Ράφα: Νο Passaran! Επείγουσα Συγκέντρωση στην Πρεσβεία του Ισραήλ Παρασκευή 16/2 18.30

Ράφα: Νο Passaran!

Επείγουσα Συγκέντρωση στην Πρεσβεία του Ισραήλ

Παρασκευή 16/2 18.30

Την ώρα που η «τελική λύση για τη Γάζα» σύμφωνα με την ανατριχιαστική ορολογία του Ισραήλ, βρίσκεται προ των πυλών με την επίθεση στην πόλη της Ράφας στα σύνορα με την Αίγυπτο –και τελευταίο σχετικά ασφαλές καταφύγιο για τους εσωτερικά εκτοπισμένους κατοίκους της Γάζας όσο και μοναδική δίοδος ανθρωπιστικής βοήθειας-, η διεθνιστική αλληλεγγύη, το όπλο των λαών, να βγει στους δρόμους μαζικά, δυναμικά, μαχητικά!

Περικυκλωμένη από στεριά και αέρα, χωρίς ρεύμα και νερό, αντιμέτωπη με την πείνα και τις αρρώστιες, μια μικροσκοπική έκταση γης, εντός της οποίας στοιβάζονται σχεδόν ενάμιση εκατομμύριο ψυχές με εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά, κοιτάζει στα μάτια τους φασίστες σιωνιστές κατακτητές, τους ιμπεριαλιστές συμμάχους τους (ΗΠΑ-ΕΕ), τα συνεργαζόμενα με αυτούς κράτη (όπως το ελληνικό), τα αραβικά καθεστώτα (όπως το αιγυπτιακό), αψηφά τους βομβαρδισμούς και τις ναζιστικού τύπου απειλές για χερσαία εισβολή και εκκένωση της πόλης –και μεταφορά του πληθυσμού σε καταυλισμούς στην έρημο-, αντιστέκεται και πολεμά! Από τα ερείπια των σπιτιών και τους μαζικούς τάφους ξεπροβάλλει σα φάρος και οδηγός το φως της λαϊκής αντίστασης, του αντάρτικου, της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς. Εκείνο το φως που έκανε μέσα στους αιώνες τους λαούς, τους καταπιεσμένους και τους εκμεταλλευόμενους όλου του κόσμου να κάνουν πράξη το NO PASSARAN απέναντι στους δυνάστες τους. Από τη Μαδρίτη ως τον Γράμμο και από το Παρίσι και το Σικάγο ως τη Κούβα, την Αλγερία και το Βιετνάμ.

Η Ράφα θα αντέξει, η Γάζα θα νικήσει, η Παλαιστίνη θα ελευθερωθεί! Γιατί όπως αποδεικνύει η ιστορική πείρα καμιά δύναμη πυρός, κανένα όπλο μαζικής καταστροφής, καμιά εθνοκάθαρση δεν μπορεί να νικήσει λαούς ενωμένους και αποφασισμένους, λαούς επαναστατημένους, όπως ήταν, είναι και θα είναι ο παλαιστινιακός.

Παίρνοντας δύναμη και κουράγιο από τους «Ελευθέρους Πολιορκημένους» της Γάζας, αντιλαμβανόμενοι την αλληλεγγύη στην πάλη του παλαιστινιακού λαού για τη λευτεριά του ως κεντρικό επίδικο της διεθνούς και εγχώριας ταξικής πάλης, καλούμε σε επαγρύπνηση και επιφυλακή όλες τις εργατικές, λαϊκές, νεολαιίστικες δυνάμεις μπροστά στις εξαιρετικά επικίνδυνες εξελίξεις που ανοίγει η ένταση της ιμπεριαλιστικής- σιωνιστικής εκστρατείας στην Παλαιστίνη και τη Μ. Ανατολή και η συμμετοχή του ελληνικού κράτους σε αυτήν στον γνώριμο ρόλο του καλού και πρόθυμου στρατιώτη των ΗΠΑ και του Ισραήλ, στο ρόλο του οπλισμένου χεριού του ιμπεριαλισμού και του ελληνικού κεφαλαίου.

Στήνοντας αναχώματα στις ιμπεριαλιστικές και αστικές επιδιώξεις, οι επόμενες μέρες να μας βρουν στους δρόμους! Μαζικά, αποφασιστικά, μαχητικά!

Στη Γάζα χτυπάει του κόσμου η καρδιά –Με την Παλαιστίνη ως την Λευτεριά!

Θάνατος στο σιωνισμό και τον Ιμπεριαλισμό! Νίκη στα όπλα της Αντίστασης!

Έξω οι Βάσεις ΗΠΑ ΝΑΤΟ!

Διεθνιστική Μπλόκο στη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο εναντίον του παλαιστινιακού και αραβικού λαού

Όλοι/ες στην Συγκέντρωση στην Πρεσβεία του Ισραήλ Παρασκευή 16/2 18.30

Συνέλευση Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση

 

Rafah : No Passaran!

Emergency Gathering at the Embassy of Israel Friday 16/2 6.30 p.m.

At a time when the “final solution for Gaza”, according to Israel’s chilling terminology, is close at hand with the attack on the city of Rafa at the border with Egypt – the last relatively safe refuge for the internally displaced residents of Gaza as well as the only channel for humanitarian aid -, international solidarity, the weapon of the people, must take to the streets en masse, powerfully, dynamically!

Surrounded by land and air, without electricity and water, faced with hunger and disease, a tiny area of land, within which almost one and a half million souls and hundreds of thousands of children are crammed together, looks into the eyes of the fascist Zionist conquerors, their imperialist allies (US-EU), the cooperating states (like the Greek), the Arab regimes (like the Egyptian), defies the bombings and the Nazi-style threats of land invasion and evacuation of the city – and transfer of the population to camps in the desert -, resists and fights! From the ruins of houses and mass graves emerges as a beacon and a guide the light of the popular resistance, of the guerrilla, of solidarity, of humanity. That light that made throughout the centuries the peoples, the oppressed and the exploited of the whole world to put NO PASSARAN into practice against their oppressors .From Madrid to Grammos and from Paris and Chicago to Cuba, Algeria and Vietnam.

Rafah will endure, Gaza will be victorious, Palestine will be freed! Because as historical experience proves, not any firepower, no weapons of mass destruction, no ethnic cleansing can defeat united and determined, rebellious people, as the Palestinian was, is and will be.

Taking strength and courage from the “Free Besieged” of Gaza, realizing the solidarity of the Palestinian people’s struggle for freedom as the central contention of the international and domestic class struggle, we call to vigilance and readiness all labor, popular, youth forces in front of the extremely dangerous developments opened by the intensity of the imperialist-Zionist campaign in Palestine and the Middle East and the participation of the Greek state in its familiar role of the good and willing soldier of the USA and Israel, in the role of the armed hand of imperialism and Greek capital. Setting up barricades against imperialist and bourgeois aspirations, may the next days find us in the streets! Massively, decisively, militantly!

In Gaza, the heart of the world beats – With Palestine to Freedom!

Death to Zionism and Imperialism!

Victory to the weapons of the Resistance! US NATO Bases out!

Internationalist Block in the participation of Greece in the war against the Palestinian and Arab people

Everyone at the Gathering at the Embassy of Israel Friday 16/2 18.30

Assembly in solidarity with the Palestinian Resistance

[ΚτΒ] Νίκη στον Αγώνα των Εργαζομένων στα Τηλεφωνικά Κέντρα! [Nέα 24ωρη Απεργία, Δευτέρα 19/2]

«Τι ‘ναι στ’ αλήθεια πια σημαντικό να ελπίζεις,
κάτι να ζεις γι’ αυτό και κάτι να πεθάνεις;
Πάλλεται η φλέβα μιας ζωής που σε προσμένει
κι ο πεισματάρης φόβος σκύβει το κεφάλι.
Γι’ αυτούς που χτίζουνε τον κόσμο, ποτέ δεν είναι αργά.»

Υπεραστικοί

Την Πέμπτη 8 Φλεβάρη πραγματοποιήθηκε μαζική 24ωρη Απεργία στις 4 μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες τηλεφωνικών κέντρων, στις Teleperformance, Webhelp, TTEC και Foundever. Μια ιστορική Απεργία στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα που ήρθε για να σπάσει έμπρακτα “τον πάγο του φόβου” στους χώρους δουλειάς, σ’ έναν κλάδο αιχμής της ψηφιακά μετασχηματισμένης – κεφαλαιοκρατικής οικονομίας που επεκτείνει τον κύκλο εργασιών του, καταγράφοντας υπερκερδοφορία για τους πολυεθνικούς ολιγοπωλιακούς ομίλους, μέσα από την επακόλουθη εντατικοποίηση του ξεζουμίσματος και της φτωχοποίησης – επισφαλειοποίησης των ντόπιων και μεταναστ(ρι)ών εργαζομένων τους.

Μια Απεργία που οργανώθηκε μέσα από μαζικές συναδελφικές συσκέψεις και καλέστηκε από το Συνδικάτο Εργαζομένων Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής (ΣΕΤΗΠ).

[…] Η απόφασή μας προέκυψε από την κοροϊδία της απάντησης που λάβαμε από τη Διοίκηση της Teleperformance ως απάντηση στα αιτήματα που έθεσε η αντιπροσωπεία μας στη συνάντηση. Τα αιτήματα μας προς την εταιρεία ήταν και παραμένουν λογικά και δίκαια. Ήρθαμε σε επικοινωνία μαζί τους με διάθεση για ουσιαστικό διάλογο και προτάσεις που μπορούν να βελτιώσουν την καθημερινότητα μας, αποτελώντας για αυτούς ένα ελάχιστο έξοδο σε σύγκριση με τα εκατομμύρια που βγάζουν από τη δουλειά μας. Όλοι αυτοί μαζί, είναι σε συνεννόηση και αποφασίζουν να μη μας δώσουν ούτε ψίχουλο γιατί ξέρουν καλά ότι είναι οι επόμενοι.

Μας έστειλαν μια δισέλιδη επιστολή εξηγώντας μας γιατί πρέπει να είμαστε ευτυχείς που εργαζόμαστε στο “best workplace” και ότι μας δίνεται η ευκαιρία να μπορέσουμε να μεγιστοποιήσουμε τα κέρδη τους και να βοηθήσουμε τις επενδύσεις τους, ενώ οι μισθοί μας διαρκούν για το μισό του μήνα, δεν έχουμε θέρμανση και φοβόμαστε να ελέγξουμε τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος. Μας υπενθύμισαν ότι δικαιούμαστε και ένα εκπτωτικό βιβλίο, παρόλο που κάποιοι από εμάς δεν μπορούν να ξεκινήσουν οικογένεια ή άλλοι να καλύψουν τις ανάγκες των παιδιών τους! Συνολικά, δεν δεσμεύτηκαν για κανένα από τα αιτήματά μας.

Τα ίδια προβλήματα αντιμετωπίζουμε σε όλα τα τηλεφωνικά κέντρα, στη WebHelp, στην TTEC, στην Fοundever. Γι’ αυτό και η απάντησή μας πρέπει να είναι η ίδια!

Προσπαθούν να μας πείσουν ότι “τίποτα δε γίνεται”, ότι “καλά είμαστε και με τόσα”, ότι “σιγά μη δώσει η εταιρεία τίποτα”, “δε μπορούμε εμείς να τα βάλουμε με τέτοια μεγαθήρια” και άλλα τέτοια ωραία. Ο μόνος αγώνας που είναι χαμένος από πριν είναι ο αγώνας που δεν δίνεται!
Τώρα είναι η ώρα να δράσουμε, τώρα είναι ώρα να βελτιώσουμε τους όρους δουλειάς μας, τις αμοιβές μας, να κερδίσουμε με αγώνα, ένα κομμάτι από την αξιοπρέπεια μας, που αφήνουμε στην είσοδο της εταιρείας κάθε πρωί […]

Ολόκληρο το απεργιακό Κάλεσμα του ΣΕΤΗΠ, διαθέσιμο στο setip.gr

Απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία και τη “ρεαλιστική” μοιρολατρία, περισσότεροι από 3.000 ντόπιοι και ντόπιες, μετανάστες και μετανάστριες Εργαζόμενοι – Εργαζόμενες στα Τηλεφωνικά Κέντρα βγήκαν συλλογικά μπροστά, διεκδικώντας -μεταξύ άλλων- με την Απεργία τους, άμεσες και ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς για όλους και όλες, άμεση κατάργηση της δουλεμπορικής – “ενοικιαζόμενης” εργασίας με υπογραφή συλλογικών συμβάσεων αορίστου χρόνου (για όπου αυτές δεν υπάρχουν), και άμεση χορήγηση βίζας εργασίας για όλους τους συναδέλφους – συναδέλφισσες εκτός ΕΕ, με άμεση κατάργηση της επαίσχυντης βίζας “ειδικού σκοπού”.
Με τις πρωινές συγκεντρώσεις τους στα κεντρικά γραφεία των εταιρειών, κι έπειτα με την κοινή συγκέντρωση τους στο Σύνταγμα, υπενθύμισαν έμπρακτα πως το μητροπολιτικό πολυεθνικό προλεταριάτο είναι εδώ, στέλνοντας ξεκάθαρα το αγωνιστικό μήνυμα:

#strongertogether #enoughisenough

Όπως αναφέρεται στο νέο απεργιακό Κάλεσμα του ΣΕΤΗΠ

[…] Την επόμενη μέρα της απεργίας, επιδόθηκαν εξώδικα, σε κάθε μία εταιρεία ξεχωριστά, με νέα πρόσκληση για διαπραγμάτευση με βάση τα αιτήματα μας, που σήμερα αποφασίσαμε να εμπλουτίσουμε με βάση τις ανάγκες κάθε χώρου δουλειάς. Δεν πήραμε καμία απάντηση!! Αντί για αυξήσεις, φέρανε πίτσες και κουλουράκια, “καλύτερα σχήματα bonus”, «συγκαταβατικά» χτυπήματα στον ώμο, και ατάκες “καλά κάνατε και απεργήσατε, δικαίωμα σας είναι”.

Μέσα σε δύο περίπου βδομάδες, μέσα από την οργάνωση μας, και τη συλλογική μας απάντηση, έχουμε κερδίσει πολλά. Χιλιάδες από εμάς είπαμε φτάνει πια! Θέλουμε αξιοπρέπεια, μισθούς που να φτάνουν για το μήνα, καλύτερες συνθήκες εργασίας με σεβασμό στα στοιχειώδη δικαιώματά μας, κάλυψη των εξόδων της τηλεργασίας, βίζες για όλους τους συναδέλφους για να μη ζουν σε καθεστώς σκλαβιάς το 2024. Και δε θα σταματήσουμε μέχρι να τα πάρουμε! […]

Την Τρίτη 13/2 ανακοινώθηκε η ίδρυση του επιχειρησιακού Συνδικάτου Εργαζομένων στην Teleperformance (ΣΕΤΕΠ), για την Παρασκευή 16/2 το ΣΕΤΗΠ προγραμματίζει κινητοποίηση στο υπουργείο Μετανάστευσης ενάντια στην επαίσχυντη βίζα “ειδικού σκοπού”, ενώ η νέα 24ωρη Απεργία του έχει προκηρυχθεί για τη Δευτέρα 19/2 από τις 7.00 πμ (με Συγκεντρώσεις στα κεντρικά Γραφεία των εταιριών στις 8.00 πμ) ως Τρίτη 20/2 στις 7.00 πμ στις Teleperformance, Webhelp, TTEC, Foundever, αλλά και την Cosmote E-Value, της οποίας οι εργαζόμενοι – εργαζόμενες πυκνώνουν τις γραμμές αυτού του δίκαιου και αναγκαίου Αγώνα των συναδέλφων – συναδελφισσών τους.

Στο δρόμο προς τη Γενική Απεργία της Τετάρτης 28 Φλεβάρη, στηρίζουμε – συμμετέχουμε Αλληλέγγυα στην Απεργιακή Συγκέντρωση των Εργαζομένων στα Τηλεφωνικά Κέντρα.

Δευτέρα 19 Φλεβάρη στο Υπουργείο Εργασίας στις 12.00.

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ & ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ – ΜΕ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΗ ΒΑΣΗ & ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΔΡΑΣΗ, ΤΑ ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΒΑΖΟΥΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ: Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΗΤΑΝ, ΕΙΝΑΙ & ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΑΡΕΤΗ! Η ΝΙΚΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΝΙΚΗ ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ!

Κίνηση της Βιολέττας (ΚτΒ)
Αθήνα, Φλεβάρης 2024.

 

Φ. Καλομενίδης | “Δεν θ’ απογοητεύσουμε τη Γάζα: Η Παλαιστίνη, η σιωνιστική Ιταλία και η 27η Γενάρη, Ημέρα της Λήθης”.

“Δεν θ’ απογοητεύσουμε τη Γάζα: Η Παλαιστίνη, η σιωνιστική Ιταλία και η 27η Γενάρη, Ημέρα της Λήθης”.

Την επομένη της απαγόρευσης των διαδηλώσεων Αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη στις 27 Γενάρη, οι οποίες -παρά την κρατική τρομοκρατία, την αστυνομοκρατία και την καταστολή- πραγματοποιήθηκαν μαζικά και μαχητικά στη γειτονική χώρα, ανήμερα της “Ημέρας Μνήμης του Ολοκαυτώματος”, ο σύντροφος και συγγραφέας Φίλιππος Καλομενίδης, μάς καλούσε από τη Σαρδηνία, να στοχαστούμε διαφορετικά για τη σιωνιστική Ιταλία και ν΄ αγωνιστούμε για «να μην απογοητεύσουμε τη Γάζα».

Η ακόλουθη συνέντευξη του στην Mariella Valenti [*] δημοσιεύθηκε στα ιταλικά στο osservatoriorepressione.info στις 26/1/2024. Μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Λ.Β και δημοσιεύεται στο prolprot.espivblogs.net ως μια (ακόμα) συμβολή στην προλεταριακή – διεθνιστική αντιπληροφόρηση, ενάντια στην καθεστωτική σιωνιστική προπαγάνδα και την ευρωατλαντική παραπληρόφορηση, ως ένα (ακόμα) συντροφικό σινιάλο Αλληλεγγύης στη μαρτυρική και αδούλωτη Γάζα, τη μαχόμενη Υεμένη και το αντιστεκόμενο Λίβανο, από την αθηναϊκή μητρόπολη μέχρι τη Σαρδηνία και όλη τη Μεσόγειο των Λαών.

Ενάντια στο βάθεμα της ελληνικής εμπλοκής στον εντεινόμενο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο και την αδιάκοπη σιωνιστική γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού, ο δικός μας Εχθρός είναι εδώ: Μέσα στην Ελλάδα, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ & την αιματοβαμμένη Συμμαχία Ελλάδας – Ισραήλ.

Η Ιστορία είχε, έχει και θα έχει μια σωστή πλευρά, με την Παλαιστίνη ως τη Λευτεριά!

Προλεταριακή Πρωτοβουλία
Αθήνα,11/2/2024.
.

***

«…Aκόμα κι αν μετατραπούμε σε άτομα σκορπισμένα στον αέρα, δεν θ’ αφήσουμε τη Γάζα. Δεν μετράει το πόσο θα μας κοστίσει, δεν θ’ αφήσουμε τη Γάζα (…) Ας ανάψει ο μεγάλος πόλεμος, γιατί εμείς είμαστε ο λαός του και οι άνθρωποι του. Στ’ αδέλφια μας, τους γιούς και τους πατεράδες μας στη Γάζα, είμαστε μαζί σας. Δεν είστε μόνοι. Το δικό μας αίμα είναι για εσάς εύκαιρο και θα είμαστε μαζί σας, μέχρι την τελευταία ανάσα. Ο Θεός αρνείται το να είμαστε υποταγμένοι και ταπεινωμένοι ενώ χύνεται το δικό σας αίμα. Τι θα μας πει ο Θεός όταν θα τον συναντήσουμε; Απογοητεύσατε τη Γάζα. Όχι, μα το Θεό, δεν θα την απογοητεύσουμε, κι ας κοστίσει όσο είναι να κοστίσει».

Πριν αρχίσουμε τη συνέντευξη, ο Filippo Kalomenìdis μου δείχνει τη δήλωση του Abdul Salam Jahaf, στρατηγού της Υεμενίτικης Ταξιαρχίας, που κυκλοφόρησε την πρώτη νύχτα των Αγγλο-αμερικάνικων βομβαρδισμών κατά της Χώρας του.

Μου εξομολογείται ότι πρόκειται για ένα από τα λυρικότερα και συναρπαστικότερα κείμενα, απ’ όσα έχουν γραφτεί από την 7η Οκτώβρη μέχρι σήμερα. «Οι Χούθι έρχονται αντιμέτωποι με τους σιωνιστές για να υπερασπιστούν τον παλαιστινιακό λαό, έχοντας ακόμα ανοιχτές τις πληγές τους από τον πόλεμο που θέλησαν οι ΗΠΑ και εξαπέλυσαν οι διεφθαρμένοι Σαουδίτες, εξοπλισμένοι από το ιταλικό κράτος. Οι Υεμενίτες επαναστάτες, λαβωμένοι από περισσότερα από δέκα χρόνια πολέμου, τα παίζουν όλα για όλα για να σώσουν τη Γάζα. Αυτή είναι η ίδια η εικόνα της ήττας της Δύσης. Ένα φωτεινό και οδυνηρό παράδειγμα προς μίμηση. Ταυτόχρονα, το ιταλικό κράτος και η κυβέρνηση μπαίνουν στην πρώτη την γραμμή των ευρωπαϊκών χωρών που θα επιτεθούν στην Υεμένη, για να υποστηρίξουν τη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού, την υπεράσπιση του ελεύθερου εμπορίου για τον πολλαπλασιασμό των κερδών, πάνω στο πετσί των εσχάτων. Οι μοναδικές ελευθερίες που ενδιαφέρουν τους δυτικούς».

Συγγραφέας, ποιητής και πολιτικός στρατευμένος ο Φίλιππος Καλομενίδης, Σαρδηνός – Έλληνας με τουρκικές και ρωσικές ρίζες, δεν παραλείπει ποτέ να τονίζει ότι είναι γιος και εγγονός προσφύγων, ώστε να ξεκαθαρίσει ότι η ενασχόληση του με τον παλαιστινιακό λαό δεν είναι μονάχα ιδεολογική, αλλά βασίζεται σε κομβικούς προσωπικούς λόγους. Προέρχεται από τα βάθη του εξεγερμένου αίματος του «ανθρώπου χωρίς τόπο, που βίωσε την κλοπή τόσων και τόσων, πάμπολλων εδαφών», όπως συχνά διηγείται. Συγγραφέας [στα ιταλικά] του La direzione è storta – Reportage lirico sul Covid 19 e i virus del potere [Η κατεύθυνση είναι στραβή – Λυρικό ρεπορτάζ για τον Covid 19 και τους ιούς της εξουσίας] (Εκδόσεις Homo scrivens, 2021), του Per tutte, per ciascuna, per tutti, per ciascuno – Canti contro la guerra dell’Italia agli ultimi [Για όλες, για την καθεμιά, για όλους, για τον καθένα – Τραγούδια ενάντια στον πόλεμο από την Ιταλία των έσχατων] (Εκδόσεις DEA, 2022) αλλά και του συνοπτικού (πολυαγαπημένου για μερικούς και ιδιαίτερα αμφισβητούμενου από άλλους) πολιτικού, ποιητικού, αιρετικού δοκιμίου του “Η Παλαιστινιακή Επανάσταση της 7ης Οκτώβρη” [“La Rivoluzione Palestinese del 7 ottobre”] που δημοσιεύθηκε στο “Osservatorio Repressione” [“Παρατηρητήριο Καταστολής”] στις 20/10/2023 και κυκλοφόρησε και στην Ελλάδα από την Προλεταριακή Πρωτοβουλία [Iniziativa Proletaria] στις 30/10/2023.

Ξεκινάω από το “Per tutte, per ciascuna, per tutti, per ciascuno”. Ένα λογοτεχνικό εγχείρημα, ένα ποιητικό μανιφέστο αντίστασης και αγάπης που διασχίζει το χρόνο και το χώρο, το θάνατο και τη ζωή. Το βιβλίο περιέχει αντιπολεμικά τραγούδια από την Ιταλία των εσχάτων (συμπεριλαμβανομένου ενός κομματιού, του οποίου οι στροφές είναι αφιερωμένες στον Παλαιστίνιο στρατευμένο Wael Zuaiter που δολοφονήθηκε το 1972 στη Ρώμη από τη Mossad, με τη συγκατάθεση των ιταλικών μυστικών υπηρεσιών), αλλά μπορεί να συνυφανθεί με την καταγγελία της σχεδόν αιωνόβιας κατοχής της Παλαιστίνης από την πλευρά του Ισραήλ, της σφαγής των δεκάδων χιλιάδων αμάχων και των μαχόμενων που δεν παραιτούνται ως θύματα και μετατρέπονται σε συνειδητούς παρτιζάνους. Σε μια συνέντευξη σου, στις 9 Νοέμβρη 2023 στο nuovaresistenza.org της “Nuova Resistenza” [“Νέας Αντίστασης”] (σ.τ.μ που επίσης δημοσιεύθηκε στα ελληνικά στο prolprot.espivblogs.net), μίλησες για «την ιδεολογική και χειροπιαστή συνάφεια του ιταλικού κράτους με το γενοκτονικό σιωνιστικό κράτος».

– To Ισραήλ αποτελεί το πλέον προκεχωρημένο φυλάκιο του φιλελεύθερου και αποικιακού συστήματος, ευρωπαϊκού και όχι μόνο. Μεταξύ των Ιταλών προοδευτικών που ισχυρίζονται ότι αγωνίζονται για την Παλαιστίνη είναι διαδεδομένη η πεποίθηση ενός οριακού ρόλου της Χώρας τους, σχετικά με τη γενοκοτονία που οι σιωνιστές σχεδιάζουν και εντείνουν από τα τέλη του προπερασμένου αιώνα. Περιορίζουν εργαλειακά το παλαιστινιακό αίμα που κηλιδώνει την τρίχρωμη ιταλική σημαία, ως μια υπόθεση με κάποιους σημαντικούς γεωπολιτικούς, οικονομικούς, εμπορικούς, στρατιωτικούς, ακαδημαϊκούς περιορισμούς.

– Τι είναι λοιπόν αυτό που θέλουν να κρύψουν;

– Ήδη κατά τη διάρκεια της φασιστικής εικοσαετίας (1922 -1943), η Ιταλία υπήρξε από τους πρώτους εμπνευστές του σχεδίου για ένα αποικιακό εβραϊκό κράτος στην Παλαιστίνη.

Η συνεργασία με το σιωνιστικό κίνημα κορυφώθηκε με την εκπαίδευση Ιουδαίων συμμοριτών στην ακαδημία της Marina Regia στην Τσιβιταβέκια, ώστε ν’ αναβαθμιστεί η προετοιμασία τους για την εθνοκάθαρση των Παλαιστίνιων.

Οι Ιταλοί βρίσκονταν στην πρωτοπορία των μαζικών επιστημονικών δολοφονιών, όπως αποδεικνύεται από την απόλυτη καινοτομία με τα στρατόπεδα εξόντωσης στη Λιβύη, τη Σομαλία και την Ερυθραία από το 1930 και τη χρήση χημικών όπλων στην Αιθιοπία ενάντια στους αντιστασιακούς και τους πολίτες από το 1935.

Μέχρις ότου, η διδασκαλία των θεωριών και των πρακτικών σφαγιασμού διακόπηκε από την οπορτουνιστική μουσολινική έκδοση των φυλετικών νόμων, στ’ όνομα της συμμαχίας με τη ναζιστική Γερμανία.

Μεταπολεμικά, ο πολιτισμικός εναγκαλισμός με το σιωνισμό επανήλθε, από τη Δημοκρατία [Repubblica] που αναγνωρίζει άμεσα την κατοχική οντότητα στην Παλαιστίνη το ’49, επιτρέπει στις εβραϊκές κοινότητες να διαδίδουν ισραηλινή προπαγάνδα, αποτελώντας έτσι, ντε φάκτο μια άμεση εφαρμογή ενός παράνομου καθεστώτος – απαρτχάιντ.

Για να γίνει αντιληπτό, η Ένωση των ιταλικών εβραϊκών κοινοτήτων καταγγέλει γκροτέσκα σ’ ένα πολύ πρόσφατο ντοκουμέντο της, την «παλαιστινιακή θυματοποίηση», παραληρώντας πως οι λέξεις «εξόντωση – lager – κατοχή – γενοκτονία» δεν μπορούν ν’ αποδίδονται ποτέ στο Ισραήλ, αλλά μονάχα στο Ολοκαύτωμα.

Μια Δημοκρατία που έπειτα έδωσε τη συγκατάθεση της στα τάγματα θανάτου της Mossad, για τις δολοφονίες Παλαιστίνιων προσφύγων: του Wael Zuaiter στις 16/10/1972, του Majed Abu Sharar στις 9/10/1981, των Nazih Matar και Kamal Yousef στις 17/6/1982, όλες με τρεις βομβιστικές ενέργειες, όχι πολύ μακριά από το (προεδρικό μέγαρο) Κυρηνάλιο στη Ρώμη. Προκαλεί θυμηδία ο τρόπος με τον οποίο, οι Ιταλοί ειρηνιστές θυμούνται με συγκίνηση της υποκριτικές φράσεις αγανάκτησης του (τότε ΠτΔ) Περτίνι για τη σφαγή των Παλαιστίνιων προσφύγων στη Sabra και τη Shatila στο Λίβανο, μόλις τρεις μήνες μετά τη διάπραξη της. Χρειάστηκε να σφαγιαστούν πάνω από τέσσερις χιλιάδες ανθρώπινα όντα, έτσι ώστε ο φαρισαίος παρτιζάνος πρόεδρος ν’ αντιληφθεί ότι οι σιωνιστές είχαν την άδεια να διαπράττουν εγκλήματα παντού;

– Όμως στην ιταλική ριζοσπαστική αριστερά ήταν πάμπολλοι εκείνοι που διάλεξαν την παλαιστινιακή πλευρά, χωρίς δεύτερες σκέψεις και προσποιήσεις…

– Αυτό είναι αλήθεια. Όμως οι μαρξιστικές ελίτ δεν έκαναν, σχεδόν ποτέ, τους λογαριασμούς τους με τις σιωνιστικές ρίζες που βρίσκονταν βαθιά χωμένες και εύφορες, μέσα στο επίκεντρο του ιταλικής πολιτισμικής πεδιάδας.

Με τον Πιέρ Πάολο Παζολίνι, για παράδειγμα, ο οποίος προσδιόριζε τους Ισραηλινούς ως τα «μεγαλύτερα αδέλφια λόγω πόνου», αρνιόταν την ύπαρξη των Παλαιστίνιων, αποκαλώντας τους αποκλειστικά ως «Άραβες», επιφυλάσσοντας για τα μικρά τους, τη συνήθη παιδόφιλη και απανθρωποιημένη έκσταση του για τα παιδιά των απόκληρων: «αγριμάκια με καταπληκτικά ανθρώπινα μάτια».

Με τον Τόνι Νέγκρι που δήλωνε ότι διδάχτηκε τη συλλογική αρμονία και τον κομμουνισμό των kibbutz, τα οποία χτίστηκαν πάνω στα πτώματα των Παλαιστίνιων.

Η’ με τον Έρι Ντε Λούκα που υποστηρίζει ότι «η Παλαιστίνη πάντα ήταν κατεχόμενη» από πάρα πολλούς εισβολείς και γι’ αυτό θα πρέπει να εξαφανιστεί μπροστά στην «αυταπόδειξη του κράτους», αυτού του εβραϊκού θρησκευτικού κράτους.

Ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχιστεί πολύ επί μακρόν…

Επομένως, ας μην ξαφνιαζόμαστε με τους αποπολιτικοποιημένους ειρηνιστές που βρωμίζουν το κίνημα με δειλά συνθήματα, όπως το “ούτε με την Χαμάς ούτε με τον Νετανιάχου”. Κατά βάθος, αντιλαμβάνονται τους Ισραηλινούς σαν αδέλφια, πρώην σοσιαλιστές που πήραν το λάθος δρόμο. Για εκείνους, ένας δολοφόνος όπως ο Γιτζάκ Ράμπιν ήταν ένας ήρωας. Για εκείνους, οι συμφωνίες του Όσλο με την επακόλουθη ειρήνη εξόντωσης των Παλαιστίνιων, αποτέλεσαν την ιδανική συνθήκη.

Μην ξαφνιαζόμαστε με τους διευθύνοντες του δημοκρατικού κόμματος που ανεμίζουν τις σημαίες με το άστρο του Δαβίδ και με τους νεοφασίστες που βρίσκονται στη κυβέρνηση, προσφέροντας άμεση στρατιωτική υποστήριξη στους δήμιους της Κνέσετ και διευθύνοντας τις ιταλικές – ισραηλινές οργανώσεις. Είναι κληρονόμοι μιας βρωμερής και αυταπόδεικτης ιστορικής – εθνικής παράδοσης.

– Στο δοκίμιο “Η Παλαιστινιακή Επανάσταση της 7ης Οκτώβρη” έγραψες πως επιτέλους πάρα πολλά από τα παιδιά μας αποφάσισαν “ν’ αρνηθούν και να φτύσουν τη ρατσιστική ιδέα της υπεροχής –την οποία ανέκαθεν εκείνοι εκθείασαν– της κίβδηλης ευρωπαϊκής ταυτότητας, αυτής που αποτέλεσε τον πραγματικό προπάτορα, περισσότερο ακόμα και από τον γενοκτονικό εθνικισμό των ΗΠΑ, της ισραηλινής αποικιοκρατίας”.

Σ’ άλλα γραπτά σου, προσδιόρισες τους Ευρωπαίους σαν “τους παλιούς προγόνους του Ισραήλ”, “ένα τέκνο τόσο τερατώδες, τόσο τέλειο ως προς την πραγμάτωση μιας γενοκτονικής δημοκρατίας, ώστε να μετατραπεί στο απόλυτο σημείο αναφοράς του δυτικού φιλελεύθερου συστήματος”. Υπό ποια έννοια το Ισραήλ είναι ένα μοντέλο για την Ιταλία;

– Το ιταλικό κράτος έχει καταστήσει τον αποικιακό ρατσισμό σε μια θρησκεία. Η διασύνδεση μεταξύ βιολογισμού και υπεροχής, βασισμένη στον κεφαλαιοκρατικό δεσποτισμό, μεταξύ Ιταλίας και Ισραήλ -όπως τονίζω- είναι πριν απ’ όλα πολιτισμική.

Είδες το περασμένο φθινόπωρο τις φωτογραφίες των ανήλικων μεταναστών πίσω από τα συρματοπλέγματα και τα δίχτυα του καινούριου κέντρου κράτησης (CPR) στο Pozzallo της Σικελίας; Ασφυκτικά στοιβαγμένοι, ανάμεσα σε ατσάλινους φράχτες, μέσα σε μια δίνη από κάγκελα. Για το έγκλημα τους να την κοπανήσουν από την καταστροφή και τη λεηλασία του Νότου του Κόσμου που έχουν διαπραχθεί από τη Δύση;

Δεν σου θύμισαν τα Παλαιστινόπουλα που είναι κλεισμένα μέσα στα ισραηλινά δεσμωτήρια, εκείνα που διηγείται ο συγγραφέας και πολιτικός κρατούμενος Walid Daqqah;

Τον Σεπτέμβριο του 2023 υπήρξε στην Ιταλία, η ψήφιση των διαταγμάτων διακρίσεων από την νεοφασιστική κυβέρνηση, με τα οποία τελειοποιείται η διοικητική κράτηση μεταναστών. Ένας νόμος εθνοτικού διαχωρισμού του 1998 που φέρει, βουτηγμένο στο αίμα των εγκλείστων και των δολοφονημένων, το όνομα του πατέρα της ρατσιστικής πατρίδας, του (τότε υπουργού Εσωτερικών και μετέπειτα ΠτΔ) Τζόρτζιο Ναπολιτάνο.

Ένας κανονισμός που ανακαλεί τη σιωνιστική κατασταλτική εφεύρεση, αιωνίως [ad aeternum] και στο ανώτατο επίπεδο αγριότητας για τους Παλαιστίνιους.

Αυτούς τους μήνες ακριβώς, σχεδιάζεται η απέλαση και ο εγκλεισμός των προσφύγων σε άλλα έθνη. Δεν σου φέρνει στο νου το σιωνιστικό σχέδιο;

Έπειτα, στο δικαστικό μηχανισμό και τις φυλακές, ο δεσμός είναι εξίσου εξόφθαλμος: η ατελείωτη φυλάκιση των πολιτικών κρατούμενων κάθε εποχής ξεσηκωμού, ο ισραηλινός Νόμος των Υπηρεσιών Φυλακών του 1971 που πάρθηκε ως μοντέλο στην Ιταλία –που χρησιμοποιεί, για ν’ αναφέρουμε τον Ahmad Sa’dat, την απομόνωση του κρατούμενου «ως ποινή, ακραία μορφή βασανιστηρίου και μεθοδική ψυχική καταστροφή»– με το άρθρο 90 αρχικά για τους επαναστάτες κομμουνιστές, και έπειτα με το 41 bis για αναρχικούς, αντικαπιταλιστές μαχητές και για μαφιόζους, και στα κελιά που επιφυλάσσονται για τους “κοινούς”, τα κελιά που είναι ξέχειλα με πρόσφυγες από το Νότο του Κόσμου. Με αυτούς που δεν κατάφεραν να βγάλουν από τη μέση με τους μαζικούς πνιγμούς στη Μεσόγειο, με τις θαλασσινές γκαρότες τους.

– Ανατρέχω σε μια επιστολή γραμμένη τον Δεκέμβριο του 1948, από μια ομάδα σημαντικών Εβραίων Αμερικανών -μεταξύ τους, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν και η Χάννα Άρεντ- στους New York Times, όπου εκφράζουν την ανησυχία τους για την ανάδυση του κόμματος για την ελευθερία, του Tinuat Haherut, πρόδρομου του Likud, το οποίο και περιγραφόταν σαν στενά συνυφασμένο, ως προς την οργάνωση, τις μεθόδους, την πολιτική φιλοσοφία και τα κοινωνικά θέλγητρα, με τα ναζιστικά και τα φασιστικά κόμματα. Έτσι εξηγούνται οι “συνάφειες” στην πολιτική της κυβέρνησης του Ισραήλ, κυρίως τώρα που βρίσκεται στα χέρια της θρησκευτικής και σκληροπυρηνικής δεξιάς. Μια άγρια φωτοτυπία φασιστικής και γενοκτονικής φύσης του Likud. Είναι όμως ακριβώς έτσι;

Στα θεμέλια της θέσης του Αϊνστάιν και της Άρεντ υπάρχει ανειλικρίνεια και παραλογισμός: πως γίνεται να θεωρούμε ότι το πρόβλημα ενός κράτους αποικιοκρατικής, θεοκρατικής και γενοκτονικής κατοχής, χτισμένου πάνω στη Nakba και την απαλλοτρίωση κάθε ζωτικού στοιχείου ενός άλλου λαού που στοχεύει τελικά στον αφανισμό των Παλαιστίνιων, είναι εκείνο του πολιτικού χρωματισμού της κυβέρνησης του;

Κατά τη διάρκεια της εγκληματικής ιστορίας του, το Ισραήλ είχε είκοσι πρωθυπουργούς. Μονάχα εφτά από αυτούς ήταν του Likud, και άλλοι δύο ήταν άλλων δεξιών σχηματισμών.

Είναι αναμφισβήτητο πως οι Παλαιστίνιοι -όταν δεν εκδιώκονταν από τα εδάφη τους- ζούσαν την κόλαση επί της γης, μέσα σ’ ένα τεράστιο στρατόπεδο εξόντωσης, κάτω από τον ανοιχτό ουρανό. Ακόμα και κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων των ανέντιμων δήμιων πρωθυπουργών της κοσμικής αριστεράς του Mapai του Μπεν Γκουριόν και του Εργατικού Κόμματος.

– Είμαι περίεργη τότε να μάθω τι σκέφτεσαι για το διάσημο δοκίμιο “H κοινοτοπία του κακού” της Άρεντ. Μια έκφραση που ήρθε στο μυαλό πάρα πολλών, μπροστά στις εικόνες του σφαγείου από τη Γάζα, των ερειπίων και των παραληρηματικών διαγγελμάτων των Νετανιάχου, Ιωάβ Γκάλαντ και Μπεν Γκβιρ;

– Στις χειριστικές σελίδες της Άρεντ είναι καιρός ν’ αντιληφθούμε, όπως μας καλεί να κάνουμε ο Samed Ismail των Νέων Παλαιστίνιων [Giovani Palestinesi], ότι «το κακό είναι κοινότοπο μονάχα όταν ο μοχθηρός δεν μπορεί πια να βλάψει, προηγουμένως το κακό είναι όσο βαθύτερο μπορεί να υπάρξει, μια άβυσσος στην οποία η κοινοτοπία του καλού δεν τολμάει να στρέψει το βλέμμα της…Το νεογνό κακό, τώρα πια απογαλακτισμένο, του σιωνισμού ρίχνει ένα αναδρομικό βλέμμα στο εξημερωμένο κακό του ναζισμού. Εδώ χαράζονται οι γραμμές της εναλλαγής μεταξύ αυτών των δύο ιστορικών κινημάτων. Στο σχολικό μάθημα του “Η κοινοτοπία του κακού”, το Ισραήλ δεν αναφέρεται. Πόσο ελάχιστα κοινότοπο είναι αυτό το γεγονός. Αν μιλάμε για ιστορία δεν κοιτάμε στην τρέχουσα ιστορία. Πόσο ελάχιστα κοινότοπη είναι η μετατροπή της μνήμης σ’ ένα πανίσχυρο εργαλείο της λήθης;»

Ήδη πριν την γενοκτονία αυτών των μηνών στη Γάζα, με τα λόγια του Joseph Massad, από την τέταρτη και τελική φάση της Nakba κι έπειτα, εγώ απλά διαπιστώνω την απόλυτη προτεραιότητα της αναγκαιότητας για τον αφανισμό του κράτους του Ισραήλ.

– Θέλεις να εξηγήσεις με ποιούς όρους;

– Είναι πρωτόγνωρος ο τρόπος με τον οποίο σ’ αυτήν την εποχή της εκμηδένισης των συνειδήσεων, η ιστορική καλή προαίρεση ερμηνεύεται ως κάτι το ανεπίτρεπτο και το ακατανόητο.

Κοιτάμε άραγε με τρόμο την πτώση των γαλλικών αποικιακών κτήσεων στην Αλγερία, από το 1954 μέχρι την ανεξαρτησία του 1962; Όχι.

Την καταστροφή του 1975 του Νότιου Βιετνάμ, δοσιλογικού κράτους – προτεκτοράτου του βορειο-αμερικάνικου ιμπεριαλισμού; Όχι.

Το ξερίζωμα της περσικής μοναρχίας του 1979, θεσμού δημιουργημένου εργαστηριακά, υπό την κυριαρχία των ΗΠΑ και του Ισραήλ; Ούτε καν.

Δεν είμαι τόσο αφελής να πιστεύω ότι ο αφανισμός του γενοκτονικού σιωνιστικού κράτους και η απόλυτη απελευθέρωση της Παλαιστίνης μπορούν να προκληθούν, για να χρησιμοποιήσω την κορανική γλώσσα, από το φύσημα ενός «καλού ανέμου». Θα είναι «άνεμος θυελλώδης, θορυβώδης, γεμάτος πέτρες». Θα είναι ένας «φλογισμένος άνεμος», το κολασμένο tamun.

Κι έπειτα, συγχώρα μου την ιλιγγιωδώς κοινότοπη απομείωση του Χίτλερ, οι φιλελεύθεροι και οι σοβιετικοί δεν ξαπόστειλαν άραγε το τρίτο ράιχ με τους ίδιους τρόπους;

Κι όμως, υπάρχουν ακόμα “ορθά σκεπτόμενοι” που πιστεύουν στη λύση των “δύο λαών, δύο Κρατών”. Ή εκείνοι που ταμπουρώνονται πίσω από μια αισχρή σιωπή -που μετράει την ηθική θερμοκρασία μιας κοινωνίας στερούμενης ηθικής και ανθρωπιάς- και γιορτάζουν την Ημέρα της Μνήμης, αφιερωμένης στη Shoah, χωρίς να ντρέπονται και ν’ αντιδρούν ενώπιον της σφαγής στη Γάζα, μέχρι σήμερα 25.000 αθώοι, μεταξύ των οποίων 12.000 παιδιά και 6.000 γυναίκες.

Οι μάρτυρες στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη επαναφέρουν την επείγουσα αναγκαιότητα να θέσουμε το Ολοκαύτωμα μεταξύ των γενοκτονιών που τελέστηκαν, κατά τη διάρκεια του προηγούμενου και τις αρχές αυτού του αιώνα, από την πολιτισμένη, αποικιακή, κεφαλαιοκρατική Ευρώπη.

Χρειάζεται να σταματήσουμε να το κορνιζάρουμε σαν να είναι η άβυσσος και το απόλυτο τρομερό [tremendum], σαν την μεγαλύτερη απ’ όλες τις αχρειότητες.

Ξέρουμε καλά από τη διδασκαλία του Aimé Césaire πως οι ναζιστικές – φασιστικές κτηνωδίες συντάραξαν το φαντασιακό των λευκών γιατί παραβίασαν την ιερή συμφωνία μεταξύ των λευκών δυνάμεων: η ωμότητα και η εκμηδένιση μπορούν να επιφυλάσσονται μονάχα στους αραβικούς, μαύρους, ασιατικούς, ιθαγενείς στην Αμερική και στους σλάβικους λαούς. Στους άγριους.

Η σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος δεν ισοδυναμεί με την άρνηση της ενσυναίσθησης για εκείνον που το υπέστη, αλλά αντίθετα της ενδυνάμωσης της, καθιστώντας την σε αυθεντική, ανθρώπινη, έξω από κάθε συσκοτισμένη ειδωλολατρία.

Για να εξηγηθώ καλύτερα, θα περιοριστώ στην εξέταση των χρόνων που ακολούθησαν άμεσα μετά την ψευδή και ομόφωνη διαπίστωση των δυτικών πως δεν υπήρξε άλλη εξόντωση τόσο σκοτεινά επιστημονική, και την προπαγανδιστική παραχάραξη του “ποτέ ξανά”.

Μεταξύ 1947-48, οι γαλλικές αποικιακές αρχές εφόρμησαν στη Μαγαδασκάρη για να τιμωρήσουν την ανεξαρτησιακή μαγαδασκάρικη εξέγερση, βιάζοντας τον πληθυσμό και πυρπολώντας ολόκληρα χωριά, δολοφόνησαν 100.000 άτομα. Επιστημονικά. Με την επινόηση των πτήσεων του θανάτου: τα θύματα τους πετάγονταν ζωντανά από τα πολεμικά αεροπλάνα στ’ ανοιχτά της θάλασσας.

Αυτή η γαλλική συνταγή θα επανέλθει σε χρήση στο Βιετνάμ μέχρι το 1954 και κατά τη διάρκεια της μάχης στο Αλγέρι στα 1956-57.

Επομένως, οι Γάλλοι εξόντωσαν συστηματικά ένα εκατομμύριο Βιετναμέζων, ένα εκατομμύριο Αλγερινών και εκατό χιλιάδες Μαγαδασκάριων. Περιορίζομαι σε τρεις από τις αποικιακές κτήσεις, σταματώντας στο έτος 1957.

Αν συνεχίσω παραπέρα, μέχρι τις ημέρες μας, επεκτείνοντας την ανάλυση των επιστημονικά σχεδιασμένων σφαγών που διαπράχθηκαν από άλλα έθνη της λεγόμενης Ευρώπης και τις ΗΠΑ, θα χρειαστεί να με ακούς συνεχόμενα για τουλάχιστον μια εβδομάδα…

Η σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος, η άρνηση της “ημέρας μνήμης” και η πάλη εναντίον της, είναι μια πράξη πολιτισμικής εξέγερσης. Ισοδυναμεί με την απόσπαση από το χέρι των σιωνιστών του δικού τους μολυσματικού ζωμού, από το πεδίο της κουλτούρας.

Η συνενοχή της Δύσης είναι ξεκάθαρα εγκληματική. Όπως επίσης είναι ξεκάθαρο ότι το Ισραήλ διαπράττει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου, όπως καταγγέλθηκε από τη Νότια Αφρική στο Δικαστήριο της Χάγης, με την υποστήριξη περισσότερων από άλλων 50 Χωρών. Μέσα απ’ αυτήν την ενέργεια, αναδύεται άραγε μια ιστορική καμπή μέσα στην οποία παίρνει μορφή ένα νέο δίκτυο συμπαράστασης στον παλαιστινιακό λαό;

Πρόκειται για ένα αποτέλεσμα αποκλειστικά συμβολικό. Χρήσιμο γιατί αυξάνει την απομόνωση του Ισραήλ και αποσταθεροποιεί το σιωνιστικό κόσμο, αρχής γενομένης την προαναφερόμενη Ένωση εβραϊκών – ιταλικών κοινοτήτων. Χρήσιμο κυρίως για τα έθνη που συμπαρατάχθηκαν με τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής, αυξάνοντας την διαπραγματευτική ισχύ τους, μέσα στη σφαίρα κυριαρχίας των παγκόσμιων δυνάμεων (των ΗΠΑ, ΕΕ, Κίνα και Ρωσία που φυσικά δεν συμπαρατάχθηκαν).

Το διεθνές δίκαιο όμως, είναι μονάχα μια αδειανή και εσώτερη τελετουργία, με μια άχρηστη λειτουργία, στην οποία κανένας δεν δείχνει την παραμικρή πίστη.

Αντίθετα, ο παλαιστινιακός λαός και η Αντίσταση του έχουν τώρα ανάγκη από δράσεις με πίστη και πρακτικότητα. Όπως η στρατιωτική υποστήριξη που τέθηκε επί του πεδίου, από την Χεζμπολάχ στο Λίβανο, τους Χούθι στην Υεμένη, από τους Σύριους και τους Ιρακινούς μαχητές. Αλλά και από την πολιτική υποστήριξη, όπως αυτή που δίνεται από ένα υπολογίσιμο κομμάτι του κινήματος για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης εδώ, στα δικά μας γεωγραφικά μήκη και πλάτη.

Από τις 7 Οκτώβρη του 2023, η “αναγκαία αυτοάμυνα του Ισραήλ” –επικαλούμενος κι εγώ το έγγραφο της UCEI, στ’ οποίο αναφέρθηκες– ισοδυναμεί με μια γενοκτονία, απέναντι σε μια σίγουρα βίαιη ενέργεια κατά ισραηλινών πολιτών από την πλευρά της Hamas, χωρίς τα ΜΜΕ να ξεκαθαρίζουν -έστω κι ελάχιστα- τη συνθήκη.

Θα έπρεπε ν’ αναφερθεί η Παλαιστινιακή Αντίσταση, μ’ ενωμένους από το 2021 τους τέσσερις φορείς της. Μεταξύ αυτών, η Χαμάς είναι ο ισχυρότερος.

Έγραψα και επαναλαμβάνω για άλλη μια φορά ότι το τριακονταετές έργο της Χαμάς ήταν και παραμένει πολύτιμο, κεντρικό για τη Γάζα, για την Παλαιστίνη. Δεν πρόκειται για μια τρομοκρατική σέχτα, αλλά αντίθετα για μια πολιτική, κοινωνική και επαναστατική οργάνωση. Συνεισέφερε πολλές φορές, με μια διαυγή και προωθημένη στρατηγική, να ταράξει τον βάλτο που θα επέτρεπε στους σιωνιστές και τους δυτικούς, να προχωρήσουν στον αφανισμό του παλαιστινιακού λαού. Και συνεισφέρει στη λάμψη αυτών των ημερών, της φωτεινής δύναμης του ανθρώπινου, ενώπιον της στάχτης του δυτικού πολιτισμού.

Από την άλλη, δεν θα έπρεπε να μιλάμε για “άμαχους Ισραηλινούς”. Στο κράτος σιωνιστικής αποικιοκρατικής κατοχής δεν υπάρχουν “άμαχοι”, αλλά χιλιάδες ένοπλοι έποικοι που οπλισμένοι μέχρι τα μπούνια εφορμούν στα σπίτια των Παλαιστίνιων, τους κλέβουν τη γη και τους δολοφονούν.

Για την 7η Οκτώβρη, θα σου απαντήσω μ’ ένα απόσπασμα από το δοκίμιο μου:

«Οι μαχητές της Γάζας πάνω στα αιωρόπτερα μετατράπηκαν σε ριπές του ανέμου και κραυγές που ανέτρεψαν τον καιρό, ζωγράφισαν μια εικόνα απελευθέρωσης, από τις πλέον προωθημένες της σύγχρονης ιστορίας της ανθρωπότητας.

Ένα αθάνατο στιγμιότυπο χαράς που κανένας Παλαιστίνιος, καμία γυναίκα, κανένας άντρας που βιώνει τη σκλαβιά της φιλελεύθερης απολυταρχίας δεν θα βγάλει ποτέ από το βλέμμα του.

Μια αυθεντική οπτική προσευχή που κοινωνείται με τα μάτια, ενώπιον όλων των καταπατήσεων που έχουν υποστεί».

– Κλείνοντας: μας κάλεσες συχνά πυκνά να μην εστιάζουμε στη θυματοποιημένη αφήγηση της Παλαιστίνης, αλλά αντίθετα να εκθειάσουμε την ισχύ αυτού που προσδιόρισες ως «παλαιστινιακή πλημμύρα», «πρώτη επανάσταση αυτού του αιώνα», ως «την παλαιστινιακή thawra ( ثورة)». Πως βλέπεις σήμερα την κατάσταση, μετά από πάνω από εκατό ημέρες αντίστασης στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, και διαδηλώσεων και αγώνων του κινήματος στην Ιταλία και τον υπόλοιπο κόσμο;

– Η Παλαιστινιακή Αντίσταση σε στρατιωτικό, πολιτικό και επικοινωνιακό επίπεδο, έχει καταφέρει καίρια πλήγματα στην πυρηνική σιωνιστική δύναμη. Το Ισραήλ βρίσκεται στο χείλος της κοινωνικής, οικονομικής και στρατιωτικής κατάρρευσης.

Βρισκόμαστε επομένως μπροστά σε κάτι το αφάνταστο, σ’ ένα επαναστατικό θαυματουργό [prodigio] που σαρώνει σύνορα και παρασέρνει τα κινήματα παντού, και σ’ αυτές τις ακτές της Μεσογείου.

Στα εδάφη του ιταλικού κράτους, μετά από μερικές εβδομάδες κάμψης, η δράση των νεότατων πρωτοποριών του κινήματος δημιουργεί σημαδιακές αναθερμάνσεις: απέτρεψε τις απόπειρες για ανάληψη της καθοδήγησης των κινητοποιήσεων, από την πλευρά των αποπολιτικοποιημένων επαγγελματιών του ανθρωπισμού και της “ειρήνης” (που σκοτώνει σιωπηλά), διατηρώντας το μέτωπο ανοιχτό, παρ’ όλη την εγκληματοποίηση που εξαπολύθηκε από τα ΜΜΕ και τους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς.

Το πανεπιστήμιο του Κάλιαρι που αναγκάστηκε να φτάσει στο σημείο εκείνο, ώστε να μπορεί να αθετήσει τις συμφωνίες συνεργασίας του με σιωνιστικά πανεπιστήμια. Το μποϋκοτάζ των ισραηλινών συμφερόντων στους χριστουγεννιάτικους δρόμους. Το σαμποτάζ της Έκθεσης – Αγοράς χρυσαφικών “Fiera dell’oro” στη Βιτσέντζα, χωρίς κανένα φόβο για τη σύγκρουση και την αστυνομική βία. Πρόκειται για τρία νικηφόρα κύματα που μπορούν να προκαλέσουν και άλλα, ακόμα ψηλότερα` και ορμητικότερα.

«Απογοήτευσες την Γάζα;»: αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει καθημερινά ν’ ακούμε. «Δεν θα την απογοητεύσουμε», είναι η απάντηση που πρέπει καθημερινά να δίνουμε.

[*] Η Mariella Valenti, συγγραφέας του “Il marito senegalese” [“Ο Σενεγαλέζος σύζυγος”] (Εκδ. L’Harmattan Italia, 1999) και του “Storie Africane” [“Αφρικανικές Ιστορίες”] (Εκδ. D.E.A. 2003). Στο Pressenza Italia έχουν δημοσιευθεί συνεντεύξεις της με Rania Hamad, Maria De Lourdes Jesus, Karim Hamarneh, Stefano Luisi της Palestine Children’s Relief Fund (PCRF) Italia και Yilmaz Orcan. Πρόεδρος της Associazione Culturale Livorno Palestina, πολιτική στρατευμένη, πρώην υπεύθυνη της PCRF Μέσης Ανατολής και Μετανάστευσης στην πόλη του Λιβόρνο.

Εισαγωγικό σημείωμα της μπροσούρας «Η Παλαιστινιακή Αντίσταση είναι δίκαιη, λαϊκή, επαναστατική και θα νικήσει!»

Η νέα έκδοση (μπροσούρα) της Συνέλευσης Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση, κυκλοφόρησε στις 18 Γενάρη 2024 στη μαζική εκδήλωση που διοργάνωσε η Συνέλευση στη Νομική Σχολή με τίτλο “Παλαιστινιακή Αντίσταση & Πολιτικοί Κρατούμενοι. Στα περιεχόμενα της περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων, ένα Οδοιπορικό Δράσης & Αλληλεγγύης από τις 9 Οκτώβρη μέχρι τις 6 Γενάρη, οι εισηγήσεις της Συνέλευσης και η ομιλία Παλαιστίνιου αγωνιστή της Αντίστασης στο Λίβανο της δεκαετίας του ’70 στην Εκδήλωση Αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό και την αντίσταση του, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του κτιρίου Γκίνη στο ΕΜΠ, στις 15 του περασμένου Νοέμβρη, 50 χρόνια μετά από την αντιιμπεριαλιστική – αντιφασιστική εξέγερση του Πολυτεχνείου, εν όψει της μαζικότατης και μαχητικής Πορείας της 17ης Νοέμβρη που πραγματοποιήθηκε δυο μέρες αργότερα ως τις πιο μεγάλες γιάφκες των τρομοκρατών, τις πρεσβείες των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Η έκδοση ολοκληρώνεται με το “Σιωπή για τη Γάζα”, το ποίημα (σε τρία μέρη) του Μαχμούντ Νταρουίς, το οποίο συνοδεύεται από ένα βιογραφικό κείμενο για αυτόν.

Η μπροσούρα διατίθεται με ελεύθερη οικονομική συνεισφορά από πολιτικούς και κοινωνικούς χώρους.

Εισαγωγικό σημείωμα της μπροσούρας «Η Παλαιστινιακή Αντίσταση είναι δίκαιη, λαϊκή, επαναστατική και θα νικήσει!»

Η 7η Οκτωβρίου του 2023 σηματοδοτεί μια ιστορική τομή στον παλαιστινιακό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Με την επιχείρηση «Πλημμύρα του Αλ Άκσα» η παλαιστινιακή αντίσταση κατάφερε να επιφέρει τεράστιες απώλειες μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα στην ισραηλινή κατοχή, κάτι που δεν κατόρθωσαν ποτέ αραβικά κράτη με τακτικό στρατό, τανκς και αεροπορία στον πόλεμο του 1967 και του 1973. Για μέρες οι αντάρτες της Γάζας κατάφεραν να απελευθερώσουν προσωρινά εδάφη περίπου 2,5 φορές το εμβαδόν της Λωρίδας της Γάζας μέσα στα κατεχόμενα του 1948 (Ισραήλ). Τηρουμένων των αναλογιών η «Πλημμύρα του Αλ-Άκσα» σηματοδοτεί εξελίξεις στον παλαιστινιακό αγώνα για απελευθέρωση, αντίστοιχες με αυτές που σηματοδότησε ιστορικά η μάχη του Καραμέχ στις 21 Μάρτη του 1968, στα ιορδανικά σύνορα με την κατεχόμενη Παλαιστίνη. Σε εκείνη τη μάχη για πρώτη φορά οι Φενταγίν του Αραφάτ αναμετρήθηκαν με τον ισραηλινό τακτικό στρατό και τον καθήλωσαν σε μια 15ωρη μάχη, προξενώντας του μεγάλες απώλειες. Η ταπεινωτική ήττα των αραβικών καθεστώτων που είχε προηγηθεί στον πόλεμο των Έξι ημερών τον Ιούνη του 1967, σε συνδυασμό με τη μάχη του Καραμέχ, πυροδότησαν την έναρξη της παλαιστινιακής επανάστασης. Ως τότε οι Παλαιστίνιοι αναζητούσαν διέξοδο στα αραβικά καθεστώτα. Πλέον, έπαιρναν τις τύχες τους στα χέρια τους. Δεκάδες χιλιάδες Παλαιστίνιοι/ες που ζούσαν στους προσφυγικούς καταυλισμούς της Ιορδανίας και του Λιβάνου συσπείρωσαν τις γραμμές του λαϊκού αντάρτικου.

Μετά την 7η Οκτώβρη η παλαιστινιακή αντίσταση συσπειρώνει πλέον ευρύτερες μάζες του παλαιστινιακού λαού τόσο στη ιστορική Παλαιστίνη: στη Γάζα, τη Δυτική Όχθη, την Ιερουσαλήμ, τα κατεχόμενα του 1948 (Ισραήλ), όσο και στη διασπορά: στον Λίβανο, τη Συρία, την Ιορδανία και αλλού. Στην τελευταία, τουλάχιστον ο μισός πληθυσμός της χώρας είναι παλαιστινιακός και για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες πλημμυρίζει μαζικά τις πόλεις της μοναρχικής Ιορδανίας με συνθήματα υπέρ της παλαιστινιακής αντίστασης: «Είμαστε όλοι Κασάμ, ο ηγέτης μας είναι ο Μοχάμεντ Ντάιφ».

Την 7η Οκτώβρη οι δυνάμεις της παλαιστινιακής αντίστασης αναμετρήθηκαν νικηφόρα με τις σιωνιστικές μεραρχίες που περικλείνουν την Λωρίδα της Γάζας γύρω από μεγάλους εποικισμούς που εξαπλώνονται σε εδάφη, που πριν την Νάκμπα, κατοικούνταν από Παλαιστίνιους/ες που κατέφυγαν πρόσφυγες στη Γάζα για να διασωθούν από την εθνοκάθαρση του σιωνιστικού στρατού τον Μάη του 1948. Ο σιωνιστικός στρατός πιάστηκε κυριολεκτικά στον ύπνο και υποχώρησε άτακτα. Οι εποικισμοί γύρω από τη Λωρίδα της Γάζας (π.χ. Σντερότ, Ασκελόν, Ασντόντ) λειτουργούν ως στρατιωτικοί πολιορκητικοί σχηματισμοί ορισμένων εκατοντάδων χιλιάδων εποίκων, τους οποίους ο σιωνιστικός στρατός αξιοποιεί προκειμένου να διατηρεί σε εικοσαετή πολιορκία 2,3 εκατομμύρια περίπου Παλαιστίνιους «στοιβαγμένους» σε μια στενή λωρίδα γης. Προσελκύουν σε αυτούς τους εποικισμούς Εβραίους από όλον τον κόσμο που δέχονται να μετατραπούν σε τοποτηρητές της σιωνιστικής κατοχής με αντάλλαγμα εξασφαλισμένη εργασία, εύκολη πρόσβαση σε δάνεια και χαμηλότερη φορολογία, καθώς και άλλα ειδικά προνόμια.

