένα μήνα πριν τη διεξαγωγή των Αγώνων των Ενόπλων Δυνάμεων στην κινεζική πόλη, πραγματοποιήθηκαν στρατιωτικές ασκήσεις για την προσομοίωση μιας πιθανής βακτηριολογικής απειλής με το όνομα “κορωνοϊός”. Σε αυτούς τους αγώνες που πραγματοποιήθηκαν στη Γουχάν συμμετείχαν και περίπου 300 αθλητές προερχόμενοι από τις ΗΠΑ. Πρόσφατα, στις 12 Μαρτίου ο εκπρόσωπος τύπου του υπουργείου Εξωτερικών του Πεκίνου Zhao Lijian διατύπωσε την υποψία ότι ο ασθενής αριθμός μηδέν ήταν ένας στρατιώτης των ΗΠΑ, από τις οποίες και ζήτησε περισσότερη “διαφάνεια” γύρω από αυτό. Φυσικά δεν υπάρχουν αποδείξεις που να επιβεβαιώνουν πως ανάμεσα σε αυτά τα γεγονότα και την πανδημία του κορωνοϊού υπάρχει μια σχέση αιτίου – αποτελέσματος. Παρ’ όλα αυτά, κρίνεται απαραίτητο να υπενθυμίσουμε ότι ο βακτηριολογικός πόλεμος συμπεριλαμβάνεται στα σύγχρονα πολεμικά εγχειρίδια.

Αλλά ας επιστρέψουμε στην αρχική ερώτηση: πως εξηγείται η διαφορετική στάση των διάφορων κυβερνήσεων σε άλλες πρόσφατες επιδημίες σε σύγκριση μ’ εκείνη στην τρέχουσα επιδημία του Covid 19; Είναι γεγονός ότι αυτή η επιδημία είναι το προϊόν της γενικής κρίσης του καπιταλισμού, η οποία και εξελίσσεται εδώ και καιρό αλλά ταυτόχρονα και ένας παράγοντας επιτάχυνσης αυτής της κρίσης. Περιοριζόμενοι μονάχα στην Ευρώπη: η διαφορά ανάμεσα στα μέτρα που εφαρμόζονται από τις διάφορες κυβερνήσεις, αρχής γενομένης από εκείνη της μετά-Brexit Μεγάλης Βρετανίας που ανέβαλε στο έπακρο τις αποφάσεις, βασιζόμενη ίσως σε μια λύση σημαδεμένη από τον “κοινωνικό δαρβινισμό”, δηλαδή από τη φυσική επιλογή από τον ιό των πλέον αδύναμων, ηλικιωμένων, ασθενών άλλων παθολογιών κλπ. Ακόμα και οι διαφορές στα εφαρμοζόμενα μέτρα μέσα στην έκτακτη συνθήκη από τη γερμανική και την ιταλική κυβέρνηση, μπορούν να εξηγηθούν αν λάβουμε υπ’ όψη την αντίστοιχη οικονομική δομή της κάθε χώρας. Η Γερμανία έχει έναν ισχυρό καπιταλισμό, συγκεντρωμένο γύρω από μια βιομηχανική υποδομή που στοχεύει στις εξαγωγές. Το να τεθεί σε κίνδυνο η παραγωγή αυτής της μεγάλης βιομηχανίας είναι αδύνατο και δεν τίθεται καν στη συζήτηση.

Από την άλλη, η Ιταλία έχει έναν πιο αδύναμο καπιταλισμό, στον οποίο η μεγάλη βιομηχανία ουσιαστικά έχει αποδεκατιστεί και όπου υπάρχει μια πληθώρα εστιατόρων, ξενοδόχων, μικρών επιχειρηματιών, “αυτόνομων” εργαζομένων με μπλοκάκι κτλ. Αυτοί θα είναι και εκείνοι που θα υποστούν τις καταστρεπτικότερες συνέπειες της κρίσης: πολλοί θα αναγκαστούν να κλείσουν, δίνοντας το έναυσμα για μια δραματική καπιταλιστική συγκεντροποίηση, της οποίας οι συνέπειες -προς το παρόν- παραμένουν απρόβλεπετες.

