Τορίνο, 24 Οκτώβρη 2020
Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε από ένα σύντροφο από τη βόρεια Ιταλία που ζει στην Αθήνα. Μεταφράστηκε και δημοσίευεται με την πεποίθηση ότι σκιαγραφεί συνοπτικά την υπάρχουσα κατάσταση στη γειτονική χώρα, προσφέροντας μια σειρά καίριων, επίκαιρων και διαχρονικών ερεθισμάτων για σκέψη και δράση.
Ι.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, πολλές ιταλικές πόλεις αποτέλεσαν πεδία διαμαρτυρίας. Σε όλες σχεδόν τις πόλεις, οι πλατείες ήταν κατάμεστες και σε μερικές σημαδιακές περιπτώσεις καταγράφηκαν και βίαιες αντιδράσεις: στη Νάπολη, στις 23.10, με τις συγκρούσεις γύρω από την πλατεία Plebiscito, στο Τορίνο με τον πετροπόλεμο και τις απαλλοτριώσεις προϊόντων στις 24.10, στο Μιλάνο -την ίδια μέρα- με τις ρίψεις μολότοφ και την έφοδο στο μέγαρο της Περιφέρειας. Σε πολλές -ακόμα και μικρότερες- πόλεις, πολυάριθμες είναι οι διαμαρτυρίες -με λιγότερο βίαια χαρακτηριστικά- που ξεσπάνε συνέχεια κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών.
Οι διαμαρτυρίες πυροδοτήθηκαν από την κυβερνητική απόφαση για κλείσιμο όλων των εμπορικών δραστηριοτήτων από τις 18.00 και επιβολή απαγόρευσης κυκλοφορίας στις νυχτερινές ώρες, από τις 23.00 ως τις 5.00.
ΙΙ.
Οι πρώτοι -και πιο οργανωμένοι- που ύψωσαν τη φωνή τους ήταν οι μικρέμποροι, οι οποίοι διαθέτουν μια σειρά επίσημων οργανώσεων (επιμελητηρίων κλπ) και ένα άτυπο δίκτυο γνωριμιών το οποίο, σε κάθε περίπτωση, συχνά διαθέτει πιο οξυμένα αντανακλαστικά από το αντίστοιχο των μισθωτών εργαζομένων. Οι ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων (εστιατορίων, μπαρ, ταξί κ.α) αποτελούν αδιαμφισβήτητα τις επαγγελματικές κατηγορίες που έχουν πληγεί εντονότερα από αυτά τα κλεισίματα.
ΙΙΙ.
Σε όλους πλέον φαντάζει ξεκάθαρο το γεγονός ότι η επιδημία λειτούργησε ως καταλύτης των δυναμικών και των τάσεων του υπαρκτού καπιταλιστικού συστήματος. Η κρίση της μεσαίας τάξης είναι εκείνη που αγγίζει δραματικά τα όρια της ωρίμανσης της, η οποία και αποτελεί έκφραση των κινητοποιήσεων στις ιταλικές πόλεις. Η αντιστροφή στην κατεύθυνση της καμπύλης καταγραφής της ευημερίας για τη συγκεκριμένη κοινωνική τάξη, μια αντιστροφή που ξεκίνησε το 2008 και συνεχίστηκε με αργούς ρυθμούς, κατά τη διάρκεια όλων των χρόνων της Μεγάλης Ύφεσης, μοιάζει τώρα να αγγίζει την κορύφωση της. Το πρώτο lockdown του Μαρτίου όπως και το αντίστοιχο νέο που φαντάζει αναπόφευκτο, δεν προκαλεί μόνο την εξαέρωση των αποταμιεύσεων της μεσαίας τάξης αλλά -αναπόφευκτα- διαλύει τα όνειρα και τις ελπίδες για ένα καλύτερο και πιο ρόδινο μέλλον. Το νέο κυβερνητικό διάταγμα που επιβάλλει το κλείσιμο στις 18.00 ακούγεται σαν την πένθιμη καμπάνα που χτυπάει για την κηδεία τους.
IV.
Αναμφίβολα, το πιο “πολιτικό” και αντιπροσωπευτικό κομμάτι αυτού του κομματιού της μεσαίας τάξης που βρίσκεται σε φάση προλεταριοποίησης, παρουσιάζει ιδιαίτερα αντιδραστικά χαρακτηριστικά. Με αυτό δεν θέλουμε να πούμε ότι όλοι οι μικρέμποροι -που βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο- είναι φασίστες ή ότι αυτές οι κινητοποιήσεις πρέπει να αποφεύγονται ή να απαξιώνονται, αλλά σίγουρα η συνολική έκφραση αυτού του κοινωνικού στρώματος σε κρίση δεν μπορεί παρά να είναι συντηρητική και κρατικιστική, με την έννοια της απαίτησης ενός ισχυρότερου και εγγυοδοτικού κράτους.
V.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, όπως συνέβη και σε πολλούς άλλους ξεσηκωμούς και διαμαρτυρίες σε όλον τον κόσμο, έτσι και στην Ιταλία η κινητοποίηση αυτού του κομματιού της μεσαίας τάξης προσέλκυσε –από τα προάστια- θύλακες του προλεταριάτου των πόλεων. (Ωστόσο η κρίση της μεσαίας τάξης ισοδυναμεί με την πόλωση μεταξύ των τάξεων). Σερβιτόροι/ες και άλλοι/ες υπάλληλοι στους κλάδους εστίασης και διασκέδασης που εργάζονται μαύρα και δεν δικαιούνται κανένα επίδομα, άνεργοι που αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους ολοένα και περισσότερο σαν άνεργους, παιδιά μεγαλωμένα στη σκιά των λαϊκών πολυκατοικιών-στρατώνων ακούγοντας trap και βλέποντας το μέλλον τους σκοτεινό, νεολαίοι που ζούνε από τα περισσεύματα, οπαδοί κ.α, με λίγα λόγια, όλοι εκείνοι που βιώνουν και θα βιώσουν στο πετσί τους αυτήν την κρίση. Αυτό το κομμάτι των κινητοποιήσεων ήταν εκείνο που πραγμάτωσε και τις πιο οξυμένες μορφές διαμαρτυρίας, κατεβαίνοντας στο κέντρο, στην πόλη των πλουσίων, για να αποσπάσει ένα κομμάτι από εκείνο τον πλούτο που καθημερινά στερείται: η σπασμένη βιτρίνα του Gucci στο κέντρο του Τορίνου περιγράφει έναν ολόκληρο κόσμο…
VI.