Η φιλολογία για τη δήθεν λύση των δυο κρατών στα σύνορα του 1967, κρύβει την φρικτή αλήθεια, ότι πάνω από τέσσερα εκατομμύρια Παλαιστίνιοι/ες ζουν «στοιβαγμένοι» σε πολύ λιγότερο από το 1/5 της παλαιστινιακής γης, με τους μισούς, στη μικροσκοπική Λωρίδα της Γάζας, και άλλα δυο (περίπου) εκατομμύρια είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας του Ισραήλ, οι λεγόμενοι «Ισραηλινοί Άραβες». Αντιθέτως έξι εκατομμύρια Εβραίοι απολαμβάνουν πάνω από το 80% της παλαιστινιακής γης. Επίσης 8 εκατομμύρια περίπου Παλαιστίνιοι/ες βρίσκονται στη διασπορά, οι περισσότεροι σε όμορες χώρες της Παλαιστίνης, αρκετοί ακόμη σε καταυλισμούς, αντιμετωπιζόμενοι μέχρι και σήμερα ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας από τα αραβικά καθεστώτα. Οι Παλαιστίνιοι της διασποράς διατηρούν το δικαίωμα της επιστροφής στα πατρογονικά τους εδάφη και κανείς δεν μπορεί να τους στερήσει το δικαίωμα αυτό, παρά μόνο παραβιάζοντας όλους τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Οι πρόγονοί τους ξεσπιτώθηκαν με τη βία κατά τη διάρκεια της Νάκμπα, τον Μάη του 1948, όταν 800.000 Παλαιστίνιοι οδηγήθηκαν υπό την κάννη των τουφεκιών εκτός Παλαιστίνης σε μια αστραπιαία εκστρατεία εθνοκάθαρσης που υλοποίησαν με στρατηγικό σχέδιο οι «αριστεροί» σιωνιστές του Μπεν Γκουριόν, δολοφονώντας παράλληλα 15.000 Παλαιστίνιους.

Υπό αυτές τις συνθήκες δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια η δυνατότητα ίδρυσης δύο ανεξάρτητων κρατών στα σύνορα του 1967, ακόμη και αν με έναν μαγικό τρόπο το Ισραήλ δεχόταν να απομακρύνει 700.000 έποικους από τη Δυτική Όχθη που καταλαμβάνουν τα καλύτερα εδάφη στο 60% της περιοχής. Αυτό δεν συνέβη τυχαία. Είναι αποτέλεσμα της σιωνιστικής κατοχής 75 χρόνια τώρα, που στρατηγικό στόχο έχει στο μέλλον να απομακρύνει τους Παλαιστίνιους πλήρως από τη γη τους. Οι τεράστιες σφαγές δεκάδων χιλιάδων Παλαιστίνιων αμάχων στη Γάζα στις οποίες επιδίδεται το Ισραήλ αποκαλύπτουν και στον πιο αδαή με το παλαιστινιακό, το σχέδιο που έχουν εδώ και καιρό στο μυαλό τους οι ισραηλινές ελίτ. Το σχέδιο αυτό, όμως, δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί επειδή η παλαιστινιακή αντίσταση στο έδαφος είναι πλέον αρκετά ισχυρή για να συντρίψει τις χερσαίες δυνάμεις του Ισραήλ.

Η ισραηλινή προπαγάνδα διαδίδει γκεμπελικά ψεύδη για όσα πραγματοποιήθηκαν στις μάχες ανάμεσα στον ισραηλινό στρατό και τους μαχητές της παλαιστινιακής αντίστασης μετά την 7η Οκτωβρίου. Αρκετοί άμαχοι σκοτώθηκαν είτε γιατί βρέθηκαν σε διασταυρούμενα πυρά ανάμεσα σε ισραηλινά πολεμικά ελικόπτερα και μαχητές της αντίστασης, είτε γιατί προσπάθησαν να αντιπαρατεθούν ένοπλα με τους μαχητές της αντίστασης. Στο Ισραήλ όλοι, γυναίκες και άντρες, είναι στρατεύσιμοι και ειδικά οι έποικοι διαθέτουν οπλοστάσιο με αυτόματα στις οικίες τους. Μετά την απώλεια του βασικού στρατιωτικού μηχανισμού που περίκλεινε τη Γάζα, το επιτελείο του σιωνιστικού στρατού έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του. Όπως ακριβώς βομβαρδίζει αδιάκριτα τη Γάζα, στοχεύοντας αποκλειστικά κατά αμάχων, έτσι ακριβώς συμπεριφερόταν στις περιοχές που έχασε προσωρινά από τους μαχητές της αντίστασης, προκειμένου να ανακόψει την προέλασή τους μέχρι να ανασυγκροτηθούν νέες χερσαίες μεραρχίες του σιωνιστικού στρατού για αντεπίθεση. Τα παραμύθια για αποκεφαλισμένα παιδιά ή γενικά δολοφονημένα παιδιά από μαχητές των Κασάμ (το ένοπλο σκέλος της Χαμάς) έγιναν σκόνη μέσα από τις ίδιες τις αντιφάσεις των σιωνιστών γκεμπελίσκων εμπνευστών τους, που δεν είχαν ούτε μια φωτογραφία να παρουσιάσουν. Αντιθέτως, όταν τα βίντεο και οι φωτογραφίες από τα αποκεφαλισμένα παιδιά της Γάζας από τις βόμβες των ισραηλινών μαχητικών άρχισαν να εμφανίζονται, τότε τα διεθνή και εγχώρια μίντια σταμάτησαν να παρουσιάζουν εικόνες από τις σφαγές κατά αμάχων που διαπράττει η ισραηλινή αεροπορία στη Γάζα, αναπαράγοντας άκριτα τα δελτία τύπου του ισραηλινού στρατού.

Η Συνέλευση Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση σχηματίστηκε τις πρώτες μέρες της στρατιωτικής επιχείρησης, προκειμένου να δημιουργήσει αμέσως τη πρώτη ρωγμή στο φράγμα της κολοσσιαίας παραπληροφόρησης και στήριξης του αστικού πολιτικού συστήματος και των ΜΜΕ προς το Ισραήλ και να ενισχύσει την αλληλεγγύη στον αγωνιζόμενο παλαιστινιακό λαό και την αντίστασή του. Τις πρώτες μέρες της επιχείρησης «Πλημμύρα του Αλ-Άκσα» το Ισραήλ παρουσίαζε εικόνα κατάρρευσης. Το Ισραήλ είναι το προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και δέχεται την ετήσια σταθερή οικονομική στήριξη αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ. Γι’ αυτό το λόγο τα αστικά επιτελεία στη χώρα μας και στην Ευρώπη έσπευσαν να στηρίξουν το δικαίωμα στην «αυτοάμυνα» του Ισραήλ και να καταδικάσουν τους μαχητές της αντίστασης ως «τρομοκράτες».

Αγωνιστές και αγωνίστριες, ανένταχτοι και ενταγμένοι σε οργανώσεις του ανταγωνιστικού κινήματος, αρκετοί με κοινό παρελθόν σε πρωτοβουλίες αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό, σχηματίσαμε τη Συνέλευση Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση προκειμένου να διατρανώσουμε ότι επί 75 χρόνια ο παλαιστινιακός λαός βρίσκεται υπό κατοχή, ότι Παλαιστίνιοι/ες έχουν δικαίωμα να αναμετριούνται με την κατοχή όποτε αυτοί το επιλέξουν, μέχρι να απελευθερωθούν. Είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους.

Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας απέναντι σε αποικιοκρατικούς στρατούς που διαθέτουν τεχνολογική υπεροχή κρατάει χρόνια, με τη μια γενιά να παραδίδει την σκυτάλη στην άλλη, μέχρι να βρεθούν οι κατάλληλες, ευνοϊκές συνθήκες για την πλήρη απελευθέρωση. Έτσι έγινε στην Αλγερία, έτσι έγινε στο Βιετνάμ, έτσι θα γίνει και στην Παλαιστίνη. Λόγω της τεχνολογικής υπεροχής του εχθρού, το τίμημα της απελευθέρωσης είναι χιλιάδες νεκροί άμαχοι στο θυσιαστήριο της λευτεριάς σε κάθε κρίσιμη αναμέτρηση. Οι φιλελεύθεροι υποκριτές της Δύσης που έχουν διαφορετικούς όρους ζωής από έναν λαό που στερείται τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματά του, δεκαετίες τώρα, θεωρούν αδιανόητο ότι η ίδια η ζωή είναι εξίσου σημαντική όσο η αξιοπρέπεια και ο αγώνας για την ελευθερία.

Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο ιμπεριαλισμός και οι λακέδες του όπου γης βάπτιζαν και βαπτίζουν πάντα όσους μάχονται για την απελευθέρωση της χώρας τους «τρομοκράτες». Οι Φενταγίν, οι πρώτοι μαχητές του παλαιστινιακού αντάρτικου σε Ιορδανία (δεκαετία του 1960) και Λίβανο (δεκαετία του 1970) βαπτίζονταν τρομοκράτες. Ο Αραφάτ, ο ηγέτης της Φατάχ και πρόεδρος της PLO πάντα θεωρείτο τρομοκράτης από τη Δύση και ειδικά τους αμερικανούς, μέχρι να αποδεχτεί τη συνθηκολόγηση και την παγίδα του Όσλο το 1993 μετά την Πρώτη Ιντιφάντα (1987). Σήμερα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο οι ισλαμικές παλαιστινιακές οργανώσεις (Χαμάς, Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ) που αντέδρασαν δυναμικά στο Όσλο καθώς και το αριστερό Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, που ήρθε σε ρήξη με την κυβέρνηση δοσιλόγων του Μαχμούντ Αμπάς, θεωρούνται από τη Δύση τρομοκρατικές οργανώσεις. Δεν ξεχνάμε ότι το Όσλο έδινε χρόνο στους Ισραηλινούς να οχυρωθούν έναντι των Παλαιστίνιων στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, σχηματίζοντας ένα παλαιστινιακό προτεκτοράτο σε λιγότερο από το 20% της Παλαιστίνης (περίπου 20% της ιστορικής Παλαιστίνης ήταν τα σύνορα του 67), μια δοσιλογική αρχή «ασφαλείας» με ηγέτη τον Μαχμούντ Αμπάς, τον εκλεκτό των Αμερικανών, που παρέδιδε τους αγωνιστές στις σιωνιστικές αρχές κατοχής και έβαζε φρένο σε κάθε αντίσταση στον εποικισμό της Δυτικής Οχθης που κατά τη διάρκεια των «ειρηνικών διαπραγματεύσεων» εξαπλωνόταν εκρηκτικά. Σήμερα 700.000 έποικοι ελέγχουν πάνω από το 60% της Δυτικής Οχθης, την λεγόμενη Area C και τμήμα της Δυτικής Όχθης που κατέλαβαν μέσω του Τείχους του Αίσχους, που χωρίζει τα κατεχόμενα του 1948 από τη Δυτική Όχθη. Πριν το Όσλο ο αριθμός των εποίκων ήταν μόλις 116.000.

Δεν πιστεύουμε απλώς στο δίκαιο αυτού του αγώνα που συμπυκνώνει μια από τις σημαντικότερες σύγχρονες αναμετρήσεις μεταξύ ενός αδούλωτου λαού και του ιμπεριαλισμού, μια αναμέτρηση που ωθεί πλέον εκατομμύρια αλληλέγγυους σε όλο τον πλανήτη στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι Παλαιστίνιοι πλέον έχουν σχηματίσει το απόρθητο φρούριο, το αραβικό Ανόι στη Λωρίδα της Γάζας που στο μέλλον θα επεκτείνει την απελευθέρωση σε όλη την ιστορική Παλαιστίνη. Η νίκη της παλαιστινιακής αντίστασης έχει τεράστια σημασία για την εργατική τάξη της Δύσης και της Μέσης Ανατολής. Η ισχύς του κεφαλαίου των μητροπόλεων της Δύσης βασίζεται στη βαρβαρότητα στη Μέση Ανατολή. Η «Πλημμύρα του Αλ-Άκσα» είναι μια σταγόνα της μελλοντικής πλημμυρίδας των λαϊκών αντάρτικων που θα απαλλάξουν τη Μέση Ανατολή από τον ιμπεριαλισμό και τα υποταγμένα σε αυτόν αραβικά καθεστώτα. Αν οργανωθεί επαναστατικά η εργατική τάξη στις μητροπόλεις θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο ιστορικό της καθήκον, ενισχύοντας τα αντάρτικα αυτά.

Η μπροσούρα που έχετε στη διάθεσή σας περιγράφει το οδοιπορικό της Συνέλευσης Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση βδομάδα προς βδομάδα μέσα από τα καλέσματά της σε πορείες και δράσεις. Δεν είναι απλώς κάποια τυπικά καλέσματα που γράφτηκαν στο πόδι για να βγει η «υποχρέωση». Αποτυπώνουν τις εξελίξεις στο μέτωπο, τις πολιτικές εξελίξεις εγχώρια και διεθνώς και αντιμετωπίζουν την προπαγάνδα των ΜΜΕ και του σιωνισμού. Επιπρόσθετα, η μπροσούρα περιέχει μεγάλο κομμάτι του λόγου συντρόφου Παλαιστίνιου σε Εκδήλωση της Συνέλευσης Αλληλεγγύης στο απελευθερωμένο κτήριο Γκίνη, μέσα στο Πολυτεχνείο της Αθήνας, στις 15 Νοέμβρη του 2023 στο πλαίσιο του εορτασμού για τα 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο σύντροφος γεννήθηκε στη Γάζα. Συμμετείχε στα επαναστατικά γεγονότα στο Λίβανο τη δεκαετία του 70 και παραμένει σταθερά προσηλωμένος στη στρατηγική της απελευθέρωσης της Παλαιστίνης. Τέλος παρατίθεται μετάφραση του ποιήματος του Μαχμούντ Νταρουίς «Σιωπή για τη Γάζα» και ερμηνευτική του ανάλυση που πραγματοποίησε μέλος της Συνέλευσης Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση. Είναι ένα ποίημα που γράφτηκε λίγο πριν τον θάνατο του Νταρουίς (μετά τη Δεύτερη Ιντιφάντα) και «θάφτηκε» από την Παλαιστινιακή Αρχή του Μαχμούντ Αμπάς για πολύ συγκεκριμένους λόγους: εξυμνεί την αδούλωτη Γάζα και την Αντίστασή της. Το ποίημα παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο.

Συνέλευση Αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση

Antonio Negri. Ένας άνθρωπος που ήθελε να ορμήξει στον ουρανό, πατώντας σηκωμένος στις άκρες των ποδιών.

To ακόλουθο αποτελεί ένα κριτικό βιογραφικό κείμενο για τον Αντόνιο (Τόνι) Νέγκρι [Πάντοβα 1/8/1933 – Παρίσι 16/12/2023], γραμμένο από κομμουνιστική, άρα και μαρξιστική σκοπιά. Δημοσιεύθηκε διαδικτυακά στα ιταλικά την πρωτοχρονιά του 2024, δυο εβδομάδες μετά το θάνατο αυτού του (τόσο επιδραστικού στα τέλη του περασμένου και τις αρχές αυτού του αιώνα) Παντοβάνου φιλόσοφου και πολιτικού επιστήμονα, καθηγητή και συγγραφέα, στην ιστοσελίδα πολιτικής ανάλυσης που διατηρεί ο συγγραφέας, δημοσιογράφος και καθηγητής Κάρλο Φορμέντι [*], με τίτλο Pen un Socialismo del Secolo XXI [Για ένα Σοσιαλισμό του 21ου Αιώνα].
Μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Λ.Β και δημοσιεύεται στο prolprot.espivblogs.net, συνοδευόμενο από την εικονογράφηση της ανάρτησης του στο socialismodelsecoloxxi.blogspot.com, ως μια κριτική συμβολή στη Μνήμη, δηλαδή στην τροφή για σκέψη, ως προς τη συνολική πολιτική – θεωρητική διαδρομή αυτού του (“ενεργού” – “attivo” και όχι “κακού” – “cattivo”…) δασκάλου, ο οποίος -σε κάθε περίπτωση- επηρέασε όσο λίγοι άλλοι, τους αντικαθεστωτικούς πολιτικούς – κοινωνικούς χώρους και τα νέα κινήματα αμφισβήτησης, αντίστασης και αγώνα, από τη δεκαετία του 1970 ως τις μέρες μας, στην Ιταλία και την Ελλάδα, όπως και σ’ όλη την Ευρώπη και τον “Πρώτο Κόσμο” της Δύσης.

Ενδεικτικό της επιρροής που άσκησε η σκέψη του (και) στους εγχώριους κύκλους της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, της αυτονομίας και της αντιεξουσίας, αποτελεί το γεγονός ότι μέσα στα χρόνια, ένα μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας του, έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά από διάφορους εκδοτικούς οίκους (Κομμούνα, Ελευθεριακή Κουλτούρα, Μαύρη Λίστα, Scripta, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αλεξάνδρεια, Κουκκίδα, Βιβλιόραμα κ.α).

Στ’ αυτιά μας, φτάνει ήδη η ηχώ των ενδεχόμενων παρατηρήσεων, αντιρρήσεων και (ακόμα και έντονων) διαφωνιών που (πιθανότατα) θα εκφραστούν μετά την ανάγνωση του, από μερικούς καλούς φίλους και συντρόφους (τον Α, τον Μ, τον Π […]). Λυπόμαστε, όμως προχωράμε -παρ’ όλα αυτά- στη δημοσίευση του, αφού όπως ορθότατα παρατήρησε κι ένας από αυτούς, “γράφουμε και μιλούμε για να προβληματιζόμαστε και όχι να συμφωνούμε με το το ζόρι, η ποικιλία είναι η ομορφιά…”

Αλλά και γιατί, όπως έχει γραφτεί και αλλού: […] Η διαδρομή των ανθρώπων κρίνεται ολάκερη και στο σύνολο της. Ούτε μονάχα από την αφετηρία και τις ενδιάμεσες στάσεις της, ούτε μονάχα από τον τερματικό σταθμό της. Αν και συνήθως, αυτός ο τελευταίος είναι που βαραίνει -ή τουλάχιστον θα έπρεπε…- ιδιαίτερα στο ζύγι του όποιου τελικού απολογισμού που σχετίζεται με τον κάθε ανθρώπινο βίο […] και η κυρτή πλάτη της ιστορίας λαβωμένη μένει, γεμάτη πληγές από τις βουρδουλιές της μνήμης…

Προλεταριακή Πρωτοβουλία
Αθήνα, Γενάρης 2024

του Carlo Formenti

Τη στιγμή που το σύνολο της κληρονομιάς των πολιτικών ιδεών, θεωριών, παραδόσεων και πρακτικών του μαρξισμού μοιάζει να εξατμίζεται στις Δυτικές Χώρες, ενώ αναγεννιέται με πρωτοφανείς μορφές στην Ασία και τη Λατινική Αμερική, δυο γεγονότα -με χρονική απόσταση μερικών μηνών το ένα από το άλλο- εντείνουν την αίσθηση πως ζούμε το τέλος ενός ιστορικού κύκλου: αναφέρομαι στους θανάτους των δύο “μεγάλων γέρων” του ιταλικού εργατισμού, του 92χρονου Μάριο Τρόντι που απεβίωσε τον περασμένο Αύγουστο και του 90χρονου Τόνι Νέγκρι που έσβησε πριν από μερικές εβδομάδες. Σχολιάζοντας το θάνατο του πρώτου, από αυτήν την ιστοσελίδα [https://socialismodelsecoloxxi.blogspot.com/2023/08/che-cosa-ho-imparato-da-mario-tronti.html] χρησιμοποίησα τον τίτλο “Τι πράγμα διδάχτηκα από τον Μάριο Τρόντι” [“Che cosa ho imparato da Mario Tronti”]. Για να σχολιάσω εκείνον του δεύτερου, επέλεξα -για λόγους που θα ξεκαθαρίσω στη συνέχεια- τον τίτλο “Ένας άνθρωπος που ήθελε να ορμήξει στον ουρανό, πατώντας σηκωμένος στις άκρες των ποδιών” [“Un uomo che voleva assaltare il cielo alzandosi sulla punta dei piedi”]. Εδώ, δεν θα βρείτε ούτε μια λέξη σχετική με την αηδιαστική κοινοτοπία, περί του Νέγκρι ως “κακού δάσκαλου” [“cattivo maestro”], την οποία τα καθεστωτικά ΜΜΕ προληπτικά εξαπέλυσαν, αφού οι κριτικές που θα μπορούσα να κάνω για τις επιλογές του στα χρόνια του Εβδομήντα είναι ασήμαντες, συγκριτικά μ’ εκείνες που σκοπεύω να του απευθύνω εδώ, αναφερόμενες κυρίως στο ρόλο του -για ν’ αναφέρω έναν εύστοχο τίτλο της [εφημερίδας] “Manifesto”- ως “ενεργού δάσκαλου” [“attivo maestro”]. Δεν θα βρείτε ούτε τις αναμνήσεις μια φιλικής σχέσης, τώρα πια μακρινών καιρών (τις τελευταίες δεκαετίες, υπήρξαν σπανιότατες οι ευκαιρίες για να συναντηθούμε). Δεν θα βρείτε ούτε και τις εκτιμήσεις σχετικά με το αμιγώς φιλοσοφικό έργο του, ένα καθήκον που εναποθέτω στους ακαδημαϊκούς. Εδώ, θ’ αναφερθώ μονάχα στον Νέγκρι ως θεωρητικό της κοινωνικοπολιτικής σύγκρουσης και της επιρροής που αυτός άσκησε στις διάφορες εκδοχές της μετακομμουνιστικής ριζοσπαστικής αριστεράς.

Ξεκινάω με μια προβοκατόρικη δήλωση: σ’ αντίθεση μ’ αυτό που ο ίδιος διεκδίκησε [1], νομίζω ότι ο Τόνι Νέγκρι δεν ήταν ένας κομμουνιστής (με την ιστορικά αναγνωρισμένη έννοια του όρου). Συνιδρυτής στα χρόνια του Εβδομήντα των εργατίστικων κύκλων των περιοδικών “Κόκκινα Τετράδια” [“Quaderni Rossi”] και “Εργατική Τάξη” [“Classe Operaia”], συναφέστερων με τη σοσιαλιστική αριστερά παρά με το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα [Partito Comunista Italiano (PCI)]. Ηγέτης στα χρόνια του Εβδομήντα της εξωκοινοβουλευτικής ομάδας Εργατική Εξουσία [Potere Operaio] που -εξίσου με το “Manifesto” της Ροσάνα Ροσάντα- συνεισέφερε ισχυρά στη δαιμονοποίηση του “υπαρκτού κομμουνισμού”, κι έπειτα της Εργατικής Αυτονομίας [Autonomia Operaia], η οποία και θα ριζοσπαστικοποιήσει την αποκοπή από την κομμουνιστική παράδοση. Εν τέλει, αρχής γενομένης από τη μεταμοντέρνα στροφή των χρόνων του Ογδόντα και του Ενενήντα, εκφραστής ενός ριζοσπαστικού αριστερού φιλελευθερισμού, όπως αυτός στοιχειοθετείται στην “Αυτοκρατορία” [2] και σ’ επόμενα έργα του. Κείμενα που τον ανέδειξαν σ’ έναν παγκόσμιο “σταρ”, μαζί με τους Ντελέζ και Φουκώ, συγγραφείς με τους οποίους παρουσιάζει περισσότερα κοινά στοιχεία απ’ ότι με τους κλασσικούς του μαρξισμού. Για να εξαχθεί ένας ενωτικός πυρήνας γι’ αυτή τη διαδρομή, διαρρηγνύοντας τις αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν μια διανοητική και πολιτική στράτευση που διέσχισε περισσότερο από μισό αιώνα ιστορίας, σημαδεμένη από ριζικές συγκρούσεις και μεταβολές, θα θέσω αρχικά σε αντιπαραβολή τις αντίθετες κατευθύνσεις που ακολούθησαν ο Τρόντι και ο Νέγκρι, αρχής γενομένης από το κοινό σημείο εκκίνησής τους. Έπειτα, θ’ αναλύσω μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των σύγχρονων ριζοσπαστικών αριστερών, εξετάζοντας το βαθμό στον οποίο οι ιδέες του Νέγκρι συνεισέφεραν στη διαμόρφωση τους.

Πριν καταπιαστώ μ’ αυτό το ζήτημα, θα ήθελα να εξηγήσω γιατί επιτρέπω στον εαυτό μου να δηλώνει ότι ο Νέγκρι δεν ήταν κομμουνιστής. Σ’ ένα ωραίο βιβλίο του Βλαδίμηρου Τζιακκέ για τη χεγκελιανή διαλεκτική [3], περιέχεται ένα ανθολογικό παράρτημα που συγκεντρώνει μια σειρά μακροσκελών αναφορών από τα βασικά έργα του Χέγκελ, μαζί με αποσπάσματα κειμένων από συγγραφείς που τα έθεσαν υπό συζήτηση. Ανάμεσα σ’ αυτά, βρήκα ένα διαφωτιστικό κείμενο του Ρέμο Μποντέι [4]. Στοχαζόμενος γύρω από τις μεταβολές παραδείγματος, ο Μποντέι παρατηρεί πως η ανάδυση νέων οπτικών για τον κόσμο συνοδεύεται με την αποκήρυξη των προηγούμενων μορφών, οι οποίες και υπόκεινται σε ένα είδος καταδίκης της μνήμης [damnatio memoriae]. Η νέα φιλοσοφία αποκτάει τόνους δυσανεξίας και καταστροφής ενώπιον των παραδοσιακών γνώσεων και κόσμων. Αυτή η φάση όμως δεν διαρκεί επί μακρόν, σημειώνει ο Μποντέι, αφού αργά ή γρήγορα το παρελθόν παίρνει την εκδίκηση του με δύο τρόπους: είτε υποχρεώνει το νέο να γίνει με τη δική του σειρά σύστημα, επαν-οικειοποιούμενο ταυτόχρονα το παλίο (μια διαδικασία που ο Χέγκελ συνδέει με τον όρο aufhebung), είτε περικλείει το νέο μέσα σε μια πρακτική στείρας επανάληψης των “ανακαλύψεων” του, καταδικάζοντας το έτσι ώστε να ορίζει τη δική του ταυτότητα, αποκλειστικά και μόνο σε αντιπαράθεση με το παλιό. Για να το πούμε και πάλι με τα λόγια του Χέγκελ: απολιθώνεται μέσα σε μια στάση απόλυτης άρνησης, απολύτως ανίκανης να εξελιχθεί σε αποφασιστική άρνηση. Η ρήξη μεταξύ κομμουνιστικής παράδοσης και νέας αριστεράς, η οποία έλαβε χώρα αρχής γενομένης από τα χρόνια του Εξήντα και του Εβδομήντα, είναι ένα καλό παράδειγμα αυτής της δυναμικής: η κριτική της παράδοσης δεν εξελίχθηκε σε εναλλακτική, ικανή ν’ αντιληφθεί και να συμπεριλάβει το ζωτικό πυρήνα της παρελθούσας ιστορίας αλλά βρέθηκε απολιθωμένη μέσα σε μια απόλυτη άρνηση. Έτσι επομένως, η αριστερά που αναδείχθηκε από αυτήν την αποτυχημένη μετάβαση μετατράπηκε εκ των πραγμάτων σε αντικομμουνιστική.

* * *

Ο περιορισμός της πολύπλοκης και ποικίλης θεωρητικής παραγωγής του ιταλικού εργατισμού των χρόνων του Εβδομήντα μέσα σ’ ένα μονολιθικό θεωρητικό οικοδόμημα, αποτελεί μια αυθαίρετη επιχείρηση. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ ότι είναι δόκιμο να συμπεριληφθεί μια σειρά στοιχείων που χαρακτήριζαν μια οπτική, ουσιαστική κοινή μεταξύ του αρχικού Τρόντι -δηλαδή, εκείνον του “Εργάτες και Κεφάλαιο” [5]- και του Νέγκρι. Ήταν πεισμένοι και οι δύο ότι οι εργατικοί αγώνες είναι ο κινητήρας της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης και καθορίζουν, σε ουσιαστικό βαθμό, τους χρόνους και τους τρόπους της. (Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια οπτική, ταυτόχρονα οικονομίστικη και υποκειμενίστικη). Αποδίδουν και οι δύο στον “εργάτη μάζα” [“operaio massa”], έννοια με την οποία χαρακτηρίζουν το βιομηχανικό προλεταριάτο του φορντικού εργοστασίου, την ικανότητα ν΄αναπτύσσει αυθόρμητα μια αντικαπιταλιστική συνείδηση που εκτοξεύεται με στόχους, πρακτικές και μεθόδους αγώνα εντελώς νέες, συγκριτικά με την παραδοσιακή συνδικαλιστική δράση. Αρχής γενομένης από την πεποίθησή τους ότι στη συγκεκριμένη πρωτοφανή ιστορική συνθήκη η ζωντανή εργασία είναι φορέας μιας άμεσης πολιτικότητας, θ’ αποστατήσουν και οι δύο από τις ρίζες του Γκράμσι, οι οποίες αποτελούσαν (έστω και στρεβλά) σημεία αναφοράς του μεγαλύτερου κομμουνιστικού κόμματος στη Δύση: εκείνου του PCI που -αγνοώντας τις επαναστατικές δυνατότητες που ήταν εγγεγραμμένες στην κοινωνική βάση του- επέλεξε τον “εθνικό λαϊκό” δρόμο, αποστειρώνοντας την εργατική μεροληψία, λειτουργικά για μια στρατηγική που ακολουθούσε το σχέδιο του Τολιάτι για μια “προοδευτική δημοκρατία”. Αν και δεν θ’ απαρνηθούν την αναγκαιότητα για μια επαναστατική οργάνωση, ωστόσο και οι δύο δεν την αντιλαμβάνονται πλέον λενινιστικά, ως χώρο μιας πολιτικής συνείδησης, εξωγενούς της τάξης, αλλά ως τακτικό εργαλείο που στοχεύει στο συντονισμό και την ενοποίηση του αυθόρμητα επαναστατικού αγώνα του προλεταριάτου.

Από εκεί κι έπειτα οι δρόμοι τους χωρίζουν. Για τον Νέγκρι, που θεωρεί τον εαυτό του ένα είδος Λένιν χωρίς λενινισμό [6], ο υποκειμενικός παράγοντας παραμένει καθοριστικός αλλά πρέπει να οργανωθεί, χωρίς όμως το μπετονάρισμα του μέσα στη μορφή – κόμμα (αυτή θα είναι η φιλοσοφία του πολιτικού δημιουργήματος του, της Οργανωμένης Εργατικής Αυτονομίας [Autonomia Operaia Organizzata]). Αντίθετα, ο Τρόντι έχει πειστεί για την αναγκαιότητα της αναγνώρισης της αυτονομίας του πολιτικού και επομένως της αναγκαιότητας ύπαρξης της μορφής – κόμμα. Αυτή η μεταστροφή θα ενδυναμωθεί σταδιακά, όσο η κεφαλαιοκρατική αναδιάρθρωση και η μετάβαση στον τρόπο μεταφορντικής παραγωγής θα φέρνουν στην επιφάνεια, εκείνη που αυτός θεωρεί ως την ανεπίλυτη απορία που διαπερνά τη μαρξιστική θεωρία: στο βαθμό εκείνο όπου η ταξική πάλη γίνεται νοητή ως έμφυτη αντίφαση του τρόπου παραγωγής, δεν υπάρχει εναλλακτική από τον περιορισμό του συλλογικού εργάτη σε μεταβλητό κεφάλαιο. Ούσα η ίδια κεφάλαιο, η εργατική δύναμη δεν μπορεί να καταστεί σε αυτόνομη. Θα μπορούσε να ειπωθεί, για να περιγραφεί με λίγα λόγια η κριτική -και αυτοκριτική- αποτίμηση του Τρόντι για τον εργατισμό, ότι το “προπατορικό αμάρτημα” αυτής της θεωρητικής οπτικής είναι η έμφυτη αντίληψη της επαναστατικής διαδικασίας, η ιδέα σύμφωνα με την οποία, η αρχή του ξεπεράσματος είναι εγγεγραμμένη στις ίδιες τις δυναμικές του τρόπου παραγωγής. Μια οπτική, μέσα στην οποία δεν γίνεται αντιληπτό πως η αρχή της ευμένειας αντιστρέφεται σε αρχή της παγίδευσης (η δήλωση σύμφωνα με την οποία είναι αναγκαία η ύπαρξη μέσα και ενάντια στην σχέση – κεφάλαιο, δήλωση που περιέχει σπερματικά την αυτοδιάλυση, με την έννοια ότι αν δεν υπάρχει ένα έξω δεν υπάρχει ούτε και η δυνατότητα της εξόδου).