Στην Ιταλία η κατάσταση έγινε ακόμα βαρύτερη από τις περικοπές στη δημόσια υγεία που επιβλήθηκαν από όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών και από τις χρηματοδοτήσεις που συμφωνήθηκαν με την ιδιωτική υγεία εις βάρος της δημόσιας, αρχής γενομένης από την Περιφέρεια της Λομβαρδίας από τη θητεία του Φορμιγκόνι κι έπειτα. Από την αντίθετη πλευρά, μέσα στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης η εργατική τάξη έγινε και πάλι ορατή, με υπόσταση και δύναμη μέσα στη σύγκρουση: οι απεργίες που εξαπλώθηκαν σε διάφορες εγκαταστάσεις έκαναν ξεκάθαρο πως “οι εργάτες δεν θα κάτσουν να πεθάνουν για το κέρδος”, αναγκάζοντας την κυβέρνηση να λάβει μια σειρά μέτρων, σε κάθε περίπτωση ανεπαρκών και -επιπλέον- ούτε καν εφαρμοσμένων στην πλειοψηφία των εργοστασίων.

Όμως πως θα εξελιχθούν τα πράγματα όταν όλο αυτό τελειώσει; Όπως ήδη ειπώθηκε θα υπάρξει μια επιτάχυνση της ήδη εξελισσόμενης κρίσης. Κάποιοι ήδη μιλάνε για “μεγάλη ύφεση” και επιστροφή στη δεκαετία του ‘30 του εικοστού αιώνα. Ανάμεσα σε χρηματιστηριακά παιχνίδια και επεκτατικές νομισματικές πολιτικές, οι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι θα βρούν τον τρόπο ν’ αυγατίσουν τα πλούτη τους. Οι μεγάλες πολυεθνικές θα συγχωνευθούν ακόμα περισσότερο ώστε ν’ αυξήσουν τα κέρδη τους. Η καπιταλιστική συγκεντροποίηση θα προκαλέσει την πτώχευση τεράστιου αριθμού μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων καθώς και την επακόλουθη αλματώδη αύξηση της ανεργίας. Το δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος θα αυξηθεί περαιτέρω ενώ θα μπουν σε εφαρμογή τα σχέδια υλοποίησης δημόσιων έργων καταστρεπτικών για το περιβάλλον, όπως εκείνα για τα τραίνα υψηλής ταχύτητας (TAV) καθώς κι εκείνα για τον αγωγό ΤΑP. Θα ευνοηθούν όλες οι “κυριαρχικές” τάσεις που θα πιέζουν για κλείσιμο των συνόρων μαζί με τις αντίστοιχες πατριδοκάπηλες χορογραφίες. Αν και τώρα πλέον δεν είναι εύκολη η αμφισβήτηση του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας που έχει εδραιωθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών (στην Ιταλία δεν παράγουμε πλέον ούτε καν τις μάσκες!). Θα επιβληθούν αυταρχικές μορφές παρεμβατικής διακυβέρνησης που θα ομνυούν στη στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας. Με λίγα λόγια, παραφράζοντας ένα σλόγκαν που είναι της μόδας: ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΝΕ ΟΛΑ ΚΑΛΑ [*]. Από την πλευρά μας πρέπει να προετοιμαστούμε για να δώσουμε απαντήσεις μέσα σε μια πιθανότατη όξυνση της κοινωνικής σύγκρουσης και να δώσουμε μια προοπτική διεξόδου από ένα καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ολοένα και πιο καταστρεπτικό και θανατηφόρο.

Κατάληψη Panetteria,

Μιλάνο, 25 Μαρτίου 2020

Σημειώσεις:

[1] “Ιός από την Κίνα: είναι ο “διαστημικός” του 1969”, του Massimiliano Mingoia, εφημερίδα Il Giorno, 4/3/2020, σ. 11.

[2] “Πανδημία του ιού του φόβου”, του Manlio Dinucci, εφημερίδα Il Manifesto, 25/2/2020.

[*] σ.τ.μ: Όλα θα πάνε καλά”: βασικό επικοινωνιακό σλόγκαν της κυβερνητικής-αστικής-μηντιακής καμπάνιας για την αντιμετώπιση της επιδημίας.

Δημοσιεύθηκε στο panetteriaoccupata.noblogs.org

Μετάφραση στα ελληνικά: Προλεταριακή Πρωτοβουλία, Απρίλης 2020.