Χαοτικές κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες, τροφοδοτούμενες από διάφορες -και συχνά ανταγωνιστικές μεταξύ τους- ωθήσεις (υπήρξαν πολλές εικόνες διαπληκτισμών μεταξύ των πιο “ήσυχων” και των υπόλοιπων διαδηλωτών). Πολλά και διάφορα αιτήματα: κάποιοι ζητάνε εγγυημένο εισόδημα για όλους, άλλοι διεκδικούν πάγωμα στην πληρωμή φόρων, άλλοι πάλι ζητάνε ν’ ανοίξουν άμεσα όλες οι εμπορικές-επαγγελματικές δραστηριότητες. Αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι το γεγονός ότι -με εξαίρεση κάποια στρατευμένα και αγωνιστικά κομμάτια που όμως προς το παρόν παραμένουν μειοψηφικά σε αυτά τα γεγονότα- είναι πολύ λίγα τα ξεκάθαρα -από υγειονομικής άποψης- αιτήματα. Αν και είναι πολλοί οι διαδηλωτές που φοράνε προστατευτικές μάσκες, κανένας δεν απαιτεί -τουλάχιστον στα λόγια- ένα αποδοτικότερο θεραπευτικό και υγειονομικό σύστημα. Ως προς αυτό, φαίνεται ότι επικράτησε η κρατική προπαγάνδα που έθεσε το δίλημμα “υγεία ή οικονομία”, λες και τα δύο ζητήματα είναι μεταξύ τους ασύνδετα.
VII.
Χωρίς καμία πρόθεση χαρακτηρισμού των συγκεκριμένων διαδηλώσεων ως φασιστικών ή ακόμα και ως καθοδηγούμενων από τους φασίστες (κάτι που γίνεται έντονα από τα καθεστωτικά ΜΜΕ έτσι ώστε να απονομιμοποιήσουν κοινωνικά τη διαμαρτυρία και να την παρουσιάσουν ως ένα κοινωνικό ξεσηκωμό λιγότερο εκτεταμένο από όσο είναι στην πραγματικότητα), εν τούτοις δεν γίνεται να μην υπογραμμιστεί η υπαρκτή παρουσία διάφορων φασιστικών γκρουπούσκουλων. Μια παρουσία που αναμφίβολα δεν είναι ίδια σε όλες τις πόλεις. Στο Τορίνο, πχ, οι κλασσικοί φασίστες των Fratelli d’Italia βρέθηκαν στην πλατεία μαζί με τους “ήσυχους” εμπόρους ενώ στη Ρώμη η ναζιστική Forza Nuova εκτόξευσε βαρελότα και άδεια μπουκάλια ενάντια στις αστυνομικές διμοιρίες.
VIII.
Το μεγάλο ερώτημα εγείρεται γύρω από την εξέλιξη που θα πάρουν τα πράγματα. Αυτό που φαίνεται -προς το παρόν- να αναδεικνύεται είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα κομμάτι με την αξιοπιστία που χρειάζεται η προώθηση κοινών προταγμάτων και διεκδικήσεων. Φανταζόμαστε ότι κατά τη διάρκεια αυτών των εβδομάδων θα τεθεί σε κίνηση ο τεράστιος αντι-εξεργεσιακός μηχανισμός του ιταλικού κράτους. Παράλληλα, αυτές οι ίδιες κατηγορίες μικρών ιδιοκτητών -που κάλεσαν σε αυτό το πρώτο κύμα διαδηλώσεων- θα είναι πολύ προσεχτικότερες πριν προχωρήσουν και πάλι σε μεγάλα καλέσματα, έχοντας πλέον υπόψη τους αυτά που συνέβησαν (λίγα επεισόδια είναι βολικά για όλους, αλλά οι λεηλασίες πάλι όχι…). Όλα αυτά, με μια κυβέρνηση που μοιάζει στριμωγμένη στη γωνία: οι δυο επιλογές που έχει για το άμεσο μέλλον, να τα κλείσει ή να μην τα κλείσει όλα, μοιάζουν και οι δυο να οδηγούν τη χώρα σε μια κατάσταση κοινωνικής απόγνωσης. Οι υποσχέσεις για αποζημιώσεις και ενισχύσεις φαίνεται να ασκούν ελάχιστη επιρροή σε σύγκριση με τις αντίστοιχες κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της επιδημίας. Πιθανότατα, η -ακόμα φρέσκια- εμπειρία των τριών μηνών χωρίς μισθούς, με τα -λίγα και για λίγους- χρήματα που τελικά δόθηκαν μετά από πάρα πολύ καιρό, να αποτελεί ακόμα μια ζωντανή ανάμνηση για το μυαλό και την κοιλιά πολλών.
Όπως λέγαμε ήδη από το Μάρτιο, το καζάνι βράζει και το καπάκι χοροπηδάει. Αυτό που μένει ν’ αντιληφθούμε είναι τον τρόπο με τον οποίο θα τιναχτεί στον αέρα…