Οι κατηγορούμενοι στη δίκη της “7ης Απρίλη”

Για τον Τρόντι, η λύση έγκειται στην επανεφεύρεση του ρόλου του πολιτικού, ως μεσολάβηση της ολότητας των κοινωνικών σχέσεων και συγκρούσεων. Ένα πεδίο, όπου μόνο το κόμμα μπορεί να επιχειρήσει. Ο Τρόντι, υπογραμμίζει ο Φράνκο Μιλανέζι [7], αντιλαμβάνεται το πολιτικό ως στρατηγική οπτική και οργάνωση, τακτική ικανότητα και πολιτισμική πυκνότητα, διεύθυνουσες τάξεις και λαό σε συσπείρωση γύρω από ένα κοινό σχέδιο μεταβολής, ένταση που επιβεβαιώνει τη θέληση, την απόφαση και την κυβέρνηση, αντιπολιτευόμενη τις δυνάμεις της οικονομικής τάξης πραγμάτων. Εν τέλει και κυρίως την ικανότητα της χάραξης της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ φίλου και εχθρού [8]. Δυστυχώς η ελπίδα του για την επανεκκίνηση αυτής της οπτικής ναυάγησε μέσα στην μεταβολή του PCI σε φιλελεύθερο κόμμα, αλλά ακόμα περισσότερο με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, γεγονότα που συνεισέφεραν ώστε να διαδοθεί στις διάφορες εκδοχές της δυτικής αριστεράς όχι μονά η αποκήρυξη των επαναστάσεων που προέκυψαν εμπνευσμένες από το μπολσεβίκικο μοντέλο, αλλά και η απόρριψη ολόκληρου του “σύντομου αιώνα”, o οποίος περιγράφεται ως ένα μουσείο των φρικαλεοτήτων, αιματοβαμμένο από πολέμους και απολυταρχισμούς [9]. Για τον Τρόντι, ο εικοστός είναι κατά βάση ένας “τραγικός” αιώνας που επέβαλε ριζικές επιλογές και αποφάσεις, χωρίς εναλλακτικές, ο αιώνας του είτε είτε [aut aut], μεταξύ σοσιαλισμού ή βαρβαρότητας, ενώ η μεταμοντέρνα ιδεολογία τον ρευστοποίησε με τις διακηρύξεις περί του “τέλους των μεγάλων αφηγήσεων” [10], ακόμα και περί του “τέλους της ιστορίας” [11]. Να γιατί ο ύστερος Τρόντι αποσύρθηκε στη νοσταλγική αναμνησιολογία της μεγάλης πολιτικής του περασμένου αιώνα, στοχαζόμενος με ειρωνική απόσταση μια πραγματικότητα που έχει προσλάβει τη μορφή ενός αιώνιου παρόντος, όπου όλα αλλάζουν χωρίς στην πραγματικότητα ν’ αλλάζει τίποτα.

Τα χρόνια εκείνα, όπου ο Τρόντι βυθίζεται σε μια τραγική απαισιοδοξία, ο Νέγκρι αντίθετα παίρνει το δρόμο που τον οδηγεί ώστε να τρέφει μια ξέφρενη αισιοδοξία, σχετικά με την επικείμενη κατάρρευση της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Κάτι το καινούργιο αλλά όχι εντελώς, αφού ο Νέγκρι δεν αμφισβήτησε ποτέ τη θέση εκείνη που αποδίδει έναν αυθόρμητα επαναστατικό ρόλο στις υποτελείς τάξεις και την ικανότητα τους να καθορίζουν -σε τελική ανάλυση- την κατεύθυνση της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων του κεφαλαίου. Απλά, “εκσυγχρόνισε” (ή καλύτερα μεταμοντέρνισε) τη συγκεκριμένη θέση. Αν αληθεύει το γεγονός ότι στη Δύση ο εργάτης μάζα εξαφανίστηκε, χτυπημένος από την κρίση και τις κεφαλαιοκρατικές αναδιαρθρώσεις, η λειτουργία του, υποστηρίζει ο Νέγκρι, μετακινήθηκε σε μια εναλλαγή μορφών -από τον κοινωνικό εργάτη στο πλήθος– που ενσαρκώνουν την ανταγωνιστική υποκειμενικότητα, η οποία σύμφωνα μ’ εκείνον είναι ακόμα πιο ριζοσπαστική.

Η έννοια του κοινωνικού εργάτη, αναδύθηκε τη δεκαετία που ακολούθησε την άμπωτη των αγώνων στα εργοστάσια, κομμένη και ραμμένη για το νεανικό προλεταριάτο που αρνείται την υπαγωγή στην πειθαρχία της εργασίας και πραγματώνει τη διάχυτη παρανομία στα μητροπολιτικά προάστια, χρησιμοποιώντας τα κοινωνικά κέντρα ως βάσεις του, αλλά και για το αναδυόμενο φεμινιστικό κίνημα που ματαιώνει τις νεολενινιστικές φιλοδοξίες των εξωκοινοβουλευτικών ομάδων. Ο Τρόντι περιγράφει αυτή τη διανοητική διαδικασία ως την απόπειρα “εργοστασιοποίησης” του κοινωνικού, επέκτασης της ποιότητας του εργοστασιακού ανταγωνισμού στο διάχυτο του κοινωνικού, το οποίο και υπερφορτίζεται με αντικαπιταλιστική συνείδηση, έτσι ώστε να αναπληρωθεί η παρακμή της ισχύος του παραδοσιακού εργάτη. Η υπερεκτίμηση της πολιτικής σημασίας των “απείθαρχων” συμπεριφορών αυτών των κοινωνικών στρωμάτων θ’ αποτελέσει και τη ρίζα του “εξεγερτικού” τυχοδιωκτισμού της Οργανωμένης Αυτονομίας που νομιμοποίησε τη σκληρή πολιτική και δικαστική καταστολή που -με τη δίκη [για τις συλλήψεις] της 7ης Απρίλη 1979- πιστοποίησε και το τέλος της.

Από την αποτυχία του σχεδίου της Εργατικής Αυτονομίας και από τη σκληρή δοκιμασία της φυλακής, ο Νέγκρι και σύντροφοι βγαίνουν με την ανάγκη να τραβήξουν μια ακόμα πιο ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή από την κομμουνιστική παράδοση. Έτσι, αν και κατά τη διάρκεια των χρόνων του Εβδομήντα είχαν διατηρήσει τακτικές σχέσεις με τους μαχόμενους κομμουνιστικούς σχηματισμούς, που αποτελούσαν έκφραση των διαφωνούντων κομματιών της βάσης του PCI, στα χρόνια του Ογδόντα ο διαχωρισμός τους από την ένοπλη πάλη υπήρξε απόλυτος, αλλά κυρίως δεν αφορούσε τόσο ή μονάχα τις μεθόδους και τις μορφες της ταξικής σύγκρουσης: επέφερε την απόλυτη αποκήρυξη της μαρξιστικής – λενινιστικής παράδοσης. Αντίθετα, η “μέθοδος” της εργατίστικης θεωρίας ουσιαστικά διατηρήθηκε και μεταγγίστηκε μέσα σε μια μετα-εργατίστικη οπτική, την οποία αποπειράθηκε να προσαρμόσει μέσα στις μεταβληθείσες συνθήκες της μεταφορντικής παραγωγής και τις ριζικές ανθρωπολογικές και πολιτισμικές μεταβολές που επιβλήθηκαν από τη νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση. Το νέο παράδειγμα διαμορφώνεται κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών του 1900 και εδραιώνεται την πρώτη δεκαετία του 2000, με την δημοσίευση της Αυτοκρατορίας και μιας σειράς επόμενων κειμένων που διαρθρώνουν και εμβαθύνουν περαιτέρω στις βασικές έννοιες της [12].

Τόνι Νέγκρι & Μάριο Τρόντι

Η καταστατική κατηγορία του μετα-εργατίστικου λόγου -που σταδιακά αντικαθιστά εκείνη του κοινωνικού εργάτη– είναι η έννοια του πλήθους, η οποία περισσότερο από το να αντιπροσωπεύει μια νέα μορφή ταξικής υποκειμενικότητας, καθρεφτίζει τη διαδικασία κοινωνικής εξατομίκευσης που προέκυψε από την κεφαλαιοκρατική αναδιάρθρωση και εννοείται ως άθροισμα ατομικών ή συλλογικών μοναδικοτήτων που συμπυκνώνονται σε μια ανταγωνιστική δύναμη. Η εμπειρική επιβεβαίωση αυτής της αλχημικής αντίδρασης αναζητείται στην εκδήλωση των πιο διάσπαρτων ξεσηκωμών λαϊκής οργής που συνοδεύουν το βάθεμα της κεφαλαιοκρατικής κρίσης: Forconi, Occupy, Αραβική Άνοιξη, Αγανακτισμένοι [Indignados], Κίτρινα Γιλέκα κλπ, χωρίς γενικά κάποια ιδιαίτερη εμβάθυνση στην κοινωνική σύνθεση και τις γεω-πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, αγνοώντας συχνά τις ιδεολογικές ιδιαιτερότητες, ακόμα κι όταν αυτές είναι αντιδραστικής κοπής (πχ, οι φιλοαμερικάνικες διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ που εκθειάζονται ως δημοκρατικοί ξεσηκωμοί). Δύσκολο ν’ αγνοηθεί μια κάποια αναλογία με τις λαϊκίστικες θεωρίες του Ερνέστου Λακλάου [13]. Παρ’ όλα αυτά, η στρατηγική σημασία που αυτός ο συγγραφέας αποδίδει στην έννοια της ηγεμονίας και στο ρόλο του χαρισματικού ηγέτη, είναι αταίριαστη με την ελευθεριακή και “οριζοντιακή” οπτική που συνδέεται με την ιδέα του πλήθους. Επιπλέον, ενώ η λαϊκιστική συζήτηση βασίζεται στην κεντρικότητα της επικοινωνιακής διάστασης και την παραστατικής ισχύος του λόγου και της ομιλίας, το πληθυντικό παράδειγμα παραπέμπει στις “κλασσικές” αρχές του εργατισμού: οικονομικισμός, υποκειμενισμός, τεχνολογική αισιοδοξιά, απόρριψη κάθε ιεραρχικής δομής και κάθε μορφής πολιτικής εξουσίας, όπως και δαιμονοποίηση του έθνους κράτους, στο οποίο αντιπαρατίθεται μ’ ένα μείγμα παγκοσμιοπισμού και τοπικισμού [globalismo & localismo].

Όλα αυτά τα συστατικά στοιχεία περιέχονται μέσα στο καζάνι από το οποίο βγήκε το bestseller του “εναλλακτικού παγκοσμιοποιητικού” [“alter globalista”] (ένας ορισμός πιο δόκιμος αν και λιγότερο διαδεδομένος, από εκείνον του αντιπαγκοσμιοποιητικού [no global]) κινήματος: η Αυτοκρατορία. Οικονονομικισμός, αφού παρουσιάζεται υπερβολικά γιγαντωμένη, η βαρύτητα των έμφυτων αντιθέσεων του τρόπου παραγωγής, ως καθοριστικός παράγοντας για μια υποτιθέμενη τελειωτική κρίση του καπιταλισμού. Επιπρόσθετα, η πίστη στις συνέπειες της ανίατης αντίθεσης μεταξύ παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων (μια -ίσως- από τις πλέον αδόκιμες και δεδομένες διατυπώσεις του Μαρξ) ισχυροποιείται από τις πιο γνωστές σελίδες τoυ Grundrisse, όπου προφητεύει ότι όταν θα έχει επιτευχθεί ένα συγκεκριμένο επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνικής εργασίας, ο νόμος της αξίας θα μπορεί να υπάρχει μονάχα πλασματικά, επιβαλλόμενος από την πολιτική κυριαρχία και όχι πια δικαιολογημένος από τον προοδευτικό ρόλο του καπιταλισμού.

Η άλλη πλευρά του νομίσματος του οικονομικισμού είναι η ξέφρενη τεχνολογική αισιοδοξία: η ψηφιακή επανάσταση -εξυμνημένη [14] ανεξάρτητα από την έντονη ισχυροποίηση του καπιταλιστικού ελέγχου που αυτή ενσωματώνει ήδη από τις απαρχές της- επιτελεί μια λειτουργία χίλιες φορές ισχυρότερη, από εκείνη -την ήδη έντονη- που ο Μαρξ απέδιδε στη βιομηχανική εκμηχάνιση, για την επιτάχυνση της ωρίμανσης της μετάβασης στο σοσιαλισμό. Επιπρόσθετα: αυτή είναι ήδη από μόνη της σοσιαλιστική, στο βαθμό εκείνο που διαμορφώνει ένα κοινωνικό στρώμα, τους εργαζόμενους της γνώσης, ικανό ν’ αναπτύξει αυθόρμητα ένα υψηλό συνεργατικό επίπεδο, αυτόνομο και ανέξαρτητο από την καπιταλιστική διοίκηση (ενώ αποσιωπάται ο ρόλος αυτού του στρώματος στην οργάνωση νέων λειτουργιών κυριαρχίας και εκμετάλλευσης των κατώτερων στρωμάτων, για λογαριασμό του ψηφιακού καπιταλισμού). Η κουλτούρα αυτού του στρώματος των “φυτών” [“nerd”] μετατρέπεται, μαζί με τους λαϊκίστικους ξεσηκωμούς που προαναφέρθηκαν, στο μοντέλο που εμπνέει μια συνεργατική οπτική, η οποία αποκηρύσσει κάθε μορφή κοινωνικής και πολιτικής εξουσίας και ιεραρχίας: το κράτος, ιδιαίτερα στη μορφή του κράτους – έθνους, αναδεικνύεται στον απόλυτο εχθρό, στο έμβλημα όλων των κακών.

Η οικονομική παγκοσμιοποίηση (της οποίας αναγνωρίζεται επίσης η παρασιτική φύση που είναι εγγεγραμμένη στη δυάδα χρηματοπιστωτικοποιήση / οικονομία του χρέους) επιταχύνεται από την τεχνολογική επανάσταση, στο βαθμό εκείνο που σαρώνει τα εθνικά σύνορα και “ενοποιεί” τα πλήθη (τουλάχιστον σύμφωνα με το παραλήρημα του Νέγκρι που αγνοεί τον πολλαπλασιασμό των ανισοτήτων και των εσωτερικών αντιθέσεων μεταξύ των εργαζόμενων τάξεων), είναι η καλύτερη φίλη της επανάστασης. Αντίθετα, οι αντιιμπεριαλιστικές επαναστάσεις στις ανεπτυσσόμενες Χώρες είναι παράγοντες που φρενάρουν αυτήν την εγγενώς θετική τάση, επομένως οι διεκδικήσεις εθνικής αυτονομίας υποστηρίζονται μόνο αν και μέχρις ότου ενεργοποιούν τις ανατρεπτικές ενέργειες των μαζών, ενώ μετατρέπονται σε εχθρικές μόλις γίνονται κράτος. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στην Αυτοκρατορία διακηρύσσεται το τέλος του ιμπεριαλισμού και αθωώνονται οι ΗΠΑ από την κατηγορία πως θέλουν να εκμεταλλευτούν την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, έτσι ώστε να εγκαθιδρύσουν, σ’ όλους τους λαούς του κόσμου, ένα παγκόσμιο σύστημα ελέγχου και εκμετάλλευσης. Να γιατί είναι πιο ορθό, όπως έγραφα προηγουμένως να μιλάμε για εναλλακτικό παγκοσμιοπισμό [alter globalismo]: ο “τοπικισμός” των κινημάτων, τόσο ο γεωγραφικός όσο και ο πολιτισμικός (αφού δεν ακολουθεί το στόχο της κατάκτησης της εξουσίας, αλλά εκείνον για τον περιορισμό και το έλεγχο της [15], για την υπεράσπιση των ιδιαίτερων συμφερόντων των γυναικών, του περιβάλλοντος, των εθνοτικών μειονοτήτων κλπ) είναι ευπρόσδεκτος, στο βαθμό εκείνο που οικοδομεί ομοσπονδιακές σχέσεις ανάμεσα στις διάφορες “φυλές”, εν όψει των παγκόσμιων κινητοποιήσεων (πρόκειται για το μοντέλο του κύκλου που κινήθηκε από το Σιάτλ στη Γένοβα).

Οδομαχίες στη Γένοβα (2001)

Ας έρθουμε τώρα στον υποκειμενισμό: αν ο Νέγκρι υποστηρίζει ότι μπορεί ν’ αναγνωρίσει, όπως ισχυρίζεται ο Τρόντι, μια νέα μορφή ταξικής υποκειμενικότητας μέσα στη διαδικασία κοινωνικής εξατομίκευσης που τέθηκε σε κίνηση από την κεφαλαιοκρατική αναδιάρθρωση, αυτό συμβαίνει γιατί -θεωρώντας δεδομένο πως στην εποχή του “άυλου” καπιταλισμού [16] ο κινητήρας της κοινωνικής σύγκρουσης δεν μπορεί πλέον να είναι η απόσπαση και η μοιρασιά της υπεραξίας- το κεφάλαιο καταπιέζει και εκμεταλλεύεται την ίδια τη ζωή, περισσότερο από την εργατική δύναμη. Έτσι, η ανταγωνιστική αντίθεση εκδηλώνεται μεταξύ του κεφαλαίου και ολόκληρης της ανθρωπότητας. Οι νέες δυναμικές του αντικαπιταλιστικού αγώνα αναλύονται, έχοντας για αφετηρία την έννοια του Φουκώ περί βιοπολιτικής και τις επιθυμητικές συνεπαγωγές που θεωρητικοποίησε ο Ντελέζ. Το κεφάλαιο μπορεί και πρέπει ν’ ανατραπεί μέσα στο ίδιο το γήπεδο του, που δεν είναι άλλο από εκείνο της επιτάχυνσης [17]: επιτάχυνση οικονομική και τεχνολογική, αλλά και πολλαπλασιασμός και επιτάχυνση των κοινωνικών αναγκών και επιθυμιών. Μια αυταπάτη, σχολιάζει ο Τρόντι, αφού “κανένας δεν μπορεί να είναι πιο μοντέρνος από το κεφάλαιο”, κανένας δεν μπορεί να το νικήσει σ’ ένα παιχνίδι που εκείνο ελέγχει την κάθε κίνηση και τον κάθε κανόνα του. Επιπρόσθετα όμως και κυρίως γιατί -αναμειγνύοντας τους παράγοντες που περιγράφτηκαν ως τώρα- ο Νέγκρι ονειρεύεται έναν καπιταλισμό που ασκεί πλέον μια κυριαρχία χωρίς ηγεμονία, επομένως αρκεί τα πλήθη να προσεγγίσουν ένα συγκεκριμένο επίπεδο αντίληψης της ισχύος (και όχι της εξουσίας, μια άσχημη λέξη που “βρωμίστηκε” από την πολιτική) έτσι ώστε να του δώσουν μια σπρωξιά και να τον κάνουν να κατταρεύσει πρακτικά μόνος του. Μια μετα-επαναστατική οπτική, όπου η μετάβαση δεν απαιτεί ισχυρή συγκέντρωση δυνάμεων και “εφόδους στον ουρανό”. Αρκεί να σηκωθούμε στις άκρες των ποδιών μας για να δούμε το δρόμο προς τη χειραφέτηση (με το οποίο και εξηγώ τον τίτλο αυτού του άρθρου).

***

Σε ποιο βαθμό αυτή η οπτική μεταφέρθηκε μέσα στην κουλτούρα και την πρακτική των ριζοσπαστικών κινημάτων της αριστεράς; Οι νέοι του ’68, επιχειρηματολογεί ο Τρόντι [18], ήταν αντιεξουσιαστές αλλά αγνοούσαν το γεγονός ότι η ανατροπή της εξουσίας δεν ισοδυναμεί αυτόματα και με την απελευθέρωση των δυνατοτήτων του ανθρώπινου όντος. Αντίθετα, θα μπορούσε να ισοδυναμεί μ’ αυτό που στην πραγματικότητα εν τέλει σήμανε: την απελευθέρωση του κτηνώδους πνεύματος του καπιταλισμού που μούγκριζε μέσα στο ατσάλινο κλουβί που το πολιτικό σύστημα είχε κατασκευάσει, ως γιατρικό για τη μακρά κρίση των δεκαετιών στα μέσα του 1900. Κατά τη διάρκεια των χρόνων του Εβδομήντα, εκ των πραγμάτων, θριάμβευσε αυτό που οι Μπολτάνσκι και Κιαπέλλο είχαν ορίσει ως το “νέο πνεύμα του καπιταλισμού” [19]: η αποθέωση της “επιθυμητικής” υποκειμενικότητας από την πλευρά των κινημάτων μετά το ’68, όλο και πιο αδιάφορων για τις ανάγκες και τα συμφέροντα των προλετάριων, μετατρέπεται -εκ των πραγμάτων- σε φορέα μιας κεφαλαιοκρατικής νέας κουλτούρας που αξιοποιεί τις καταναλωτικές παρορμήσεις, τον ατομικιστικό ηδονισμό που “χειραφετείται” από κάθε κοινωνικό δεσμό και τη ριζική κριτική των ορίων (“απαγορεύεται ν’ απαγορεύεται”), τα οποία έθετε η παράδοση στα διάφορα πεδία της ανθρώπινης ύπαρξης και δράσης. Στο πιο πρόσφατο βιβλίο μου περιέγραψα αυτήν την “αριστερά του κεφαλαίου” [20], επαναφέροντας την επιχειρηματολογία συγγραφέων όπως ο Jean-Claude Michéa [21] και ο Costanzo Preve [22], αλλά στοχαζόμενος και γύρω από τη λειτουργικότητα του φεμινιστικού κινήματος (στη “χειραφετητική” εκδοχή του) για την εδραίωση της φιλελεύθερης – προοδευτικής ηγεμονίας, της οποίας η πολιτικά ορθή [politically correct] ιδεολογία ενσαρκώνει το αυταρχικό πνεύμα [23]. Τη στιγμή που εκείνες οι σελίδες έφευγαν για το τυπογραφείο, η συζήτηση σχετικά με τη γενετική μετάλλαξη των δυτικών αριστερών είχε ήδη συσσωρεύσει μια ατέλειωτη βιβλιογραφία. Επομένως, για να μην επαναλάβω όσα είχαν ήδη γραφτεί από πολλούς άλλους, εκτός του υπογράφοντος, θ’ αρκεστώ εδώ ν’ ανατρέξω σε μερικά σημεία από μια πρόσφατη δουλειά του Βιτσέντζο Κόστα [23], ο οποίος έχει το χάρισμα να περιγράφει ξεκάθαρα τόσο τη φιλελεύθερη στροφή των μετριοπαθών αριστερών, όσο και το δεσμό συνάφειας που τις συνδέει με τις διάφορες εκδοχές των ανταγωνιστικών αριστερών, προσθέτοντας μια σύνοψη, αναφορικά με την κοινωνική – πολιτισμική ταυτότητα των υποκειμένων που σ’ αυτές αντικατοπτρίζονται.

Ο Κόστα απορρίπτει ως αναχρονιστική την ιδέα για την πολιτική που δήθεν πασχίζει να κρατήσει ζωντανό τον αντιπολιτευόμενο άξονα μεταξύ δεξιάς – αριστεράς. Όχι τυχαία, γράφει, ο γκουρού της νεοφιλελεύθερης σκέψης Βον Χάγιεκ εξήγησε ότι η μεγάλη πρόκληση πλέον δεν είναι εκείνη μεταξύ δεξιάς και αριστεράς, αλλά εκείνη μεταξύ φιλελευθερισμού και σοσιαλισμού, εκεί όπου η αριστερά είναι πλέον για τα καλά ταγμένη, στην καρδιά του φιλελεύθερου στρατοπέδου. Αυτό πιστοποιείται από την συστηματική απόρριψη της ιδέας εκείνης σύμφωνα με την οποία, ο κινητήρας της προόδου είναι η κοινωνική σύγκρουση: η έννοια της πάλης των τάξεων ξεπερνιέται, αφού ανακαλεί μια “παρτιζάνικη” οπτική που παρεμποδίζει την επίτευξη του κοινού καλού. Πιστοποιείται από την οπτική για έναν αφηρημένο οικουμενισμό που στοχεύει στη διάλυση των συλλογικών διαφορών, ενώ αναγνωρίζει μονάχα τις ατομικές διαφορές. Πιστοποιείται από την επιλογή ν’ αγκαλιάσει μια ιδέα περί της ισότητας, η οποία περιορίζεται στη δέσμευση να καταστήσει ικανούς τους πάντες ν’ ανταγωνίζονται μεταξύ τους, παρέχοντας τούς ίσες ευκαιρίες. Η φιλελεύθερη – προοδευτική συμπερίληψη αφορά πράγματι όλους τους αποκλεισμούς που δεν προέρχονται από την αγορά, αφαιρώντας ταυτόχρονα εκείνους που προέρχονται αυτήν: ενώ η σοσιαλιστική κριτική της ανισότητας ήταν συστηματική, αυτή η κριτική βασίζεται στο ηθικό επίπεδο. Αυτό πιστοποιείται από το γεγονός ότι η παράσταση της αντιπολίτευσης στη δεξιά, βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε θέματα ηθικής φύσης (ας σκεφτούμε τον συγκροτητικό ρόλο που η μπερλουσκονική δεξιά επιτέλεσε για το σχηματισμό της ταυτότητας της ιταλικής προοδευτικής αριστεράς). Πιστοποιείται από μια πολιτική πρακτική που συστηματικά ποινικοποιεί τα λαϊκά συμφέροντα, με κυβερνήσεις της αριστεράς που εγγυώνται μια πολιτική συμπίεσης των μισθών και ξηλώματος των κοινωνικών δικαιωμάτων, αποτελεσματικότερα από τις κυβερνήσεις της δεξιάς. Πολιτικές που αυτοαποκαλούνται “μεταρρυθμιστικές” [“riformiste”], αντιστρέφοντας την έννοια που η αριστερά ιστορικά προσέδιδε σ’ αυτόν τον όρο. Και δεδομένου του γεγονότος ότι αυτή η αριστερά δεν συνομιλεί πιά με τις υποτελείς τάξεις αλλά με την “πεφωτισμένη” [25] μπουρζουαζία, αναπόφευκτα συνεργάζεται με τη δεξιά για να μεταβάλει τους κανόνες της πολιτικής, σε μεταδημοκρατική κατεύθυνση [26]: οι εκλογικοί νόμοι αλλάζουν με τρόπο τέτοιο ώστε να εξασφαλίζουν στις κυρίαρχες ελίτ το αποκλειστικό δικαίωμα να επιλέγουν ποιος πρέπει να εκλεγεί. Ένα διπολικό σύστημα θωρακίζεται και “κόβει” τις ακραίες πτέρυγες, εξαναγκάζοντας τους ριζοσπαστικούς σχηματισμούς να υποστηρίζουν τους μετριοπαθείς κάθε παράταξης, αν θέλουν να διατηρήσουν έστω και την ελάχιστη θεσμική βαρύτητα. Το σύστημα των ΜΜΕ πρέπει ν’ αρνείται την προβολή σε κάθε τι που εξαιρείται από αυτή το σχήμα προοδευτισμού / οικουμενισμού και να συνεισφέρει σε μια αδυσώπητη καμπάνια δαιμονοποίησης των “λαϊκιστικών” και πολιτικά ανορθόδοξων παρορμήσεων των μαζών, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αυτές πρέπει να αποκλείονται από κάθε ευκαιρία πολιτικής συμμετοχής γιατί είναι άξεστες, αμαθείς, καθυστερημένες, ρατσιστικές, σεξιστικές, και γι’ αυτό ψηφίζουν με “λανθασμένο” τρόπο.

Σε ποιο βαθμό οι διάφορες εκδοχές της ανταγωνιστικής αριστεράς βρίσκονται έξω από το σχήμα που μόλις περιέγραψα; Λιγότερο απ’ όσο νομίζουμε. Καταρχήν επειδή τα αντίστοιχα κοινωνικά στρώματα αναφοράς, αν και δεν συμπίπτουν απόλυτα, παρουσιάζουν σημαντικές αναλογίες.

Μερικοί απ’ αυτούς, έζησαν την άμπωτη των εργατικών αγώνων μετά τα χρόνια του Εξήντα και του Εβδομήντα, ως ένα είδος “προδοσίας”: αν το προλεταριάτο δεν κατάφερνε πλέον να ενσαρκώσει την ιστορική αντίφαση (αλλά θα ήταν καλύτερα να ειπωθεί: αν δεν αντιστοιχούσε με την ιδεατή και μυθοποιημένη εικόνα του που είχε δημιουργηθεί), αυτό συνέβαινε γιατί είχε “αστικοποιηθεί”, είχε εξαντλήσει την προωθητική ορμή του [27]. Επομένως, η ανταγωνιστική κουλτούρα προσπάθησε να ταυτοποιηθεί με νέα υποκείμενα για την αλλαγή. Οι έννοιες της κυριαρχίας και της χειραφέτησης δεν αναφέρονται πλέον στην οικονομική εκμετάλλευση αλλά στις μορφές αποκλεισμού που ποινικοποιούν τους “διαφορετικούς”. Το μέτωπο του αγώνα διαιρείται σε χίλιες μάχες, καθεμία από τις οποίες έχει ως στόχο την αναγνώριση ιδιαίτερων δικαιωμάτων [28] της μιας ή της άλλης ομάδας αποκλεισμένων, ενώ ο αποκλεισμός εννοείται ως το προϊόν πολιτισμικών μηχανισμών που βασίζονται στην ισχύ της παράδοσης. Έτσι, το δρόμο δείχνουν -περισσότερο από τον Μαρξ- συγγραφείς όπως ο Φουκώ που ταυτίζει την εξουσία με την παράδοση, και ο Ντελέζ που απεχθάνεται μια “κανονικότητα”, η οποία δεν είναι πλέον αποκλειστικό προνόμιο των μεσαίων τάξεων αλλά ανήκει πλήρως και στο αστικοποιημένο προλεταριάτο.

Με βάση αυτά τα σκεπτικά, η έννοια της εξουσίας αναγκαστικά επεκτείνεται, περιλαμβάνοντας πρακτικά κάθε πεδίο της κοινωνικής ζωής. Επομένως, επιχειρηματολογεί ο Κόστα, η ιδέα της χειραφέτησης μπαίνει σε κρίση, στο βαθμό εκείνο που κάθε χειραφετητικό σχέδιο διατρέχει τον κίνδυνο να παράξει νέους πειθαρχικούς μηχανισμούς. Η φοβία για την εξουσία δεν περιλαμβάνει μονάχα το κράτος, τους θεσμούς και τα κόμματα, αλλά και τις μορφές ηγεσίας [leadership] που γεννιούνται αυθόρμητα στο εσωτερικό οριζόντιων δομών, όπως εκείνες των συλλογικοτήτων, των συνελεύσεων, των διαδηλώσεων κλπ. Η εξουσία δεν πρέπει να κατακτηθεί αλλά ν’ αποδυναμωθεί, να ελεγχθεί, ν’ εξαναγκαστεί ν’ αναπτύξει μορφές διακυβέρνησης [governance] που αναγνωρίζουν και εντάσσουν τις ωθήσεις που έρχονται από τα κάτω [29]. Τελικά, η προοδευτική αριστερά και η ανταγωνιστική αριστερά μοιράζονται την ίδια απέχθεια για τις μάζες. Ο φυσιολογικός άνθρωπος είναι φυσικά συντηρητικός: είναι ένα παθητικό προϊόν των χειραγωγήσεων της πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας. Είναι ο αντιδραστικός που ψηφίζει Brexit στην Αγγλία, Τραμπ στην Αμερική, Λεπέν στη Γαλλία, Μπερλουσκόνι στην Ιταλία.

Ο Κόστα αναρωτιέται: γιατί τόση απέχθεια απέναντι στον απλό κόσμο; Κι επιπλέον: σε ποιόν απευθύνεται αυτή η συζήτηση; Εκμεταλλεύομαι αυτά τα δύο ερωτήματα για να εισάγω κι ένα τρίτο: Πόσο βάρυναν οι ιδέες του Νέγκρι γι’ αυτήν τη στροφή; Απλοποιώντας, μπορούμε να πούμε ότι οι ιδέες που προαναφέρθηκαν αποτελούν ένα εκχυδαϊσμό της σκέψης του Νέγκρι. Ο Νέγκρι, ακολουθεί τον Φουκώ και τον Ντελέζ στο έργο τους για τον επανακαθορισμό του υποκειμένου για την αλλαγή, αλλά ταυτόχρονα καταβάλει προσπάθειες ώστε να διασώσει την μαρξιστική δομική αντίθεση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας (αν και το κάνει, αναδιατυπώνοντας με το δικό του τρόπο αυτήν την έννοια). Επιπλέον, στο βαθμό που το πλήθος ξεπερνάει αλλά ταυτόχρονα συντηρεί την ιδέα του κοινωνικού εργάτη, καταβάλει προσπάθειες για να κρατήσει μαζί τη nerd αριστοκρατία με τον εξεγερτισμό των μαζών, επομένως δεν μπορεί να νομιμοποιήσει την απέχθεια προς αυτές. Αντίθετα, τα φιλοσοφικά αποκυήματα του συγκλίνουν απόλυτα με την ιδεολογία και την πρακτική των νέων κινημάτων στη λατρεία της οριζοντιότητας, στη φοβία της εξουσίας, στη ριζική άρνηση για κάθε ιεραρχική δομή. Όχι τυχαία, δύο από τις εμπειρίες που εμπνεύστηκαν από τις θέσεις του, ήταν το αντιπαγκοσμιοποιητικό [no global] κίνημα και η “Κομμουνιστική Επανίδρυση” [Rifondazione Comunista], στη φάση της επί Μπερτινότι. Και οι δυο χαρακτηρίστηκαν από την απόπειρα τους να “λιώσουν” τη μορφή – κόμμα μέσα σ’ ένα γαλαξία ατομικών και συλλογικών “μοναδικοτήτων”. Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα του Κόστα (σε ποιους απευθύνονται αυτά τα σκεπτικά;), πιστεύω ότι μπορεί ν’ απαντηθεί πως απευθύνονται στους ίδιους συνομιλητές: ακαδημαϊκούς, φοιτητές, διανοούμενους, “δημιουργικούς” εργαζόμενους, μεσαία στελέχη των βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας, νέα επαγγέλματα, καλλιτεχνικές πρωτοπορίες κλπ. Ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχίσει αλλά είναι ευκολότερο να εντοπίσουμε το κοινό χαρακτηριστικό της γεωγραφικής καταγωγής από τα κέντρα των πόλεων, από τις αναπλασμένες μητροπολιτικές περιοχές. Σε άλλους καιρούς θα μιλούσαμε για μικρομεσαία μπουρζουαζία, αλλά ο κοινωνικός κατακερματισμός είναι σήμερα τέτοιος που να ανακαλεί μια στρωματογραφία που φτάνει χαμηλά, μέχρι τα εξατομικευμένα όντα, ένα σύμπαν από μικροδιαφορές, οι οποίες ευνόησαν διάφορες μορφές οικειοποίησης (από τη θεωρητική κοινή χρήση, μέχρι τη στεγνή πρόσληψη των κοινότυπων σλόγκαν) μιας συζήτησης πολύπλοκης όπως εκείνη του Νέγκρι. Μια πολυσημία που εξηγεί αρκετά για τη διαρκή εκδοτική επιτυχία, όσο και για την επιρροή που άσκησε ευρύτερα -πέρα από εκείνη στις νεο-αυτόνομες συλλογικότητες.

Μένει να λυθεί ο γρίφος του αντικομμουνισμού. Στα κινήματα μετά το ’68, αυτό το αίσθημα αναπτύχθηκε μέσα στο πέρασμα του χρόνου, αρχής γενομένης από τα χρόνια του Εβδομήντα του 1900. Αρχικά, γεννήθηκε με το κράτημα αποστάσεων από τον υπαρκτό σοσιαλισμό που ακολούθησε τα γεγονότα στη Βουδαπέστη και την Πράγα, τα οποία ποτέ δεν συνδέθηκαν με μια σοβαρή ανάλυση των εσωτερικών αντιθέσεων του σοβιετικού καθεστώτος. Μια έλλειψη που καλύφθηκε στα γρήγορα με την ετικέτα του απολυταρχισμού [30]. Νέες ισχυρές δόσεις προς αυτή την κατεύθυνση ήρθαν με τη στροφή του Μπερλιγκουέρ (με τη γνωστή διακήρυξη του για την εξάντληση της πρωθητικής ορμής της Οκτωβριανής Επανάστασης), καθώς και από την αποτυχία της πολιτισμικής Επανάστασης στην Κίνα που προκάλεσε τη “μετάνοια” ενός δυτικού μαοϊσμού – οπερέτα, ο οποίος -αγνόωντας την κινέζικη ιστορία και πραγματικότητα- απέρριψε τις μεταρρυθμίσεις των χρόνων του Εβδομήντα, ως μια επιστροφή στον καπιταλισμό. Τη στιγμή της πτώσης του Τείχους, η στροφή είχε ολοκληρωθεί: η ανθρωποπλημμύρα των νέων (λίγο ή πολύ προερχόμενων από τα προαναφερθέντα κοινωνικά στρώματα) που γιόρταζαν το “θρίαμβο της δημοκρατίας”, αγνοούσαν εντελώς τις συνέπειες ενός γεγονότος που έμελλε να τσακίσει τις φιλοδοξίες των υποτελών τάξεων όλων των δυτικών Χωρών, και ν’ ανοίξει το δρόμο στο αυτοκρατορικό σχέδιο της κεφαλαιοκρατίας υπό την αστερόεσσα. Οι ζυμώσεις του κριτικού αναστοχασμού της μαρξιστικής θεωρητικής κληρονομιάς που ωρίμασαν στην Ασία και τη Λατινική Αμερική δεν έφτασαν ποτέ στ’ αυτιά των διάφορων εγχώριων εκδοχών της αριστεράς, αυτής που είχε συνθλιβεί από τις αρχές και της αξίες της ευρωπαϊκής και αμερικανικής κουλτούρας, επιβεβαιώνοντας την παρακαταθήκη του ύστατου Γκεόργκ Λούκατς [31], του μεγαλύτερου σύγχρονου μαρξιστή φιλόσοφου. Γι’ αυτό και δεν είναι παρακινδυνευμένος ο ισχυρισμός πως οι τωρινές δυτικές εκδοχές της αριστεράς δεν είναι μονάχα ομόφωνα ταγμένες στο φιλελεύθερο στρατόπεδο, αλλά είναι δηλωμένα αντικομμουνιστικές και έχουν ελάχιστα ή δεν έχουν τίποτα να μοιραστούν με το μαρξισμό.

Κι όμως. Ο Νέγκρι, δοξασμένος ως γκουρού από τις εκδοχές αυτης της γενετικά μεταλλαγμένης αριστεράς, δεν έπαψε ποτέ να δηλώνει κομμουνιστής και μαρξιστής. Εξήγησα γιατί δεν θεωρώ ορθή την πρώτη δήλωση. Η αμφισβήτηση της δεύτερης είναι μια άλλη ιστορία. Για να ειπωθεί ότι ο Νέγκρι δεν ήταν μαρξιστής θα ήταν αναγκαία η απόδειξη πως οι δικές του ερμηνείες της σκέψης του Μαρξ ήταν αβάσιμες και εντελώς αυθαίρετες. Κάτι που -όπως ορθά επιχειρηματολογεί ο Κοστάνζο Πρέβε [32]- είναι εξ’ ορισμού αδύνατο, με την έννοια ότι θα έπρεπε να παραδεχθούμε ότι υπάρχει μια “αυθεντική ερμηνεία” του έργου του Μαρξ. Ανόητη υπόθεση αφού “εκατό χρόνια ερμηνειών”, γράφει, “φράζουν το δρόμο του ταξιδιού προς την αυθεντική και πρωτότυπη επαφή με τον Μάρξ”. Έπειτα, προσθέτει ότι οι “παρερμηνείες” των γραπτών του Μαρξ δεν είναι καρπός “εννοιολογικών λαθών”, αλλά αντίθετα “εικόνες του κόσμου” που αντικατοπτρίζουν συγκεκριμένα ιστορικά εμπόδια: η ενσωμάτωση της αρχικής μαρξιστικής συζήτησης ενός νέου ιδεολογικού σχηματισμού, “είναι μια μορφή ύπαρξης αναγκαίας για τον μαρξισμό, όπως και κάθε μορφή παραγωγής υπάρχει μονάχα στη συγκεκριμένη μορφή ενσωμάτωσης σ’ έναν οικονομικό κοινωνικό σχηματισμό”. Ούτε μπορούν ν’ απορριφθούν αυτές οι ιδεολογίες ως καρποί μιας “ψευδούς συνείδησης”, από τη στιγμή που πρόκειται για ιδανικά εργαλεία που οι άνθρωποι αρπάζουν στις συγκρούσεις που γεννιούνται από τις αντιθέσεις της ιστορικής διαδικασίας. Αν αυτό αληθεύει -κι εγώ πιστεύω ότι ισχύει- κανένας δεν μπορεί ν’ αρνηθεί στον Νέγκρι το δικαιώμα να δηλώνει μαρξιστής. Κάτι το οποίο δεν απαγορεύει την κριτική της “παρερμηνείας” του για το έργο του Μάρξ, αποδεικνύοντας την περιορισμένη και ανάλογη (συνδεδεμένη δηλαδή με τα συμφέροντα και την κουλτούρα μειοψηφικών κοινωνικών στρωμάτων) αξία της. Όπως επίσης και την αντιπαράθεση μιας αποτελεσματικότερης ανάγνωσης του, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της παρούσας εποχής.

Ολοκληρώνοντας και συνοψίζοντας: τι θα έλεγα στον Νέγκρι αν είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε πρόσωπο με πρόσωπο τις θέσεις του. Θα του έλεγα ότι ο τρόπος που εννόησε την παρακαταθήκη του Μαρξ βασίζεται παράδοξα (επίρρημα που δικαιολογείται από την φήμη του ως αιρετικού), σε μερικές “ορθόδοξες” -και εντελώς αναχρονιστικές όπως έχω επιχειρηματολογήσει αλλού [33]- όψεις της μαρξιστικής παράδοσης: ένα μείγμα οικονομικισμού και ιστορικισμού (δηλαδή, η ιδέα ότι οι έμφυτες αντιθέσεις του τρόπου παραγωγής οδηγούν αναγκαστικά στο ξεπέρασμα του καπιταλισμού). Η άκριτη αποθέωση της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου, οι παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνικής εργασίας ως συλλογική διάνοια [general intellect]. Μια κοσμοπολίτικη οπτική του διεθνισμού (που επιφέρει την απόλυτη απόρριψη της εθνικής διάστασης), συνδεδεμένη με τον ευρωκεντρισμό (την άρνηση του στρατηγικού ρόλου των επαναστάσεων στον Τρίτο Κόσμο και η απόδοση της πολιτισμικής, κοινωνικής και πολιτικής υπεροχής στους ευρωπαϊκούς και τους βορειοαμερικανικούς λαούς). Θα του έλεγα ότι ακριβώς αυτή η πίστη στις πιο χρονολογημένες όψεις της μαρξιστικής παράδοσης που εμποδίζοντας τον από το ν’ αναλύσει τις συνθήκες ξεπεράσματος του καπιταλισμού στο παρόν, μέσα στη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα, τον παρεμπόδισαν εξίσου από το να επαναπροσδιορίσει τις μορφές του κομμουνισμού που είναι εφικτές στο σήμερα. Εν τέλει για όλους αυτούς τους λόγους θα του έλεγα ότι θεωρώ την διεκδίκηση της κομμουνιστικής ταυτότητας του ως μια συμβολική μαρτυρία, από την οποία και προέκυψε το αθέλητο αποτέλεσμα να νομιμοποιηθεί η κουλτούρα των κινημάτων που είναι τα πάντα εκτός από κομμουνιστικά.

Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι σήμερα μπορούμε να αυτοπροσδιοριζόμαστε ως κομμουνιστές χωρίς ν’ αναγνωρίζουμε ότι η ζωντανή μαρτυρία του αντικαπιταλιστικού αγώνα έχει περάσει από τα χέρια των δυτικών Χωρών σ’ εκείνα των ασιατικών, λατινοαμερικανικών (και σύντομα μακάρι των αφρικανικών) λαών, οι οποίοι με την επαναστατική πράξη [prassi], επαναπροσδιόρισαν της συνθήκες της μετάβασης, αλλά και τη ίδιας της ιδέας για το σοσιαλισμό [34]. Όσον αφορά τις προοπτικές αναγέννησης ενός δυτικού κομμουνιστικού κινήματος [35] που βρίσκεται βυθισμένο στην ασημαντότητα, νομίζω ότι συνδέονται με την αλλαγή παραδείγματος που υπαινίχθηκε ο Τρόντι στα τελευταία του, ανακαλώντας τον Βάλτερ Μπένγιαμιν [37]. Ακολουθώντας τα χνάρια του μεγάλου αιρετικού της Σχολής της Φρανκφούρτης, ο Τρόντι ορίζει τις επαναστάσεις του 1900 ως τις ισάριθμες απόπειρες εναντίωσης στην εισβολή μέσα στην κοινωνία, στα βαρβαρικά ζωώδη ένστικτα από πλευράς του καπιταλισμού. Το προπατορικό αμάρτημα μεγάλης μερίδας της μαρξιστικής κουλτούρας έγκειται στην περιγραφή της σοσιαλιστικής επανάστασης ως ολοκλήρωση της αστικής επανάστασης, δηλαδή ως μια επιτάχυνση προς τη νεωτερικότητα [modernità]. Αυτή η οπτική γωνία, βαθιά ριζωμένη μέσα στη 2η Διεθνή και τη γερμανική Σοσιαλδημοκρατία, αποτελώντας τη θεωρητική και οργανωτική ραχοκοκαλιά τους, βασιζόταν στην πεποίθηση ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων θα καθόριζε αυτόματα τη μετάβαση σε μια πιο προηγμένη κοινωνική μορφή. Κριτικάροντας αυτήν την αυταπάτη, ο Μπένγιαμιν βεβαίωνε ότι “τίποτα δεν διέφθειρε περισσότερο τους Γερμανούς εργαζόμενους από την βεβαιότητα πως κολυμπούν με το ρεύμα” και ο Τρόντι πρόσθεσε ότι από ένα συγκεκριμένο ιστορικό σημείο κι έπειτα, η επιταγή να είμαστε μοντέρνοι συμπίπτει με το να είμαστε με την ανάπτυξη της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Σ’ αυτήν την αντίληψη συνέχειας αντιπαρατέθηκε εκείνη του Λένιν, δηλαδή η ιδέα μιας επαναστατικής θέλησης που διακόπτει ξαφνικά τη “φυσιολογική” ροή των ιστορικών γεγονότων, επιβάλλοντας τα δίκια της κοινωνικής αναπαραγωγής ενάντια σ’ εκείνα της οικονομικής προόδου. Κάτι που κάνει την επανάσταση του ’17 να παρουσιάζει -με την αστική έννοια- περισσότερα συντηρητικά παρά προοδευτικά χαρακτηριστικά.

Μια αναφορά στην αναγκαιότητα ξεπεράσματος της οπτικής της προοδευτικής αριστεράς, εκείνης που δοξάζει τον νεωτερικό ατομικισμό και αναιρεί -όταν δεν τα δαιμονοποιεί ως αντιδραστικά- τα δίκια της κοινότητας και της παράδοσης, βρίσκουμε στο προαναφερόμενο βιβλίο του Βιτσέντζο Κόστα, εκεί που ο συγγραφέας γράφει ότι οι παραδόσεις είναι μορφές του δεσμού και οι αγώνες του εργατικού κινήματος υπήρξαν πάντοτε αγώνες που αντιστέκονταν ενάντια στη διάλυση αυτού του δεσμού και προσθέτει: αγνοώντας αυτό το ιστορικό δεδομένο, ο μαρξισμός τείνει ν’ αφήνεται έτσι ώστε να του διαφεύγει το βίωμα των λαϊκών τάξεων, στο βαθμό εκείνο που εννοεί την τάξη ως ένα στατικό κοινωνιολογικό δεδομένο, ορισμένο αποκλειστικά από τη σχέση με τα μέσα παραγωγής και όχι ως μια διάρθρωση συγκεκριμένων ανθρώπινων σχέσεων, μια δομή από προσωπικούς, οικογενειακούς και κοινοτικούς δεσμούς. Μου έρχεται να προσθέσω ότι αυτές οι σκέψεις που συμμερίζομαι απόλυτα, μπορούν να διασυνδεθούν με μια ριζοσπαστικότερη κριτική της δυτικής κουλτούρας, με την έννοια ότι η αφαίρεση -την οποία και φώτισε ο Κόστα- είναι η απαραίτητη και αναπόφευκτη κατάληξη του αφηρημένου ατομικισμού και του αφηρημένου οικουμενισμού που χαρακτηρίζουν την οπτική μας για τη νεωτερικότητα [37]. Αλλά αυτή είναι μια άλλη συζήτηση που επιφυλλάσομαι ν’ αντιμετωπίσω αλλού.

Μια τελευταία σημείωση: έχω υπ’ όψην μου ότι αυτό το άρθρο θα εξαγριώσει εκείνους τους θαυμαστές του Νέγκρι που -εκτός από το να μη συμμερίζονται τις κριτικές που του απευθύνω- θεωρούν “ασεβή” τη μεταφορά του τίτλου. Θα μπορούσα ν’ ανταπαντήσω ότι η κριτική, όσο σκληρή κι αν είναι, είναι μια εκδήλωση σεβασμού προς έναν συγγραφέα του οποίου η σημασία αναγνωρίζεται. Όσον αφορά τον τίτλο, καλώ να διαβαστεί ως μια αναγνώριση του γεγονότος ότι ο Νέγκρι την έφοδο στον ουρανό ήθελε ακόμα να την κάνει, ακόμα και με το δικό του τρόπο, ενώ θεωρώ ότι οι fans της “ανταγωνιστικής” αριστεράς δεν έχουν καμία τέτοια πρόθεση.

Σημειώσεις του Συγγραφέα

[1] A. Negri (επιμέλεια: G. De Michele). Storia di un comunista [Ιστορία ενός κομμουνιστή]. Εκδ. Ponte alle Grazie, Μιλάνο 2015.

[2] M. Hardt, A. Negri. Αυτοκρατορία. Η νέα τάξη της παγκοσμιοποίησης. Εκδ. Rizzoli, Μιλάνο 2001. Στα ελληνικά: Εκδ. Scripta, Aθήνα 2002.

[3] V. Giacché. Hegel. La dialettica. Introduzione al pensiero hegeliano [Χέγκελ. Η διαλεκτική. Εισαγωγή στη χεγκελιανή σκέψη]. Εκδ. Diarkos, Ρέτζιο Εμίλια 2023.

[4] R. Bodei. “La dialettica nella storia della filosofia” [“Η διαλεκτική στην ιστορία της φιλοσοφίας”] στο V. Giacché, ο.π.

[5] M. Tronti. Operai e capitale [Εργάτες και κεφάλαιο]. Εκδ. Einaudi, Τορίνο 1966.

ΣτΜ: Σχετικά μ’ αυτό το γραπτό του Τρόντι – σημείο αναφοράς του ιταλικού εργατισμού, κυκλοφόρησε στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Ελευθεριακή Κουλτούρα στην Αθήνα το 2016, η συλλογή κειμένων των Antonio (Toni) Negri, Franco Berardi “Bifo” και Μario Tronti. Εργάτες και Κεφάλαιο. Για τα 50 χρόνια από την έκδοση του.

[6] A. Negri. Trentatré lezioni su Lenin [Τριάντα τρία μαθήματα για τον Λένιν]. Εκδ. Μanifestolibri. Ρώμη 2008.

[7] F. Milanesi. Nel Novecento. Storia, teoria, politica nel pensiero di Mario Tronti [Μέσα στο Χίλια Εννιακόσια. Ιστορία, θεωρία, πολιτική στη σκέψη του Μάριο Τρόντι]. Εκδ. Mimesis. Μιλάνο – Ούντινε 2014.

[8] Ο Τρόντι ανέκτησε τον ορισμό της πολιτικής ως το χάρισμα της χάραξης του συνόρου μεταξύ φίλου και εχθρού, από ένα μεγάλο συντηρητικό φιλόσοφο όπως ο Καρλ Σμιτ. Μια επιλογή για την οποία κατηγορήθηκε από μια αριστερή κουλτούρα, συνηθισμένη να κοιτάει το δάχτυλο αντί για το φεγγάρι. (Ένα φεγγάρι που στην προκειμένη περίπτωση είναι η σύγκλιση της αντίληψης περί του πολιτικού μεταξύ Σμιτ και Λένιν).

[9] Από M. Revelli, Oltre il Novecento. La politica, le ideologie e le insidie del lavoro [Πέρα από το Χίλια Εννιακόσια. Η πολιτική, οι ιδεολογίες και οι παγίδες της εργασίας]. Εκδ. Einaudi, Τορίνο 2001.

[10] Cfr. J-F Lyotard, Η μεταμοντέρνα κατάσταση. Αναφορά στη γνώση. Εκδ. Feltrinelli, Μιλάνο 1981. Στα ελληνικά: Εκδ. Γνώση, 2008.

[11] Cfr. F. Fukuyama, Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος. Εκδ. Rizzoli, Μιλάνο 2003. Στα ελληνικά: Εκδ. Λιβάνης, 1992.

[12] Ανάμεσα σε άλλα: Cinque lezioni su Impero e dintorni [Πέντε μαθήματα για την Αυτοκρατορία και τα περίχωρα] Εκδ. Raffaello Cortina, Μιλάνο 2003 – Movimenti nell’Impero [Κινήματα μέσα στην Αυτοκρατόρια]. Εκδ. Raffaello Cortina, Μιλάνο 2006 – Inventare il comune [Να εφεύρουμε τα κοινά]. Εκδ. DeriveApprodi. Ρώμη 2012.

[13] Από E. Laclau, La ragione populista [Ο λαϊκιστικός λόγος]. Εκδ. Laterza, Ρώμη – Μπάρι 2008. Επίσης του ίδιου, Le fondamenta retoriche della società [Τα ρητορικά θεμέλια της κοινωνίας]. Εκδ. Mimesis, Μιλάνο – Ούντινε 2017.

[14] Κριτική στην τεχνολογική αισιοδοξία του Νέγκρι και άλλων μετα-εργατιστών συγγραφέων άσκησα, με ιδιαίτερη αναφορά στη ψηφιακή επανάσταση, στα ακόλουθα έργα: Utopie letali. Contro l’ideologia postmoderna [Θανατηφόρες ουτοπίες. Ενάντια στη μεταμοντέρνα ιδεολογία]. Εκδ. Jaka Book, Μιλάνο 2013 και στο Felici e sfruttati [Χαρούμενοι και εκμεταλλευόμενοι]. Εκδ. Egea, Μιλάνο 2011.

[15] Ο Pierre Rosanvallon περιγράφει μ’ αυτόν τον τρόπο την πολιτική φιλοσοφία των νέων κινημάτων στο Controdemocrazia. La politica nell’era della sfiducia [Αντιδημοκρατία. Η πολιτική στην εποχή της δυσπιστίας]. Εκδ. Castelvecchi, Ρώμη 2012.

[16] Για την έννοια του άυλου καπιταλισμού, στο A. Gorz, L’immateriale. Conoscenza, valore e capitale [Το άυλο. Γνώση, αξία και κεφάλαιο]. Εκδ. Bollati Boringhieri, Τορίνο 2003.

[17] Μια ριζοσπαστική εκδοχή αυτής της έννοιας, ως καθοριστικού παράγοντα για την μετάβαση σε μια μετακαπιταλιστική κοινωνία, υπάρχει στο μανιφέστο της επιτάγχυνσης των N. Snricek και A. Williams από το Inventare il futuro. Per un mondo senza lavoro, [Να εφεύρουμε το μέλλον. Για ένα κόσμο χωρίς εργασία]. Εκδ. Nero Editions, Ρώμη 2018.

[18] Σχετικά, βλ. Dell’estremo possibile [Για το εφικτό άκρο]. Εκδ. Ediesse, Ρώμη 2011 και στο Dello spirito libero [Για το ελεύθερο πνέυμα]. Εκδ. Il Saggiatore, Μιλάνο 2015.

[19] L. Boltanski, E. Chiapello, Il nuovo spirito del capitalismo [Το νέο πνεύμα του καπιταλισμού]. Εκδ. Mimesis, Μιλάνο – Ούντινε 2014.

[20] Από C. Formenti, Guerra e rivoluzione [Πόλεμος και επανάσταση], τόμος I. Le macerie dell’impero [Τα συντρίμμια της αυτοκρατορίας]. Κεφάλαιο V. “I volti del nemico. Le sinistre del capitale” [“Τα πρόσωπα του εχθρού. Οι αριστερές του κεφαλαίου”].

[21′] J-C Michéa, I misteri della sinistra [Τα μυστήρια της αριστεράς]. Εκδ. Neri Pozza, Βιτσέντζα 2013, βλ. επίσης το Il lupo nell’ovile [O λύκος μέσα στο μαντρί]. Εκδ. Meltemi, Μιλάνο 2020.

[22] Ανέλυσα τη σκέψη του Costanzo Preve σ’ ένα πρόσφατο άρθρο που δημοσιεύθηκε εδώ: https://socialismodelsecoloxxi.blogspot.com/2023/11/preve-dieci-anni-dalla-morte-luci-e.html

[23] Για μια κριτική του αυταρχισμού της ιδεολογίας του πολιτικά ορθού, στο J. Friedman, Politicamente corretto. Il conformismo morale come regime [Πολιτικά ορθό. Ο ηθικός κομφορμισμός ως καθεστώς]. Εκδ. Meltemi, Μιλάνο 2018.

[24] Από V. Costa, Categorie della politica. Dopo destra e sinistra [Κατηγορίες της πολιτικής. Μετά τη δεξιά και αριστερά]. Εκδ. Rogas, Ρώμη 2023.

[25] Η κοινωνική – πολιτισμική ταυτότητα, με τις τρέχουσες ιδεολογιές της αριστεράς και της μεσαίας και υψηλής αστικής τάξης, πιστοποείται από την ανάλυση των εκλογικών ποσοστών, που βλέπουν την προοδευτική ψήφο να συγκεντρώνεται στα αναπλασμένα κέντρα των μεγαλουπόλεων.

[26] Για την έννοια της μεταδημοκρατίας. Από C. Crouch, Postdemocrazia [Μεταδημοκρατία]. Εκδ. Laterza, Ρώμη – Μπάρι 2003.

[27] Η έννοια της αστικοποίησης των εργαζόμενων τάξεων γεννιέται μέσα στον αμερικανικό ακαδημαϊκό κόσμο στα μεταπολεμικά χρόνια και βρίσκει μεταξύ άλλων υποστήριξη με κύρος, από τον Herbert Marcuse.

[28] Σχετικά με τον πολλαπλασιασμό των ατομικών δικαιωμάτων που διεκδικούνται από τις πιο ανόμοιες (μεταξύ τους) κοινωνικές ομάδες. S. Rodotà, Il diritto di avere diritti [Το δικαίωμα να έχεις δικαιώματα]. Εκδ. Laterza, Ρώμη – Μπάρι 2012.

[29] Η πολιτική προσέγγιση που περιγράφεται από τον Pierre Rosanvallon στο προαναφερθέν βιβλίο του Controdemocrazia (βλ. σημείωση 15). Όχι τυχαία, ο Rosanvallon συνδέει αυτή την ανάγνωση της έννοιας της governance [διακυβέρνησης] με τη σκέψη του Antonio Negri.

[30] Στο τελευταίο βιβλίο μου (βλ. σημείωση 20), ασκώ κριτική σ’ αυτήν την απλοποίηση, εμπνευσμένη από εκείνη την μέτρια πολιτική στοχάστρια που υπήρξε η Hannah Arendt, αναφέροντας μεταξύ άλλων τα γραπτά της Rita di Leo σχετικά με τη Σοβιετική Ένωση (βλ. ιδιαίτερα το L’esperimento profano. Εκδ. Futura, Ρώμη 2011.

[31] Από G. Lukacs, Ontologia dell’essere sociale [Οντολογία του κοινωνικού είναι], 4 τόμοι. Εκδ. Meltemi, Μιλάνο 2023.

[32] Από C. Preve, La filosofia imperfetta. Una proposta di ricostruzione del marxismo contemporaneo [Η ατελής φιλοσοφία. Μια πρόταση αποκατάστασης του σύγχρονου μαρξισμού]. Εκδ. Franco Angeli, Μιλάνο 1984.

[33] Από Felici e sfruttati, ο.π. Utopie letali, ο.π και Il socialismo è morto. Viva il socialismo [Ο σοσιαλισμός είναι νεκρός. Ζήτω ο σοσιαλισμός], Meltemi, Milano 2019.

[34] Στο πρώτο και το τρίτο από τα κεφάλαια του τόμου Guerra e rivoluzione, ο.π, παραθέτω ένα ριζικό επαναπροσδιορισμό των θεωριών της μετάβασης υπό το αντίστοιχο φως της εμπειρίας της Κινεζικής επανάστασης και των Βολιβαριανών επαναστάσεων.

[35] Από D. Losurdo, Il marxismo occidentale. Come nacque, come morì, come può rinascere [Ο δυτικός μαρξισμός. Πως γεννήθηκε, πως πέθανε, πως μπορεί να ξαναγεννηθεί]. Εκδ. Carocci, Roma 2021.

[36] Στο W. Benjamin, Angelus Novus. Εκδ. Einaudi, Τορίνο 1962.

[37] Η κριτική του δυτικού οικουμενισμού είναι μια επίπονη υπόθεση που ισοδυναμεί με το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών με μια σειρά -ισμών: προοδευτισμός, διαφωτισμός, ατομικισμός, ευρωκεντρισμός κλπ. Πολλοί και από τους συγγραφείς που αναφέρονται σ’ αυτό το άρθρο (όπως ο Michéa, Preve και ο ίδιος ο Losurdo), που ανέλαβαν αυτήν τη δύσκολη επιχείρηση εκκινώντας από την κριτική των προοδευτικών φιλελεύθερων αριστερών, τα κατάφεραν μονάχα εν μέρει στον επαναπροσδιορισμό της εργαλειοθήκης για μια συνεπή, αντικαπιταλιστική και αντιαστική σκέψη. Το ίδιο ισχύει και για τον Vincenzo Costa που παράθεσα επανειλημένα, ο οποίος, όπως επιχειρηματολογεί ο Alessandro Visalli [ https://tempofertile.blogspot.com/2023/12/vincenzo-costa-lassoluto-e-la-storia.html ], παραμένει παγιδευμένος μέσα στην ωμή επιλογή μεταξύ “κριτικού” οικουμενισμού (αν και πάντοτε ριζωμένου στην ευρωπαϊκή παράδοση) και σχετικισμού.

[*] Ο Carlo Formenti (1947) αποφοίτησε από τη Σχολή Πολιτικών Eπιστημών του Πανεπιστημίου της Πάντοβας. Συγκροτήθηκε μαρξιστικά και στα χρόνια της δεκαετίας του 1970 θα στρατευθεί πολιτικά στην Ομάδα Γκράμσι [Gruppo Gramsci], η οποία γεννήθηκε μετά την αποσύνθεση του μαοϊκού Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας (μ-λ) [PCd’I (m-l)] που είχε ιδρυθεί το 1966, από “μια διάσπαση προερχόμενη από τον αντιρεβιζιονιστικό χώρο του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI)” .

Από το 1970 ως το 1974 θα εργαστεί ως συνδικαλιστικός λειτουργός της Ομοσπονδίας των Εργαζομένων Μεταλλουργών [Federazione dei Lavoratori Metalmeccanici]. Μετά τη διάλυση της Ομάδας Γκράμσι, θα συμμετάσχει στην αρχική φάση της εμπειρίας της Εργατικής Αυτονομίας [Autonomia Operaia], από την οποία και απομκαρύνεται σταδιακά στο δεύτερο μισό εκείνης της δεκαετίας.

Από το 1980 ως το 1989 θα εργαστεί ως αρχισυντάκτης του πολιτιστικού περιοδικού Alfabeta. Έπειτα, θα εργαστεί στο πολιτιστικό τμήμα του περιοδικού L’ Europeo και της εφημερίδας Corriere della Sera. Από τις αρχές εκείνης της δεκαετίας μέχρι σήμερα, έχουν κυκλοφορήσει πολλά βιβλία του, στα οποία (μεταξύ άλλων) καταπιάνεται με τις νέες τεχνολογίες και την επίδραση που αυτές άσκησαν στην οργάνωση της εργασίας, τις δυναμικές του διαδικτύου και τις αλλαγές που επέφεραν σε οικονομικό αλλά και ανθρωπολογικό επίπεδο, καθώς και με τα ζητήματα της γνωσιακής εργασίας, της εκμετάλλευσης και της απόσπασης της υπεραξίας στη ψηφιακή κοινωνία.

Το 2002, δίδαξε ως συμβασιούχος καθηγητής “Θεωρία και τεχνική των νέων media” στο Πανεπιστήμο του Λέτσε, όπου από το 2006 εργάζεται ως ερευνητής και επίκουρος καθηγητής. Το Μάη του 2020 γράφτηκε στο (εξωκοινοβουλευτικό) Κομμουνιστικό Κόμμα (Partito Comunista),παίρνοντας για πρώτη φορά στη ζωή του μια κομματική ταυτότητα.

[Απόσπασμα από το βιογραφικό σημείωμα του στο Wikipedia]

 

[ΚτΒ] Αλληλεγγύη στους 2 συντρόφους που διώκονται για αντιφασιστικές άμεσες δράσεις σε χρυσαυγίτικες γιάφκες [Δίκη. 29/1. Εφετείο Αθηνών]

Δεν μπορούμε να συντρίψουμε τον φασισμό σε συνεργασία με τη δημοκρατική κυβέρνηση, αλλά μόνο σε πείσμα της δημοκρατικής κυβέρνησης. Ξέρουμε ότι καμία κυβέρνηση δεν επιθυμεί πραγματικά το ξερίζωμα του φασισμού, γιατί οι αστοί είναι υποχρεωμένοι να καταφεύγουν σε αυτόν όταν βλέπουν ότι κινδυνεύουν να τους φύγει η εξουσία από τα χέρια.

Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι

Αθήνα. 1/11/2019. Έξι χρόνια μετά από τότε που “εκεί εκεί στο βόρειο Τομέα τα τάγματα εφόδου ξαπλώσανε ωραία”, εμπρηστική άμεση δράση ενάντια στην κεντρική γιάφκα των χιτλεροκυπατζήδων της Χ.Α στο Σταθμό Λαρίσης, καταστρέφει τον 2ο όροφο, οπού στεγαζόταν (μεταξύ άλλων) το πολιτικό γραφείο του παρακρατικού – κατά φαντασία “φύρερ” της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης Ν. Μιχαλολιάκου.

Άμεσα, οι “αντι”τρομοκράτες της ΓΑΔΑ της Γ’ Ελληνικής “Δημοκρατίας” στρώνονται στη δουλειά και -με την συνεργασία των πάντα πρόθυμων δημσιογραφικών παπαγάλων τους στα ΜΜΕ- δημιουργούν τρομολαγνικό κλίμα που διαχρονικά κρίνεται απαραίτητο, για το φόρτωμα κατασκευασμένων κατηγορητηρίων ενάντια σε αγωνιστές και αγωνίστριες που παλεύουν πολύμορφα, ενάντια στο Κεφάλαιο, το Κράτους του και τα παρακρατικά οικόσιτα τους.

Στο άμεσο στόχαστρο της κρατικής καταστολής και της αργυρώνητης καθεστωτικής προπαγάνδας, θα τεθεί η ομάδα αναρχικών και κομμουνιστ(ρι)ών Ταξική Αντεπίθεση, έξω από τον πολιτικό χώρο της οποίας στα Εξάρχεια, θα εντοπιστεί λίγες μέρες αργότερα, κατά τη διάρκεια συνέλευσης, παρκαρισμένο ασφαλίτκο όχημα με μικροκάμερα στραμμένη στο εσωτερικό του, το οποίο μετά την περικύκλωση του, θα φυγαδευτεί -άρον άρον- με τη συνδρομή των ΜΑΤ.

Παράλληλα, αστυνομικές συσκευές γεωεντοπισμού εντοπίζονται σε οχήματα συντρόφων και συντρόφισσων, ενώ κατευθυνόμενα (από το υπουργείο “Προστασίας του Πολίτη” του παρασημοφορημένου από το FBI, πολλάκις πρώην και εκ νέου “σερίφη” Χρυσοχοΐδη) δημοσιεύματα στοχοποιούν την πολιτική συλλογικότητα των συντρόφων και των συντροφισσών μας, ως «ορμητήριο βομβιστικών και εμπρηστικών επιθέσεων» και «δεξαμενή τρομοκρατών».

16/12/2019. Το κατασταλτικό «κυνήγι μαγισσών» των αστυνομικόδικαστικών ομοϊδεατών της Χ.Α παρουσιάζει τη λεία του. Δύο αντιφασίστες σύντροφοι, ο Δ. και ο Κ, συλλαμβάνονται από την “Αντι”τρομοκρατική με έωλα ως ανύπαρκτα στοιχεία.

Οι 2 σύντροφοι θα κατηγορηθούν από την αστική “δικαιοσύνη” με τον “αντι”τρομοκρατικό 187Α και θα τους επιβληθούν δυσβάκτατοι περιοριστικοί όροι, μεταξύ των οποίων το “πάγωμα” των τραπεζικών λογαριασμών τους, ακόμα κι εκείνων της μισθοδοσίας από την εργασία τους. Οι υπέρογκοι οικονομικοί όροι για την αποφυγή της προφυλάκισης τους, θα καλυφθούν συλλογικά – κινηματικά – συντροφικά, με μια ευρεία καμπάνια οικονομικής ενίσχυσης στην αθηναϊκή μητρόπολη, όλη τη χώρα και το εξωτερικό. Μια καμπάνια από εκείνες που υπενθυμίζουν έμπρακτα πως η Αλληλεγγύη ήταν, είναι και θα είναι το όπλο μας, όπως αρμόζει σ’ όσους και όσες συνεχίζουν ν’ αντιστέκονται και να μάχονται, αδιάκοπα και πολύμορφα, για το Δίκιο και τη Λευτεριά.

Σύμφωνα με το (βγαλμένο από τα “αντι”τρομοκρατικά χαλκεία) κατηγορητήριο της αστικής “δικαιοσύνης”, οι 2 σύντροφοι υπήρξαν μέλη της οργάνωσης «Ταξιαρχία», που έδρασε στο νομό Αττικής και πραγματοποίησε από τον Μάρτη του 2017, με την παρθενική καταδρομική “επίσκεψη” της (μέρα μεσημέρι) ενάντια στην (τότε) κεντρική γιάφκα της Χ.Α στη λεωφόρο Μεσογείων, με την υπογραφή «Ταξιαρχία Παύλος Φύσσας», συνολικά έξι αντιφασιστικές άμεσες δράσεις ενάντια σε ισάριθμους ναζιστικούς στόχους, μεταξύ των οποίων κι εκείνη τον Γενάρη του 2018 στην Ουκρανική Πρεσβεία στο Ψυχικό.

Οι αντιφασιστικές άμεσες δράσεις για τις οποίες κατηγορούνται οι 2 σύντροφοι είναι εκείνες ενάντια στα ναζιστικά γραφεία στο Μενίδι και το Σταθμό Λαρίσης, τον Μάη και το Νοέμβρη του 2019 αντίστοιχα. Τρία χρόνια μετά τη σύλληψη τους, στο στημένο κατηγορητήριο προστέθηκε και η εμπρηστική επίθεση, τον Φλεβάρη του 2019, ενάντια στα τοπικά γραφεία της Χ.Α Ασπροπύργου από την «Ταξιαρχία Petrit Zifle», η οποία είχε ως αποτέλεσμα το οριστικό κλείσιμο τους.

Μετά από τέσσερα χρόνια αστυνομικοδικαστικής ομηρίας, οι σύντροφοι Δ. και Κ. καλούνται να δικαστούν τη Δευτέρα 29 Γενάρη 2024 στο Εφετείο Αθηνών, με την απειλή της καταδίκης και της φυλάκισης να αιωρούνται πάνω από τα κεφάλια τους.

Ανάμεσα στους μάρτυρες κατηγορίας περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων, ο πρώην χρυσαυγίτης και νυν κατά φαντασία “φύρερ” Ηλίας Κασιδιάρης του ναζιστικού “Εθνικού Κόμματος Έλληνες” (που κρύβονται μέσα στο παρακρατικό – μαφιόζικο κοινοβουλευτικό μόρφωμα των ακροδεξιών “Σπαρτιατών” του πολιτικού γυρολόγου – αχυράνθρωπου Βασίλη Στίγκα), οι χρυσαυγίτες πυρηνάρχες – υπεύθυνοι των γραφείων σε Ασπρόπυργο, Μενίδι και Σταθμό Λαρίσης που δίκαια βρέθηκαν στο στόχαστρο των κινηματικών – αγωνιστικών δυνάμεων του Μαχητικού Αντιφασισμού, καθώς και μπάτσοι της “Αντί”τρομοκρατικής, των ΕΚΑΜ και της Κρατικής Ασφάλειας.

Μια κομβική και δύσκολη πολιτική – δικαστική μάχη, μέσα στη συγκεκριμένη συνθήκη επέλασης του δόγματος “Νόμος και Τάξη” για την επιβολή του κοινωνικού εκφασισμού. Με την πιο νεοφιλελεύθερη – ακροδεξία μεταπολιτευτική κυβέρνηση ΝΔ του Μητσοτάκη του (υ)ιού να προετοιμάζει -μεταξύ άλλων- τη ψήφιση του αντιπρολεταριακού – αντιλαϊκού ν/σ Φλωρίδη για την περαιτέρω αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα. Με την αγωνιζόμενη νεολαία, το μεταναστευτικό – προσφυγικό προλεταριάτο, τους συντρόφους και τις συντρόφισσες και όλους τους πολιτικούς – κοινωνικούς χώρους Αντίστασης & Αγώνα να βρίσκονται αδιάκοπα στο στόχαστρο των ναζιστικών – φασιστικών, παρακρατικών καθαρμάτων.

Μια κομβική και δύσκολη πολιτική – δικαστική μάχη ενάντια στην κρατική καταστολή και το ναζισμό – φασισμό, την οποία οι δύο σύντροφοι μας δεν θα τη δώσουν μόνοι τους.

Πίσω μπάτσοι & δικαστές, παρακρατικά ναζιστικά & φασιστικά καθάρματα.

Εμπρός Σύντροφοι & Συντρόφισσες!

Η Αλληλεγγύη ήταν, είναι & θα είναι το Όπλο μας!

Στηρίζουμε Υλικά – Ηθικά – Πολιτικά τους πολιτικούς κρατούμενους & κρατούμενες και τους διωκόμενους αγωνιστές & αγωνίστριες.

Αλληλεγγύη στους 2 συντρόφους που διώκονται για αντιφασιστικές άμεσες δράσεις σε χρυσαυγίτικες γιάφκες.

Έναρξη Δίκης: Δευτέρα 29 Γενάρη 2024 στο Εφετείο Αθηνών της οδού Λουκάρεως (4ος όροφος, αίθουσα Δ 100 Β’).

Κίνηση της Βιολέττας
Αθήνα. Γενάρης 2024

Νέος Ποινικός Κώδικας | Ταξική Πρωτοβουλία ενάντια στο νομοσχέδιο Φλωρίδη

Το νομοσχέδιο Φλωρίδη έρχεται να συμβάλει καθοριστικά στην αυστηροποίηση του νομικού συστήματος του ελληνικού κράτους. Η αναβάθμιση του νομικού οπλοστασίου του κράτους ορίζεται από τις επιταγές του κεφαλαίου (εθνικού και διεθνούς) για να μπορέσει να αντιμετωπίσει της αναπόφευκτες ταξικές αντιδράσεις που θα προκαλέσει το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης.
Ο νόμος ως αποτέλεσμα ταξικής παλης
Κάθε τι στη δημόσια σφαίρα είναι αποτέλεσμα των ταξικών συσχετισμών και των κοινωνικών διεκδικήσεων, το ίδιο και ο νόμος. Το ελληνικό αστικό μεταπολιτευτικό κράτος, λόγω της έντασης των ταξικών και κοινωνικών κινημάτων που παρήγαγαν τόσο θεσμικές (σοσιαλ)δημοκρατικές λύσεις, όσο και δυναμικές αντιστάσεις που διέρρηξαν το πλαίσιο της αστικής νομιμότητας, δεν κατάφερε να επιβάλει το νόμο και την τάξη με την ίδια ένταση που είχε επιβληθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η ήττα και το τέλος των αγώνων της περιόδου 2006-2012 με κορύφωση την δημοκρατική διέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ, σήμανε και την αρχή του τέλους της μεταπολιτευτικής κινηματικής άνθισης των ταξικών αγώνων. Οι μνημονιακές επιταγές, ήδη από το πρώτο μνημόνιο ξεκίνησαν μια διαδικασία αναβάθμισης του νομικού οπλοστασίου για να διαλύσουν και νομικά τις ήδη φθίνουσες ταξικές αντιστάσεις. Από κυβέρνηση σε κυβέρνηση περνούσε το ένα νομοσχέδιο μετά το άλλο με θέματα κυρίως αντεργατικούς νόμους, την ιδιωτικοποίηση της παιδείας και την αυστηροποίηση του ποινικού κώδικα.
Η σύνθεση του αυξανόμενου βάθους της καπιταλιστικής κρίσης με την κάμψη των ταξικών και κοινωνικών αγώνων έβαλε την τάξη μας και τα κινήματα μας ανάμεσα στο σφυρί και το αμόνι. Από τη μια το κράτος ολοένα και εξασφαλίζει την στρατιωτική και νομική του υπεροπλία για να μπορεί να υπερασπίζεται τα συμφέροντα της αστικής τάξης σε ένα καθεστώς συνεχούς κρίσης. Από την άλλη τα κινήματα κάνοντας λάθη οδηγήθηκαν στην ενσωμάτωση της ήττας και την απομαζικοποίησή τους.
Σήμερα με τον πόλεμο στα σύνορα, τις διεθνείς οικονομικές-ιμπεριαλιστικές συμμαχίες έτοιμες να συγκρουστούν και την κρίση να βαθαίνει, το νομοσχέδιο Φλωρίδη έρχεται να δώσει στο αστικό κράτος όλα τα μέσα που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τις ταξικές αντιστάσεις που έρχονται.
Το νομοσχέδιο
Το ίδιο το νομοσχέδιο ετοιμάστηκε χωρίς τη σύσταση νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, γεγονός που καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση δεν τηρεί ούτε την κατ’επίφαση νομιμότητα που ευαγγελίζεται. Κύριο μέλημα του νομοσχεδίου είναι η επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας. Στο βωμό της ταχύτητας καταβαραθρώνονται τα δικαιώματα των κατηγορουμένων και καταλύονται και τα τελευταία εχέγγυα δίκαιης κρίσης.
Κατά πρώτων αυξάνονται τα ανώτερα όρια ποινών. Συγκεκριμένα, η φυλάκιση θα ανέρχεται πλέον στα 10 ετη, από 8, ενώ η κάθειρξη θα φτάνει τα 25, από τα 20 που ίσχυαν έως σήμερα (Αρ. 94ΠΚ). Επιπλέον, στενεύουν τα όρια για τη χορήγηση αναστολής στους καταδικασθέντες. Μέχρι πρότινος αναστολή δινόταν για πλημμελήματα έως 3 έτη, με τη νέα ρύθμιση ωστόσο αναστολή θα δίνεται για ποινές μέχρι ένα έτος. Εδώ αρκεί να αναφέρουμε ότι, παραδείγματος χάριν, το αδίκημα της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας έχει δυνατότητα ποινής έως ένα έτος, άρα αντιλαμβανόμαστε ότι ο αριθμός των καταδικών με έκτιση της ποινής θα αυξηθεί κατακόρυφα, με ότι αυτό συνεπάγεται για την υπερσυσσώρευση των φυλακών, τα δικαιώματα των κρατουμένων κ.ο.κ. Πρέπει εδώ να αναφερθεί ότι παραβιάζεται και κάθε έννοια αναλογίας δικαίου, καθώς ο ποινικός κολασμός καθίσταται πλέον υπέρμετρα επαχθής και δυσανάλογος σε σχέση με την τελεσθείσσα πράξη. Επομένως, με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε ότι το ν.σ. Φλωριδη αντίκειται στην ίδια την έννοια και τις θεωρίες του νομικού κλάδου, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί εδώ και αιώνες.
Άλλο σημαντικό κομμάτι αποτελεί η δυνατότητα που δίνει το σχέδιο νόμου αυτό στους δικαστές να επιβάλλουν την ποινή του αυτουργού ενός εγκλήματος στο συνεργό, καθώς επίσης και την ποινή του τετελεσμένου εγκλήματος σε αυτόν που έκανε απόπειρα(!). Προσθέτοντας επί της ουσίας μια παράγραφο στα άρθρα 42, 47ΠΚ εξισώνει κατά τρόπο παραδεκτό την ποινική ευθύνη εκείνων που δεν τέλεσαν επί της ουσίας την περιγραφόμενη στον νόμο παράνομη πράξη με εκείνους που την τέλεσαν.
Ως προς τα σημαντικότερα κομμάτια των αλλαγών που συντελούνται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), αυτά είναι αρχικά η κατάργηση των πολυμελών δικαστηριακών συνθέσεων και η μετάθεση του βάρους της εκδίκασης σοβαρότατων υποθέσεων σε μονομελή δικαστήρια. Καταργείται, επί της ουσίας, το πενταμελές εφετείο και επιβαρύνεται ο ρόλος των μονομελων δικαστηρίων, πράγμα που στην πράξη καταργεί κάθε δυνατότητα εσωτερικού ελέγχου (αυτοελέγχου) της δικαστικής εξουσίας, μιας και ένας δικαστής πολύ ευκολότερα διαπράττει λάθη στην κρίση του και αυθαιρετεί.
Μια ταξική, όχι ιδεολογική επίθεση
Αντιλαμβανόμαστε αυτό το νομοσχέδιο ως την πλαισίωση σειράς προηγούμενων νομοσχεδίων, τα οποία έρχονται να περιφρουρήσουν το αστικό κράτος από τις ταξικές απαντήσεις σε μια κατάσταση διαρκούς κρίσης. Διάφορα νομοσχέδια τα οποία πέρασαν (για τις πορείες, ΟΠΠΙ, απεργίες) και δεν εφαρμόστηκαν, έρχεται η ώρα που θα εφαρμοστούν ευκαιριακά ανάλογα την περίπτωση, ώστε το κράτος να μπορέσει να αδρανοποιήσει έμπρακτα με οικονομικές ποινές και μικρές φυλακίσεις τον κόσμο που αγωνίζεται.
Η μείωση του κατώτατου ορίου ποινής για φυλάκιση σημαίνει ότι οι φυλακές θα γεμίσουν από προλετάριους οι οποίοι, στο πλαίσιο αποδοχής της μικρής παραβατικότητας που χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία, θα προσπαθούν να βρουν λύσεις επιβίωσης. Καθημερινές πρακτικές όπως μικροκλοπές στα σούπερ μάρκετ, επανασυνδέσεις ρεύματος, παρεμπόδιση πληστηριασμών καθώς και η μη εξόφληση χρεών, η παράβαση του ΚΟΚ και άλλα θα αποτελούν πλέον μεγάλη οικονομική αφαίμαξη ή και φυλάκιση. Η διάταξη, δε, περί εγκληματικής οργάνωσης ήδη εφαρμόζεται απέναντι κυρίως σε μετανάστες και Ρομά που συλλαμβάνονται για μια υπόθεση και στη συνέχεια, για να αδειάζουν τα αρχεία των ανεξιχνίαστων υποθέσεων, τους χρεώνονται και άλλες παρόμοιες σαν αυτή για την οποία καταδικάστηκαν, με αποτέλεσμα μεγάλες ποινές φυλάκισης. Το ίδιο ισχύει και για τους οπαδούς.
Στα δικά μας χωράφια οι διατάξεις αυτές εφαρμόστηκαν και θα εφαρμοστούν ανανεωμένες στα κατηγορητήρια της ΜΑΣΟΒΚΑ (2021) και του Ρουβίκωνα (2023). Αναγνωρίζουμε, συνεπώς, ότι το νέο νομοσχέδιο Φλωρίδη επηρεάζει και θα επηρεάζει πολύ εντονότερα την κινηματική δράση, δεν μπορούμε όμως να μην αναγνωρίσουμε και το γεγονός ότι η εφαρμογή του θα πλήττει συνολικά την εργατική τάξη, διευρύνοντας την κατάσταση εξαίρεσης σε έναν ολοένα και αυξανόμενο πληθυσμό κρατουμένων. Υπό αυτή την έννοια και με το πλαίσιο που αναφέραμε, κρίνουμε πως η αντίστασή μας σε αυτό το νομοσχέδιο δεν πρέπει να αφορά μόνο το κίνημα, αλλά να απευθυνθεί στο σύνολο της εργατικής τάξης.
Θεωρούμε πως αυτό που φέρνει το νέο νομοσχέδιο θα επηρεάσει τη δράση τόσο του αναρχικού/αντιεξουσιαστικού χώρου όσο, και των συνδικαλιστών και της αριστεράς. Έτσι λοιπόν, ιεραρχούμε αυτό το ζήτημα ως ένα από τα πλέον σημαντικά στη συγκυρία που ζουμε, αντιλαμβανόμενες τη φύση αυτού του νομοσχεδίου ως την επιτομή της νομικής ασπίδας του κράτους απέναντι στις αναπόφευκτες ταξικές αντιδράσεις.
Ταξική Πρωτοβουλία ενάντια στο νομοσχέδιο Φλωρίδη
[*] οι φωτογραφίες προέρχονται από την παρέμβαση, δίπλα απο το ΣτΕ στην οδό Πανεπιστημίου, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 18/1, κατά τη διάρκεια της μαζικής και μαχητικής πανεκπαιδευτικής διαδήλωσης ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

[ΚτΒ] Σαχζάτ Λουκμάν. 11 χρόνια μετά. Δεν Ξεχνάμε – Δεν Συγχωρούμε. Αντιφασιστική Πορεία Μνήμης [Σάββατο 20/1. Πετράλωνα]

Αυτοί που ευθύνονται για το ότι ο πόλεμος με το φασισμό είναι τόσο μακροχρόνιος, είναι αυτοί που κατά καιρούς του πρόσφεραν ειρήνη.

Γερμανός Αντιφασίστας, 1942

Σαχζάτ Λουκμάν 17.1.2013 – 2024. 11 χρόνια μετά ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ τους νεκρούς της Τάξης μας. ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ τους νεοναζί παρακρατικούς δολοφόνους, το Κεφάλαιο και το Κράτος του που τους γεννά και τους τρέφει.

ΟΥΤΕ ΣΠΙΘΑΜΗ ΓΗΣ ΣΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ. Να τσακίσουμε τα φασιστικά παρακρατικά τάγματα εφόδου. ΤΑΞΙΚΟΣ ΜΑΧΗΤΙΚΟΣ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΜΌΣ.

Αλληλεγγύη στους 2 αντιφασίστες συντρόφους που βρίσκονται κατηγορούμενοι για συμμετοχή στην οργάνωση “Ταξιαρχία” και αντιφασιστικές άμεσες δράσεις σε χρυσαυγίτικες γιάφκες. Δίκη. Δευτέρα 29/1. Εφετείο Αθηνών (Λουκάρεως).

Στηρίζουμε – Συμμετέχουμε στην αντιφασιστική πορεία Μνήμης το Σάββατο 20/1 στις 12.00. Πλατεία Μερκούρη. Άνω Πετράλωνα.

Κίνηση της Βιολέττας
Αθήνα, Γενάρης 2024

Ένα Βιογραφικό Σημείωμα του Αντόνιο Νέγκρι [1933 – 2023] από τους συγγραφείς των “Βάρβαρων”.

1983. Ο εκλεγμένος με το Ριζοσπαστικό Κόμμα βουλευτής Αντόνιο Νέγκρι, στα έδρανα της ιταλικής Βουλής.

Με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο του Ιταλού φιλόσοφου και πολιτικού επιστήμονα, καθηγητή και συγγραφέα Αντόνιο (Τόνι) Νέγκρι [Πάντοβα 1/8/1933 – Παρίσι 16/12/ 2023], αναδημοσιεύουμε το ακόλουθο βιογραφικό σημείωμα του. Γράφτηκε κριτικά -από αναρχική σκοπιά- από τους Κροίσο & Οδόθεο, συγγραφείς της έκδοσης “Βάρβαροι. Η άτακτη Ανταρσία” που κυκλοφόρησε στην Ιταλία από τις εκδόσεις ΝΝ τον Σεπτέμβρη του 2002. Μεταφράστηκε στα ελληνικά και κυκλοφόρησε έντυπα, σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, από τις εκδόσεις Τζεντάι στην Αθήνα το φθινόπωρο του 2005 ενώ βρίσκεται διαθέσιμη σε ηλεκτρονική μορφή στο athens.indymedia.org.

Δυο βδομάδες μετά το θάνατο του, την πρωτοχρονιά του 2024 δημοσιεύθηκε διαδικτυακά στο ιταλικό blog πολιτικής ανάλυσης socialismodelsecoloxxi.blogspot.com ένα αναλυτικό κείμενο του Carlo Formenti, ένα βιογραφικό σημείωμα για τη θεωρητική – πολιτική διαδρομή αυτού του “κακού δασκάλου”, γραμμένου κριτικά από κομμουνιστική σκοπιά, με τον εύγλωττο τίτλο “Antonio Negri. Ένας άνθρωπος που ήθελε να ορμήξει στον ουρανό πατώντας στις άκρες των ποδιών”, το οποίο μεταφράζεται στα ελληνικά και θα δημοσιευθεί σύντομα στο prolprot.espivblogs.net.

ΥΓ: Όπως έχει γραφτεί και αλλού: […] Η διαδρομή των ανθρώπων κρίνεται ολάκερη και στο σύνολο της. Ούτε μονάχα από την αφετηρία και τις ενδιάμεσες στάσεις της, ούτε μονάχα από τον τερματικό σταθμό της. Αν και συνήθως, αυτός ο τελευταίος είναι που βαραίνει -ή τουλάχιστον θα έπρεπε…- ιδιαίτερα στο ζύγι του όποιου τελικού απολογισμού που σχετίζεται με τον κάθε ανθρώπινο βίο […] και η κυρτή πλάτη της ιστορίας λαβωμένη μένει, γεμάτη πληγές από τις βουρδουλιές της μνήμης…

Προλεταριακή Πρωτοβουλία
Αθήνα, Γενάρης 2024

Ένα βιογραφικό σημείωμα του Αντόνιο Νέγκρι [1933 -2023] από τους συγγραφείς των “Βάρβαρων” [*] για όσους δεν τον ξέρουν.

Ο Αντόνιο Νέγκρι γεννήθηκε την πρώτη Αυγούστου του 1933 στην Πάντοβα της Ιταλίας, την πολιτισμική πρωτεύουσα των θρησκόληπτων και της άθλιας μπουρζουαζίας του Βένετο. Ο νεαρός Τόνι Νέγκρι, ένας ένθερμος πιστός, ανακάλυψε τη στράτευση όταν έγινε μέλος της θρησκευτικής οργάνωσης “Καθολική Δράση”. Η δεκαετία του ’50, ήταν για την Ιταλία η περίοδος οικονομικής ανάκαμψης, ένα καταπληκτικό καπιταλιστικό φαινόμενο που έμεινε για πάντα χαραγμένο στα μάτια και την καρδιά του Νέγκρι, ο οποίος έχοντας αντικαταστήσει το Θεό με τον Μαρξ, άρχισε να συχνάζει στους κύκλους της Νέας Αριστεράς. Τη δεκαετία του ’60, ο Τόνι Νέγκρι συμμετείχε ενεργά στην επεξεγεργασία του εργατισμού, αρχικά ως εκδότης του περιοδικού Quaderni Rossi (Κόκκινα Τετράδια) και μετέπειτα του Classe Operaia (Εργατική Τάξη). Τι είναι ο εργατισμός; Είναι η ιδεολογία με βάση την οποία, το εργοστάσιο είναι το κέντρο της εργατικής πάλης και οι εργάτες είναι οι μόνοι χτίστες της επανάστασης, γιατί με τον αγώνα τους αναγκάζουν το κεφάλαιο ν’ αναπτυχθεί προς μια απελευθερωτική κατεύθυνση Οι εργατιστές κατηγορούν κόμματα και σωματεία, αλλά αργότερα η κριτική τους περιορίζεται σ’ επίπληξη για το ότι δεν εκπληρώνουν αποτελεσματικά το καθήκον τους. Όσο για όλες τις μορφές έξω απ’ το εργοστασιακό περιβάλλον, καταδικάζονται ή σνομπάρονται. Δεν είναι ανάγκη να πούμε ότι κανένας από τους διάφορους διανοούμενους που έδωσαν ζωή στον εργατισμό, συχνά αποδράσαντες από το Σοσιαλιστικό και το Κομμουνιστικό Κόμμα, δεν έχει δουλέψει ούτε μια μέρα στο εργοστάσιο. Για παράδειγμα, ο Νέγκρι προτιμούσε να διδάσκει “Επιστήμη του Κράτους” στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας, αφήνοντας την αμφίβολη ευχαρίστηση της γραμμής συναρμολόγησης στους προλετάριους. Η στρατηγική του εργατισμού, πέρα από την κατά καιρούς ακραία φρασεολογία τους, απότελούταν από την επιθυμία να “επαναθέσει σε κίνηση ένα θετικό μηχανισμό της καπιταλιστικής ανάπτυξης”, μέσα στο οποίο “μία δύναμη των σκληρά εργαζομένων να ενεργοποιήσει τις απαιτήσεις τους” μέσω “της επαναστατικής χρήσης του ρεφορμισμού”.

Το 1969, ο Νέγκρι ήταν ένας από τους ιδρυτές της “Εργατικής Εξουσίας”, μιας οργάνωσης που συνδύαζε τη συνήθη απολογία για το υπάρχον (“ολόκληρη η ιστορία του κεφαλαίου, ολόκληρη η ιστορία της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι στην πραγματικότητα η ιστορία των εργατών”) μ’ ένα διακηρυγμένο σκοπό ηγεμονίας πάνω στο υπόλοιπο του κινήματος, που αποκρυσταλλώθηκε στην καταδίκη του “αυθορμητισμού” στ’ όνομα ενός αποτελεσματικότερου συγκεντρωτισμού των αγώνων (“να διασφαλίσει στην πράξη την ηγεμονία των εργατικών αγώνων πάνω στους φοιτητικούς και προλεταριακούς αγώνες…έτσι ώστε να σχεδιάσει, να οδηγήσει και να κατευθύνει τη μάζα των εργατικών αγώνων”). Η “Potere Operaio” διαλύθηκε το 1973 χωρίς να έχει καταφέρει να κατευθύνει οτιδήποτε. Από τις στάχτες της γεννήθηκε ο πολιτικός χώρος, γνωστός ως “Εργατική Αυτονομία” (“Αutonomia Operaia”), o οποίος επίσης στοιχειώθηκε από τα λενινιστικά φαντάσματα της κατάκτησης της εξουσίας. Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν το επαναστατικό κίνημα στο σύνολο του αρχίζει να θέτει το πρόβλημα της βίας. Ο Τόνι Νέγκρι στα βιβλία του εκθειάζει τη μορφή του “εγκληματία εργάτη”, δικαιολογεί την καταφυγή στο σαμποτάζ και τον ένοπλο αγώνα, αλλά πάντοτε μέσα στα όρια του μαρξιστικού – λενινιστικού οράματος για την κοινωνική σύγκρουση. Στον Νέγκρι, είναι πάντοτε παρούσα μια χωρίς όρους αποδοχή και δικαιολόγιση του καπιταλισμού. Σε βιβλίο του, που κυκλοφόρησε το 1977, έγραφε “ο κομμουνισμός επιβάλλεται πρώτα απ’ όλα από το ίδιο το κεφάλαιο ως παραγωγικές συνθήκες…μόνο η κατασκευή του καπιταλισμού μπορεί στ’ αλήθεια να μας δώσει επαναστατικές συνθήκες”, μια αναγνώριση που κατά τη γνώμη του, πρέπει να ισοδυναμεί με ακραίες συνέπειες: “η πιο προχωρημένη μορφή καπιταλισμού, η μορφή του εργοστασίου, καταλαμβάνεται με την αυτοργάνωση των εργατών”. Αλλά παρ’ όλο που η θεωρητική παραγωγή του είναι μάλλον επικερδής, δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτό ανταποκρίνεται σε μια αντίστοιχη πρακτική επιρροή. Οι χιλιάδες των επαναστατών που συμμετείχαν στην ένοπλη έφοδο ενάντια στο κράτος, μια έφοδος που έφτασε στο απόγειο της γύρω στα 1977-78, δεν έβρισκαν στις φιλοσοφικές αναλύσεις του καθηγητή από την Πάντοβα καμία χρησιμότητα.

Όμως, αυτές τις φιλοσοφικές αναλύσεις τις πήρε στα σοβαρά ένας εισαγγελέας αυτής της πόλης, ο Γκουίντο Καλότζερο σύμφωνα με τον οποίο ο Νέγκρι θα ήταν ο αληθινός αρχηγός των Ερυθρών Ταξιαρχιών. Μια ωμή και παράλογη θεωρία, αλλά μια θεωρία που το δίχως άλλο ταίριαζε καλά στις ανάγκες του κράτους: να φέρει ένα κομμάτι απ’ το κίνημα, το επιφανέστερο κομμάτι του, στο φως της δημοσιότητας, με σκοπό να προκαλέσει στο κίνημα σιωπή. Στα πλαίσια των ενεργειών που είχαν πραγματοποιηθεί από τις Brigate Rosse, των οποίων τα κατορθώματα προκάλεσαν τόσο θόρυβο στα μ.μ.ε, αποσιωπήθηκαν οι χιλιάδες μικρές επιθετικές ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν εκείνα τα χρόνια. Γιατί να μην επαναλάβουν το ίδιο εγχείρημα και στο πεδίο των ιδεών, χρησιμοποιώντας το διάσημο όνομα του παντοβάνου καθηγητή; Και πάνω απ’ όλα, γιατί να μην συνδέσουν τα δύο πεδία; Επιπλέον, η δικαστική οδύσσεια του Τόνι Νέγκρι αρχίζει στις 7 Απριλίου 1979, όταν συνελήφθη μαζί με δεκάδες άλλους στρατευμένους κατά τη διάρκεια μιας πολιτικής επιχείρησης ενάντια στο χώρο της Εργατικής Αυτονομίας. Η κατηγορία είναι αυτή της σύστασης ανατρεπτικής οργάνωσης και ένοπλης συμμορίας, αλλά μέσα σε λίγους μήνες, οι κατηγορίες εναντίον του Νέγκρι πολλαπλασιάζονται στο σημείο να περιλαμβάνουν και αυτές της ένοπλης εξέγερσης κατά των δυνάμεων του κράτους, την απαγωγή και τη δολοφονία του χριστιανοδημοκράτη ηγέτη Άλντο Μόρο καθώς επίσης και 17 άλλες δολοφονίες (κατηγορίες για τις οποίες ο Νέγκρι θα απαλλαγεί μέσα στα επόμενα χρόνια). Αυτή είναι η περίοδος που οι “ομολογίες” των μετανοημένων και οι ειδικοί νόμοι, οι οποίοι ήταν επιθυμία του υπουργού εσωτερικών Κοσίγκα, γέμισαν τις φυλακές με χιλιάδες στρατευμένους, επιταχύνοντας τις σκληρές κοινωνικές εντάσεις.

Τον Δεκέμβριο του 1980, ξεσπάει μια εξέγερση στη φυλακή του Τράνι, όπου κρατείται ο Νέγκρι. Θύμα της εικόνας των μ.μ.ε, που τον παρουσιάζουν ως “κακό δάσκαλο”, ο Νέγκρι ενοχοποιείται με την κατηγορία ότι ήταν ένας από τους υποκινητές αυτής της εξέγερσης. (Πέντε χρόνια αργότερα, με το τέλος της δίκης, θ’ απαλλαχτεί). Στην πραγματικότητα, εκτός απ’ το ότι εξακολουθεί να γράφει βιβλία, ο Νέγκρι ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο για τη σταθεροποίηση του κράτους παρά για την ανατροπή του. Στα γραπτά του, αρχίζει να μορφοποιεί την αποκρουστική υπόθεση της αποκήρυξης. Στερούμενος κάθε αξιοπρέπειας, συνηθισμένος στον χειρότερο οπορτουνισμό, ο Νέγκρι προτείνει στο κράτος να παραχωρήσει δικαστικά προνόμια στους πολιτικούς κρατούμενους που θ’ αποκηρύξουν δημόσια τη χρήση βίας και θα διακηρύξουν ότι ο πόλεμος ενάντια στο κράτος έχει αντικειμενικά τελειώσει. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι όσον αφορά τους φυλακισμένους που δε θα προδώσουν τις επιλογές τους, το κράτος θα είναι δικαιολογημένο στη χρήση της σκληρότερης καταστολής.

Οι ιδέες του Νέγκρι άρχισαν να εξαπλώνονται στις φυλακές. Η μακρινή ψευδαίσθηση μιας ελευθερίας αποκτημένης μέσω της αποκήρυξης βρίσκει τους ζητιάνους της. Στα 1982, κυκλοφορεί ένα έγγραφο υπογεγραμμένο από 51 πολιτικούς κρατούμενους στ’ οποίο, διακηρύσσουν το τέλος της εποχής της ένοπλης εξέγερσης ενάντια στο κράτος. Αυτό το έγγραφο θα είναι μόνο η αρχή. Τον Φλεβάρη του 1983, αρχίζει η δίκη ενάντια στο Νέγκρι και τους άλλους κατηγορούμενους που συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια της επιχείρησης της 7ης Απρίλη 1979. Το Ριζοσπαστικό Κόμμα (Partito Radicale) -που αντιπροσωπεύει τους “ειλικρινά δημοκρατικούς” αστούς, υμνητές της μη – βίας και του πασιφισμού- επωφελούμενο το θόρυβο της δίκης, προτείνει στο Νέγκρι να θέσει υποψηφιότητα με το ψηφοδέλτιο του στις επερχόμενες εκλογές. Σε περίπτωση εκλογής του, ο Νέγκρι θ’ απελευθερωνόταν λόγω της βουλευτικής ασυλίας. Όμως οι ριζοσπαστικοί ζητούν από το Νέγκρι να παραμείνει στην Ιταλία και να συνεχίσει τη μάχη για την απελευθέρωση του από την φυλακή, σε περίπτωση που το κοινοβούλιο άρει την ασυλία του. Ο Νέγκρι δέχεται την υποψηφιότητα και υπόσχεται στους ριζοσπαστικούς ότι σε καμία περίπτωση δεν θα διέφευγε στο εξωτερικό. Εκλέγεται βουλευτής στις 26 Ιούνη και και αποφυλακίζεται στις 8 Ιούλη 1983. Η απελευθέρωση του προκαλεί την αντίδραση των συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων που κινητοποιούνται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, με σκοπό την άρση της βουλευτικής ασυλίας του Τόνι Νέγκρι που τελικά επιτυγχάνεται στις 20 Σεπτέμβρη. Την παραμονή της άρσης, στις 19 Σεπτέμβρη ο Νέγκρι βρίσκει άσυλο στη Γαλλία. Την επόμενη μέρα, το κοινοβούλιο άρει την ασυλία του με 300 ψήφους υπέρ και 293 κατά. Στις 26 Σεπτέμβρη, ολοκληρώνεται η δίκη της “7ης Απρίλη” και ο Νέγκρι καταδικάζεται.

Δεν μπορούμε να πούμε ότι στη Γαλλία ο Νέγκρι γνώρισε και πολύ τη σκληρή ζωή της εξορίας. Όντας ένας πανεπιστημιακός καθηγητής διεθνούς φήμης, ήδη από το Νοέμβρη του 1983 διορίστηκε σαν αλλοδαπό μέλος του συμβουλίου του Διεθνούς Κολλεγίου Φιλοσοφίας. Από το 1984 μέχρι το 1997, ο Τόνι Νέγκρι δίδασκε στο Πανεπιστήμιο του Παρισίου – VIII και στο Λύκειο της οδού Ούλμ. Εν τω μεταξύ, στην Ιταλία το κράτος αποδέχτηκε την πρόταση του και ψήφισε ένα νόμο που επιβραβεύει την αποκήρυξη. Επιπλέον, ο Νέγκρι διεξήγαγε έρευνα για λογαριασμό κάποιων υπουργείων και άλλων γαλλικών κυβερνητικών θεσμών. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Νέγκρι δημοσίευσε διάφορα βιβλία και ανακάλυψε τις ομοιότητες του με τους Γάλλους μετά-στρουκτουραλιστές διανοούμενους, με τους οποίους μοιράζεται για παράδειγμα την άρνηση της ατομικής αυτονομίας. Μεταξύ των παρεμβάσεων του εκείνων των χρόνων, θυμόμαστε την επιμονή του για μια αμνηστία που θα θέσπιζε το τέλος των αγώνων της δεκαετίας του ’70, τη συμπάθεια του για το νέο κόμμα της Λέγκας [του Βορρά] (ρατσιστικό κόμμα που υπερασπίζεται τα συμφέροντα των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρηματιών που όχι τυχαία γεννήθηκε στο Βένετο), τη δημόσια συμφιλίωση του με τον πρώην υπουργό εσωτερικών Κοσίγκα που ήταν ο κύριος υπεύθυνος για την καταστολή του κινήματος της δεκαετίας του ’70.

Την 1η Ιούλη 1997 ο Τόνι Νέγκρι επιστρέφει οικειοθελώς στην Ιταλία και φυλακίζεται στη φυλακή Ρεμπίμπια της Ρώμης, όπου πρέπει να εκτίσει την ποινή στην οποία είχε καταδικαστεί (αισθητά μειωμένη λόγω των δύο γενικών αμνηστιών που παραχωρήθηκαν το 1986 και το 1988). Τον Ιούλη του 1998 τού παραχωρείται το προνόμιο της εξωτερικής εργασίας σ’ έναν συνεταιρισμό εθελοντικής εργασίας που συνδέεται με φιλανθρωπίες. Τον Αύγουστο του 1999 αποκτά την ημί-ελευθερία (βγαίνει το πρωί από τη φυλακή και επιστρέφει το απόγευμα).

Το 2000, ο Νέγκρι επιστρέφει στο προσκήνιο με την έκδοση του βιβλίου Αυτοκρατορία, που έγραψε σε συνεργασία με τον Μάικλ Χαρντ, και το οποίο γνώρισε τεράστια επιτυχία. Στην Ιταλία, όπου το όνομα του ανασύρει άσχημες μνήμες και ως εκ τούτου γίνεται θύμα μιας εκδοτικής βιομηχανίας υποκείμενης στην πλέον συντηρητική πολιτική δύναμη, το βιβλίο του θα εκδοθεί το 2002. Τώρα ο Τόνι Νέγκρι είναι το πολιτικό σημείο αναφοράς των Ανυπάκουων – Disobbedienti (πρώην Λευκές Φόρμες – Tute Bianche), των οποίων η φρασεολογία, αν και μερικές φορές ακραία, δεν τους εμποδίζει να συμμετέχουν πλήρως στη θεσμική αριστερά.

[*] […] Οι δύο ψευδώνυμοι συγγραφείς του στρέφουν τα πυρά τους όχι μόνο ενάντια σ’ ένα βιβλίο, την Αυτοκρατορία, -η οποία και μετατράπηκε για κάποια κομμάτια του διαταξικού συνοθυλεύματος που ονομάστηκε “κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης” σε ευαγγέλιο- αλλά στον ίδιο το γερασμένο αιχμάλωτο κόσμο. Οι Βάρβαροι των Κροίσου και Οδόθεου επιτίθενται στην κοινωνία του χρήματος και του θεαμάτος, βρίσκονται σε πόλεμο με τον κόσμο των αφεντικών και των ιδιοκτητών: ένα κόσμο τον οποίο οι Μάικλ Χαρντ και Τόνι Νέγκρι μέσα από αυτό το βίβλιο, φορώντας τη φόρμα της “εφικτής” αντιπαράθεσης και της “δημιουργικής” αντίστασης, προσπαθούν να περισώσουν. Οι τετρακόσιες και πλέον σελίδες της Αυτοκρατορίας των δυο ακαδημαϊκών δεν είναι άλλο από μια διανοουμενίστικη απολογία του υπάρχοντος. Οι λιγότερες από εκατό των Βάρβαρων είναι μια αδυσώπητη κήρυξη πολέμου εναντίον του […]

Απόσπασμα από το Σημείωμα της Ελληνικής Έκδοσης των Βάρβαρων (Εκδόσεις Τζεντάι. Καλοκαίρι του 2005)

Alfredo Maria Bonanno [1937 – 2023]. Μια παράλογη ζωή.

Προλ.Πρωτ Εισαγωγικό Σημείωμα.

Στις 6 Δεκέμβρη 2023 έφυγε από τη ζωή, ο 86χρονος Σικελός σύντροφος Αλφρέντο Μπονάνο που για -πάνω από μισό αιώνα- υπήρξε ένας από τους επιδραστικότερους στοχαστές – αγωνιστές του πολιτικού ρεύματος του εξεγερσιακού αναρχισμού. Ένας ελευθεριακός στοχαστής, ένας αδάμαστος αγωνιστής που παρά τις όποιες διαφωνίες και ενστάσεις μπορούν να διατυπωθούν -με το αντίστοιχο βάθος και την ίδια ευθύτητα και αμεσότητα της δικής του…- για τις ανατρεπτικές αναλύσεις και την επαναστατική δράση του, άφησε αναμφισβήτητα το στίγμα και ανεξίτηλα τα χνάρια του, σημαδεύοντας τους καιρούς που έζησε και στοχάστηκε, έγραψε και αγωνίστηκε.

Ο σύντροφος Αλφρέντο έφυγε, άφηνοντας -αν μη τι άλλο- παρακατήθηκη ένα ευρύτατο συγγραφικό έργο, με τα πιο πολυδιαβασμένα από το πλήθος των πολιτικών κειμένων του, όπως η “Θεωρία και Πρακτική της Εξέγερσης” (που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Επαναστατική Αυτοοργάνωση), να έχουν αποτελέσει σαφή ιδεολογικά – οργανωτικά σημεία αναφοράς για την αναρχία – αντιεξουσία της άμεσης δράσης στην Ιταλία, την Ελλάδα και όλο τον κόσμο, στα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα.

Ένας διεθνιστής με την κυριολεκτική έννοια του όρου ο Μπονάνο, αφού η έμπρακτη συμβολή του στην Υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης δεν θα περιοριστεί στην ιταλική επικράτεια. Ενδεικτική ως προς αυτό, η πρόσφατη μαρτυρία που αναρτήθηκε σε προφίλ (στο fb) συντρόφου – πρώην πολιτικού κρατούμενου (και συγκρατούμενου του Αλφρέντο στις ελληνικές φυλακές), στον οποίο και είχε εκμυστηρευτεί το γεγονός πως οι πρώτες πολιτικές – αγωνιστικές σχέσεις που ανέπτυξε με την Ελλάδα χρονολογούνται από την εποχή της αμερικανοκίνητης Χούντας, οπού και είχε ταξιδέψει παράνομα, για να συνδράμει έμπρακτα σε δυναμικές ενέργειες της αντιδικτατορικής Αντίστασης.

Για πάνω από μισό αιώνα, χρόνιος “συνήθης ύποπτος” του ιταλικού Κράτους, κατ’ επανάληψη διωκόμενος και κατηγορούμενος, φυλακισμένος και με περιοριστικούς όρους, σταθερά στο στόχαστρο της κατασταλτικής, κρατικής και διακρατικής “αντι”τρομοκρατίας και των καθεστωτικών ΜΜΕ της, που για ολόκληρες δεκαετίες, δεν έπαψαν να τον σκιαγραφούν και να τον στοχοποιούν ως τον κατεξοχήν “ιδεολογικό καθοδηγητή των μαύρων μπλοκ και ηγέτη της αναρχικής – εξεγερσιακής τρομοκρατίας”.

Μετά την ανακοίνωση του θανάτου του, αναρχικοί και αναρχικές στην Ιταλία, την Ευρώπη και όλον τον κόσμο, τον αποχαιρέτησαν με κείμενα, άρθρα και ανακοινώσεις τους [*]. Μεταξύ αυτών, το ακόλουθο κείμενο των συντρόφων Simone Le Marteau & Nada Lestrigon, το οποίο και αποτελεί μια πυκνή αναδρομή στο θεωρητικό έργο, τη “παράλογη” ζωή και την εξεγερσιακή – επαναστατική δράση αυτού του ξεχωριστού στοχαστή και αγωνιστή.

Μεταφράστηκε από τα ιταλικά από τον Λ.Β και δημοσιεύεται διαδικτυακά από την Προλεταριακή Πρωτοβουλία, ως μια μικρή και πολύτιμη συμβολή στη Μνήμη του.

Ciao Alfredo.

ΥΓ: Η σύμπτωση της ημερομηνίας του θανάτου του, με τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαπενταετίας από την κρατική δολοφονία του αναρχικού μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και το ξέσπασμα της κοινωνικής – ταξικής εξέγερσης στα Εξάρχεια, και έπειτα σ’ όλο το κέντρο της αθηναϊκής μητρόπολης και όλη τη χώρα, ανακάλεσε αυθόρμητα μνήμες από την ανοιχτή εκδήλωση μ’ εκείνη την ομιλία του στo κεντρικό αμφιθέατρο στην Πάντειο, καθώς και μια αντίστοιχη, “κλειστή”, στην κατάληψη Villa Amalias, στη μεταδεκεμβριανή – προμνημονιακή Αθήνα του 2009. Λίγους μήνες μετά από εκείνη την Εξέγερση που όπως πολλά από τα γραπτά του σύντροφου Αλφρέντο, “δεν ήταν απάντηση, αλλά ερώτηση”. Ερώτηση όρων και ορίων, αγώνων και αγωνιών. Ερώτηση ακόμα αναπάντητη, προς επίρρωση ενός “παράλογου” μέλλοντος που μένει ακόμα να πραγματωθεί…

E noi saremo sempre pronti a impadronirci un’ altra volta del cielo…

[*] Μεταξύ των κειμένων που δημοσιεύθηκαν στη Μνήμη του, στα ελληνικά στο athens.indymedia.org

– Νίκος Μαζιώτης, καταδικασμένος για τη δράση του Επαναστατικού Αγώνα: ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΑΛΦΡΕΝΤΟ ΜΠΟΝΑΝΝΟ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ [9/12/2023]

– Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστ(ρι)ών): Για τον αναρχικό επαναστάτη Αλφρέντο Μπονάννο [12/12/2023]

Δύο κείμενα, όπου περιέχονται χρήσιμες ιστορικές, συντροφικές αναφορές για την αγωνιστική δράση του στην Ελλάδα, μέσα και έξω από τις φυλακές και τα δικαστήρια, τους δρόμους και τ’ αμφιθέατρα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι και την αποφυλάκιση του το Νοέμβρη του 2010, μετά τη σύλληψη την 1η Οκτώβρη 2009 για την απαλλοτρίωση τράπεζας στα Τρίκαλα.

Προλεταριακή Πρωτοβουλία
Αθήνα. Δεκέμβρης 2023

Μια παράλογη ζωή.

“Ο μόνος τρόπος για να γνωρίσεις το θάνατο είναι ν’ αγαπήσεις τη ζωή”
A. M. Bonanno

“Η χαρά δεν χρειάζεται αιτιολόγηση”
E. M. Cioran

Στις 6 Δεκέμβρη 2023 πέθανε στο σπίτι του στην Τεργέστη ο Αλφρέντο Μαρία Μπονάνο. Γεννημένος στην Κατάνια, στην Σικελία, κλάση του 1937. Ήταν ένας αναρχικός σύντροφος, φιλόσοφος και ληστής, θεωρητικός και αγκιτάτορας, εκδότης, συγγραφέας και ακούραστος μεταφραστής. Μεταξύ των μελετών του, εκτός από τους κλασσικούς του αναρχισμού, Χέγκελ, Νίτσε, Στίρνερ, αλλά και Μπωντλαίρ, Πωλ-Ανρί Τιρύ του Χόλμπαχ και Μακιαβέλι.

Με όλα τα όρια μας, θα προσπαθήσουμε μ’ αυτό το άρθρο να κάνουμε ένα πέρασμα [en passant], μια μερική απόπειρα να εξηγήσουμε τη μορφή του, την ιστορία του.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όπως όλος ο κόσμος, έτσι κι η Ιταλία σαρώνεται από μια ελευθεριακή ταραχή που θα ταρακουνήσει όλους τους κοινωνικούς αρμούς. Εν τω μεταξύ, το “μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα της δύσης” αρχίζει να μετατρέπεται στο “κόμμα του Κράτους μέσα στην εργατική τάξη” και ν’ αποπειράται -μέσω του συνδικάτου- την εκτόνωση των μορφών αυτόνομης οργάνωσης των εργατικών αγώνων. Ξεκινάει η στρατηγική του “ιστορικού συμβιβασμού’ με τη Χριστιανοδημοκρατία, με το μαφιόζικο και διεφθαρμένο κόμμα εξουσίας τριάντα χρόνων, επομένως η “πολιτική των θυσιών και της λιτότητας”, δηλαδή ο συστηματικός συγκεντρωτισμός υποταγής στην εργοδοσία. Όποιος δεν ευθυγραμμιζόταν μέσα στο θεσμικό παράδειγμα έχριζε περιθωριοποίησης, εγκληματοποίησης και καταστολής. Για να δώσουμε μερικά στοιχεία: οι διωκόμενοι και οι καταδικασμένοι για “ένοπλη συμμορία”, “ανατρεπτική οργάνωση” ή “γεγονότα σχετικά με απόπειρες ανατροπής της συνταγματικής τάξης” θα είναι περίπου τέσσερις χιλιάδες. Πάνω από είκοσι χιλιάδες άτομα θα καταγγελθούν. Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών, τα μέλη του “ανατρεπτικού κοινωνικού χώρου” ανέρχονταν σε πάνω από εκατό χιλιάδες.

Ο Αλφρέντο ξεκινάει τη στράτευση του ήδη από τα χρόνια του ’60 του 1900. Μέσα από τις γραμμές του σικελικού αναρχικού κινήματος και αφού πρώτα είχε εργαστεί σε διευθυντική θέση μιας βιομηχανίας και για μια δεκαριά χρόνια ως τραπεζικός υπάλληλος, συμμετέχει στους αγώνες εκείνων των χρόνων. Σ’ εκείνη τη ιστορική στιγμή, μέσα σε μια κοινωνική συνθήκη ισχυρών μισθολογικών διεκδικήσεων, εργατικών, κοινωνικών και δικαιωματικών αγώνων, θ’ αναπτυχθεί ένας εξαιρετικός προλεταριακός αναβρασμός, μια διάχυτη ανυποταγή, δίνοντας ζωή σε μια εξέγερση, της οποίας η διάσταση, το κοινωνικό βάθος, η χρονική και γεωγραφική έκταση, θα την καταστήσουν στο σημαδιακότερο επαναστατικό κύμα στη δυτική Ευρώπη, από το 1945 ως σήμερα.

H απάντηση της Εξουσίας δεν θ’ αργήσει να δοθεί. Αρχικά, με τις απόπειρες φασιστικού πραξικοπήματος που υποστήριχθηκαν από τις μυστικές υπηρεσίες και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις, όπως η Gladio. Έπειτα, με τη συστηματική χρήση της κρατικής τρομοκρατίας, με τη δολοφονία του αναρχικού Πινέλι που πετάχτηκε από το παράθυρο ενός αστυνομικού τμήματος, με τις βόμβες στην πλατεία Φοντάνα του Μιλάνου κι εκείνες στην Μπρέσια και τον σιδηροδρομικό σταθμό στην Μπολόνια. Στη κηδεία του Πινέλι θα συμμετάσχουν εκατοντάδες άνθρωποι, μεταξύ των οποίων προσωπικότητες μ’ ένα κάποιο διανοητικό κύρος, όπως οι Βιτόριο Σερένι, Φράνκο Φορτίνι, Μάρκο Φόρτι, Τζοβάνι Ραμπόνι, όπως και λέκτορες του πανεπιστημίου Cattolica του Μιλάνου, καθώς και πολλοί αναρχικοί, όπως και ο ίδιος ο Μπονάνο που το 1998 θα δημοσιεύσει ένα γραπτό με τίτλο “Εγώ ξέρω ποιος σκότωσε τον επιθεωρητή Λουίτζι Καλαμπρέζι” [1], αναφορικά με τη θανάτωση το 1972 του αστυνομικού επιθεωρητή, τον οποίο μεγάλο μέρος του αναρχικού και του ευρύτερου επαναστατικού κινήματος είχε καταδείξει ως αυτουργό της εκπαραθύρωσης του Πινέλι. Σ’ αυτό το γραπτό του, υποστηρίζει ότι στην κηδεία του Πινέλι βγήκε στην επιφάνεια μια ιδέα περί της δικαιοσύνης που πριν δεν υπήρχε, μια κοινή επιθυμία για εκδίκηση. Επιπλέον, η έλλειψη ανάληψης ευθύνης και η απουσία υπογραφής για αυτήν την ενέργεια, κατέστησε σε όλους κατανοητή και εντελώς ξεκάθαρη, αυτήν την ανώνυμη δράση εκδίκησης.

Εκείνη την εποχή, η Ιταλία ζει από τη μια πλευρά ένα λεγόμενο “οικονομικό μπουμ” για μερικούς τομείς των μεσοστρωμάτων και της αστικής τάξης, από την άλλη, οικονομικές “κρίσεις” και ισχυρές κοινωνικές δονήσεις. Μέσα σ’ αυτό το ιστορικό θραύσμα, ο Αλφρέντο θα φτιάξει τις εκδόσεις “Anarchismo” [“Αναρχισμός”] και θα συμμετάσχει στη ζύμωση, γράφοντας σε εφημερίδες όπως η “Sinistra Libertaria” [“Ελευθεριακή Αριστερά”] και δημιουργώντας το περιοδικό “Anarchismo” (1975-1994).

Κατά τη διάρκεια όλης της δεκαετίας του Εβδομήντα του προηγούμενου αιώνα, η συζήτηση στο εσωτερικό των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς δεν επικεντρωνόταν στην χρήση ή μη της επαναστατικής βίας, αλλά στους τρόπους και τους χρόνους της υλοποίησής της. Από τις άγριες απεργίες και τις συνελεύσεις στα εργοστάσια και τις συνοικίες, από τις μαζικές διαδηλώσεις στην αυτομείωση των λογαριασμών, από τις προλεταριακές απαλλοτριώσεις στις εφόδους ενάντια σε στρατόπεδα, εκτυλίχθηκε ένα πολυσύνθετο πανόραμα, αποτελούμενο από φοιτητές κι εργάτες, άνεργους και “περιθωριοποιήμενους”. Ανάμεσα τους ένα ετερογενές κίνημα, αποτελούμενο από αιρετικούς κομμουνιστές και μητροπολιτικούς ινδιάνους, κοινοτιστές [comonitisti] και συμβουλιακούς, καταστασιακούς και αυτόνομους. Εκτός από τις “Κόκκινες Ταξιαρχίες” [“Βrigate Rosse”] που προωθούσαν την κατάκτηση της εξουσίας και την “επίθεση στην καρδιά του Κράτους”, υπήρχε ένα αρχιπέλαγος από υπογραφές (περισσότερες από εξακόσιες αυτές που χρησιμοποιήθηκαν) που πραγμάτωναν μορφές του μητροπολιτικού αντάρτικου. Αν ο ρόλος των αναρχικών μέσα σ’ αυτήν την ιστορική φάση, εκτός από κάποιες σπάνιες εξαιρέσεις, αποδεικνυόταν εντελώς περιορισμένος, μέσα από ένα πεπαλαιωμένο αναρχικό κίνημα σύνθεσης, άρχισε ολοένα και περισσότερο να βγαίνει στο προσκήνιο ένας αναρχισμός της άμεσης δράσης, δηλαδή η εμπειρία των ομάδων συνάφειας [gruppi d’affinità] και των αυτόνομων πυρήνων. Παρόμοιες εμπειρίες εμφανίζονταν και στην Ισπανία, την Αγγλία και τη Γαλλία. Έξω και ενάντια στη γραφειοκρατία κάθε απόχρωσης, εξεγερμένοι νεολαίοι προσπαθούσαν να συνδυάσουν την κριτική της καθημερινής ζωής με την ανατροπή των επιβεβλημένων κοινωνικών ρόλων.

Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό προλεταριακής αυτονομίας, με “βόμβες, αίμα και κεφάλαιο”, για να χρησιμοποιήσουμε μια φράση από ένα κείμενο εκείνων των χρόνων, ο αναρχισμός του Μπονάνο θα μπει σε πολεμική τόσο με τις νεο-λενινιστικές, σταλινικές και εξουσιαστικές Οργανώσεις, όσο και με την παραδοσιακή και απολιθωμένη πλέον [ιταλική] αναρχική Ομοσπονδία (FAI). Με το ίδιο τρόπο, από την ίδια πένα θα σκιαγραφηθεί μια κριτική στην εξειδίκευση και τις ιδεολογίες της πρωτοπορίας και του μιλιταρισμού. Ανάμεσα στις “διενέξεις” εκείνης της περιόδου, σημαδιακή είναι εκείνη μεταξύ της εφημερίδας “Εξέγερση [“Insurrezione”], του περιοδικού “Anarchismo” και της ένοπλης ομάδας “Επαναστατική Δράση” [“Azione Rivoluzionaria”] [2]. Πράγματι, αυτή η τελευταία ήταν μια εμπειρία ελευθεριακής ένοπλης πάλης, στην οποία χρεωνόταν μια σειρά αντιφάσεων, μια εκ των οποίων εκείνη […] “για την λειτουργία της ένοπλης οργάνωσης που συμπυκνώνεται στην αντίληψη της ως λειτουργία – “οδηγός”, ως “πρωταρχική” λειτουργία, συγκριτικά με τη μαζική δουλειά και την πραγματικότητα της παραγωγής και της εκμετάλλευσης, όταν θα ήταν πολύ πιο ακριβές να μιλάμε για την αναγκαιότητα της ειδικής ένοπλης οργάνωσης και την ταυτόχρονη σημασία της επέκτασης της μαζικής δουλειάς, χωρίς το ένα πράγμα να υποβάλλεται στο άλλο ή αντίστροφα”. (Από “Συμβολές στην ελευθεριακή ένοπλη κριτική”. Εκδόσεις Anarchismo)

Το 1977, η ριζοσπαστικοποίηση και η γενίκευση της ταξικής σύγκρουσης οξύνεται περαιτέρω και ο Αλφρέντο στέλνει προς έκδοση την “Ένοπλη χαρά”, κείμενο γραμμένο γιατί “[…] φάνταζε πλέον αναγκαίο ν’ αποφευχθεί ο μεγάλος αριθμός δράσεων που πραγματοποιούνταν καθημερινά στα εδάφη από τους συντρόφους, επιθετικές δράσεις ενάντια σε άτομα και δομές της κυριαρχίας και του κεφαλαίου, να διοχετεύεται μέσα από τη διευθυντική λογική ενός ένοπλου κόμματος, όπως οι Brigate Rosse στην Ιταλία, για ν’ αναφέρω μονάχα ένα παράδειγμα.

Το πνεύμα του βιβλίου βρίσκεται όλο εδώ. Δείχνει το πως μέσα από μια καθημερινή πρακτική απελευθέρωσης και καταστροφής, μπορεί να βγεί προς τα έξω μια χαρούμενη λογική αγώνα και όχι μια θανατηφόρα και σχηματική μέθοδος σκλήρυνσης μέσα από τους κανόνες που προκαθορίζονται από μια διευθυντική ομάδα”. Υπενθυμίζουμε ότι γι’ αυτό το βιβλίο [… ] “διατάχθηκε στην Ιταλία η καταστροφή του. Μια ετυμηγορία του ιταλικού ανώτατου δικαστηρίου το έριξε στην πυρά […] Για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου καταδικάστηκα σε ενάμιση χρόνο κάθειρξης”.

Όμως το 1978 θα ξεσπάσει ένα πραγματικό σκάνδαλο στον κόσμο της διανόησης: κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Anarchismo “Η πολιτική διαθήκη μου”, με υπογραφή του Ζαν Πωλ Σατρ, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα κείμενο 40 σελίδων του Ζοζέφ Ντεζάκ, αναρχικού που είχε πεθάνει στο Παρίσι το 1864. Μια εκτροπή [detournement] που θα κοστίσει στον Μπονάνο μια καταγγελία από πλευράς του παρισινού φιλόσοφου.

Με την άνοδο της τηλεματικής στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αρχίζει μια σημαντική φάση αναδιάρθρωσης του Κράτους και του Κεφαλαίου, εν μέσω περιόδου πλήρους “έκτακτης ανάγκης”, η αντεπανάσταση θα παρατάξει όλες τις δυνάμεις της σε μια στιγμή έντονης οπισθοχώρησης του επαναστατικού και ανταγωνιστικού κινήματος. Η θεσμοθέτηση των ειδικών φυλακών και οι νόμοι περί διαχωρισμού και μετάνοιας, ανοίγουν μια συζήτηση γύρω από την πολιτική φυλάκιση στην Ιταλία. Ο Αλφρέντο δημοσιεύει το 1984 το “Κι εμείς θα είμαστε πάντα έτοιμοι να κατακτήσουμε στον ουρανό” , ενάντια στην αμνηστία και τη “συνθηκολόγηση” που ανέμιζαν μερικοί στρατευμένοι κομμουνιστές. Αρχίζει πλέον να διακρίνεται το τέλος της εργατικής κεντρικότητας και του Κόμματος και να προκύπτει μια επανεκκίνηση της πρακτικής των διάχυτων σαμποτάζ, της ανώνυμης και εδαφικά διασκορπισμένης επίθεσης, της ένοπλης υπόθεσης.

Από το Λονδίνο, ο Αλφρέντο γράφει την “Παράλογη επανάσταση”, όπου τονίζεται η πόλωση της πραγματικότητας, η σημασία της παρέμβασης στους ενδιάμεσους αγώνες, της άτυπης οργάνωσης και του εξεγερσιακού σχεδίου. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, πάντοτε στην Αγγλία, θα είναι παρών στην εξέγερση του Μπρίξτον. Αποκτάει όλο και περισσότερη υπόσταση η αναποτελεσματικότητα μιας κάποιας οπτικής της αναρχικής εξέγερσης, ίδιας μ’ εκείνη του δέκατου ένατου αιώνα, με το φαντασιακό των κόκκινων και μαύρων σημαιών πάνω στα οδοφράγματα: παρατηρούνται οι παράλογες ταραχές που χαρακτηρίζουν τις κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες. Εν τω μεταξύ, θέτονται σε πειραματισμό οι “αυτόνομοι πυρήνες βάσης” στο εσωτερικό των διεκδικητικών και ιδιαίτερων αγώνων, γίνεται λόγος για “γέφυρες” μεταξύ του ιδιαίτερου κινήματος (οι σύντροφοι) και του υπαρκτού κινήματος (η πραγματικότητα των αγωνιζόμενων αποκλεισμένων). Επομένως, η συμμετοχή στους αγώνες των σιδηροδρομικών εργατών του παραρτήματος του Τορίνου. Τίθεται σε κίνηση το Συντονιστικό των αυτοδιαχειριζόμενων Λεγκών [Coordinamento delle Leghe autogestite] ενάντια στην πυραυλική βάση του Κoμίζο [στη Σικελία] το 1987, παίρνουν μέρος στους αγώνες ενάντια στα πυρηνικά και τις αντιμιλιταριστικές διαδηλώσεις, έχοντας συγκεκριμένους στόχους επίθεσης.

Γεννιέται το περιοδικό “Προβοκάτσια” [“Provocazione”] (1987-1991) και ο Μπονάνο συλλαμβάνεται μαζί μ’ έναν σύντροφο για μια ληστεία σε κοσμηματοπωλείο του Μπέργκαμο το 1989. Σε σχέση με τις διάχυτες και αποκεντρωμένες δράσεις στην Ιταλία, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι από τα τέλη του 1977 μέχρι το 1989, γκρεμίστηκαν 1200 ηλεκτρικοί πυλώνες υψηλής τάσης.

Πρόκειται επίσης για τα χρόνια που ο Σικελός αναρχικός περιγράφει τη συνθήκη των “νέων σε μια μεταβιομηχανική κοινωνία” και το διαχωρισμό μεταξύ των εντός και των εκτός:

[…] Πριν από καιρό, πρότεινα ένα διαχωρισμό που βασιζόταν σε αυτές τις δυο κατηγορίες. Από τη μια οι εντός, κλεισμένοι στον τευτονικό τους πύργο, κάτοχοι της νέας τεχνολογίας και μόνο γι’ αυτό, κυρίαρχοι. Απ’ την άλλη, οι εκτός, προορισμένοι σε μια παθητική χρήση της τεχνολογίας, αποστερημένοι από κάτι που δεν θα είναι ποτέ το “εργασιακό” τους όπλο, και γι’ αυτό κυριαρχούμενοι.

Εξήγησα, σ’ εμένα μου φαίνεται με τρόπο επαρκή, ότι αυτός ο διαχωρισμός προσαρμόζεται αρκετά (παρότι παραμένει ως μοντέλο σκέψης) στην μεταβιομηχανική κοινωνία. Η τεχνολογία είναι ο πλούτος, πέρα από το απλό “οικονομικό κεφάλαιο”, το οποίο θα μειώνεται ολοένα και περισσότερο. Αυτή η τεχνολογία δεν μπορεί ν’ ανήκει σε όλους. Οι περισσότεροι θα είναι ικανοί να την χειρίζονται παθητικά και δεν θα καταλαβαίνουνε ποτέ τίποτα περισσότερο από το πάτημα ενός κουμπιού. Οι λιγότεροι (οι εντός) θα κατευθύνουν τις έρευνες και θα διαχειρίζονται την εξουσία μέσω της αποκλειστικής κατοχής της τεχνολογικής γνώσης […] Από “Οι νέοι σε μια μεταβιομηχανική κοινωνία”. Περιοδικό “Anarchismo”, 61ο τεύχος. 1988 [3]

Φτάνουν τα χρόνια του ’90 και συνεχίζεται η αποκέντρωση των παραγωγικών δομών, η ελαστικοποίηση και η επισφαλειοποίηση. Ο αναρχισμός θεωρείται όλο και περισσότερο ως μια ατομική ηθική ένταση που πρέπει να λογαριαστεί με μια μεταβαλόμενη πραγματικότητα και μια κρατική Κυριαρχία, διάχυτη και εδαφικά αποκεντρωμένη. Ο Αλφρέντο δοκιμάζει να εξηγήσει αυτήν την μεταβολή της “νέας” δημοκρατίας, το πέρασμα από την πρώτη στη δεύτερη Repubblica, μέσα από το “Η αναρχική ένταση”, ένα έντυπο βγαλμένο από μια ομιλία σ’ ένα λύκειο του Κούνεο το 1995. Εκδηλώσεις οργανώνονται και σε ελληνικά πανεπιστήμια, όπου μιλάει για “Κυριαρχία και Εξέγερση” [4]. Είναι τα χρόνια του εβδομαδιαίου εντύπου “Μαυρόσκυλο” [“Canenero”], μια εφημερίδα που συντασσόταν από τον Αλφρέντο και άλλες ατομικότητες στη Φλωρεντία, αλλά και τα χρόνια της λεγόμενης “Δίωξης Μαρίνι” το 1996, από το όνομα του δικαστή που ερευνά για μια “ένοπλη ομάδα”, βαφτισμένη ως ORAI [Οργάνωση Επαναστατική Αναρχική Εξεγερσιακή – Οrganizzazione Rivoluzionaria Anarchica Insurezionalista], επινοημένη από τους διωκτικούς μηχανισμούς, της οποίας υποτίθεται ότι ηγείται ο Μπονάνο.

68 θα είναι οι αναρχικοί που θα κατηγορηθούν για ληστείες, απαγωγές, δολοφονίες, οπλοκατοχές, καθώς και για διάφορες επιθέσεις σε υποδομές της εξουσίας. Ο Αλφρέντο θα κάνει μια αυτο-υπεράσπιση στη δίκη στη Ρώμη, οι αναρχικοί θα μιλήσουν για “σκευωρία” και θα πραγματώσουν μια καμπάνια για την απελευθέρωση των διωκόμενων. Το “Canenero” θα γράψει: “η εξέγερση έχει επιθυμίες και αιτίες που καμία στρατιωτική λογική δεν θα μπορέσει ποτέ ν’ αντιληφθεί” (CaneNero, αναρχικό εβδομαδιαίο έντυπο. 20/12/1996. Τεύχος 43). Σε κάθε περίπτωση, μέσω βαριών καταδικών και πολλών αθωώσεων, το θεώρημα (η ύπαρξη μια “ένοπλης συμμορίας’ με αρχηγούς και ακόλουθους, γιάφκες κλπ…) δεν θα περάσει, παρά την καταδίκη μερικών συντρόφων και συντροφισσών για “ένοπλη συμμορία” (η λεγόμενη ρωμαϊκή ομάδα). Αυτή η δίκη και τ’ αποτελέσματα της, θ’ αποτελέσουν το πρελούδιο μιας μακράς σειράς από απόπειρες, από την πλευρά της δικαστικής εξουσίας, για χρήση των αδικημάτων περί οργάνωσης, ώστε να χτυπηθεί το αναρχικό κίνημα [5].

Σε μια συνάντηση στο Βελέτρι, το Δεκέμβρη του 2000, παίρνει μορφή η ιδέα “να σκεφτούμε μια σειρά σταθερών επαφών μεταξύ των συντρόφων, από το χώρο της λεκάνης της Μεσογείου […]”, απ’ όπου θα προκύψει η απόπειρα να στηθεί “μια άτυπη οργάνωση που να συμπεριλαμβάνει συντρόφους και αντιεξουσιαστικές ομάδες”: η ΙΑΙ [Εξεγερσιακή Αντιεξουσιαστική Διεθνής – Internazionale Antiautoritaria Insurrezionalista]. Αν και αυτή καθαυτή η διαδικασία δεν θα προχωρήσει, εν τούτοις σηματοδοτεί σε κάθε περίπτωση ένα σημαντικό σταθμό στην ιστορία του αναρχισμού της άμεσης δράσης, ο οποίος νιώθει κομμάτι ενός πλαισίου, μια έντασης και ενός κύκλου διεθνών αγώνων.

Η εικοσαετία που ακολούθησε κατά τη διάρκεια του νέου αιώνα, θα βρεί τον Αλφρέντο ακόμα ενεργό και προπαγανδιστή, πάντα σε ετομότητα, να δημοσιεύει τα κείμενα του, διαρκώς να γυρίζει την Ιταλία και το εξωτερικό. Τυπώνεται η “πραγματεία της αχρηστίας” [“Il trattato dell’inutilità“], για τη συγγραφή της οποίας διέθεσε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του. Το περιοδικό “Senza Titolo” [“Άτιτλο”] είναι του 2009 ενώ το Negazine του 2017.

Συλληφθέντας το 2009 στα Τρίκαλα, μαζί μ’ έναν Έλληνα σύντροφο, για μια ληστεία τράπεζας, θα λάβει μια μεγάλη διεθνή αλληλεγγύη [6].

Εκκινώντας από μια “θεωρία του ατόμου”, ο Μπονάνο αποπειράθηκε να υπερβεί, μέσα από το νιτσεϊκό όρο τους “ξεπεράσματος”, το “ψευδές πρόβλημα του ατομικισμού και του κομμουνισμού”. Σύμφωνα με δική του παραδοχή, δεν υπήρξε ποτέ μηδενιστής αλλά αντίθετα αναρχικός κομμουνιστής, σε πλήρη συνέχεια της παράδοσης των Μπακούνιν, Κροπότκιν και Μαλατέστα [7]. Ξεπερνώντας κάθε εξειδικευμένο και ακαδημαϊκό διανοουμενισμό, παρά τη γραφή του που δεν ήταν πάντοτε απλή και ενώπιον μιας θεωρητικής σκέψης, βαθιάς, πυκνής και διαρθρωμένης, πολλές από τις νηφάλιες κριτικές και τις οξείες θεωρήσεις του, έδωσαν μια τεράστια συνεισφορά στο αναρχικό κίνημα σε διεθνές επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο ότι τις αναλύσεις που ανέπτυξε μέσα στα χρόνια, σχετικά με τις “νέες μεταβολές του καπιταλισμού”, τις “μεταμορφώσεις του κόσμου της εργασίας και του σχολείου”, την “απώλεια της γλώσσας”, την “εξαθλίωση της κουλτούρας”, την “καταστολή και τον κοινωνικό έλεγχο”, τις βλέπουμε να συμπυκνώνονται μέσα στα τρέχοντα κοινωνικά δρώμενα.

Θεωρούμε ότι μια παρένθεση οφείλει να γίνει για τη διεθνιστική διάσταση του είναι του. Σχετικά με την τρέχουσα διεθνή συνθήκη του ιμπεριαλιστικού πολέμου που ζούμε σήμερα, ή γενικότερα μ’ αυτήν τη φάση των εθνικισμών (που σήμερα έχουν βερνικωθεί με την κυριαρχική [sovranista] μπογιά), των θρησκευτικών ολοκληρωτισμών και του κρατικού ρατσισμού, παραθέτουμε ακριβώς μια θέση που δημοσιεύθηκε στο “Provocazione”, τεύχος 19 του 1989, σχετικά με το “παλαιστινιακό ζήτημα”:

“[…] Χρειάζεται επομένως να είμαστε ενάντια τόσο στο ισραηλινό Κράτος όσο και στο παλαιστινιακό Κράτος, στο βαθμό που ο αγώνας ενάντια στο πρώτο -που υπάρχει και είναι επιχειρησιακό- τίθεται με πρακτικούς όρους, ενώ εκείνος ενάντια στο δεύτερο -που βρίσκεται μονάχα στα σπάργανα [1989]- τίθεται με πολιτικούς όρους.
Χρειάζεται να υποστηρίξουμε τη συγκρότηση μιας ομοσπονδίας κοινοτήτων εργαζομένων, παλαιστίνιων και ισραηλινών, ελεύθερων να ομοσπονδιοποιηθούν σύμφωνα με τη θέληση τους, να θέτουν τα δικά τους προγράμματα, να κάνουν τις δικές τους οργανωτικές και παραγωγικές επιλογές, έξω από τις ωμές παρεμβάσεις των μεγάλων Κρατών και ιδιαίτερα εκείνου των ΗΠΑ.

Είναι αναγκαία μια συνεργασία πρακτική και ιδεατή, παραγωγική και πολιτισμική, μεταξύ του παλαιστινιακού και του ισραηλινού λαού, ώστε να δοθεί τέλος σε μια εθνική και φυλετική σύγκρουση που δεν υπάρχει λόγος να υφίσταται, αφού σ’ αυτά τα εδάφη υπάρχει χώρος και για τους δύο λαούς, διατηρώντας και ξεπερνώντας τις φυλετικές, πολιτισμικές, θρησκευτικές διαφορές και παραδόσεις τους.

Χρειάζεται να σταθούμε στο πλευρό του παλαιστινιακού λαού, αλλά και στο πλευρό του ισραηλινού λαού, ιδιαίτερα στα πιο απόκληρα και εξαθλιωμένα στρώματα των δύο λαών, τα οποία μια διεθνής πολιτική μεγάλων συμφερόντων και εκμετάλλευσης ωθεί στην αλληλοσφαγή […]”

Σχετικά μ’ αυτό, ο Αλφρέντο είχε πολύ μέσα στην καρδιά του την υπόθεση της παλαιστινιακής απελευθέρωσης και έχοντας λάβει μέρος άμεσα επί του πεδίου, είχε υποστεί ένα βασανιστήριο από τη Mossad.

Και πράγματι μ’ αυτήν την έννοια, είχε πολύ κουράγιο (με την ετυμολογική έννοια του όρου: cor, agis = δράση με καρδιά) ο Αλφρέντο, βάζοντας στο παιχνίδι ολόκληρη τη ζωή του, καταναλώνοντας την με πάθος -αργά αλλά ασταμάτητα, ακριβώς όπως καίει το καντήλι του Στίρνερ-, ενάντια στην αδικία και την ταπεινωμένη αξιοπρέπεια, ενάντια στην ιδεολογική εξαπάτηση και το σύνολο της επιστημονικής οργάνωσης αυτής της θανατηφόρας τάξης.

Η παράλογη ζωή του Αλφρέντο βρίσκεται ολόκληρη εδώ: στη δημιουργία μιας ρωγμής μέσα στη ορθή λογική και τον αστόκοσμο, στην ανατροπή της ημερήσιας διάταξης της συζήτησης: “Ολόκληρη η μηχανή της πολιτισμικής παράδοσης της Δύσης είναι μια μηχανή θανάτου, μια άρνηση της πραγματικότητας, ένα βασίλειο του ψεύτικου που έχει συσσωρεύσει κάθε είδος φρικαλεότητων και αδικιών, εκμεταλλεύσεων και γενοκτονιών. Αν η άρνηση αυτής της λογικής της παραγωγής είναι καταδικασμένη ως τρέλα, χρειάζεται να εξηγήσουμε τη διαφορά μεταξύ τρέλας και τρέλας”.

Μπροστά μας έχουμε τη ψυχρή και τερατώδη πραγματικότητα αλλά και την ξεροκέφαλη και επαναστατική, αλλά απολύτως καθόλου ντετερμινιστική, πεποίθηση πως ” […] είμαστε σίγουροι ότι κάθε στιγμή της ζωής μας, ακόμα και η πιο μικρή ανάσα ελπίδας, το ξαφνικό κοκκίνισμα από μια ευχάριστη αίσθηση για την οποία δεν νιώθαμε ικανοί, είμαστε σίγουροι ότι όλο αυτό δεν μπορεί να πάει χαμένο και πως ο κόσμος του μέλλοντος θα χτιστεί ακριβώς μ’ αυτά τα υλικά, τα μη συσσωρευμένα και ποσοτικοποιημένα, που παράγουν ανοίγματα που ούτε καν έχουμε διανοηθεί”. “Χωρίς ένα λόγο” [“Senza una ragione”].

Πράγματι σήμερα, τα ηθικά και μεθοδολογικά ζητήματα του παρελθόντος παραμένουν ακόμα ανοιχτά: ενώπιον του πολέμου και της “4ης βιομηχανικής επανάστασης”, μπροστά στη βαρβαρότητα και τη βίαιη “Μετάβαση” που βρίσκεται σ’ εξέλιξη, μεταξύ των drones της τεχνητής νοημοσύνης, της αλγοριθμικής εκμετάλλευσης και της ψηφιακής κυριαρχίας, πως μπορούμε να μπλοκάρουμε την κατασκευή αυτού του ατομικοποιημένου και εκτός πραγματικότητας τέχνο-aνθρώπου [tecno-uomo] του 21ου αιώνα;

“Ένα κλίμα ισοπέδωσης και τυποποίησης, ελεεινής αποδοχής και μιας αγωνίας που περνιέται για ανάσα και χτυποκάρδι. Εμείς αρνούμαστε τη ζωτική προέλευση αυτού του ουσιαστικού θανάτου και είναι γι’ αυτό που θέλουμε να πάμε παραπέρα, γι’ αυτό και θέλουμε να επιβεβαιώσουμε τη χαρά ως οπτική της ζωής και όχι ως μια μίζερη αμυντική οχύρωση”, γράφει το περιοδικό Negazine του 2017.

Ολοκληρώνοντας, χωρίς να θέλουμε ν’ αναπαράγουμε αυτολεξεί κάποια μοντέλα, χωρίς καμία διάθεση μυθοποίησης, θέλουμε να πούμε ότι ο Αλφρέντο έζησε μια αντιφατική ζωή, παράλογη, όπως άλλωστε κι εκείνη όλων μας, τη βυθισμένη σε μια πραγματικότητα που -με τη σειρά της, ειδωμένη από κοντά- είναι κι αυτή παράλογη.

Μια ζωή γραπωμένη από τους χτύπους του θανάτου και τη θέληση για ισχύ, ταλαιπωρημένη από τις πληγές των χτυπημάτων που δέχθηκε και ρουφηγμένη από τις ορμές μιας ανιδιοτελούς αγάπης.

Ο Αλφρέντο από τη μία πλευρά, υπήρξε απλώς ένα σύντροφος όπως οι άλλοι και όπως πάρα πολλοί άλλοι, στο ρου της μακράς ιστορίας του αγώνα ενάντια στην καταπίεση. Από την άλλη πάλι, έφερε ως τις ακραίες συνέπειες τους, τα προτάγματα και τις πρακτικές τους. Ένα παράδειγμα συνέπειας, ένα αγκάθι στα πλευρά της ηθικής, ένας “τρελός Δον Κιχώτης” για πάρα πολλούς ορθά σκεπτόμενους και δειλούς, που πλήρωσε με χρόνια φυλακής και καταστολής την ένταση του. Κλείνοντας το ζήτημα: “Εγώ δεν είμαι άνθρωπος, εγώ είμαι δυναμίτης”, θα έλεγε ο Νίτσε.

Κατά βάθος, πρέπει να συνεχίσουμε να επιθυμούμε, να παίζουμε, να μισούμε τους παντοτινούς εχθρούς και ν’ αγαπάμε τη ζωή.
Γιατί από την άλλη, μονάχα η αυτοοργάνωση των κοινωνικών διαδικασιών και το επαναστατικό πάθος με όλη την εκρηκτικότητα του, παραμένουν ένα βασικό σημείο για μια πραγματική… επανάσταση παράλογη.

Simone Le Marteau & Nada Lestrigon
ΤέχνοΚόσμος [TecnoMondo], Δεκέμβριος 2023

Σημείωση των Συγγραφέων

Για τους υπογράφοντες, υπήρξε μια τύχη και μια ευχαρίστηση η προσωπική γνωριμία μαζί του, αν και σε σύντομες και φευγαλέες ευκαιρίες. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν θέλαμε να διατρέξουμε τον κίνδυνο ούτε να κάνουμε μια ψυχρή βιογραφία, ούτε μια άθλια σύνοψη της σκέψης του Αλφρέντο. Αλλά σε κάθε περίπτωση, αναλάβαμε την ευθύνη να διατρέξουμε αυτό τον κίνδυνο, ίσως χωρίς να καταφέρουμε εντελώς να τον αποφύγουμε.

Αναφερθήκαμε μονάχα στα πιό σημαδιακά -για εμάς- κείμενα του, συγκριτικά με τον όγκο των βιβλίων, σημειώσεων, κειμένων, διάλεξεων. Όπως υπενθύμιζε ο ίδιος ο Αλφρέντο “εκτός από τις δύο ή και τέσσερις πτυχιακές, όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, έγραψα για άλλους, από το 1967 ως το 1997 σχεδόν 150 εργασίες”. Γιατί αν είναι αλήθεια πως ο Αλφρέντο, αρνούμενος έδρες και πανεπιστημιακή γνώση, μας μίλησε πολλές φορές για τη σημασία της κουλτούρας, μάς έθεσε σ’ επιφυλακή λέγοντας μας πάντοτε πως “από τις βιβλιοθήκες βγαίνουν οι σφαγείς”.

Σημειώσεις του Μεταφραστή

[1] Αλφρέντο Μ. Μπονάνο. Ξέρω ποιος σκότωσε τον επιθεωρητή Λουίτζι Καλαμπρέζι. Εκδόθηκε στα ελληνικά από ανώνυμους αντεξουσιαστές, τυπώθηκε στην τυπογραφική κολλεκτίβα Rotta και “κυκλοφόρησε στην Αθήνα και αλλού, τον ζοφερό Οκτώβρη του 2013”.

[2] Σχετικά με τη δράση της Α.R, κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά: AZIONE RIVOLUZIONARIA – EΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ. Mια αναρχική ένοπλη οργάνωση στα ιταλικά “μολυβένια χρόνια”. Εκδόσεις Δαίμων του Τυπογραφείου. Αθήνα. 2022.

[3] Αλφρέντο Μ. Μπονάνο. Οι νέοι σε μια μεταβιομηχανική κοινωνία. Εκδόσεις Τζεντάι. Αθήνα. Άνοιξη 2007.

[4] Alfredo M. Bonanno. Κυριαρχία και Εξέγερση στη μεταβιομηχανική κοινωνία. Εσωκλεισμένοι και Αποκλεισμένοι. Εκδόσεις Ελευθεριακού Ινστιτούτου Κοινωνικών Μελετών Ιωαννίνων. 2008.

[5] Σχετικά με αυτήν τη δεκαετή “κρατική ιερά εξέταση”: Δίωξη Marini 1994 – 2004. Η κατασταλτική επιχείρηση του ιταλικού κράτους ενάντια στους αναρχικούς. allertA. Aθήνα. Φθινόπωρο 2005.

[6] Μετά τη σύλληψη του στα Τρίκαλα και κατά τη διάρκεια της κράτησης του στις ελληνικές φυλακές, πραγματοποιήθηκαν πολλές άμεσες δράσεις και κινήσεις Αλληλεγγύης στην Ελλάδα, την Ιταλία και αλλού (ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία, Πορτογαλία, Γαλλία, Τουρκία, Μεξικό κ.α).

Στην Αθήνα, μεταξύ άλλων, πραγματοποιήθηκε Εκδήλωση – Συζήτηση από Πρωτοβουλία Αλληλέγγυων στις 17/3/2010 στο ΕΜΠ (Γκίνη) με τα πρόταγματα: “Άς πούμε τα πράγματα με το όνομα τους… ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΕΣ ΚΑΙ ΛΗΣΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΕΣ – ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥΣ Χ. ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟ – Α. ΜΠΟΝΑΝΟ ΚΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ”.

Είχε προηγηθεί τον Φλεβάρη του 2010, η κυκλοφορία της ακόλουθης αφίσας αντιπληροφόρησης & αλληλεγγύης: ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑΣ; ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ;

«Η Ελευθερία, άρα η Αναρχία, γίνεται αντιληπτή αλλά δεν κατέχεται. Είναι το ποιοτικό σύνολο που χάνω ακριβώς τη στιγμή που αναρωτιέμαι αν μπορώ να το διατηρήσω και να το εγγυηθώ ενάντια στις απαιτήσεις του άλλου. Το χάρισμα ελέγχει χωρίς αντίτιμο την ποιότητα, το να χαρίζεσαι σημαίνει ν’ ανοίγεσαι χωρίς να ζητάς κανένα αντάλλαγμα. Χωρίς αυτό το χάρισμα δε θα φτάσουμε ποτέ την ποιότητα αλλά θα παραμένουμε πάντοτε στο αδιαπέραστο της πράξης. Η δράση που δε μ’ εμπλέκει, που δε μου αλλάζει τη ζωή βάζοντας με σε κίνδυνο, είναι μια απλή πράξη, μια ρουτίνα που τείνει να μολύνει ακόμα και την ίδια την καθημερινότητα μου»

Α. Μπονάνο

Την 1η Οκτώβρη 2009 πραγματοποιείται απαλλοτρίωση σε τράπεζα στα Τρίκαλα. Αργότερα την ίδια μέρα, συλλαμβάνονται και προφυλακίζονται οι αναρχικοί Χρήστος Στρατηγόπουλος και Αλφρέντο Μπονάνο. Ο Χρήστος αναλαμβάνει την ευθύνη της ενέργειας ενώ ο Αλφρέντο αρνείται τις κατηγορίες που του αποδίδονται. Μέχρι σήμερα οι δύο σύντροφοι παραμένουν έγκλειστοι στις άθλιες συνθήκες που επικρατούν στα κελιά της ελληνικής δημοκρατίας. Όπως πάντα έτσι και τώρα, σε καιρούς συνολικής κρίσης του συστήματος, το κράτος – το ενιαίο κόμμα των αφεντικών, αυτών των νόμιμων ληστών που συσσωρεύουν τον κοινωνικό πλούτο στα χρηματοκιβώτια τους και ονομάζουν, μέσω των μμε, ληστή όποιον πολεμάει αυτήν τη συνθήκη καταπίεσης και εκμετάλλευσης ξέρει να τιμωρεί παραδειγματικά τους δεδηλωμένους εχθρούς του.

Όσον αφορά ειδικότερα τον Α.Μπονάνο, τον 73χρονο σύντροφο με μια πολύχρονη και πολύμορφη παρουσία στις γραμμές του διεθνούς αναρχικού-ανατρεπτικού ρεύματος που έχει σοβαρά διαγνωσμένα και από το ίδιο το κράτος- προβλήματα υγείας (καρδιακή ανεπάρκεια, σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση, σοβαρά μυοσκελετικά προβλήματα), η παράταση του εγκλεισμού του αποκτά χαρακτηριστικά εκδίκησης και φυσικής εξόντωσης και θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή του.

Όμως, όπως κάθε αιχμάλωτος του κράτους, έτσι και ο Χρήστος και ο Αλφρέντο δεν είναι μόνοι τους.

ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΟΝΤΩΣΗ – ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΦΡΕΝΤΟ ΜΠΟΝΑΝΟ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟ ΧΡΗΣΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟ

[7] Η εισήγηση του Αλφρέντο Μπονάνο με τίτλο “Ο Μαλατέστα και η έννοια της επαναστατικής βίας” στην αναρχική συνάντηση που διοργανώθηκε στις 5, 6 & 7 Δεκέμβρη 2003 στη Νάπολη από ναπολιτάνικες αναρχικές ομάδες, την Αναρχική Ιταλική Ομοσπονδία (FAI) και το Κέντρο Ελευθεριακών Μελετών σε συνεργασία με το Ίδρυμα Morra, με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Ερρίκο Μαλατέστα, κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Τζεντάι, στην Αθήνα το φθινόπωρο του 2010, αφιερωμένη στη μνήμη του συντρόφου Κώστα Σειρηνίδη.